Θεατρο - Οπερα

Mε τον Σταμάτη Φασουλή, τότε, τώρα, πάντα, στο θέατρο Άλσος

Μισός αιώνας (και βάλε) Σταμάτης Φασουλής και ό,τι συμβαίνει στην επιθεώρηση θα έχει πάντα το στίγμα του
Γιώργος Παυριανός
ΤΕΥΧΟΣ 923
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σταμάτης Φασουλής: Από τα πρώτα βήματά του μέχρι σήμερα και την παράσταση «Τότε, τώρα, πάντα» στο θέατρο Άλσος στο Πεδίον του Άρεως

Πώς τα φέρνει η ζωή! Τότε, το 1973, στο Άλσος Παγκρατίου, είδα την ιστορική επιθεώρηση «Κι εσύ χτενίζεσαι» με το Ελεύθερο Θέατρο. Ανάμεσα στους ηθοποιούς ξεχώρισα την Άννα Παναγιωτοπούλου και τον Σταμάτη Φασουλή. Μέσα στα χρόνια γίναμε φίλοι. Τώρα, το 2024, η Άννα έχει φύγει, αλλά ο Σταμάτης Φασουλής που επιμένει, σκηνοθέτησε, στο Άλσος στο Πεδίον του Άρεως αυτή τη φορά, τη φαντασμαγορική επιθεώρηση «Τότε, τώρα πάντα» στην οποία μάλιστα έκανα τις διασκευές των στίχων των τραγουδιών.

Καλά λένε πως αν ζήσεις αρκετά χρόνια, τα πάντα συμβαίνουν δύο φορές!

Σταμάτης Φασουλής: Το Ελεύθερο Θέατρο στο Άλσος Παγκρατίου

Σαν να είναι τώρα, θυμάμαι τον Ιούνιο του 1973. Ήταν Παρασκευή βράδυ, 29 του μηνός, ημέρα των γενεθλίων μου. Έκλεινα τα 18 και έμπαινα στα 19. Με τη μανούλα είχαμε πάει στο Άλσος Παγκρατίου, στο καφενείο που ήταν εκεί, την είχα κεράσει μια πάστα, ευχαριστήθηκε και μου ευχήθηκε όπως πάντα «Χρόνια πολλά και καλά μυαλά!».

Κάποια στιγμή, γύρω στις 8, σηκωθήκαμε να φύγουμε και περάσαμε μπροστά από το υπαίθριο θεατράκι του Άλσους. Είχε δύο ταμπέλες στην είσοδο με φωτογραφίες από την παράσταση.

Πάνω, με μεγάλα γράμματα έγραφε: Ελεύθερο Θέατρο - «Κι εσύ χτενίζεσαι» - Επιθεώρηση. Η μανούλα κοίταξε τις ταμπέλες και αναστέναξε: «Αχ, πόσο θα ήθελα να το δω! Δεν έχω δει ποτέ μου επιθεώρηση!» «Θέλεις να μπούμε να το δούμε; Έχω λεφτά για τα εισιτήρια». «Και ο πατέρας σου; Θα δει ότι αργούμε και θα ανησυχήσει!» «Θα τον πάρω τηλέφωνο». Πήγα σε ένα κοντινό περίπτερο, ειδοποίησα τον πατέρα μου ότι θα αργήσουμε, γύρισα, κόψαμε εισιτήρια, μπήκαμε.

Εκεί για 2-3 ώρες, δεν θυμάμαι ακριβώς, σε μια μικρή σκηνή είδα για πρώτη φορά έναν θίασο από νέα παιδιά, λίγο πιο μεγάλα από εμένα, που χόρευαν, τραγουδούσαν, αλλά πιο πολύ μιλούσαν μια γλώσσα, αστεία μεν, αλλά έξυπνη και ευρηματική, γεμάτη πολιτικά υπονοούμενα, που ο κόσμος τα καταλάβαινε αμέσως και τα χειροκροτούσε.

