- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το διήγημα του Ντοστογιέφσκι τιτλοφορείται «Ο διπλός άνθρωπος» (1846). Κεντρικός ήρωας είναι ο Γκολιάτκιν ένας νεαρός κυβερνητικός υπάλληλος, ο οποίος ζει με τον υπηρέτη του Πετρούσκα στην Πετρούπολη. Πρόκειται για έναν καθ’ όλα υγιή νέο, ο οποίος «δεν εξαρτιέται από κανέναν», είναι «άνθρωπος της δράσης» και ενεργεί πάντα «φανερά και χωρίς δόλο», δεν φορά «μάσκα» ενώ αποστρέφεται «τα μασημένα λόγια».
Ο ίδιος θεωρεί ότι η κοινωνία τον περιθωριοποιεί καθώς η συμπεριφορά του αυτή τον καθιστά «διαφορετικό» από τους υπόλοιπους. Προστρέχει σ’ έναν ψυχίατρο για να βρει διέξοδο στους φόβους που τον κατατρύχουν, ότι «απειλείται» από τους συμπολίτες του. «Θέλουν να καταστρέψουν ηθικά έναν άνθρωπο» ομολογεί. Ως κοινωνικό ον, όμως, επιζητά την κοινωνική αναγνώριση κι αποδοχή, η οποία επιτυγχάνεται μόνο μέσα από τη συμβουλή που του δίνει ο γιατρός: «Πρέπει να τσακίσετε το χαρακτήρα σας», ως προϋπόθεση κοινωνικής συμβίωσης. Το δίλημμα για τον Γκολιάτκιν προκύπτει αμείλικτο: είτε διατηρεί την ηθική του ακεραιότητα απομονωμένος είτε «προσαρμόζεται» στις κρατούσες υποκριτικές συμβάσεις κι εντάσσεται στην κοινωνία. Εξομοίωση ή περιθωριοποίηση. Επιλέγει να αγωνιστεί για την κοινωνική του ένταξη και βρίσκεται αντιμέτωπος με το φράγμα επικρίσεων, περιφρόνησης κι εξευτελισμού. Πηγαίνει σε φιλικές συνευρέσεις, σε χοροεσπερίδες, απ’ όπου εκδιώκεται και λοιδορείται. Τότε, η σκέψη και ο λόγος του αποσυναρμολογούνται, αδυνατεί να διατηρήσει την ορθολογική ροή τους και καταφεύγει σε παραληρηματικές κινήσεις και φράσεις σε μια προσπάθεια αυτοεπιβεβαίωσης και αυτεπίγνωσης. Αισθάνεται μηδαμινός, «σαν μύγα», σαν να του χύνουν στο κεφάλι «έναν κουβά κρύο νερό», οδεύει προς την αυτοδιάλυση. Τότε, «εμφανίζεται» ο σωσίας του. Ένας άλλος άνθρωπος/διπλός, όμοιος μ’ εκείνον, που τον παρακολουθεί στις δραστηριότητές του εντός και εκτός σπιτιού. Πρόκειται για μια επινόηση του ήρωα, για μια αλληγορία, ένα σύμβολο, μια φρεναπάτη; Ή μήπως είναι η «διανοητική» διέξοδος ενός όντος μπροστά στην επιτακτική ανάγκη του για κοινωνική ενσωμάτωση;
Η Έφη Μπίρμα (σκηνοθεσία-σκηνικά-κοστούμια) οργανώνει την παράσταση μέσα σ’ ένα χοροδραματικό πλαίσιο, υψηλής αισθητικής και θεατρικής έμπνευσης. Κατορθώνει να σημάνει με λιτά σκηνικά μέσα κι εξαίρετους φωτισμούς (Θύμιος Μπακατάρης) την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα μέσα στην οποία διαβιεί ο Γκολιάτκιν. Η αμμώδης και λασπερή Πετρούπολη, στην οποία εμφατικά «βυθίζει» τα παπούτσια