Θεατρο - Οπερα

Κώστας Γάκης, Αθηνά Μουστάκα, Κωνσταντίνος Μπιμπής

Το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο» παίζεται στο Θησείον. Εκεί που θα το ξαναδώ, δηλαδή

25388-95773.jpg
Αναστασία Καμβύση
ΤΕΥΧΟΣ 517
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
90519-203437.jpg

Μια στο τόσο βλέπεις μια παράσταση και σκέφτεσαι «θέλω να την ξαναδώ», δευτερόλεπτα αφότου τελειώσει. Μια στο τόσο φεύγεις από ένα θέατρο και σκέφτεσαι ότι οι ηθοποιοί που είδες στη σκηνή είναι πλάσματα μαγικά και αιθέρια, ξωτικά που μας κάνουν τη χάρη να κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Μια στο τόσο το ανέβασμα ενός έργου που έχεις δει δέκα φορές, σου θυμίζει γιατί ερωτεύτηκες το θέατρο. Μια τέτοια παράσταση είναι το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο» των Κώστα Γάκη, Αθηνάς Μουστάκα και Κωνσταντίνου Μπιμπή, δηλαδή της Ομάδας θεάτρου Ιδέα, που υπογράφει τη διασκευή και τη σκηνοθεσία του έργου.

Μετά από μία θριαμβευτική πρώτη παρουσίαση πρόπερσι στο Low Budget Festival στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και μία εξαιρετική πορεία στο 104, το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» για δύο παίζεται στο Θησείον. Εκεί που θα το ξαναδώ, δηλαδή.

image

Πόσο καιρό κρατάει αυτή η ομάδα;

Αθηνά Μουστάκα: Επίσημα η ομάδα υπάρχει έξι μήνες, η παράσταση προηγείται της ομάδας.

Κώστας Γάκης: Είμαστε δύο-τρία χρόνια φίλοι και συνεργάτες, απλώς είπαμε από τον Σεπτέμβριο του 2014 να δώσουμε μία αποκλειστικότητα για ένα διάστημα σε αυτή την ομάδα, να μη δώσουμε αίμα και πόνο αλλού και να δούμε που θα μας βγάλει.

Α.Μ. Το σκεφτόμαστε από το 2012, αμέσως μετά την παράσταση στο Low Budget Theatre. Θυμάμαι είχαμε πάει μετά την παράσταση σε ένα καφέ πλάι στο Ίδρυμα Κακογιάννη και ο Κώστας μάς έλεγε μες στον ενθουσιασμό διάφορες ιδέες για να συνεχίσουμε: «Να πάμε σε χωριά να την παίξουμε την παράσταση, να βγούμε στο δρόμο, να πάμε στο εξωτερικό, σε φεστιβάλ...». Πού να το φανταστώ τότε. Ήμουν άλλωστε ακόμη φοιτήτρια στη δραματική σχολή του Αρμένη.

Συναντήθηκαν τρεις σχολές στην ομάδα σας, λοιπόν, του Γιώργου Αρμένη, του Θεάτρου Τέχνης ο Κωνσταντίνος Μπιμπής και του Εθνικού ο Κώστας Γάκης. (σ.σ. στο άκουσμα του Εθνικού αρχίζουν πειράγματα). Είμαι μεγάλη θαυμάστρια των ηθοποιών του Θεάτρου Τέχνης...

Κωνσταντίνος Μπιμπής: Το ίδιο και το ελληνικό θέατρο.

Κ.Γ.: Δεν κατάλαβα;

Έχει πλάκα που η άτυπη κόντρα μεταξύ των δύο μεγάλων σχολών, του Τέχνης και του Εθνικού, συνεχίζεται και μας κάνει ακόμη να γελάμε. Ευτυχώς υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι κοντά σας στην ομάδα, όπως ο Αριόν που είναι παρών και στην κουβέντα μας. Τι ακριβώς κάνεις, Αριόν; Φαντάζομαι έχεις πολλά ευτράπελα να μας διηγηθείς.

Αριόν: Είμαι ο φροντιστής τους. Ξέρω καιρό τα παιδιά, είμαι παιδικός φίλος του Κωνσταντίνου και σπουδάζω μαθηματικός…. Είναι ένα δώρο να δουλεύω μαζί τους. Ανεβοκατεβάζω λάμπες... συνδέω πολύμπριζα, τους βοηθάω στον ήχο όταν παίζουν σε σχολεία, τους εμψυχώνω, τους συνεφέρω. Έμαθα πολλά μαζί τους και αγάπησα το θέατρο.

Κ.Γ. Ο Αριόν είναι η φωνή της λογικής. Είμαστε «Τρεις λαλούν και ο Αριόν χορεύει».

image

Τι ελπίζατε όταν φτιάξατε την ομάδα σας; Τι φοβηθήκατε;

Α.Μ. Δεν είχα τίποτα να φοβηθώ, εμπιστευόμουν τα παιδιά, συνεννοούμαστε άψογα.

Κ.Γ. Πριν και κατά τη διάρκεια της δημιουργίας της παράστασης ήταν ένα πιεστικό διάστημα με συνεργασίες γύρω-γύρω και είχαμε μία κοινή σκέψη μήπως σπαταλάμε όλη την ενέργειά μας, το συναίσθημά μας… Σκεφτήκαμε μήπως μας ησύχαζε το να μείνουμε μαζί σε αυτή τη δουλειά, μήπως και γινόταν πιο ανθηρό το καλλιτεχνικό μας… μπρίο, το όραμα. Ήμασταν και οι τρεις μακριά από την καριερίστικη λογική που συνοδεύει καμιά φορά την υποκριτική. Δεν αποκλείουμε τις μεμονωμένες συνεργασίες αν προκύψουν, αλλά αυτή η αίσθηση στο τέλος της ημέρας ότι δουλεύεις με φίλους, ότι μοιράζεσαι και καταλαβαίνεις κάτι με τον ίδιο τρόπο, είναι μοναδική. Είμαστε σαν αδέρφια, ό,τι και να γίνεται το αντέχουμε μαζί. Κυρίως βέβαια μοιραζόμαστε πολύ ωραία πράγματα. Κάναμε και δεύτερη παράσταση, συνσκηνοθετήσαμε την «Τελευταία μαύρη γάτα» του Ευγένιου Τριβιζά στο θέατρο Δημήτρης Χορν κι ήταν μεγάλη χαρά η επιτυχία της . Το να μοιράζομαι την καρέκλα του σκηνοθέτη με τα παιδιά είναι για μένα τρομερά ανακουφιστικό.

Κ.Μ. Δεν φοβήθηκα κάτι όταν φτιάξαμε την ομάδα μας. Ίσα-ίσα που αισθάνθηκα πολύ ασφαλής επειδή δουλεύω με δύο ανθρώπους που κάνουν το θέατρο που με εκφράζει, το θέατρο που θέλω να κάνω. Πριν φοβόμουν. Όταν έπρεπε να υπηρετήσω τις ιδέες και τα οράματα άλλων. Υπάρχουν άλλοι που το κάνουν πολύ καλά αυτό. Εγώ όχι. Δεν υπηρετώ οράματα άλλων πολύ εύκολα. Δυσκολεύομαι να δικαιολογήσω τα αδικαιολόγητα.

Κ.Γ. Για παράδειγμα ένας από τους κοινούς μας στόχους ήταν να κάνουμε ένα θέατρο πολύ λαϊκό, χωρίς εισαγωγικά. Δηλαδή αν έρθει να το δει η γιαγιά μου, θέλω να το καταλάβει. Χωρίς να γίνεται λαϊκίστικο ή φτηνό το θέαμα. Ο λαός, ξέρεις, έχει μία βαθιά συμμετοχή και αλληλεπίδραση στα πράγματα. Και ξέρει τι είναι μέτρο. Έχουμε παίξει αυτή την παράσταση μπροστά σε κοινό όλων των ηλικιών, την έχουμε πάει σε μέρη όπου οι άνθρωποι δεν έχουνε ξαναδεί θέατρο. Πήγαμε σε ένα χωριό στην Ικαρία πάνω στα βουνά, στον Μάραθο, και παίξαμε την παράσταση με το φως που έριχναν δύο φίλες μας με δύο μεγάλους φακούς. Ήταν εκεί από παιδάκια δύο χρονών έως γέροι εκατόν δύο. Κατάλαβαν, ευχαριστήθηκαν την παράσταση, συγκινήθηκαν…

