Ούτε Λέμπερ: 30 λεπτά με τη Γερμανίδα σταρ του καμπαρέ
Μία κουβέντα για τη Μάρλεν Ντίτριχ, την παράσταση στο Παλλάς, τους παλιούς και σύγχρονους ναζί


H Ούτε Λέμπερ δίνει «Ραντεβού με τη Μαρλέν Ντίτριχ» στο θέατρο Παλλάς
Τη Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου, στη σκηνή του Παλλάς, η διάσημη Γερμανίδα καλλιτέχνιδα Ούτε Λέμπερ θα παρουσιάσει ένα θέαμα αφιερωμένο και εμπνευσμένο από τη θρυλική ντίβα του Μεσοπολέμου, Μαρλέν Ντίτριχ. Η σχέση αυτών των δύο γυναικών κρύβει μια ενδιαφέρουσα ιστορία: Η παράσταση βασίζεται στο τρίωρο τηλεφώνημα μεταξύ της Μαρλέν Ντίτριχ και της Ούτε Λέμπερ, όταν η νεόκοπη Ούτε, στην αρχή της καριέρας της, λαμβάνοντας το γαλλικό βραβείο Molière, στο Παρίσι, για την ερμηνεία της στο «Cabaret», αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει, με μια καρτ ποστάλ, συγγνώμη από την παλιά ντίβα, με την οποία τη συνέκριναν τα μέσα ενημέρωσης. Η Μαρλέν Ντίτριχ τότε, τηλεφώνησε στη νεαρή Ούτε και έτσι γεννήθηκε ένα σύμπαν, με όλα τα μυστικά δώρα της παράστασης που θα δούμε στο Παλλάς. Η παράσταση «Ραντεβού με τη Μαρλέν Ντίτριχ» μοιάζει να είναι η συνέχεια της συνομιλίας αυτής.
Η Ούτε Λέμπερ, γεννημένη στις 4 Ιουλίου 1963 στο Μίνστερ της Γερμανίας, είναι μία από τις κορυφαίες καλλιτέχνιδες του σύγχρονου καμπαρέ, με καριέρα που εκτείνεται σε περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες. Τραγουδίστρια, ηθοποιός, χορεύτρια και δημιουργός, η Λέμπερ έχει κατακτήσει τη διεθνή σκηνή, συνδυάζοντας τη γερμανική θεατρική παράδοση με την κομψότητα του γαλλικού chanson και τη δυναμική του αμερικανικού μιούζικαλ. Η Λέμπερ έγινε γνωστή μέσα από τον ρόλο της στο κλασικό μιούζικαλ «Cabaret», όπου ενσάρκωσε τη Sally Bowles, σε παραγωγές του Παρισιού και του Λονδίνου, κερδίζοντας επαίνους για την ερμηνεία της. Το ταλέντο της την έκανε γρήγορα περιζήτητη και το όνομά της συνδέθηκε με το θεατρικό καμπαρέ και τη μουσική του Μεσοπολέμου.
