Θεατρο - Οπερα

Τάσος Πυργιέρης: Η σκηνοθεσία της Φαύστας ήταν μια πρόκληση για μένα

Τι μας είπε ο σκηνοθέτης για το έργο και τον Μποστ λίγο πριν την πρεμιέρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Επιστήμη Μπινάζη
Επιστήμη Μπινάζη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τάσος Πυργιέρης: Η σκηνοθεσία της Φαύστας ήταν μια πρόκληση για μένα

Ο Τάσος Πυργιέρης μιλάει για τη «Φαύστα» που σκηνοθετεί στο Μέγαρο Μουσικής, τον Μποστ και τη σάτιρα

Έξω η βροχή δυναμώνει. Είμαι προστατευμένη στην αγκαλιά του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Κατεβαίνω στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του για να βρω την αίθουσα Υποσκήνιο Β. Εκεί με περιμένει ο σκηνοθέτης Τάσος Πυργιέρης και οι εξαιρετικοί ηθοποιοί του. Το εντυπωσιακό σκηνικό με βάζει αμέσως στο κλίμα της παράστασης. Η «Φαύστα» του Μποστ βρίσκεται στα χέρια μιας ταλαντούχας και καλά δεμένης ομάδας. Με καλωσορίζουν εγκάρδια και πριν ξεκινήσουν την πρόβα βυθίζομαι στον μαγικό κόσμο του θεάτρου. Από τα πειράγματά τους, την υπερκινητικότητα, το διαρκές εκκρεμές ανάμεσα στην ανασφάλεια και το μεγαλείο, επιβεβαιώνεται πως οι ηθοποιοί είναι πλάσματα μοναδικά. Κάθομαι απέναντι στον Τάσο Πυργιέρη ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει δώσει σκηνοθετικά δείγματα που τον συγκαταλέγουν στην πρώτη σειρά σκηνοθετών της γενιάς του.

«Φαύστα» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
© Κωνσταντίνος Λέπουρης

Γιατί επέλεξες αυτό το έργο;
Το διάλεξα γιατί, παρά το γεγονός ότι γράφτηκε πολλά χρόνια πριν, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο. Ο Μποστ, με το ιδιαίτερο, καυστικό, σατιρικό του ύφος και το πνευματώδες χιούμορ του καταφέρνει να θίξει ζητήματα που μας απασχολούν ακόμα και σήμερα. Η «Φαύστα» είναι ένα έργο που, ενώ σε πρώτη ανάγνωση προκαλεί γέλιο, στην ουσία του μας οδηγεί να αναρωτηθούμε πόσο παράλογοι μπορούμε να γίνουμε όταν αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της ζωής. Πιστεύω ότι μέσα από μια εύθυμη συνθήκη μπορούμε να δούμε καθαρά ορισμένες από τις πιο μεγάλες αλήθειες για τον εαυτό μας και την εποχή μας. Είναι ένα έργο που μιλάει σε όλους, ανεξαρτήτως γενιάς, γιατί μας θυμίζει ότι, τελικά, οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα πάθη δεν αλλάζουν.

Τι έχει να μας διδάξει ο Μποστ σήμερα;
Πολλά, γιατί η σάτιρά του είναι διαχρονική. Μέσα από το γελοίο και την υπερβολή μάς δείχνει τις αδυναμίες μας, την υποκρισία της κοινωνίας και πως συχνά παίρνουμε τον εαυτό μας και τα προβλήματά μας πολύ σοβαρά. Μας υπενθυμίζει ότι ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις πρέπει να μπορούμε να γελάμε, να αποστασιοποιούμαστε λίγο και να βλέπουμε τα πράγματα με μια πιο ελαφριά ματιά. Ταυτόχρονα, μέσα από τους γελοιογραφικούς χαρακτήρες και τις υπερβολικές καταστάσεις μάς δείχνει πόσο σημαντικό είναι να αμφισβητούμε τις στερεότυπες αντιλήψεις και τις κοινωνικές συμβάσεις. Σε μια εποχή που όλοι τείνουμε να παίρνουμε τα πράγματα πάρα πολύ στα σοβαρά, ο Μποστ έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η ζωή χρειάζεται και λίγο χιούμορ.

