Θεατρο - Οπερα

Πέτρος Ζούλιας: Ο καταγγελτικός χαρακτήρας του κειμένου με τράβηξε στην «Ετυμηγορία»

Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη για την παράσταση στο «Θέατρον» και την ανάγκη του κοινού για έργα με κοινωνικο-πολιτικά μηνύματα

Γιώργος Δήμος
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πέτρος Ζούλιας: Η «Ετυμηγορία» στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» και το θέμα της απονομής της δικαιοσύνης

Ο σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας Πέτρος Ζούλιας, μετά την περσινή επιτυχία της παράστασης «Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας», με τη Νένα Μεντή, ανεβάζει φέτος την παράσταση «Η ετυμηγορία», στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», με πρωταγωνιστές τον Γρηγόρη Βαλτινό και τη Ζέτα Δούκα. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Μπάρι Ριντ και την κινηματογραφική μεταφορά με πρωταγωνιστή τον Πολ Νιούμαν (1982), σε σκηνοθεσία Σίντεϊ Λουμέτ και σενάριο του Ντέιβιντ Μάμετ, η παράσταση είναι ένα δικαστικό θρίλερ με κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Η «Ετυμηγορία» έκανε την ελληνική της πρεμιέρα την 1η Νοεμβρίου 2024 και έχει ήδη σημειώσει μεγάλη επιτυχία, με πολλές από τις παραστάσεις να είναι sold-out.

Ο Πέτρος Ζούλιας μιλάει για την «Ετυμηγορία» στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»

Γιατί επιλέξατε να ανεβάσετε ένα δικαστικό δράμα; Ποια είναι η επικαιρότητα της «Ετυμηγορίας» σήμερα;
Αυτή τη στιγμή, το θέμα της απονομής της δικαιοσύνης βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα που απασχολούν έναν πολίτη. Είναι ένα θέμα κυρίαρχο, που με καίει και εμένα προσωπικά. Η «Ετυμηγορία» έχει μια ιδιαιτερότητα: δεν υπάρχει φόνος. Αυτό που ουσιαστικά καταγγέλλεται εδώ είναι ένα ολόκληρο διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας, το οποίο αφήνει ανάπηρο ένα κορίτσι 26 χρονών, την Ντέμπορα Κέιτ, η οποία μπαίνει στο νοσοκομείο υγιής για να γεννήσει και από ιατρικό λάθος μένει «φυτό». Δεν έχουμε, λοιπόν, ένα κλασικό δικαστικό δράμα, όπου εκδικάζεται μια υπόθεση φόνου και προσπαθούμε να βρούμε τον ένοχο. Έχουμε ένα δικαστικό δράμα το οποίο καταδεικνύει την εκμετάλλευση που γίνεται σε ένα αθώο, φτωχό κορίτσι, που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι των ισχυρών. Ο καταγγελτικός χαρακτήρας του κειμένου είναι το βασικό στοιχείο που με τράβηξε στην «Ετυμηγορία», αυτός νομίζω πως είναι και ο λόγος που κάνει τώρα αυτή τη μεγάλη επιτυχία. Ο κόσμος σκύβει πάνω σε αυτό το θέμα, με πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον και αγωνία. Είναι ένα θέμα που μας αφορά όλους.

Ποια ήταν η πρώτη σας γνωριμία με το έργο; Διαβάσατε πρώτα το βιβλίο ή το γνωρίσατε, όπως ίσως οι περισσότεροι, από τη μεταφορά του Λουμέτ στον κινηματογράφο;
Η πρώτη μου γνωριμία ήταν μέσω της ταινίας. Όταν την ξαναείδα, μετά από χρόνια, έψαξα ποιος είναι ο σεναριογράφος. Ανακαλύπτοντας πως είναι ο Ντέιβιντ Μάμετ, κατάλαβα γιατί έχουν σμιλευτεί τόσο ωραία οι χαρακτήρες και γιατί παρουσιάζεται τόσο καθαρά το ψυχολογικό τους υπόβαθρο. Οι σχέσεις μεταξύ των προσώπων είναι ανάγλυφες και πολύ αναγνωρίσιμες. Μου έκανε εντύπωση και ως ταινία, αλλά ιδιαίτερα ως σενάριο. Πιστεύω ότι αυτό που κατάφερε ο Μάμετ είναι να δώσει «κραυγή» στους «ψίθυρους», να υπαινίσσεται πράγματα χωρίς να τα δηλώνει κραυγαλέα. Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με ένα έργο το οποίο κινείται σε πολύ εσωτερικές περιοχές. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ήρωας είναι ένας «loser», εξαρτημένος από το αλκοόλ, ένας άνθρωπος που κουβαλάει βαθιές ενοχές και συμπλέγματα. Αργότερα μου ήρθε η πληροφορία από τον έναν εκ των δύο παραγωγών, τον Γιάννη Κανελλόπουλο, ότι υπάρχει και θεατρική διασκευή του έργου.

