Θεατρο - Οπερα

Μια πρόβα της Λυρικής μόνο για μένα: Παρακολουθώντας Μποέμ πριν την πρεμιέρα

Είδαμε την πρόβα της νέας παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής: Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι και ήταν όλα πιο αληθινά

Γιάννης Χ. Παπαδόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη παραδεδεγμένη αλήθεια από το ότι την όπερα ακολουθεί μια αίσθηση μεγαλοπρέπειας και κομψότητας. Έχω δει ελάχιστα έργα λυρικού θεάτρου και για να καταλάβετε πόσο με είχε αυθυποβάλει αυτή η αίσθηση, σ’ ένα απ’ αυτά έτυχε να φτερνιστεί επανειλημμένα ο βαρύτονος και εγώ θεωρούσα ότι το φτέρνισμα είναι κομμάτι μιας μοντέρνας σκηνοθετικής οπτικής.

Δεν είναι όμως έτσι στις πρόβες. Δεν υπάρχει εκεί το γκλάμουρ της πρεμιέρας, όλα είναι πιο αληθινά, πιο καθημερινά. Το διαπίστωσα από πρώτο χέρι λίγες μέρες πριν, όταν μού δόθηκε η δυνατότητα να παρακολουθήσω την πρόβα του δεύτερου μέρους της νέας παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής: της Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι. Με την πρεμιέρα να πραγματοποιείται στις 21/12, η παράσταση πρόκειται για αναβίωση της ομώνυμης παραγωγής που είχε ανέβει στο θέατρο Ολύμπια τη σεζόν 2008-2009. Την αυθεντική σκηνοθεσία του Γκρέιαμ Βικ, που τόλμησε να μεταφέρει την υπόθεση από το Παρίσι του 19ου αιώνα στην Αθήνα του 21ου, ανέλαβε να αναβιώσει η Κατερίνα Πετσατώδη.

Διασχίζω τη γέφυρα που βρίσκεται πάνω από τη σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Κατευθυνόμαστε στην πλατεία της Αίθουσας Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ, αφού περάσουμε πρώτα πίσω και μέσω από τα πολλά σκηνικά της Μποέμ, ανάμεσα σε τεχνικούς και τραγουδιστές, όλο το προσωπικό που εργάζεται πυρετωδώς για να βγει η πρόβα.

Η αναβίωση της σκηνοθεσίας του εκλιπόντος Γκρέιαμ Βικ (πέθανε το 2021 από επιπλοκές της COVID-19), είναι πιστή, περιλαμβάνοντας τα πρωτότυπα σκηνικά και κοστούμια που είχαν χρησιμοποιηθεί και τότε. Φυσικά η σκηνή του θεάτρου «Ολύμπια» στην Ακαδημίας ήταν πολύ πιο περιορισμένη από την φαραωνικών διαστάσεων σκηνή της νέας ΕΛΣ στο Φάληρο και, μιας και το σκηνικό ήταν χτισμένο για εκείνες τις διαστάσεις, θα χανόταν στη νέα σκηνή. Το πρόβλημα λύθηκε με τους τεχνικούς της Εθνικής Λυρικής Σκηνής να «μικραίνουν» το εύρος της σκηνής, περιορίζοντάς την, περιβάλλοντας επί της ουσίας τα σκηνικά που δημιούργησε ο Ρίτσαρντ Χάντσον με πανιά.

Καθόμαστε στην άδεια πλατεία της Κεντρικής Σκηνής για να παρακολουθήσουμε την μουσική πρόβα του δεύτερου μέρους της Μποέμ. Μόνο οι πρωταγωνιστές φορούν τα κοστούμια τους. Η αποψινή πρόβα ονομάζεται «σκηνική με ορχήστρα» και σημασία δίνεται κυρίως στο τραγουδιστικό κομμάτι, όχι τόσο στην υποκριτική και στις ερμηνείες, πράγμα που διαπίστωσα και ο ίδιος στη συνέχεια.