Ας μην ξεχνάμε ότι το 1973 ήταν μαύρη Χούντα, υπήρχε αστυνομοκρατία και λογοκρισία, δεν μπορούσες να μιλήσεις ελεύθερα. Αυτά τα παιδιά κάθε βράδυ έκαναν πραγματική αντίσταση, κινδύνευαν να βρεθούν στη φυλακή από τη μια στιγμή στην άλλη. Και όμως έπαιζαν και έκαναν τον κόσμο να γελάσει, να συγκινηθεί, να χειροκροτήσει. Η μανούλα είχε ενθουσιαστεί, γελούσε, χειροκροτούσε και κάποια στιγμή που ήρθε στο κέφι, άρχισε να σφυρίζει σαν τσοπάνος, όπως έκανε στα γλέντια στο σπίτι μας.

Ξεχώρισα δύο ηθοποιούς, ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Ήταν η Άννα Παναγιωτοπούλου και ο Σταμάτης Φασουλής. Είπα στη μανούλα να με περιμένει στην είσοδο και πήγα στα παρασκήνια για να τους συγχαρώ. Πήγα πρώτα στην Άννα, ήταν ευχάριστη και χαμογελαστή, μου έδωσε την εντύπωση πως συνέχιζε να παίζει στη ζωή της τους ρόλους που έπαιζε στην σκηνή. «Μανούλα σας ήταν η κυρία που σφύριζε;» με ρώτησε, αλλά το μάτι της δεν κοιτούσε εμένα, κοιτούσε ψηλά, στο κενό. «Ναι, συγγνώμη αν σας ενόχλησε». «Όχι καλέ, ίσα ίσα. Να την φέρνετε συχνά, ανεβάζει τον ενθουσιασμό του κόσμου», μου λέει και ξεσπά σε γέλια.

Πήγα μετά στον Σταμάτη Φασουλή. Καθόταν στο καμαρίνι του, μπροστά στον καθρέφτη και έβγαζε το μακιγιάζ. Μπαίνω χαρούμενος. «Συγχαρητήρια, η παράσταση ήταν καταπληκτική», του λέω με ενθουσιασμό. Με κοιτάει σοβαρός από τον καθρέφτη: «Εγώ το ξέρω πως είναι καταπληκτική, εσείς πως το καταλάβατε;» με ρωτάει ειρωνικά. Έχασα τα λόγια μου. «Μα, ο ενθουσιασμός... τα χειροκροτήματα... ο κόσμος...» «Ο κόσμος σήμερα σε χειροκροτάει και αύριο σε μουτζώνει. Πώς λέγεστε;» «Γιώργος Παυριανός» «Λοιπόν, Γιώργο, μια και λέγεσαι Παυριανός, έλα αύριο να τα πούμε, που θα έχω περισσότερα κέφια, σήμερα με βρήκες στα μπουρίνια μου» λέει και γυρνάει, με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω και μετά ξαναγυρίζει στον καθρέφτη.

Έφυγα σαν βρεγμένη γάτα. Δεν ήξερα τότε πως όλο αυτό ήταν μια «πόζα», ένα «παιχνίδι», που ο Σταμάτης Φασουλής το έκανε συχνά για να δει τις αντιδράσεις του συνομιλητή του. Το έμαθα μετά από χρόνια, όταν συναντηθήκαμε ξανά στο Τρίτο Πρόγραμμα και γίναμε φίλοι.

Σταμάτης Φασουλής: Πρώτα ιταλική κουζίνα και μετά ποίηση

Θυμάμαι πως πηγαίναμε συχνά μαζί με τον Άρη Δαβαράκη στο σπίτι του, Κοσμά Μελωδού, όπου μας μαγείρευε καταπληκτικά φαγητά. Ένα βράδυ, είμαστε μεγάλη παρέα, μας λέει: «Σήμερα θα σας φτιάξω σπαγγέτι άλιο ε όλιο, με σκόρδο και λάδι». Το φτιάχνει, το σερβίρει. «Τυρί;» τον ρωτάει η Άννα Παναγιωτοπούλου. «Αυτό τρώγεται έτσι, χωρίς τυρί. Μη δω καμιά γύφτισσα να βάζει τυρί!» «Ολιο - ξεόλιο, Σταμάτη μου, εγώ χωρίς τυρί δεν μπορώ να το φάω, δεν πάει κάτω» λέει η Άννα και σηκώνεται, πάει στην κουζίνα και μετά από λίγο επιστρέφει με ένα μπολ γεμάτο τριμμένο τυρί. «Τι είναι αυτό;» την ρωτάει ο Σταμάτης Φασουλής. «Όλιο - τυρόλιο!» του απαντάει, γελάμε και ορμάμε όλοι στο μπολ να αρπάξουμε λίγο τυράκι. Ο Σταμάτης Φασουλής μας έβλεπε, κουνούσε το κεφάλι και μονολογούσε: «Βλαχάρες! Εγώ φταίω, που θέλω να σας μάθω και την ιταλική κουζίνα!»