«Φαύστα» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
© Κωνσταντίνος Λέπουρης

Τι κάνει διαχρονικό αυτό το κείμενο;
Αυτό που κάνει το κείμενο του Μποστ διαχρονικό είναι η ικανότητά του να αναδεικνύει ανθρώπινες αδυναμίες και κοινωνικές συμπεριφορές, που παραμένουν επίκαιρες σε κάθε εποχή. Οι χαρακτήρες του είναι υπερβολικοί, σχεδόν καρικατούρες, αλλά μέσα από αυτή την υπερβολή καταφέρνει να μας δείξει την αλήθεια για την ανθρώπινη φύση. Τα θέματα που θίγει —η υποκρισία, η αφέλεια, η κοινωνική καταπίεση— είναι θέματα που μας απασχολούν ακόμα και σήμερα. Επίσης, η χαρακτηριστική γραφή του, με την ειρωνεία και τα λογοπαίγνια, κάνει το κείμενο απολαυστικό για όλες τις ηλικίες. Ο τρόπος με τον οποίο καταφέρνει να γεφυρώνει το κωμικό με την κριτική σκέψη στα κακώς κείμενα της καθώς πρέπει κοινωνίας μας, είναι αυτό που καθιστά το έργο του Μπόστ όχι απλώς κωμικό, αλλά και διαχρονικά ουσιαστικό.

Πώς το προσεγγίζεις σκηνοθετικά;
Σκηνοθετικά, προσέγγισα τη «Φαύστα» με σεβασμό στο πολυεπίπεδο, παράλογο και μοναδικό ύφος του Μποστ, προσπαθώντας παράλληλα να το φέρω πιο κοντά στο σημερινό κοινό. Ένα από τα βασικά στοιχεία της προσέγγισής μου ήταν να δώσω έμφαση στον ρυθμό —τόσο στον λόγο όσο και στην κίνηση— γιατί ο Μποστ απαιτεί έναν έντονο, σχεδόν καρτουνίστικο ρυθμό, όπου οι αντιδράσεις των ηθοποιών γίνονται κομμάτι της όψης της παράστασης. Ταυτόχρονα, προσέγγισα τους χαρακτήρες με μια αίσθηση υπερβολής, χωρίς όμως να τους αφαιρέσω την ανθρώπινη διάσταση. Θέλω ο θεατής να γελάσει με τις υπερβολικές καταστάσεις, αλλά να αναγνωρίσει και κάτι από τον εαυτό του μέσα σε αυτές. Η σκηνοθεσία κινείται ανάμεσα στην κωμωδία και τη τραγωδία γιατί, όπως και στο κείμενο του Μποστ, κάτω από το γέλιο υπάρχει πάντα μια αλήθεια που μας αφορά όλους. Δουλέψαμε με τους ηθοποιούς προσπαθώντας όλοι μαζί να καταλάβουμε την έννοια κάθε λογοπαίγνιου, ώστε να μην είναι απλώς αστείο αλλά να προβάλλει μια αλήθεια ή ένα βαθύτερο σχόλιο. Εξετάσαμε τη σωματική έκφραση και τον τόνο της φωνής για να αποδώσουμε τις έντονες αντιθέσεις που συχνά υπάρχουν στις ατάκες του Μποστ. Το έμμετρο κείμενο σε δεκαπεντασύλλαβο, ο παράλογος λόγος, οι ανορθογραφίες, οι σολοικισμοί και οι μεταθέσεις γενών, αριθμών και πτώσεων σε ένα οργανωμένο «χάος» δίνουν άπειρες δυνατότητες για μια ευφάνταστη και πρωτότυπη σκηνική ανάγνωση. Έτσι, το κείμενο και η γλώσσα του Μποστ στην παράστασή μας λειτουργούν σαν ένα πολυδιάστατο παιχνίδι, που από τη μια προκαλεί το γέλιο και τη χαρά της υπερβολής και από την άλλη υπενθυμίζουν το βάθος και την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Αυτή η πολυπλοκότητα είναι που κάνει τον Μποστ ξεχωριστό και είναι κάτι που προσπάθησα να τιμήσω σε κάθε στιγμή αυτής της παράστασης.