Στον κόσμο των καμπαρέ, όπου τα φώτα ρίχνουν μακριές σκιές και τα τραγούδια μοιάζουν με εξομολογήσεις, η Ούτε Λέμπερ ξέρει πώς να αιχμαλωτίζει το κοινό της. Στο «Ραντεβού με τη Μαρλέν Ντίτριχ», η Λέμπερ δεν φέρνει απλώς τη Μαρλέν Ντίτριχ στη σκηνή αλλά ανοίγει μια ρωγμή στον χρόνο, μέσα από την οποία η ίδια η Ντίτριχ μάς ψιθυρίζει ιστορίες από το Βερολίνο, το Παρίσι, το Χόλιγουντ και τα πεδία μάχης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Μιλήσαμε με την Ούτε Λέμπερ λίγες μέρες πριν το «Ραντεβού με τη Μαρλέν Ντίτριχ» στο Παλλάς
Το «Ραντεβού με τη Μαρλέν» μοιάζει με έναν βαθιά προσωπικό διάλογο με τη Μαρλέν Ντίτριχ. Τι μάθατε για τον εαυτό σας ενσαρκώνοντας τη ζωή και την κληρονομιά της επί σκηνής;
Κοιτάξτε, πρόκειται για έναν διάλογο μεταξύ δύο Γερμανίδων. Είναι ένας διάλογος μεταξύ γενεών, ένας διάλογος μεταξύ δύο γυναικών πολύ διαφορετικών εποχών, δύο γυναικών με διαφορετικό είδος τραγωδίας και τραύματος. Πρόκειται για έναν διάλογο για τη ζωή, την ανθρωπότητα, την πολιτική, την ιστορία, αλλά και για τα διασκεδαστικά πράγματα: τους άνδρες, τις περιπέτειες, τις σχέσεις, τον έρωτα. Κυρίως όμως, πρόκειται για έναν διάλογο μεταξύ του ενός αιώνα με τον επόμενο. Όταν της μίλησα το 1987, ήταν 87 ετών, εγώ ήμουν 24. Ήμουν στην αρχή της ζωής μου, νεαρή ηθοποιός, και εκείνη ήταν στο τέλος της. Είχε ζήσει δύο Παγκόσμιους Πολέμους, εγώ ήμουν παιδί του Ψυχρού Πολέμου. Ήταν μια Γερμανίδα ομογενής που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο εξωτερικό –στην Αμερική και στη συνέχεια στη Γαλλία–, όπως κι εγώ. Τώρα είμαι 61 ετών. Εδώ και 26 χρόνια ζω στη Νέα Υόρκη. Πριν από αυτό, έζησα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, οπότε υπάρχουν παραλληλισμοί και ομοιότητες. Για μένα ο διάλογος που είχαμε ήταν ο πιο συγκλονιστικός... το να μιλάω με έναν θρύλο, μια σταρ του καμπαρέ της Βαϊμάρης, μια ντίβα του Χόλιγουντ, μια διεθνώς αναγνωρισμένη τραγουδίστρια. Παράλληλα ήταν και μια Γερμανίδα ομογενής που πολέμησε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας. Αυτό είναι πραγματικά το πιο σημαντικό! Ουσιαστικά η ιστορία ξεκινά με την απόφασή της να επιστρέψει στη χώρα της.
Και όπως ξέρουμε δεν ήταν ευπρόσδεκτη στη Γερμανία.
Δεν ήταν ευπρόσδεκτη και της συμπεριφέρονταν ως προδότρια μέχρι τον θάνατό της. Η Γερμανία δεν τη συγχώρησε που διάλεξε τη σωστή πλευρά. Είχε διαλέξει την πλευρά των Αμερικανών για να πολεμήσει εναντίον των Ναζί. Το πιο ευαίσθητο και σημαντικότερο μέρος της συζήτησης μας είναι αυτό: το είδος της τρομερής μελαγχολίας και τραγωδίας, της πικρίας που ένιωθε, και το ένιωσα κι εγώ με τα λόγια της, που δεν μπορούσε να επιστρέψει στην πατρίδα της. Και επιπλέον, η οργή και η απελπισία για το γεγονός ότι μια χώρα δεν έμαθε να λέει «ευχαριστώ που πολέμησες εναντίον των Ναζί», αντίθετα είπε: «γιατί το έκανες;».