του ο ήρωας, ο καθωσπρεπισμός, η ομοιογένεια των ανθρώπων και των συμπεριφορών τους αποδίδονται με την ομοιομορφία των κοστουμιών και τη μίμηση πανομοιότυπων κινήσεων. Η κοινωνική απομόνωση εικονοποιείται με μέσα απλά και οικεία: οι καρέκλες και τα τραπέζια, εργαλεία της καθημερινότητας, είναι το φυσικό εμπόδιο ανάμεσα στους πολλούς και τον έναν. Η ένδυση και η απέκδυση του Γκολιάτκιν από το κοστούμι του επιτελείται με τελετουργικό τρόπο, μέσω επαναλαμβανόμενων, ταχέως ανελισσόμενων ρυθμικών κινήσεων, ενδεικτικών της πίεσης που ασκείται από την κοινωνία αλλά και της αντίστασης του «ενός» απέναντί της. Η χορογραφημένη ρευστότητα της σκηνοθετικής σύλληψης, με τον επιμελημένο ηχητικό σχεδιασμό (Vangelino Currentzis), διαμορφώνουν άψογα το σκηνικό πλαίσιο της καταπιεστικής κοινωνίας και ταυτοχρόνως αναδεικνύουν την αγωνιώδη, οδυνηρή προσπάθεια του ατόμου να βρει τη θέση του στους κόλπους της.
Ο Άρης Σερβετάλης (Γκολιάτκιν) είναι ένας χαρισματικός ηθοποιός. Πλάθει με αξιοθαύμαστη πλαστικότητα, ευκινησία, ευλυγισία και υποδόρια αισθαντικότητα τις πτυχές μιας περιπεπλεγμένης ψυχοσύνθεσης. Η σταδιακή καταρράκωση της προσωπικότητάς του, που αποδίδεται με καταιγισμό λέξεων και φράσεων, σφηνώνεται ως «τραύμα» στο μυαλό του θεατή. Ο δεξιοτεχνικός χειρονομιακός του κώδικας, η εκφραστικότητα του προσώπου και του σώματός του συμπυκνώνουν τον τρόμο ενώπιον των «άλλων», με μια μελετημένη αποστασιοποίηση, που αποφεύγει εσκεμμένα τη συγκίνηση. Το σκηνικό είδωλό του εγγράφεται στη μνήμη μας. Εξίσου δεξιοτεχνικός και στιβαρός αντίπαλος ο Γιώργος Συμεωνίδης, ρέει δίπλα του. Όλοι οι ηθοποιοί (Δρόσος Σκώτης, Συμεών Τσακίρης, Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης) είναι υψηλών προδιαγραφών κι επιτελούν με αξιοθαύμαστη ακρίβεια και λεπτομέρεια.
Ο «Σωσίας» είναι μια επινόηση του Ντοστογέφσκι, που υιοθέτησε και ο Μπρεχτ στον «Καλό άνθρωπο του Σε Τσουάν», ως έντεχνη «μέθοδο» υπεκφυγής από τον κομφορμισμό. Οι διπλοί ή πολλαπλοί ρόλοι που επιβάλλονται στο άτομο από την κοινωνία αντικατοπτρίζουν την αδήριτη συνθήκη «Η κόλασή μας είναι οι άλλοι». Η παράσταση, με τη ροϊκή και μετρονομημένη κινησιολογία της σε συνδυασμό με τη χωροθέτηση των σωμάτων, αποδίδει με ποιητικό τρόπο την απεγνωσμένη προσπάθεια του ατόμου για κοινωνική ένταξη. Η «άγρια» κοινωνική επιταγή για ομογενοποίηση και μαζικοποίηση μετατρέπεται σε εσωτερική απειλή, που κοχλάζει εντός μας. Στον αγώνα αυτό κάποιοι συνθηκολογούν και κάποιοι όχι. Οι πιο συνεπείς επιβιώνουν με αντίτιμο τον αποκλεισμό τους.