Λίγα λόγια όμως για το έργο. Η Μποέμ γράφτηκε το 1896 από τον Πουτσίνι, χωρίζεται σε τέσσερις πράξεις και είναι βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ανρί Μιρζέρ «Σκηνές από τη Μποέμικη ζωή». Η υπόθεση έχει ως εξής: Μια παρέα νεαρών καλλιτεχνών στη Μονμάρτρη παλεύει με τη φτώχεια, την αγάπη και τα όνειρα. Ο ποιητής Ροντόλφο ερωτεύεται τη Μιμή, μια ράφτρα με εύθραυστη υγεία. Έρωτας, πάθος, αλλά και απώλεια διατρέχουν τις νότες της όπερας, με τη μουσική του Πουτσίνι να πιάνει τις ψυχικές αποχρώσεις της χαράς και της λύπης, του έρωτα και της απώλειας.

Η σκηνοθεσία τα έχει μεταφέρει φυσικά στην Αθήνα του σήμερα και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Η σκηνοθεσία του Βικ αγαπήθηκε πολύ ήδη από το πρώτο ανέβασμά της και έκτοτε έχει ανέβει αρκετές φορές. Η διανομή στην παραγωγή που κάνει πρεμιέρα στις 21/12 είναι τριπλή με τον ρόλο της Μιμή να μοιράζονται οι Άννα Σον (που είχε εντυπωσιάσει το αθηναϊκό κοινό πριν λίγα χρόνια στο Ηρώδειο με την ερμηνεία της στη Μαντάμα Μπάτερφλαϊ) (21, 27/12, 5/1), η Βασιλική Καραγιάννη (29, 31/12, 2/1) και η Άννα Στυλιανάκη (14, 16, 19, 23/3), ενώ τον ρόλο του Ροντόλφο μοιράζονται οι Ίβαν Μαγκρί (21, 27/12, 5/1), Γιάννης Χριστόπουλος (29, 31/12, 2/1) και Κωνσταντίνος Κληρονόμος (14, 16, 19, 23/3). Μαρτσέλο (κολλητός του Ροντόλφο) είναι οι Νίκος Κοτενίδης (21, 27, 29, 31/12, 2, 5/1) και Δημήτρης Τηλιακός (14, 16, 19, 23/3), ενώ Μουζέττα (κολλητή της Μιμή) είναι οι Δανάη Κοντόρα (21, 27, 29, 31/12, 2, 5/1) και Άννυ Φασσέα (14, 16, 19, 23/3).

Στην πρόβα που παρακολούθησα τραγουδούσαν οι Σον, Μαγκρί, Κοτενίδης και Κοντόρα.

Στη σκηνή όπου τίποτα δεν είναι ακόμη τέλειο, μα όλα είναι γεμάτα υπόσχεση βλέπω τους τραγουδιστές να ερμηνεύουν έχοντας την απόλυτη προσοχή τους στην ορχήστρα και τον μαέστρο. Όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά, ο μαέστρος ζητά να το επαναλάβουν. Υπάρχουν βέβαια και τα παραλειπόμενα. Σε μια σκηνή της πρόβας έχει πιάσει νευρικό γέλιο τους τραγουδιστές, πράγμα που δεν θα είχα ποτέ τη δυνατότητα να δω από κοντά.

Είναι θαυμάσια η αυτοκυριαρχία τους και πόσο επιβάλλονται στις φωνές τους, ενώ στη σκηνή κυριολεκτικά δεν μπορούν να σταθούν εκείνα τα λίγα λεπτά με το γέλιο, την ώρα που ξεκινάει η ορχήστρα να παίζει, απολύτως σοβαροί ερμηνεύουν άψογα τις άριες και τα ντουέτα τους. Όλοι δουλεύουν για όλους. Αυτά δεν κρατούν για πολύ. Η πρόβα προχωράει κανονικά. Στη σκηνή του θανάτου της Μιμή από φυματίωση οι λιγοστοί υπάλληλοι της Λυρικής που βρίσκονται στα καθίσματα της πλατείας είναι συγκινημένοι. Εδώ, βλέπεις τη δουλειά πίσω από τη μαγεία.

Το «κλικ» που κάνει ένας τραγουδιστής όταν βρίσκει το συναίσθημα σε μια άρια, το βλέμμα του μαέστρου όταν η ορχήστρα αποδίδει όπως ονειρεύτηκε, όλα αυτά είναι στιγμές που γεμίζουν την αίθουσα με ζωή. Και σου αφήνουν μια υπόσχεση: στις 21/12, η Μποέμ θα μας ταξιδέψει.

Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι στην Εθνική Λυρική Σκηνή