«Φαύστα» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
© Κωνσταντίνος Λέπουρης

Είναι διακριτά τα όρια της σάτιρας και του cancel;
Τα όριά τους είναι πράγματι δυσδιάκριτα και συχνά αλληλοσυγκρούονται. Η σάτιρα, από τη φύση της, είναι προκλητική και στόχος της είναι να αναδείξει, μέσω της υπερβολής της, τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, των θεσμών, των ηθών και εν γένει της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Στην ουσία της η σάτιρα δεν έχει όρια καθώς προσπαθεί να υπογραμμίσει και να προβληματίσει μέσα από τη γελοιοποίηση και την ανατροπή. Από την άλλη πλευρά, η νεοεισαχθείσα κουλτούρα του cancel συχνά θέτει αυστηρά όρια στη δημόσια έκφραση, με σκοπό να προστατεύσει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες από τον προσβλητικό, υποτιμητικό και άδικο λόγο. Ενώ ο σκοπός της μπορεί να είναι ηθικά δικαιολογημένος, κάποιες φορές η λογοκρισία -ή ακόμα και η ακύρωση ενός θεατρικού έργου- μπορεί να οδηγήσει στην καταπίεση της ελευθερίας της τέχνης και της σάτιρας, που επιδιώκουν ακριβώς να προκαλέσουν διάλογο και να φέρουν στην επιφάνεια θέματα που ενοχλούν. Για μένα, η διαφορά βρίσκεται στην πρόθεση. Η σάτιρα έχει ως σκοπό την κριτική και την αφύπνιση, χωρίς κακόβουλη διάθεση, ενώ η κουλτούρα του cancel συχνά αντιδρά στην προσβολή ή την καταπίεση που μπορεί να προκληθεί από μη συνειδητοποιημένο λόγο ή πράξη. Η πρόκληση για έναν δημιουργό σήμερα είναι να βρει τη λεπτή ισορροπία, έτσι οφείλει να διατηρήσει την καυστική δύναμη της σάτιρας χωρίς όμως να παραβιάζει τα όρια του σεβασμού προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Όταν το χιούμορ είναι έξυπνο και έχει ως στόχο την κριτική των δομών εξουσίας και όχι την υποτίμηση ή την προσβολή των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, τότε μπορεί να πετύχει τον σκοπό του χωρίς να προκαλέσει περιττή σύγκρουση.

Πρέπει οι καλλιτέχνες να εκφράζουν δημόσια πολιτικές θέσεις;
Αυτό είναι ένα ζήτημα που έχει πολλές πτυχές και εξαρτάται από το πώς αντιλαμβανόμαστε τον ρόλο της τέχνης και του καλλιτέχνη στην κοινωνία. Από τη μία πλευρά, οι καλλιτέχνες, όπως όλοι οι πολίτες, έχουν το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους και να συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο. Η τέχνη, εξάλλου, πάντα ήταν και παραμένει ένα μέσο σχολιασμού και κριτικής της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας και πολλοί καλλιτέχνες έχουν χρησιμοποιήσει το έργο τους για να αναδείξουν αδικίες, να υποδείξουν αστοχίες και να προωθήσουν αλλαγές. Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι ο καθένας έχει τη δική του προσέγγιση ως προς τον τρόπο που θα επιλέξει να εκφραστεί. Κάποιοι καλλιτέχνες νιώθουν ότι η τέχνη τους μιλάει από μόνη της και δεν χρειάζεται να παίρνουν σαφείς πολιτικές θέσεις στη δημόσια σφαίρα, ενώ άλλοι νιώθουν ότι έχουν ηθική υποχρέωση να πάρουν θέση και να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για να προωθήσουν αλλαγές. Προσωπικά, πιστεύω ότι το πιο σημαντικό είναι η αυθεντικότητα. Εάν ένας καλλιτέχνης νιώθει βαθιά την ανάγκη να εκφραστεί πολιτικά, τότε έχει κάθε δικαίωμα και ίσως και καθήκον να το κάνει. Η πολιτική και η κοινωνία επηρεάζουν την καθημερινή μας ζωή και είναι φυσικό να επηρεάζουν και την τέχνη. Από την άλλη, αν κάποιος καλλιτέχνης επιλέγει να μην εμπλακεί σε δημόσιες πολιτικές δηλώσεις, και αυτό επίσης είναι σεβαστό. Το σημαντικό είναι να υπάρχει ελευθερία έκφρασης και να μην αναγκάζεται κανείς να πάρει θέση μόνο επειδή το περιμένει η κοινωνία. Το έχω πει επανειλημμένως ότι επιθυμώ η τέχνη μου να προσφέρει χαρά στον θεατή, να παρακολουθεί τις παραστάσεις μου και να ζει στιγμές ευφρόσυνες και ξέγνοιαστες, απαλλαγμένος για δυο ώρες από τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Είναι κι αυτό για μένα μια προσφορά της τέχνης στον άνθρωπο. Η στάση ζωής μου ως καλλιτέχνης είναι να εργάζομαι για ένα θέατρο φωτεινό, υγιές, λαμπερό.