Τι στοιχεία κρατήσατε από τη διασκευή της Μάργκαρετ Μέι Χομπς και τι δανειστήκατε από το σενάριο του Μάμετ;
Δυστυχώς (και αυτό είναι λιγάκι οξύμωρο), ενώ ένας εξαιρετικός για μένα θεατρικός συγγραφέας υπογράφει το κινηματογραφικό σενάριο, δεν υπογράφει και τη θεατρική διασκευή. Εμείς, στη δραματουργική επεξεργασία που κάναμε, εκμεταλλευτήκαμε όσο μπορούσαμε στοιχεία του σεναρίου του Μάμετ, χωρίς ωστόσο να προδώσουμε τη Χομπς. Ο Μάμετ ξέρει να φτιάχνει μια «παρτιτούρα» που κινείται σε «ημιτόνια»: σε στιγμές, σε βλέμματα και λεπτομέρειες. Όταν προσπαθεί κανείς να κάνει θέατρο, όλα αυτά είναι αξιοποιήσιμα. Μιλάμε για έναν μεγάλο «μάστορα» του είδους, που δεν με επηρέασε απλώς στη δραματική επεξεργασία αλλά και στη σκηνοθεσία. Θεωρώ ότι πιο πολύ επηρεάστηκα από τον Μάμετ για το πώς να ανεβάσω την παράσταση, παρά από τον Λουμέτ, που είναι επίσης ένας καταξιωμένος σκηνοθέτης.

Ο Γρηγόρης Βαλτινός υποδύεται τον κεντρικό χαρακτήρα του έργου, Φρανκ Γκάλβιν. Πότε συνειδητοποιήσατε ότι είναι ο καταλληλότερος ηθοποιός για τον συγκεκριμένο ρόλο;
Μετά τη μεγάλη επιτυχία του «Da», αναζητούσαμε με τον Γρηγόρη ένα επόμενο βήμα. Ψάχναμε έναν ρόλο που να αξιοποιεί έναν ηθοποιό με τη διαδρομή του Γρηγόρη Βαλτινού και δεν ήταν εύκολο να βρεθεί. Μια επιθυμία μου ήταν να είναι κάτι καινούργιο, κάτι σύγχρονο. Ακριβώς επειδή το «Da» ήταν ένα κλασικό θεατρικό έργο και ο Γρηγόρης έχει καταπιαστεί αρκετά με κλασικά έργα, θεώρησα ότι η «Ετυμηγορία» έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο που αξιοποιεί την γκάμα και τη θεατρική αξία του. Ο Γρηγόρης έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά και γι’ αυτό έχει αποδώσει πολύ ωραία αυτόν τον ήρωα. Ακούω από τον κόσμο ότι, εδώ, ο Γρηγόρης κάνει τόσο μεγάλη επιτυχία, που μόνο με τον «Βιολιστή στη στέγη» μπορεί να συγκριθεί. Ο ρόλος ενέχει ένα μεταμορφωτικό ταξίδι, με πολύ καθαρή και δυνατή διαδρομή. Ο Γκάλβιν ξεκινάει πραγματικά στα πατώματα –ένας άνθρωπος τελειωμένος, αποτυχημένος, μοναχικός, ο οποίος είναι στη δύση του– και μέσα από αυτή την υπόθεση βρίσκει λόγο ύπαρξης, στέκεται και πάλι στα πόδια του και η ζωή του αποκτά και πάλι νόημα και αξία. Μιλάμε για μια διαδικασία φοίνικα, που αναγεννάται από τις στάχτες του.