Όταν μου είπε στο τηλέφωνο, το '87, ότι ήθελε να επιστρέψει άλλη μια φορά στη Γερμανία, ήταν παράξενο. Την προσέβαλε που δεν την ήθελαν. Ακόμη κι όταν έπαιζε σε κάποιο θέατρο στη Γερμανία, υπήρχαν απειλές για βόμβα. Μου είχε πει: «Θέλω να γυρίσω άλλη μια φορά στην πατρίδα μου, όταν θα έχω πεθάνει. Θέλω να ταφώ δίπλα στη μητέρα μου στο Βερολίνο». Το 1992 πέθανε. Ήταν 92 ετών. Πέθανε στο σπίτι της, στο διαμέρισμά της στο Παρίσι. Δεν είχε βγει από αυτό το σπίτι για 20 χρόνια. Δεν ήθελε να τη δει ο κόσμος ως ηλικιωμένη γυναίκα, ήθελε να κρατήσει τη μαγεία από την τέλεια ομορφιά. Θάφτηκε στο Βερολίνο, όπως ήθελε. Ήμουν στην κηδεία της. Εκείνη ήταν η Λόλα, ο διάσημος ρόλος της στον «Γαλάζιο άγγελο», στο Βερολίνο, μετά την πτώση του τείχους πια. Για ακόμα μία φορά, υπήρχε ένα σκοτεινό, μυστηριώδες, ενοχικό συναίσθημα από τους Γερμανούς. Μόνο 10 χρόνια αργότερα, το 2001, στην επέτειο των 100ών γενεθλίων της, έγινε μια μεγάλη γιορτή στο Βερολίνο – φυσικά εκείνη πια ήταν νεκρή. Με είχαν προσλάβει για να τραγουδήσω τα τραγούδια της. Το Βερολίνο πλεόν ήταν η πρωτεύουσα της Ενωμένης Γερμανίας και χρειαζόταν ένα νέο σύμβολο κύρους, ξέρετε... Και χρησιμοποίησαν τη Μαρλέν Ντίτριχ, τη μοναδική διεθνή σταρ που είχαν. Η Μαρλέν πλέον ήταν το σύμβολο του Βερολίνου, στα 100α γενέθλιά της.
Σας έδωσε συμβουλές για τη σκηνή, για την παρουσίαση;
Όχι, όχι, δεν ήξερε ότι θα έκανα το σόου. Άλλωστε εκείνη είχε το δικό της στιλ. Δεν ήθελε να μιλάει πολύ γι' αυτό, έλεγε ότι είναι κάτι βαθιά προσωπικό. Το βλέπεις, είναι μαγικό – δεν μπορείς να το αναλύσεις. Ένα σημαντικό πράγμα που είπε ήταν: «να κρατάς την προσωπική σου ζωή πάντα μακριά από το κοινό, γιατί θα σε φάνε και θα σε καταπιούν σαν καρχαρίες». Κράτα τη μαγεία σου και τα μυστικά σου για σένα. Tότε ήταν η εποχή πριν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πριν από τους παπαράτσι. Η ίδια κατάφερε να κρατήσει την ιδιωτική της ζωή μακριά από την κοινή θέα. Σήμερα, θα ήταν διαφορετικά. Γνωρίζουμε πολλά για την ιδιωτική της ζωή, επειδή η κόρη της έγραψε τη βιογραφία της.

Το ανδρόγυνο στιλ της Ντίτριχ ήταν επαναστατικό για την εποχή του. Πώς πιστεύετε ότι οι ενδυματολογικές της επιλογές επηρέασαν τα όρια της έκφρασης των φύλων στην τέχνη και την κοινωνία; Πόσο σημαντικό ήταν αυτό το στιλ που ανέδειξε; Και πώς σχετίζεστε εσείς με αυτό ως ερμηνεύτρια σήμερα;
Η Μαρλέν έθεσε το ζήτημα του φύλου πριν από περισσότερα 100 χρόνια. Το 1924 φορούσε παντελόνι και κοστούμι, και παραλίγο να συλληφθεί από την αστυνομία γι' αυτό. Αλλά για εκείνη ήταν φυσικό να είναι χειραφετημένη, μορφωμένη και στο ίδιο επίπεδο με τους άνδρες. Ήταν ελεύθερο πνεύμα. Ήταν αμφιφυλόφιλη, αγαπούσε τους άνδρες και τις γυναίκες. Και αργότερα, κατά τον μακροχρόνιο γάμο της, υπήρχαν σύντροφοι – ήταν εξαιρετικά πολυγαμική. Πάντα λέω ότι ήταν μια γυναίκα του μέλλοντος. Μια γυναίκα απόλυτα σύγχρονη στο πλαίσιο του σημερινού κόσμου. Αν ζούσε, θα ήταν μια γυναίκα που θα έδινε έναν σπουδαίο αντίλογο στον Ντόναλντ Τραμπ. Ήταν μια πραγματικά εξαιρετική γυναίκα, χάρη στη φυσική της αυτοπεποίθηση και το θάρρος της, και ταυτόχρονα μια μοιραία γυναίκα. Στις ταινίες τη βλέπουμε τόσο τέλεια. Αυτός είναι κι ένας λόγος για τον οποίο θέλω να κάνω την παράσταση, επειδή