Μετά, όμως, από το φαγητό άρχιζε το μάθημα. Μας διάβαζε ποίηση, έπαιζε ρόλους, τραγουδούσε με πάθος, έβαζε δίσκους στο πικ απ και στο τέλος άρχιζε το τεστ γνώσεων: «Παύρη, τους στίχους “Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί” ποιος ποιητής τους έχει γράψει;» «Ο Γιώργος Σεφέρης». «Άρη, την “Σονάτα του σεληνόφωτος” ποιος την έγραψε;» «Ο Γιάννης Ρίτσος». «Ακούστε ένα απόσπασμα!» Και άρχιζε να μας διαβάζει με συγκίνηση το ποίημα. Καλά, όταν ο Οδυσσέας Ελύτης πήρε το Νόμπελ, οι στίχοι του ποιητή, «Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε», «Όταν ακούς “τάξη” ανθρωπινό κρέας μυρίζει», «Θάλασσα λανθασμένη δεν γίνεται» και άλλα τέτοια, ήταν σε καθημερινή χρήση.

Τώρα που το σκέφτομαι, από τον Σταμάτη Φασουλή έμαθα μερικά από τα πιο ωραία ποιήματα, ανακάλυψα υπέροχα τραγούδια, διάβασα βιβλία που μου δάνεισε, άκουσα την πιο αυστηρή κριτική για τα τραγούδια μου, είδα παραστάσεις και ταινίες και αγάπησα την επιθεώρηση όπως τη διαμόρφωσε και την καθιέρωσε αυτός, δηλαδή, νούμερα που να είναι αστεία, αλλά να έχουν από πίσω και μια ιδεολογία.

Ο Σταμάτης Φασουλής 50 χρόνια μετά

Μισό αιώνα μετά, φέτος τον Ιούνιο του 2024, πάλι κοντά στα γενέθλιά μου, χωρίς τις Άννες μας, εγώ χωρίς τη μανούλα μου και ο Σταμάτης Φασουλής χωρίς την Άννα Παναγιωτοπούλου, που τόσα είχαν ζήσει μαζί, συναντηθήκαμε και μου πρότεινε να γράψω κείμενα για την επιθεώρηση που ετοίμαζε. Όλη μου τη ζωή ευχόμουν να έρθει αυτή η στιγμή, τον παρακαλούσα να με χρησιμοποιήσει αν ανέβαζε επιθεώρηση και τώρα που μου το πρότεινε, του είπα όχι. Το φοβήθηκα, δεν ήμουν σε καλή ψυχολογική κατάσταση, έγραφα και κάτι δικά μου, το μυαλό μου ήταν αλλού. Του αντιπρότεινα, όμως, να κάνω τις διασκευές των τραγουδιών.

Σε όλες τις επιθεωρήσεις λένε γνωστά τραγούδια, με αλλαγμένα τα λόγια, πριν ή μετά από τα νούμερα. Είχα δει και τα κείμενα που είχαν γράψει ο Σταμάτης Φασουλής, η Μανίνα Ζουμπουλάκη, η Πέπη Ραγκούση, ο Θοδωρής Αθερίδης και ο Βαγγέλης Νάσης, μου άρεσαν πολύ και ήθελα να κάνω τις διασκευές των τραγουδιών. Δέχτηκε, αλλά πέρασα μαρτύρια μέχρι να μείνει ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Οι διασκευές των τραγουδιών δεν είναι εύκολο πράγμα, δεν μπορείς να λες ό,τι θέλεις, πρέπει τα λόγια να πατάνε στη μουσική. Κάθε λέξη έχει σημασία και ο Σταμάτης Φασουλής ήταν μερικές φορές απόλυτος για το ποια λέξη πρέπει να μπει. Τον άκουγα με προσοχή, γιατί είναι μέγας γνώστης του ελληνικού τραγουδιού, αλλά αν είχα διαφορετική άποψη του το έλεγα, δεν μάσαγα πια τα λόγια μου, δεν ήμουν πια το παιδαρέλι του 1973. Έτσι, με επιμονή και υπομονή έκανα 10 διασκευές στίχων, που όχι για να το παινευτώ αλλά είναι η μία καλύτερη από την άλλη.

