Θεατρο - Οπερα

6 Νοεμβρίου 1959: οι άνθρωποι μεταμορφώνονται σε ρινόκερους από τον Ιονέσκο

Το εμβληματικό έργο ως μια αλληγορία της εποχής των τεράτων

A.V. Team
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

ο «Ρινόκερος» του Ευγένιου Ιονέσκο ως μια αλληγορία για την άνοδο του φασισμού

Ο «Ρινόκερος», το θεατρικό έργο του Ευγένιου Ιονέσκο, ανέβηκε για πρώτη φορά στη σκηνή στις 6 Νομεβρίου του 1959. Πρόκειται για «θέατρο του Παραλόγου», όπως και άλλα έργα του μεγάλου Γαλλο-ρουμάνου συγγραφέα: «Η φαλακρή τραγουδίστρια», «Αμεδαίος», «Ο Ζακ ή η υποταγή», «Ο καινούργιος ενοικιαστής». Στο τρίπρακτο αυτό έργο, οι κάτοικοι μιας μικρής, επαρχιακής γαλλικής πόλης μεταμορφώνονται σε ρινόκερους —εκτός από έναν, τον κεντρικό χαρακτήρα, τον Μπερανζέ. Το έργο συνήθως ερμηνεύεται ως αλληγορία για στην άνοδο του φασισμού, του σταλινισμού και του ναζισμού πριν από τον Β’ Παγκόσμο Πόλεμο: ο Ιονέσκο διερευνά τα ζητήματα του κομφορμισμού, του μαζικού πολιτισμού, των μαζικών κινημάτων, της φιλοσοφίας και της ηθικής.

Ο «Ρινόκερος» του Ευγένιου Ιονέσκου σαν μία αλληγορία για την άνοδο του φασισμού

Το έργο αρχίζει στην κεντρική πλατεία ενός ανώνυμου χωριού της Γαλλίας. Δύο φίλοι, ο εύγλωττος διανοούμενος Ζαν και ο απλοϊκός, ντροπαλός, καλόκαρδος μέθυσος Μπερανζέ συναντιούνται σε ένα καφενείο για να συζητήσουν ένα απροσδιόριστο επείγον θέμα. Αντί να μιλήσουν γι' αυτό, ο Ζαν εκνευρίζεται με τη βραδύτητα του Μπερανζέ ο οποίος επιπλέον μπεκροπίνει, μέχρις ότου ένας ρινόκερος αφηνιάζει στην πλατεία κατατρομάζοντας τους κατοίκους. Και ενώ συζητούν τι συνέβη, εμφανίζεται ένας άλλος ρινόκερος και κάνει λιώμα μια γάτα. Το γεγονός προκαλεί αγανάκτηση και όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να απαγορευτεί η παρουσία αυτών των ζώων. Ξεκινά μαζικό κίνημα εναντίον των ρινόκερων.

Στη δεύτερη πράξη, ο Μπερανζέ φτάνει αργοπορημένος στη δουλειά του, στα γραφεία της τοπικής εφημερίδας, αλλά η υπάλληλος στην είσοδο, η Ντέζι, με την οποία ο Μπερανζέ είναι ερωτευμένος, τον καλύπτει. Στο γραφείο έχει ξεσπάσει καυγάς ανάμεσα στον ευαίσθητο και λογικό Ντιντάρ και στον ευέξαπτο Μποτάρ, καθώς ο Μποτάρ δεν πιστεύει ότι ένας ρινόκερος θα μπορούσε να εμφανιστεί στη Γαλλία παρά τους ισχυρισμούς αυτόπτων μαρτύρων. Ξαφνικά, η κυρία Μπεφ, η σύζυγος ενός συναδέλφου του Μπερανζέ, εμφανίζεται και ανακοινώνει ότι ο άντρας της έχει μεταμορφωθεί σε ρινόκερο κι ότι οι δρόμοι έχουν γεμίσει με ανθρώπους που έγιναν ρινόκεροι. Ο Μποτάρ αμφισβητεί την ύπαρξη του κινήματος της ρινοκερίτιδας, λέγοντας ότι οι ντόπιοι είναι έξυπνοι και δεν θα ξεγελαστούν από την κενή ρητορική ενός μαζικού κινήματος. Παρ’ όλα αυτά, ο κύριος Μπεφ, μεταμορφωμένος σε ρινόκερο, κάνει σμπαράλια τη σκάλα έξω από το γραφείο, παγιδεύοντας μέσα όλους τους εργαζόμενους και το αφεντικό τους, τον κύριο Παπιγιόν. Μετά από πολλές περιπέτειες —ο Ζαν αρρωσταίνει παράξενη αρρώστια, η φωνή του γίνεται βραχνή και αρχίζει να γυροφέρνει στο διαμέρισμά του σαν θηρίο στο κλουβί— όλοι στην πόλη έχουν υποκύψει στη ρινοκερίτιδα, εκτός από τον Μπερανζέ, τον Ντιτάρ και την Ντέζι. O Mπερανζέ, κλειδωμένος στο διαμέρισμά του, ακούει τα ουρλιαχτά των ρινόκερων, που ορμούν καταστρέφοντας τον πολιτισμό, αλλά ο Ντιτάρ υποβαθμίζει τις μεταμορφώσεις λέγοντας ότι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα της επιλογής, ακόμη και της μεταμόρφωσης. Αλλά ο Μπερανζέ επιμένει ότι οι μεταμορφώσεις δεν είναι εκούσιες, αφού ο φίλος του ο Ζαν, αν και αρχικά μισούσε τους ρινόκερους, υπέστη πλύση εγκεφάλου και ρινοκεροποιήθηκε. Ο Μπερανζέ εξομολογείται την αγάπη του για την Ντέζι και αυτή φαίνεται να ανταποκρίνεται: προσπαθούν, και για λίγο, ζήσουν κανονικά ανάμεσα στους ρινόκερους, ενώ ο Μπερανζέ αισιοδοξεί ότι η ανθρώπινη φυλή θα ξαναδημιουργηθεί. Αλλά η Ντέζι καταλήγει να πιστεύει ότι η σωστή ύπαρξη είναι οι ρινόκεροι είναι και η σχέση της με τον Μπερανζέ καταρρέει· ο Μπερανζέ μένει μόνος και αναρωτιέται αν θα μπορούσε να μεταμορφωθεί και ο ίδιος σε ρινόκερο —αλλά δεν τα καταφέρνει. Κοιτώντας στον καθρέφτη τον εαυτό του, παίρνει όρκο να αντιμετωπίσει τους ρινόκερους και αναφωνεί με το βλέμμα στους θεατές «Δεν συνθηκολογώ!» κι έπειτα γυρίζει στο παράθυρο και καταριέται τους ρινόκερους που περνάνε.