την θυμόμαστε ως μια τέλεια εικόνα από το σινεμά και αργότερα, όταν εμφανιζόταν στη σκηνή ως τραγουδίστρια. Αλλά δεν ήταν αυτό το άτομο. Το ξέρω. Γνώρισα τον Billy Wilder τη δεκαετία του '80 στο Λος Άντζελες, αλλά και άλλους ανθρώπους που τη γνώριζαν. Ήταν μια πολύ στιβαρή γυναίκα εκτός σκηνής και εκτός κινηματογράφου. Μαγείρευε, καθάριζε, κυκλοφορούσε ξυπόλυτη, κάπνιζε πούρα και έπινε ουίσκι – δεν ήταν η τέλεια εικόνα που παρουσίαζε στις ταινίες. Έτσι, στην παράστασή μου, αυτό που βλέπετε όταν υποδύομαι την παλιά Μαρλέν στο καμαρίνι της ή στο σαλόνι της, είναι ο πραγματικός άνθρωπος, ο πικρόχολος, ο σαρκαστικός, ο μελαγχολικός και αστείος, χωρίς λογοκρισία. Η παράσταση είναι σαν να σου δίνει μια αύρα της ανθρώπινης Μαρλέν. Αυτά κατάλαβα όταν της μίλησα στο τηλέφωνο. Έπιασα το πνεύμα της, μια ανθρωπιά που ούτε εγώ γνώριζα τότε. Την ήξερα μόνο ως τέλεια εικόνα.
Η φωνή της Ντίτριχ, τόσο στο τραγούδι όσο και στον ακτιβισμό, ήταν εμβληματική. Πώς μπορείτε να διοχετεύσετε τη φωνητική της χροιά χωρίς να πέσετε στη μίμηση;
Όταν τραγουδάω, κάνω μια αναφορά στη Μαρλέν. Αλλά δεν τη μιμούμαι. Αυτό που βλέπετε στην παράσταση είναι μια συγχώνευση μεταξύ της Μαρλέν και εμού. Δεν είναι μόνο η Μαρλέν δηλαδή. Γιατί, πρώτα απ' όλα, εγώ έγραψα την παράσταση. Προφανώς, έψαξα πολύ γι' αυτήν. Της δίνω ακριβώς τον χαρακτήρα για την πτυχή της Ιστορίας που μου φαίνεται σημαντική. Επιλέγω τα λόγια που θα πει στη σκηνή. Έτσι, υπάρχει μια τέλεια συγχώνευση του επαναστατικού μου πνεύματος και του επαναστατικού της πνεύματος. Κι όταν τραγουδάω, αρχίζω ως Μαρλέν αλλά πάντα τελειώνω ως Ούτε.
Το τηλεφώνημα της Ντίτριχ που ενέπνευσε αυτή την παράσταση συνέβη πριν από δεκαετίες. Γιατί αποφασίσατε ότι τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή να μοιραστείτε αυτή την ιστορία με τον κόσμο;
Το αποφάσισα ουσιαστικά πριν από έξι χρόνια. Παίζω την παράσταση στα γαλλικά, τα γερμανικά και τα αγγλικά εδώ και καιρό, με μια διακοπή λόγω της πανδημίας. Απλώς ένιωσα ότι ο χρόνος περνάει τόσο γρήγορα όταν μεγαλώνεις... Και νιώθω ότι η Μαρλέν ξαφνικά εξαφανίστηκε στην ιστορία. Ήταν ένα αστέρι από τα παλιά. Σήμερα, ο κόσμος μετά βίας θυμάται τη Μέριλιν Μονρό. Και η Μαρλέν Ντίτριχ υπήρξε μόλις μία γενιά πριν από αυτή. Ένιωσα λοιπόν ότι θα ξεχαστεί και θέλω να πω την ιστορία της στους ανθρώπους του σήμερα. Έπειτα, είναι και η άνοδος των δεξιών κομμάτων στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, την Αμερική τώρα με τον Τραμπ, αυτές τις αιφνίδιες επιθετικές κινήσεις του Τραμπ εδώ και μια εβδομάδα, τον Ίλον Μασκ να μιλάει για το κόμμα AFD στη Γερμανία, την περίεργη κατάσταση ψυχρού πολέμου μεταξύ της Ρωσίας, της Κίνας, της Κορέας και του δυτικού κόσμου, του ΝΑΤΟ και της Αμερικής. Αναρωτιέμαι λοιπόν: μαθαίνουν ποτέ οι άνθρωποι; Επίσης, η Μαρλέν τραγούδησε απίστευτα τραγούδια, όπως το «Blowing in the Wind» του Bob Dylan και το «Where Have All the Flowers Gone» του Pete Seeger, γι' αυτόν τον κύκλο της Ιστορίας. Νιώθω ότι η ιστορία της έχει σίγουρα μεγάλη σημασία σήμερα, και οι άνθρωποι πρέπει να την ακούσουν. Εξακολουθώ να δίνω παραστάσεις παντού (στην Αυστρία, τη Γερμανία και την Αμερική) με αυτό το σόου, οπότε έχει πολύ νόημα. Θέλω να κρατήσω την ιστορία της ζωντανή.