Όπως θα καταλάβατε από τις προηγούμενες ιστορίες, ο Σταμάτης Φασουλής δεν είναι μόνο ένας πολυτάλαντος άνθρωπος του θεάτρου, είναι και διαβασμένος, έχει άποψη που την υποστηρίζει με πάθος και τώρα πια είναι και ένας σοφός δάσκαλος που ξέρει απ’ έξω κι ανακατωτά τις συνταγές του θεάτρου, ιδίως της επιθεώρησης. Στον προφανή τίτλο «Τότε, τώρα, πάντα» υποννοεί φυσικά την επιθεώρηση. Από το «Τότε», κατόρθωσε να έχει σαν guest star έναν ζωντανό μύθο, τον Γιώργο Κωνσταντίνου, ο οποίος στα 89 του συνεχίζει ακάθεκτος και παίζει δύο καταπληκτικά νούμερα που τα έχει γράψει ο ίδιος. «Μας δίνετε κουράγιο και αισιοδοξία όταν σας βλέπουμε», του είπα όταν κάναμε πρόβες. «Τι να κάνω, παιδί μου; Το θέατρο με κάνει να ξυπνάω το πρωί, να ξυρίζομαι, να έρχομαι εδώ να παίξω. Αν δεν ήταν αυτό θα είχα ξαπλώσει σε ένα κρεβάτι και δεν θα σηκωνόμουν», μου απαντάει κι ανάβει το τσιγαράκι του.

Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, φίλη μου επίσης από τα παλιά, όταν συναντηθήκαμε με ρώτησε: «Γιατί χαθήκαμε;» «Για να ξαναβρεθούμε, Μίρκα μου!» της απάντησα και άρχισε να γελάει με το πλούσιο, δυνατό γέλιο της. Η φωνή της Μίρκας είναι θεϊκή, οι κινήσεις της και οι πόζες εκπληκτικές. Όταν παίζει το μικρό κοριτσάκι, στο γνωστό νούμερο «Οικογένεια γαμ@@μαστε!», ο κόσμος κατουριέται από τα γέλια. Και να σκεφτείτε ότι είναι ένα νούμερο που της είχε γράψει η Μαριανίνα Κριεζή και η Παναγιωτοπούλου το 1983! Η Μίρκα παίζει επίσης, μαζί με τη Δήμητρα Ματσούκα, και σε ένα άλλο νούμερο όπου η γιαγιά και η μάνα διαβάζουν τα μηνύματα της κόρης και δεν καταλαβαίνουν λέξη. Εκεί, το τραγούδι «Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα» το διασκεύασα και το έκανα «Στο κινητό τα λόγια τα γραμμένα». Η Ματσούκα είναι εξαιρετική και στο νούμερο της Μπάρμπι – μιας κούκλας που την πέταξαν στα σκουπίδια. Το παίζει τόσο τέλεια που μερικές στιγμές νομίζεις ότι είναι πραγματική κούκλα. Είναι επίσης και πολύ καλή σαν μαντάμ Σουσού, σε ένα άλλο νούμερο. Μπράβο στη Μήτση! Η πρώτη της επαφή με την επιθεώρηση στέφθηκε με επιτυχία.

Ένα ξεκαρδιστικό νούμερο είναι αυτό που δύο φίλοι από τα παλιά συναντιούνται, λέει ο καθένας τα δικά του, σε παράλληλους μονολόγους και μετά χωρίζουν ευχαριστημένοι ότι δήθεν συνομίλησαν. Το παίζουν σαν πινγκ-πονγκ, ο Θοδωρής Αθερίδης και ο Σταμάτης Φασουλής, που εδώ, όπως και στο σόλο νούμερο που κάνει, δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας.