«Φαύστα» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
© Κωνσταντίνος Λέπουρης

Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση σκηνοθετώντας αυτή την παράσταση;
Η μεγαλύτερη πρόκληση σκηνοθετώντας αυτή την παράσταση ήταν να βρω τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στην πιστότητα του κειμένου του Μποστ και στην ανάγκη να το κάνω σύγχρονο και προσιτό για το σημερινό κοινό. Το έργο έχει μια ιδιαίτερη γλώσσα, γεμάτη λογοπαίγνια, σαρκασμό και έντονο χιούμορ, στοιχεία που λειτουργούν εξαιρετικά στη γραπτή του μορφή, αλλά χρειάζονται προσεκτική διαχείριση για να αποδοθούν σωστά στη σκηνή. Έπρεπε να εξασφαλίσω ότι το κοινό θα μπορέσει να κατανοήσει και να απολαύσει αυτές τις λεπτομέρειες, χωρίς να χαθεί η ταχύτητα και ο ρυθμός, που είναι απαραίτητα για το χιούμορ του Μποστ. Παράλληλα, έπρεπε να δουλέψουμε πολύ με τους ηθοποιούς για να μπορέσουν να ενσαρκώσουν τους χαρακτήρες, οι οποίοι είναι καρικατούρες αλλά ταυτόχρονα φέρουν μέσα τους αλήθειες για την ανθρώπινη φύση. Δεν ήθελα οι χαρακτήρες να γίνουν απλώς «κωμικές φιγούρες», αλλά να έχουν βάθος, ώστε το κοινό να μπορέσει να ταυτιστεί μαζί τους, ακόμα και μέσα από την υπερβολή. Η επιθυμία μου ήταν να αναδείξω τη φινέτσα και την κομψότητα μέσα από την οπτική μου, χωρίς να χαθεί η ουσία και η μαγεία του πρωτότυπου έργου αυτού του μοναδικού καλλιτέχνη. Η σκηνοθεσία αυτού του θεατρικού έργου ήταν μια πρόκληση για μένα, να ισορροπήσουμε ανάμεσα στο παλιό και το νέο, το κλασικό και το σύγχρονο, και με γέμισε εμπειρίες, που θα θυμάμαι για πάντα.

INFO
«Φαύστα» του Μποστ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών Ελληνικό
Διάρκεια: '

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τάσος Πυργιέρης
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Τζίνη Παπαδόπουλου, Βασιλική Δέλιου, Πέτρος Σκαρμέας, Χρήστος Σταθούσης, Βασίλης Αθανασόπουλος, Θαλασσινή Βοσταντζόγλου. Γιάννης Σιάμπαλιας. Στη φωνή του Μποστ ακούγεται ο Θάνος Λέκκας
  • ΘΕΑΤΡΟ: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Δες αναλυτικά

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Κράτα με: Ο Βασίλης Μυριανθόπουλος σκηνοθέτησε θέλοντας να ακουστεί το κείμενο
Κράτα με: Ο Βασίλης Μυριανθόπουλος σκηνοθέτησε θέλοντας να ακουστεί το κείμενο

Το έργο του Τζέφρι Ναφτς, εντασσόμενο στην γκέι δραματουργία, διαθέτει μια στιβαρή, αν και πλέον κλασική, δομή, αλλά κυρίως θίγει ζητήματα που η τρέχουσα δραματουργία σπάνια τολμά να θίξει

Κερδίστε 15 διπλές προσκλήσεις για τον Δον Κάρλος στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών
Κερδίστε 15 διπλές προσκλήσεις για τον Δον Κάρλος στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών

Η παράσταση του Γιάννη Χουβαρδά αποτελεί το τελευταίο μέρος της σκηνοθετικής του τετραλογίας, με την οποία ολοκληρώνει την προσωπική του διερεύνηση πάνω στη σχέση θεάτρου και κινηματογράφου

O καλός, ο κακός και ο Κριός: Ένα stand-up comedy για κορίτσια με τον Νικόλα Φραγκιουδάκη
O καλός, ο κακός και ο Κριός: Ένα stand-up comedy για κορίτσια με τον Νικόλα Φραγκιουδάκη

Στην παράσταση στον Σταυρό του Νότου διηγείται λάιβ τα βιντεάκια του, πιάνοντας από την αστεία πλευρά -και χωρίς παρεξήγηση- την ασυναρτησία του κάθε ζωδίου

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.