Ποια ήταν η αρχική ιδέα προσέγγισης του «Ρωμαίου και της Ιουλιέτας»; Θέλατε να αποδομήσετε το έργο, δίνοντας μία εκδοχή για δύο;

Κ.Μ. Δεν θα έλεγα ότι η έννοια της αποδόμησης στο θέατρο μάς ενδιαφέρει. Βάλαμε όμως την εξής συνθήκη: Δύο πρόσωπα που επιστρέφουν ως φαντάσματα και παίζουν όλους τους χαρακτήρες του έργου. Από αυτή την άποψη ίσως προκύπτει μία νέα δομή.

Κωνσταντίνε, μεταξύ άλλων υποδύεσαι τον Ρωμαίο, τον πατέρα Καπουλέτο, την παραμάνα… Δεν φοβήθηκες το μπες βγες στους ρόλους;

Κ.Μ. Αυτό είναι παράδεισος για έναν ηθοποιό. Ειδικά αν έχεις μόλις βγει από τη Σχολή και σου ζητούν να κάνεις αυτό το υπέροχο κλασικό κείμενο. Στις πρόβες έγινε χαμός…

image

Αθηνά, πώς ήταν να ισορροπείς ανάμεσα σε δύο αγόρια, με λίγο άνισα μοιρασμένη και τη θεατρική πείρα.

Α.Μ. Ο Κώστας ήταν δάσκαλός μου στη σχολή. Τον θαύμαζα, φυσικά. Τον Κωνσταντίνο, πάλι, δεν τον ήξερα καν. Αλλά από την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα ισότιμη και πολύ ωραία μαζί τους. Νομίζω ότι θα ήμουν ανταγωνιστική με μια άλλη γυναίκα, μαζί τους σίγουρα όχι.

Κοίτα, πιστεύω πως ο Κωνσταντίνος είναι ικανός να σου φάει την Ιουλιέτα πάντως...

Α.Μ. Μπήκα στην ομάδα με φόρα. Ό,τι είναι να γίνει ας γίνει.

Ένα από τα πολλά αξιοθαύμαστα στοιχεία στην παράσταση είναι η μουσική. Όχι μόνο αυτή που ακούμε να παίζει ο Κώστας, δική του και άλλων, αλλά και οι φωνές σας.

Κ.Γ. Τα παιδιά έχουν σπάνια φυσικά φωνητικά χαρίσματα. Μερικά χρόνια πριν όταν είχα την ιδέα για την παράσταση ήθελα δύο ηθοποιούς που, πέρα από το να μοιάζουν με Ρωμαίο και Ιουλιέτα φυσιογνωμικά, να τραγουδάνε, να χορεύουν, να υποκρίνονται, να μεταμορφώνονται σε εκατό ρόλους και να εμπλέκονται συναισθηματικά, αλλά και να σηκώσουν ένα βάρος, να μοιραστούμε ένα όραμα, την πίστη σε ένα ταξίδι.

Και η κίνηση, που μοιάζει να είναι η δουλειά ενός τρομερού χορογράφου;

Κ.Γ. Μόνοι τους τα έκαναν όλα.

Α.Μ. Προέκυψε η κίνηση μέσα από αυτοσχεδιασμούς. Ακούσαμε το σώμα μας και κάναμε τις κινήσεις μέρος της παράστασης. Χαμός γινόταν στις πρόβες.