Στο «Ραντεβού με τη Μαρλέν» δεν τραγουδάτε μόνο, αλλά αφηγείστε και προσωπικά ανέκδοτα από τη ζωή της Ντίτριχ. Πώς εξισορροπείτε την ιστορική αυθεντικότητα με τη θεατρική δημιουργικότητα στην αφήγησή σας;
Πρόκειται για μια ιστορία με σημαντικές στιγμές. Εγώ φυσικά, επιλέγω τα λόγια γράφοντας τους διαλόγους. Φρόντισα όμως να μιλήσουμε για τα πάντα – για τις ερωτικές της σχέσεις, την ελευθερία της, το ταξίδι της. Το περιεχόμενο είναι βιογραφικό, πραγματεύεται όσα συνέβησαν όταν πήγε στην Αμερική, στη Βαϊμάρη και στο Βερολίνο. Στη συνέχεια, αναφέρομαι και στις απώλειές της, τις απελπισίες της, τη γήρανσή της. Είναι μεγάλο θέμα το πώς αντιμετώπισε, ως γυναίκα της σόου μπιζ, το ότι γέρασε. Το σημαντικότερο μέρος, με ιστορική σημασία, είναι το γεγονός ότι έγινε Αμερικανίδα στρατιώτης και πολεμούσε στο μέτωπο, τραγουδούσε ψυχαγωγώντας τους στρατιώτες επί 20 μήνες συνεχώς. Έλαβε και το Μετάλλιο της Ελευθερίας και πολλές άλλες τιμητικές διακρίσεις. Αλλά στη Γερμανία τη μισούσαν γι' αυτό. Η ιστορία της ήταν τεράστια και εγώ επέλεξα τις σημαντικότερες στιγμές της, τις σκέψεις της για το κακό, το Ολοκαύτωμα. Είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πάρα πολλές πτυχές της ως προσωπικότητα, αλλά φρόντισα να φωτίσω τις σημαντικότερες πτυχές των επιλογών της και των ιστορικών γεγονότων.
Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν ένα χωνευτήρι καλλιτεχνικών καινοτομιών και κοινωνικών πειραματισμών. Πώς πιστεύετε ότι αυτή η εποχή διαμόρφωσε την καλλιτεχνική δημιουργία της Ντίτριχ; Και πώς αντανακλάται στο δικό σας έργο;
Η εποχή της Βαϊμάρης για την Ντίτριχ ήταν το θεμέλιό της. Ένα μεγάλο κίνημα για τις γυναίκες ώστε να είναι δυνατές. Για τις γυναίκες του Bauhaus, που ήταν μορφωμένες και δημιουργικές. Έσπαγαν όλες τις παραδόσεις. Τότε ξεκίνησε και η σεξουαλική ελευθερία, που τους επέτρεπε να είναι ομοφυλόφιλες. Διότο τότε, ακόμη και η βραδινή διασκέδαση ήταν προκλητική. Όλοι οι κανόνες έσπασαν σε εκείνη την πολύ εύθραυστη και νέα δημοκρατία. Οι γυναίκες, ειδικά στις μεγάλες πόλεις όπως το Βερολίνο, το Ντεσάου και η Δρέσδη, αναζητούσαν την ισότητα. Μετά τη δυστυχία του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το θέατρο έγινε πολιτικό. Οι άνθρωποι εμπνεύστηκαν από τον μαρξισμό, τον σοσιαλισμό, από μια κοινωνία που θα εγγυόνταν με κάποιον τρόπο την ισότητα και όχι τα προνόμια, επειδή ο Κάιζερ ήταν στην εξορία. Η πραγματικότητα της πολύ πλούσιας μοναρχίας και της πολύ φτωχής εργατικής τάξης ήταν κάτι που έπρεπε να αλλάξει. Οι άνθρωποι έβλεπαν, πρώτα απ' όλα, έναν κομμουνισμό ως μια έννοια για τη δημιουργία μιας πιο ανθρώπινης κοινωνίας. Μετά, φυσικά, ήρθαν οι φασίστες – οι Ναζί ήταν ήδη σε άνοδο από το 1924. Όλα γινόντουσαν ολοένα και πιο επικίνδυνα. Έτσι, υπήρξε μια πραγματικά πολύ έντονη, εύθραυστη και επικίνδυνη περίοδος στη Βαϊμάρη.
Αν δεν κάνω λάθος, με τον Kurt Weill ξεκινήσατε την καριέρα σας.
Μαζί του ήταν η πρώτη μου καλλιτεχνική δουλειά. Όταν πρωτοξεκίνησα την καριέρα μου, το 1987, κυκλοφόρησα το «Kurt Weill Evening» και το «Kurt Weill Records» σε όλο τον κόσμο. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα να μιλήσω για αυτόν τον Γερμανοεβραίο συνθέτη. Και μετά, κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Weill ήταν ένας Γερμανοεβραίος συνθέτης που εκδιώχθηκε και καταδιώχθηκε από τους Ναζί. Ήταν τεράστιο προνόμιο να είμαι ο πρωταγωνιστής όλων αυτών των ηχογραφήσεων –πρώτα σε βινυλίου, μετά σε CD–, αλλά παράλληλα και μεγάλη ευθύνη. Αυτή ήταν λοιπόν η πρώτη μου καλλιτεχνική φάση, να ζω στο Βερολίνο του Ψυχρού Πολέμου τη δεκαετία του '80, να τραγουδάω τη μουσική του Kurt Weill και ξαφνικά να κάνω διεθνή καριέρα και να μιλάω για το ότι είμαι Γερμανίδα, τραγουδώντας τη μουσική του Εβραίου συνθέτη, τον οποίο έδιωξαν οι Ναζί από τη χώρα αποκαλώντας τον εκφυλισμένο καλλιτέχνη. Αυτό πραγματικά διαμόρφωσε την καλλιτεχνική μου ταυτότητα. Ως νέα, ήμουν πολύ επαναστατικός άνθρωπος. Κι ακόμα είμαι, κατά κάποιον τρόπο – δεν θέλω να χωρέσω σε τίποτα. Έγινε μεγάλη ευθύνη για μένα το να αντιμετωπίσω το παρελθόν, να δημιουργήσω και να διεγείρω έναν διάλογο για το παρελθόν στη Βαϊμάρη, το Ολοκαύτωμα, τη ναζιστική Γερμανία, το να μιλήσω γι' αυτά και για όσα συνέβησαν στη Γερμανία όπου μεγάλωσα. Η Γερμανία στην οποία μεγάλωσα, τη δεκαετία του '60, είναι η Γερμανία που απέρριψε τη Μαρλέν Ντίτριχ. Είχε ακόμα πολλούς Ναζί. Δεν υπήρχαν σκέψεις για το τι και πώς συνέβη, ούτε για το πώς θα μπορούσαν να αποφευχθούν όσα συνέβησαν. Γιατί η Γερμανία πούλησε την ψυχή της στον διάβολο; Δεν το συζητούσαν... Το μόνο που συζητήθηκε ήταν η ανοικοδόμηση της χώρας και η προώθηση της οικονομικής επανάστασης. Όλα αυτά με ενέπνευσαν. Ήμουν πολύ μπερδεμένη και θυμωμένη. Ήθελα απεγνωσμένα να αντιμετωπίσω τα γεγονότα, να κοιτάξω το παρελθόν και να νιώσω τη θλίψη. Οπότε, ναι, η Μαρλέν έζησε τη Βαϊμάρη, ενώ εγώ την αναβιώνω.