Πρόκειται για ένα έργο που ασκεί κριτική, όχι μόνο στο σύστημα δικαιοσύνης, αλλά και στην Καθολική Εκκλησία, το σύστημα υγείας, την κοινωνική περιθωριοποίηση κ.λπ. Είναι αυτός ένας έμμεσος τρόπος για εσάς να ασκήσετε μια υγιή κριτική και όσον αφορά στην Ελλάδα;
Ζούμε σε μια εποχή που έχει κλονιστεί πάρα πολύ η εμπιστοσύνη μας απέναντι στους θεσμούς, το κράτος, τη δικαιοσύνη. Είμαστε βαθιά φοβισμένοι, ιδίως τα τελευταία χρόνια, μετά την πανδημία. Με ενδιαφέρει να κάνω θέατρο με μία αναφορά στην κοινωνία: να δώσω φωνή, επί σκηνής, σε ζητήματα που απασχολούν τους ανθρώπους και με απασχολούν και εμένα καθημερινά. Δεν είναι εύκολο να βρεθεί ένα έργο που να εκφράζει την αγωνία μας, τον καθημερινό μας εφιάλτη. Ήθελα να τα εκφράσω όλα αυτά και η «Ετυμηγορία» ήταν ένα καλό όχημα, καθώς ξεφεύγει από τα όρια ενός καλού έργου, αποκτώντας και μια πολιτική διάσταση. Τα πρόσφατα γεγονότα της «Κιβωτού», ζητήματα που αφορούν τον χώρο της υγείας ή τον τομέα της δικαιοσύνης, είναι τόσα πολλά και τόσο κυρίαρχα αυτή τη στιγμή, που ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να κλείνει τα αφτιά και τα μάτια του. Δεν γίνεται να μη συμμετέχει. Ίσως είναι και ένα χαρακτηριστικό της γενιάς στην οποία ανήκω, αλλά πάντα υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού μου αυτή η προτροπή του Κουν, ότι: «Κάνουμε θέατρο για το κοινό που μας παρακολουθεί, για την κοινωνία». Εγώ γαλουχήθηκα με αυτό και πάντα νιώθω καλύτερα όταν το έργο ακουμπάει σε κάτι βαθιά κοινωνικό και πολιτικό.

Είναι μια παράσταση με αρκετά μεγάλο καστ. Εκτός από τον Γρηγόρη Βαλτινό στον κεντρικό ρόλο και τη Ζέτα Δούκα ως συμπρωταγωνίστρια, παίζουν επίσης οι: Τσάφου, Σουξές, Αρβανίτης, Χαλακατεβάκης, Καζάκας, Καραμπέτσης, Καλλέργη, Μονογιού, Γεραπετρίτης, Τουντασάκη και Τσουρουνάκης. Ήταν δύσκολο να συντονίσετε όλους αυτούς τους ηθοποιούς;
Ο θίασος είναι πολύ δυνατός, με έμπειρους ηθοποιούς. Ένας σκηνοθέτης γίνεται καλύτερος όταν συνεργάζεται με καλούς ηθοποιούς, όπως και οι καλοί ηθοποιοί γίνονται ακόμα καλύτεροι όταν έχουν έναν καλό σκηνοθέτη. Νομίζω, λοιπόν, ότι οι ηθοποιοί αυτοί με έκαναν καλύτερο σκηνοθέτη. Ήταν τόσο έμπειροι όσο και διαθέσιμοι – και αυτό έχει μεγάλη σημασία, το να είναι κανείς διαθέσιμος να ακούσει, όσο μεγάλος και σημαντικός κι αν είναι. Η υπόθεση του έργου έχει ένα ψυχολογικό υπόβαθρο, το οποίο σχετίζεται άμεσα με τον ρόλο της Ζέτας, που υποδύεται μια νεαρή δικηγόρο, η οποία εμφανίζεται στη ζωή του Γκάλβιν για να την ταράξει. Η δε Χριστίνα Τσάφου παίζει εδώ έναν δραματικό ρόλο, ενώ έχει μεγάλη πορεία στην κωμωδία και αυτή τη στιγμή κάνει μια κωμική σειρά στην τηλεόραση. Είναι πολύ ωραίο όταν οι ηθοποιοί μεταπηδούν από είδος σε είδος και αλλάζουν, θέλοντας πραγματικά να ανανεωθούν. Είναι ένας θίασος αφενός μεγάλος και αφετέρου γεμάτος από σημαντικές θεατρικές προσωπικότητες, διαφορετικές μεταξύ τους, που όμως δένουν πολύ ωραία και συμπληρώνουν η μία την άλλη. Ο Γρηγόρης είχε πει κάτι πάρα πολύ εύστοχο: «Ήρθαν οι ρόλοι να παίξουν τους ηθοποιούς». Οι ηθοποιοί ήταν τόσο ταιριαστοί σε αυτό που είχε να κάνει ο καθένας, που μιλάμε για μια ιδανική διανομή. Μια επιτυχία εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες. Εδώ, έχει να κάνει και με το ότι η διανομή ήταν τόσο εύστοχη. Σε αυτού του είδους τη δραματουργία συναντά κανείς πολλούς μικρούς, αλλά πολύ ισχυρούς ρόλους. Τελικά, μπορεί να θυμάσαι έναν μικρό ρόλο πολύ περισσότερο από έναν κεντρικό. Είναι από γραφής έτσι οι χαρακτήρες. Είναι γενικά δύσκολη η επιλογή ηθοποιών στα δικαστικά και τα αστυνομικά έργα.

Γρηγόρης Βαλτινός, Χριστίνα Τσάφου

Ποιες είναι οι αντιδράσεις του κοινού απέναντι στο έργο;
Το κοινό συμμετέχει πάρα πολύ. Αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση είναι ότι παρακολουθούν το έργο απνευστί. Έχουν αντιδράσεις σε όλες τις ανατροπές – είναι ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του είδους, γιατί ενισχύσει το σασπένς. Υπάρχει μια ωραία ισορροπία μεταξύ του δραματικού και του κωμικού στο έργο, οπότε υπάρχουν σημεία όπου ο κόσμος γελάει και άλλα όπου σιωπά. Νομίζω ότι υπάρχει η ανάγκη της σκηνικής αφήγησης μιας «ιστορίας», δηλαδή να παρακολουθήσουμε μια υπόθεση, την οποία κάποιοι άνθρωποι ζωντανεύουν επί σκηνής και να μας ταξιδέψει. Τόσο εγώ όσο και ο Γρηγόρης, είμαστε άνθρωποι που «εμμονικά» παλεύουμε να αποδώσουμε το κείμενο, τη δραματουργία. Νομίζω ότι η παράσταση πετυχαίνει αυτόν τον σκοπό. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που είναι τόσο ψυχαγωγική.

Τι σας έκανε να επιλέξετε να ανεβάσετε το συγκεκριμένο έργο στο Θέατρον του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»; Τι καθιστά τον χώρο αυτόν κατάλληλο για μια τέτοια παράσταση;
Μετά την επιτυχημένη περσινή παράσταση, «Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας», υπήρχε μια αναζήτηση (και από την πλευρά του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού) σχετικά με το ποιο θα είναι το επόμενο βήμα. Η «Ετυμηγορία» είναι μια πολύ μεγάλη παραγωγή. Πολλοί ηθοποιοί, σκηνικά, πρωτότυπη μουσική, κοστούμια κ.λπ. Πρόκειται για μια υπερπαραγωγή που δεν μπορεί να «σηκώσει» ένα μεσαίο θέατρο, με 500 θέσεις.

Έχετε άλλα σχέδια για τη φετινή θεατρική σεζόν;
Με προτροπή της Νένας Μεντή, με την οποία μας συνδέει μια μακρά καλλιτεχνική και προσωπική πορεία, είναι η πρώτη φορά που γράφω έναν πρωτότυπο μονόλογο. Θα παρουσιαστεί σε έναν χώρο, τον οποίο επιλέξαμε γιατί από εκεί ξεκίνησε η «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου», ένας μονόλογος που έγραψα και σκηνοθέτησα και ο οποίος έμελλε να σφραγίσει την πορεία και των δύο, με τίτλο «Μια ζωή». Μια μοδίστρα, η Ελένη, με οδηγό τα ρούχα και τα αντικείμενα που μαζεύει από το μοδιστράδικό της, ξεδιπλώνει ιστορίες και βιώματα από τη ζωή της. Είναι η ιστορία ενός λαϊκού, καθημερινού ανθρώπου με φόντο πολιτικά γεγονότα και κομμάτια της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. Η παράσταση διαθέτει μια έντονα ακροβατική σχέση κωμωδίας-δράματος και η Νένα είναι ό,τι καλύτερο έχουμε από τους ηθοποιούς της γενιάς της. Ξαναβρεθήκαμε 17 χρόνια μετά την «Ευτυχία» και χωρίς να θέλουμε να επαναλάβουμε την ίδια παράσταση, δημιουργήσαμε μια νέα, που όμως είναι συγγενής δραματουργικά. Η παράσταση θα ανέβει τον Δεκέμβριο στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης.

INFO
Η Ετυμηγορία του Barry Reed για πρώτη φορά στην Ελλάδα Σύγχρονο
Διάρκεια: '

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πέτρος Ζούλιας
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Γρηγόρης Βαλτινός, Ζέτα Δούκα, Γιώργος Σουξές, Νίκος Αρβανίτης, Βασίλης Χαλακατεβάκης, Κώστας Καζάκας, Δημήτρης Καραμπέτσης, Γεωργία Καλλέργη, Άννα Μονογιού, Μανώλης Γεραπετρίτης, Μαριάννα Τουντασάκη, Γιώργος Τσουρουνάκης, Αλεξάνδρα Κολαΐτη, Παντελής Ψακίδης. Στον ρόλο της Μητέρας, η Χριστίνα Τσάφου.
  • ΘΕΑΤΡΟ: «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»
Δες αναλυτικά