Κ.Μ. Δοκιμάζοντας πράγματα μόνος σου, χωρίς υπόδειξη, ακολουθείς το σώμα σου, του δίνεις την ευκαιρία να σου δείξει δρόμους. Η σκηνή της μονομαχίας, για παράδειγμα, βγήκε μετά από μία νύχτα προβών, μεσάνυχτα με έξι το πρωί.

Ο Κώστας είναι σαν μαριονετοπαίκτης πάνω στη σκηνή, ένας χειριστής-μαέστρος των ηθοποιών που παίζει ταυτόχρονα και μουσική σε μια παράσταση που έτσι κι αλλιώς φλερτάρει με το θάνατο, αφού την ιστορία τη λένε δύο φαντάσματα.

Κ.Γ. Μια ιδέα είναι ότι ο θάνατος είναι ένας κουκλοπαίκτης που παίζει με όλους μας ξέροντας ότι θα μας καταβροχθίσει στο τέλος... Μία από τις αποφάσεις που πήραμε σε σχέση με την παράσταση, πέρα από το αν είναι κωμωδία ή δράμα, είναι ότι σίγουρα έχει να κάνει με τη σχέση μας με τον κόσμο των νεκρών και το πώς καταβροχθίζουμε τους προγόνους. Όλο αυτό με τα φαντάσματα, τους δύο νεκρούς που λένε την ιστορία, έχει να κάνει με ένα πάρε δώσε ακόμη και με τους ηθοποιούς που πέρασαν από αυτό το έργο, τους προκατόχους μας, που έδιναν όλο τους τον εαυτό στον παραμικρό ρόλο, τους προγόνους μας και στην υποκριτική και στη ζωή.

Κωνσταντίνε, αυτή την παραμάνα που με γονάτισε από τα γέλια, από πού την «έκλεψες»;

Κ.Μ. Είναι ένας συνδυασμός η παραμάνα. Λέγαμε με τον Κώστα πολλές φορές για τις γιαγιάδες μας. Μία Σκυριανή και μία Κωνσταντινουπολίτισσα οι δικές μου. Αλλά μάλλον πιο πολύ αυτή η βίαιη αγάπη της Σκυριανής γιαγιάς μού έρχεται στο μυαλό. Αν έφαγες, αν προσέχεις να μην πάθεις κακό… Αλλά, όχι, δεν της έκλεψα τη φωνή. Αβίαστα ήρθαν και οι χαρακτήρες και οι φωνές, δεν μπορώ να στο εξηγήσω.

Για παράσταση που σε κάνει να κλαις από τα γέλια, είναι αξιοθαύμαστο που παραμένει τόσο ρομαντική…

Α.Μ. Μα είμαστε πολύ ρομαντικοί και οι τρεις.

Κ.Μ. Είμαστε ρομαντικοί, ο καθένας με τον τρόπο του… Αλλά διαβάζοντας το έργο το χωρίσαμε λίγο στη μέση με όριο το θάνατο του Μερκούτιου. Μέχρι εκεί υπάρχει ένα πανηγύρι, ένα πάρτι, οι σκηνές είναι κωμικές, ακόμη και οι διαμάχες. Μετά το θάνατο του Μερκούτιου σκοτεινιάζει το έργο σε όλα τα επίπεδα.

Κ.Γ. Μπορεί ο θάνατος να είναι ένας από τους άξονες πάνω στους οποίους στηρίχτηκε η παράσταση, αλλά ένας άλλος είναι η ζωή, που είναι τρελή και παρανοϊκά γρήγορη και σε βομβαρδίζει με εικόνες. Όμως το βράδυ όταν μένεις μόνος με τον άνθρωπό σου, όλα σταματούν κι έχεις στιγμές ησυχίας. Και τότε μπορείς να δεις τα μόρια της σκόνης στον αέρα. Αυτό συμβαίνει και στην παράσταση, όταν πρωτοβγαίνουν οι δύο ερωτευμένοι. Όλα σταματούν. Και μετά ξανά το χάος.

Δείτε ένα βίντεο για την παράσταση:

Info: Θησείον - Ένα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή, 210 3255444

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.