Αν μπορούσατε να κάνετε μια ερώτηση στη Μαρλέν Ντίτριχ σήμερα, ποια θα ήταν αυτή;
Αρχικά, θα ήθελα πολύ να επιστρέψω στη Γερμανία μαζί της. Να τη φέρω στη Γερμανία εκείνης της εποχής. Τώρα, η ερώτηση που θα της έκανα είναι: γιατί επέλεξε τη μοναξιά όταν ήταν μεγάλη; Ζούσε στο κέντρο του Παρισιού, στη Λεωφόρο Μοντέν, αλλά δεν έβγαινε από το σπίτι της. Γιατί δεν διάλεξε ένα σπίτι στην εξοχή, αφού ήθελε να είναι μακριά από τους ανθρώπους; Γιατί επέλεξε το κέντρο του Παρισιού; Γιατί ήταν φυλακισμένη στο διαμέρισμά της αντί να ζει κάπου στη νότια Γαλλία για παράδειγμα; Είναι θλιβερή η απόφαση του να κρυφτεί επειδή δεν ήθελε οι άνθρωποι γύρω της να δουν πόσο είχε μεγαλώσει.
Για εσάς, ως παγκόσμια καλλιτέχνη, ποια πόλη είναι πιο κοντά στην καρδιά σας; Το Παρίσι, η Νέα Υόρκη, το Βερολίνο; Πού είναι το σπίτι σας;
Ξέρετε, τα παιδιά μου μεγάλωσαν στη Νέα Υόρκη μαζί μου. Αγαπώ τη Νέα Υόρκη, είναι ένα υπέροχο και εξαιρετικά ποικιλόμορφο μέρος. Δεν υπάρχει άλλη πόλη μεταναστών που να ενώνει όλους τους Νεοϋορκέζους. Πάντα μου άρεσε αυτό. Όταν ζούσα στο Παρίσι αισθανόμουν σαν μια Γερμανίδα στο Παρίσι. Όταν ζούσα στο Λονδίνο, ένιωθα το ίδιο. Όταν έζησα στη Γερμανία, στο Βερολίνο συγκεκριμένα, ένιωθα πως δεν είμαι αρκετά Γερμανίδα, επειδή ήμουν ήδη ένα μωσαϊκό άλλων πολιτισμών, αφού είχα ζήσει τόσο πολύ στο εξωτερικό. Όταν ήρθα στη Νέα Υόρκη όμως, ένιωσα αμέσως ότι ήταν ένα μέρος όπου ήθελα να ζω ως Γερμανίδα κι ως Ευρωπαία. Στη Νέα Υόρκη μπορείς να είσαι ό,τι θέλεις. Προφανώς, η πολιτιστική σκηνή της Νέας Υόρκης, με το θέατρο και τη μουσική, είναι πολύ εμπνευσμένη. Βρίσκομαι βέβαια, συνέχεια στην Ευρώπη για τις παραστάσεις. Αλλά είμαι πάντα χαρούμενη όταν επιστρέφω στη Νέα Υόρκη.
Τελευταία ερώτηση. Τι ακολουθεί για εσάς μετά τη Μαρλέν Ντίτριχ;
Ένα νέο άλμπουμ για τον Kurt Weill που πρόκειται να κυκλοφορήσει. Είναι επαναπροσδιορισμένο, σύγχρονο, με μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στη μουσική του. Βγαίνει τον Απρίλιο και λέγεται «Pirate Jenny». Οπότε πρόκειται για μια επικίνδυνη περιπέτεια. Αλλά ξέρετε, έχω κάνει όλα τα πρωτότυπα από τις παλιές εποχές του Kurt Weill. Το νέο άλμπουμ φέρνει μια νέα διάσταση. Και μετά από αυτό, τον Απρίλιο, θα δουλέψω με την Pina Bausch Dance Company. Κάνω πάρα πολλές περιοδείες σε όλο τον κόσμο. Το φθινόπωρο θα παρουσιάζω τη Μαρλέν στο Παρίσι για πολύ καιρό. Και θα συνεχίσω να περιοδεύω όσο μπορώ. Αλλά είμαι μεγαλύτερη πλέον, δεν είναι τόσο εύκολο. Το σημαντικότερο για μένα είναι να φροντίζω την οικογένειά μου, τα παιδιά μου. Έχουν βέβαια, μεγαλώσει. Ο γιος μου παντρεύεται και η μικρή μου κόρη σπουδάζει στο πανεπιστήμιο.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο City Guide της Athens Voice
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μιλήσαμε με αφορμή την παράσταση κουκλοθεάτρου «Mythos» που θα παρουσιαστεί σε πανελλήνια πρώτη στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ
Δεν μπορεί να ανέβει χωρίς το κατιτίς σε παρέμβαση και άποψη του σκηνοθέτη. Ας πιστεύεις εσύ όσο θέλεις ότι μέσα στην εποχή του το έργο είναι πιο αληθινό, η συγκίνηση πιο πειστική
Οι πρεμιέρες και τα έργα που πλησιάζουν να ρίξουν αυλαία
Δύο νεανικές παραστάσεις τριαντάρηδων, ήδη γνωστών, ταλαντούχων συντελεστών
Οι εμβληματικές παραστάσεις, τα μεγάλα ονόματα της Τέχνης, οι ιστορικές αφίσες, οι χώροι
Μια παράσταση που ξεκίνησε την Κυριακή της Αποκριάς και θα ρίξει αυλαία πριν την Καθαρή Δευτέρα
Μια μέρα γεννηθήκαμε, μια μέρα θα πεθάνουμε, το θέμα είναι τι κάνουμε στο ενδιάμεσο
Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη της παράστασης «Η ράβδος» που ανεβαίνει στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής
Ένα κορυφαίο αντιπολεμικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας και μία μεγάλη ερωτική ιστορία
Μετά από μια επιτυχημένη πορεία, το αριστούργημα της Βιρζινί Ντεπάντ ρίχνει αυλαία
Μιλήσαμε με τον Βασίλη Λούρα για το συναρπαστικό ντοκιμαντέρ του που προβάλλεται αυτή την εβδομάδα στους κινηματογράφους από το CINOBO
Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη μιας sold out ερωτικής παράστασης
Μια παράσταση βασισμένη στην αληθινή ιστορία ενός εγκλήματος που είχε συγκλονίσει το Παρίσι τη δεκαετία του 1930
Με το «ΜΑΜΙ» στρέφεται και πάλι σε μνήμες βιωμάτων, μετασχηματισμένες σε αισθητικό γεγονός. Τα ολόγυμνα σώματα των ηθοποιών ανάγονται σε κινούμενα γλυπτά ιδιαίτερης ομορφιάς.
Η Άννα Μιχελή σκηνοθετεί τον Φοίβο Παπακώστα και την Κατερίνα Σπύρου
3 πρεμιέρες και μια παράσταση που κλείνει αυλαία στα τέλη του μήνα
Η Μαριάννα Πολυχρονίδη ερμηνεύει τη ζωή και τα τραγούδια της Στέλλας Χασκίλ σε μια μουσική παράσταση
Ο Τάσος Σαγρής σκηνοθετεί το λογοτεχνικό αριστούργημα, με πρωταγωνίστρια τη Σίσσυ Δουτσίου
Ένας από τους καλύτερους κωμικούς της Βρετανίας μιλάει στην Athens Voice κι ετοιμάζεται να επισκεφτεί την Αθήνα
Ο Πέτρος Ζούλιας σκηνοθετεί ένα κοινωνικό δικαστικό δράμα με τον Γρηγόρη Βαλτινό στον ρόλο του μαχητικού και αδέκαστου δικηγόρου μιας σκοτεινής και περίπλοκης υπόθεσης
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.