Επί δύο μήνες παρακολουθούσα τις πρόβες και έγραφα τα τραγούδια. Ο Σταμάτης Φασουλής ήταν γλυκός και ήρεμος, αλλά όσο προχωρούσαν οι πρόβες, υπήρχαν και στιγμές που έβλεπα τον ορμητικό και επιθετικό Σταμάτη Φασουλή των νεανικών μου χρόνων. Όμως έχει αυτό το καλό: Όταν δεν του αρέσει κάτι, σου εξηγεί τον λόγο, δεν σου πετάει ένα «Δεν μου αρέσει» στα μούτρα. Πολλές φορές μπορεί να σε ειρωνευτεί, αλλά αυτό το κάνει για να σου δείξει ότι κάτι του αρέσει αλλά δεν του κάνει για την περίσταση.

Είχα γράψει μια διασκευή στο «Ακυβέρνητο Καράβι» για να το τραγουδήσει ο Λευτέρης Ελευθερίου, που είναι για μένα το αστέρι, ο καλύτερος από τους νέους ηθοποιούς αυτής της παράστασης. Κάθε φορά που εμφανίζεται κουβαλάει μαζί του και την τρέλα του κι αυτό ενθουσιάζει τον κόσμο. Παίζει μοναδικά έναν τράπερ που τα βράδια γίνεται σουβλατζής. Τραγουδάει λοιπόν στη διασκευή που έκανα: «Ακυβέρνητο σουβλάκι έχει η κατίνα μας, δεν χορτάσαμε ποτέ μας απ’ την πείνα μας. Πάρε το σουβλάκι σου το έκανα κομπλέ, με το τζατζικάκι του, το τυρί το μπλε...» «Μα γιατί το τυρί το μπλε; Στα σουβλάκια βάζουν σάλτσες, πατάτες, τέτοια» μου λέει ο Σταμάτης Φασουλής. «Ναι, αλλά το άσπρο τζατζίκι και το μπλε τυρί συμβολίζουν την ελληνική σημαία» του απαντώ. Με κοιτάζει εμβρόντητος για λίγο και μετά ειρωνικά: «Α, εδώ μιλάμε για πολύ μεγάλη ανάλυση! Δεν βάζεις και λίγο από τον Εθνικό Ύμνο, για να αποκτήσει πιο βαθύ συμβολισμό;»

Ξελιγώνομαι στα γέλια κάθε φορά που βλέπω την Ελένη Καστάνη να παίζει μια τηλεορασόπληκτη που θέλει να τα ξέρει όλα. Οι φωνούλες της, η τσαχπινιά της, οι εναλλαγές στη διάθεση και στο τέλος το ψεύτικο κλάμα της, σκορπούν το γέλιο στην πλατεία. Με το τραγούδι του Κώστα Κόκλα, που είναι έξοχος σαν συνωμοσιολόγος ταξιτζής, είχαμε προβλήματα. Έλεγα του Σταμάτη να διασκευάσω το «Πήγαινέ με όπου θέλεις, ταξιτζή» και αυτός επέμενε να κάνω το «Ταξί, ταξί, ταξί» «Μα αυτό είναι τραγούδι για σουμπρέτα, όχι για ταξιτζή» του λέω. «Δραματουργική ανάλυση θα κάνουμε τώρα, Παύρη μου; Εγώ μπορεί να θέλω να βγάλω τον ταξιτζή σαν σουμπρέτα. Τι σε νοιάζει εσένα;» Το βούλωσα, έκατσα και το έφτιαξα και του το έστειλα. «Είναι υπέροχο» μου απάντησε σε μήνυμα και το φύλαξα, γιατί είναι πολύ σπουδαίο και σπάνιο να σου λέει «υπέροχο» ο Σταμάτης Φασουλής, δεν τα μοιράζει εύκολα.

Λατρεύω τη φωνή του Αντώνη Λουδάρου. Είναι απαλή, ευθύβολη, έχει κύρος, είναι τόσο ρομαντική και μελαγχολική και όταν ξαφνικά αλλάζει ύφος και λέει: «Μας γα@@σε το ΙΚΕΑ. Μας γα@@σε!» πέφτω κάτω από τα γέλια. Όπως κι όταν εμφανίζεται ως Λενιώ Σταμίρη ή σαν στιλίστας σε γύρισμα βιντεο κλιπ. Τέλειοι είναι στους ρόλους τους, ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος, η Τραϊάνα Ανανία, η Άννα Μάγκου, ο Μιχάλης Παπαδημητρίου, η Ντορέττα Παπαδημητρίου, η Ματίνα Νικολάου, η Φαίη Φραγκαλιωτη και η Δέσποινα Πολυκανδρίτου, με την υπέροχη φωνή της.

Όμως αυτή η επιθεώρηση, είχε και μια άλλη έκπληξη για μένα. Συνάντησα εκεί δυο παλιούς συμφοιτητές μου από το Πάντειο Πανεπιστήμιο: Τον αγαπημένο μου Σταμάτη Κραουνάκη που έκανε τη μουσική και τον γλυκό μου Μανώλη Παντελιδάκη που έκανε τα σκηνικά. Τελικά όλο αυτό δεν ήταν για μένα παράσταση, ήταν reunion! Και για να ευλογήσουμε και λίγο τα γένια μας η Μανίνα, ο Σταμάτης Κραουνάκης κι εγώ είμαστε και οι τρεις για πολλά χρόνια συνεργάτες της Athens Voice! Να μην ξεχάσω να πω πως τα υπέροχα βίντεο και τα ψηφιακά σκηνικά έχει σχεδιάσει ο video artist Παντελής Μάκκας, τα λαμπερά κοστούμια τα έχουν επιμεληθεί η Ντένη Βαχλιώτη και ο Κώστας Ζήσης και την καταπληκτική 10μελή ζωντανή ορχήστρα διευθύνει ο τέλειος μαέστρος Δημήτρης Κίκλης. Και φυσικά οι πάντα υπέροχες χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού.

Ο Σταμάτης Φασουλής του «Τώρα»

Τώρα, για όσους αναρωτιούνται πώς είναι ο Σταμάτης Φασουλής του «τώρα», θα απαντήσω όπως απάντησε η Άννα Παναγιωτοπούλου. Είναι πλέον «Όλιο - τυρόλιο!» Είναι ο παλιός Σταμάτης Φασουλής, που ξέρει πως το αυθεντικό σπαγγέτι με σκόρδο και λάδι τρώγεται χωρίς τυρί, αλλά τώρα πια, αν δει και κάποιον να βάζει λίγο τυράκι, δεν θα το κάνει και θέμα. Καταλαβαίνει. Πάντα όμως θα κάνει «πόζες» και «σκηνικά», πάντα θα έχει ανασφάλειες και αναρωτήσεις, πάντα θα δουλεύει σκληρά και θα μας εκπλήσσει με τις επιλογές του και τις παραστάσεις του.

Εμένα, πάλι, πάντα θα μου θυμίζει αγαπημένα πρόσωπα και παρέες, τα νιάτα μου, την αθωότητά μου, στις πρώτες μου καλλιτεχνικές απόπειρες. Πάντα θα τον ευγνωμονώ που μου έδωσε τη δυνατότητα να συμμετάσχω σε αυτή τη φαντασμαγορική, αλλά και ιστορική παράσταση. Και πάντα θα θαυμάζω το πάθος του για το θέατρο, τη μουσική και την ποίηση. Για να καταλάβετε τι σόι άνθρωπος είναι, το μήνυμα που μου έστειλε για τα γενέθλιά μου ήταν:

Γιώργο Παυριανέ, τι ζητούσες στα εβδομήντα, εσύ, ένας εικοσάρης;

Μια παραλλαγή από τον στίχο του Νίκου Εγγονόπουλου: «Στρατηγέ, τι ζητούσες στη Λάρισα, εσύ, ένας Υδραίος;» Αυτά.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Τότε, τώρα, πάντα» στο City Guide της Athens Voice

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου