- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Αστέριος Πελτέκης δίνει το σύνθημα για «Βίρα τις άγκυρες» και στην Αθήνα
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ μας συστήνει το έργο και τα πρόσωπά του και μιλά για την επιθεώρηση και τη σημασία της
Ο Αστέριος Πελτέκης για το «Βίρα τις άγκυρες» του ΚΘΒΕ που παρουσιάζεται στο Θέατρο Παλλάς
Πάνε κοντά τρεις δεκαετίες από το πρώτο ανέβασμά του στο Εθνικό Θέατρο. Και να που φέτος μια άλλη κρατική σκηνή, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος μπήκε στον κόσμο του εμβληματικού έργου των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα «Βίρα τις άγκυρες». Έχοντας διεκδικήσει τον χρόνο και το χειροκρότημα 25.000 και πλέον θεατών στη Θεσσαλονίκη, η μεγάλη μουσικοθεατρική παραγωγή, «γεμάτη χορό, χιούμορ και συγκίνηση», κατηφορίζει από τις 19 Απριλίου και για δέκα παραστάσεις στο Θέατρο Παλλάς στην Αθήνα «για να ψυχαγωγήσει, να σατιρίσει αλλά κυρίως ταξιδέψει τους θεατές», όπως δηλώνει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του οργανισμού και σκηνοθέτης της Αστέριος Πελτέκης.
Την αφορμή έδωσαν τα 130 χρόνια από την πρώτη ελληνική επιθεώρηση, το «Λίγο απ’ όλα», που παρουσιάστηκε στις 30 Αυγούστου του 1894 από τον θίασο του Δημήτρη Κοτοπούλη στο θέατρο «Παράδεισος», γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία και συγκεντρώνοντας στην πρεμιέρα της «το άνθος της αθηναϊκής κοινωνίας».
«Βίρα τις άγκυρες»: η υπόθεση του έργου των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα
Το «Βίρα τις άγκυρες», όμως, δεν είναι μια επιθεώρηση, αλλά μια αναδρομή στην ιστορία της, διευκρινίζει ο επικεφαλής του ΚΘΒΕ. «Πρόκειται για μια παράσταση που μας μεταφέρει στον λαμπερό κόσμο της, με φόντο, ωστόσο, σημαντικά ιστορικά γεγονότα και τη μάχη επιβίωσης που έδιναν οι ηθοποιοί όταν τα φώτα έσβηναν και καλούνταν να έρθουν αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα. Αυτή η διαδρομή συμπορεύεται με την ιστορική πορεία του πολύπαθου ελληνικού λαού στην περίοδο ενός “δραστήριου αιώνα”, δυο παγκόσμιων πολέμων, ενός ψυχρού πόλεμου που μας “συντρόφευε” για μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά και πολλών μεγάλων κοινωνικών, πολιτικών και τεχνολογικών αλλαγών».
Από το «Λίγο απ’ όλα», λοιπόν, μέχρι το «Συνέβη στην Κατίνα» του Ελεύθερου Θεάτρου, που παρουσιάστηκε το 1978, το κείμενο παρακολουθεί την πορεία της επιθεώρησης, ως τα χρόνια που δείχνει να ξεκινάει η παρακμή της.
«Μέσα από σκετς και τραγούδια, υπάρχουν αιχμές για την περίοδο του Εθνικού Διχασμού, γίνεται αναφορά στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης και την επιμονή του Βενιζέλου να ταχθεί η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ αλλά και στη μεγάλη κόντρα βενιζελικών και αντιβενιζελικών, τη δικτατορία του Μεταξά φτάνοντας μέχρι τις πολεμικές επιθεωρήσεις του 1940. Περιλαμβάνονται σκηνές με τα μπουλούκια στην επαρχία, την κόντρα μεταξύ του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ, την απελευθέρωση, με σκηνή που προμηνύει τον Εμφύλιο πόλεμο» σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Η αναφορά στο περίφημο «Βίρα τις άγκυρες» –την πρώτη παράσταση του θεάτρου Βέμπο, σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη–, σημαίνει το πέρασμα στη δεκαετία του 1950 όταν πια ξεκινάει μια στροφή των επιθεωρήσεων στον εξωτισμό, με τίτλους και νούμερα που μαρτυρούν την ανάγκη φυγής –εξ ου και σκοποί όπως το «Μάμπο Μπραζιλιέρο», το «Αλακαλακούμπα», οι σκηνές με τους ιθαγενείς, το «Ούγκα Ζαλούγκα». Είναι τα πέτρινα χρόνια που σημάδεψαν οι πολιτικές διώξεις, το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα, η άσχημη οικονομική κατάσταση.
Στην περίοδο της Χούντας των Συνταγματαρχών στο κάδρο μπαίνουν φυσικά η λογοκρισία, η παρακμή του είδους αλλά και η εμφάνιση της τηλεόρασης, για να καταλήξει στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και μεταπολιτευτικά στη δουλειά του Ελεύθερου Θεάτρου, της ομάδας που επιχείρησε να ανανεώσει το είδος μέσα από έναν διαφορετικό συλλογικό τρόπο εργασίας.
Ο Αστέριος Πελτέκης για την επιθεώρηση χθες και σήμερα
«Έλκοντας την καταγωγή της απευθείας από τις αριστοφανικές κωμωδίες της αρχαιότητας, η επιθεώρηση προέκυψε ως ένα νέο μουσικοθεατρικό και σατιρικό είδος στις αρχές του 20ου αιώνα, μετά από μια δαιδαλώδη διαδρομή με πολλές ανατροπές, δάνεια και αντιδάνεια από διάφορες χώρες και πολιτισμούς. Ήταν πάντα το μεγάλο λαϊκό θέαμα που αφουγκραζόταν τις συνθήκες των καιρών του, σχολιάζοντας την επικαιρότητα. Είναι, όμως, ένα εξαιρετικά δύσκολο και απαιτητικό είδος που χρειάζεται μεγάλη δεξιοτεχνία, σύνθετες υποκριτικές και μουσικές ικανότητες αλλά και ταλέντο αυτοσχεδιασμού, γι’ αυτό και μέσα από τις παραστάσεις του αναδείχθηκαν σπουδαίοι καλλιτέχνες, μεγάλοι κωμικοί και δραματικοί ηθοποιοί οι οποίοι δημιούργησαν αξεπέραστους “τύπους” ακόμα και χαρακτήρες» αναφέρει ο Αστέριος Πελτέκης.
Με κυρίαρχα στοιχεία της τον κωμικό λόγο, την σάτιρα, τον αναχρονισμό και την αμφισβήτηση της πολιτικής και κοινωνικής επικαιρότητας, ήρθε να καυτηριάσει καταστάσεις και πρακτικές μέσα από νούμερα και τραγούδια, συντονισμένη με το κλίμα της κάθε εποχής.
Μπορεί, όμως, να «μιλήσει» στο κοινό στις μέρες μας; «Σήμερα τα πάντα αλλάζουν γρήγορα, οι πληροφορίες μεταδίδονται με αστραπιαία ταχύτητα, το διαδίκτυο και η τηλεόραση μας “βομβαρδίζουν” συνεχώς με νέα γεγονότα. Ακόμη κι έτσι, η επιθεώρηση έχει σίγουρα να μας πει πολλά, τόσο σε περίπτωση επικαιροποίησης της προσέγγισής της όσο και από άποψη ιστορικής μνήμης. Είναι πάντα “καθρέφτης” της εποχής στην οποία γράφεται, αλλά παράλληλα –όπως φαίνεται μέσα από το “Βίρα τις άγκυρες” – μπορεί και να μας “συμπαρασύρει” σε ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν, να μας θυμίσει αγαπημένα τραγούδια που όλοι έχουμε κάποια στιγμή στη ζωή μας σιγοτραγουδήσει, ατάκες από θεατρικά κείμενα που πέρασαν μέσα μας από γενιά σε γενιά και ταυτόχρονα μπορεί να “συστήσει” και στη νέα γενιά ιστορίες ανθρώπων, καταστάσεων και εποχών που δεν έζησαν».
«Βίρα τις άγκυρες»: η παράσταση του ΚΘΒΕ στην Αθήνα
Του είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιο νούμερο καθώς καθένα αφορά και σε μια διαφορετική εποχή και συμπληρώνει το μεγάλο ψηφιδωτό της παράστασης. Σκηνοθετικά προσπάθησε, μου λέει, να αποδώσει την ιστορικότητα, τη σοβαρότητα που της αρμόζει αλλά και την ελαφράδα που διακρίνει αυτό το είδος θεάτρου. «Μέσα από σύγχρονους, γρήγορους, κινηματογραφικούς ρυθμούς θέλησα να φωτίσω όλη τη διαδρομή της επιθεώρησης με έναν τρόπο άμεσο ώστε να συμβαδίζει με την εποχή μας και να μας αφορά και σήμερα».
Έτσι, εμβόλιμα παραθέτει και αρχειακό υλικό από τα Επίκαιρα της εποχής «ώστε να ερμηνεύεται η σχέση της με τα κείμενα, τα σκετς και τα νούμερα που γράφονταν τότε». Επιπλέον, όμως, επέλεξε και κάποια άλλα τραγούδια, σε συνεννόηση με τους συγγραφείς και τον Γιώργο Ανδρέα ο οποίος υπογράφει τις ενορχηστρώσεις και την ηχητική επεξεργασία του μουσικού υλικού.
Ο Αστέριος Πελτέκης μας συστήνει τα πρόσωπα της παράστασης «Βίρα τις άγκυρες»
«Αντλώντας υλικό από αυτοβιογραφίες μεγάλων πρωταγωνιστριών της εποχής, όπως η Σπεράντζα Βρανά, η Άννα Καλουτά, η Μαρίκα Νέζερ, η Ζωζώ Σαπουντζάκη, και συνδυάζοντάς το με βιογραφικά στοιχεία μεγάλων κυριών του θεάτρου αλλά και με αφηγήσεις ή φήμες που κυκλοφορούσαν στον θεατρικό χώρο, οι δύο συγγραφείς συνέθεσαν τα βασικά πρόσωπα του έργου μέσα από “υπαρκτά υλικά”. Ωστόσο δεν υπάρχουν υπαρκτά πρόσωπα στο “Βίρα τις άγκυρες”, όλοι οι ήρωες παραπέμπουν ενδεχομένως σε κάποιους καλλιτέχνες, χωρίς όμως να είναι απαραίτητα αυτοί».
Ο Ζανό (Παντελής Καναράκης)
Ο Ζανό είναι ένας ηθοποιός της επιθεώρησης, των μπουλουκιών και συχνά των φθηνών θεαμάτων. Πρόκειται για κεντρικό πρόσωπο στην παράσταση και μέσα από τη ζωή του, πλάι σε δυο θεατρίνες, τη Ροζαλία και την κόρη της Τζένη, βλέπουμε να ξετυλίγεται η ιστορία της επιθεώρησης. Είναι σκληρή η αντιμετώπισή του από τον χώρο. Πρόκειται, όμως, για ένα υπέροχο πλάσμα που ό,τι στερήθηκε από ταλέντο στην υποκριτική το απέκτησε σε εκρηκτική, έντονη και λαμπερή προσωπικότητα κι έτσι, με τον αλέγκρο χαρακτήρα του, επιβιώνει. Με αξιακό σύστημα και γενναιοδωρία προς τους ανθρώπους, ξέρει να δίνεται, να συμβουλεύει, να συμπαρίσταται και ν’ αγαπάει. Αποδεικνύεται σωστότατος επιστήθιος φίλος και ικανός διπλωμάτης πολλές φορές. Για τη δημιουργία του συγκεκριμένου χαρακτήρα, απ’ όσο γνωρίζω, οι συγγραφείς βασίστηκαν σε ένα υπαρκτό πρόσωπο, ηθοποιό της τότε επιθεώρησης, τον περίφημο Ζαζά.
Η Ροζαλία Κανδύλη (Κλειώ Δανάη Οθωναίου)
Κεντρικός γυναικείος ρόλος στο έργο, η Ροζαλία είναι ορφανή. Την άφησαν βρέφος μπροστά την πόρτα ενός σπιτιού ηθοποιών κι ακολούθησε κι αυτή, μεγαλώνοντας, το δρόμο της υποκριτικής. Ξεκίνησε από τα μπουλούκια, υπήρξε μεγάλη ντίβα της προπολεμικής επιθεώρησης, αλλά στην πορεία μεταπήδησε στο λεγόμενο σοβαρό θέατρο. Ο ρόλος της συμβολίζει την αιώνια θεατρίνα, ψυχή ελεύθερη και ταλαιπωρημένη που προσπαθεί να επιβιώσει σε έναν σκληρό και ανδροκρατούμενο χώρο, όπως είναι αυτός του θεάτρου, και να αντιμετωπίσει αντιζηλίες, σοβαρούς ανταγωνισμούς και πισώπλατα χτυπήματα. Έζησε έναν παράνομο έρωτα από τον οποίο απέκτησε μια κόρη, την οποία δεν κράτησε κοντά της. Αν και δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, ίσως κάποια στοιχεία από την πορεία της, όπως η κόντρα της με άλλες μεγάλες πρωταγωνίστριες της εποχής και το γεγονός ότι παντρεύτηκε πολιτικό, να παραπέμπουν στην Κυβέλη.
Η Τζένη Μάγιο (Τατιάνα Μελίδου)
Η Ευγενία Κανδύλη (στην παράσταση Τζένη Μάγιο) είναι η μοναχοκόρη της Ροζαλίας Κανδύλη, γνωστής ηθοποιού της επιθεώρησης της εποχής και καρπός του απαγορευμένου έρωτά της με έναν παντρεμένο, τον Λάμπρο Ρινάλδη. Τα παιδικά χρόνια της Τζένης ήταν μοναχικά καθώς η μητέρα της την άφησε στην Σύρο στις καλόγριες. Κάτι που δημιούργησε τεράστια απόσταση μεταξύ τους και οδήγησε σε ολοκληρωτική ρήξη στη σχέση τους αφού η Τζένη δεν μπόρεσε ποτέ να της συγχωρέσει το γεγονός ότι την εγκατέλειψε. Στα 18 της το σκάει από το μοναστήρι για να κυνηγήσει την τύχη της και στο δρόμο της έρχεται ο Ζανό, ο οποίος υπήρξε και πιστός φίλος της μητέρας της. Ο Ζανό γίνεται οικογένειά της και την βοηθάει να κάνει καριέρα στην επιθεώρηση, να παντρευτεί τον ηθοποιό Κώστα Πυργιώτη και να εξελιχθεί σε μεγάλη βεντέτα. Παρά το γεγονός ότι μεγάλωσε χωρίς μητέρα, η Ροζαλία λειτούργησε ως πρότυπο για την μικρή Ευγενία και η αγάπη της για τον χορό, το τραγούδι και το θέαμα μεταλαμπαδεύτηκαν σε αυτήν.
Η Παυλίνα Δαμάσκου & η Σμαρώ Μπιζάνη (Νικολέττα Βλαβιανού)
H Nικολέττα Βλαβιανού στο πρώτο μέρος του έργου υποδύεται την Παυλίνα Δαμάσκου, μια θιασάρχη που ανέβασε την πρώτη επιθεώρηση, το «Λίγο απ’ όλα», τον Αύγουστο του 1894, στο θέατρο Παράδεισος. Δυναμική και ένθερμη υποστηρίκτρια του είδους, γύρισε όλη την Ελλάδα με συνεχόμενες τουρνέ, με τον θίασο της. Ως θιασάρχης είχε και τον τίτλο της «μητέρας» του θιάσου διότι τότε τα μπουλούκια που ταξίδευαν ζούσαν σαν οικογένειες. Δεν έλειπαν, ωστόσο, τα παραστρατήματα του συζύγου της, Δαμάσκου, με τις όμορφες ενζενί πρωταγωνίστριες, στα οποία εκείνη έκανε πάντα τα στραβά μάτια βάζοντας μπροστά πάντα τη δουλειά της.
Στο δεύτερο μέρος υποδύεται τη Σμαρώ Μπιζάνη, επίσης, θιασάρχη σε νεότερες ωστόσο εποχές. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’50, όταν πλέον η επιθεώρηση είναι το βασικό εμπορικό είδος στα μεγάλα κεντρικά θέατρα της Αθήνας, στο «Βέμπο» και το «Ακροπόλ». Εκεί ανεβαίνουν μεγάλα μουσικά θεάματα εμπνευσμένα από τα αμερικάνικα μιούζικαλ, τα οποία ανέδειξαν σπουδαίους ηθοποιούς και άφησαν παρακαταθήκη τραγούδια που αγαπήθηκαν κι έγιναν τεράστιες επιτυχίες.
Και οι δύο ρόλοι παραπέμπουν σε μεγάλες πρωταγωνίστριες της προπολεμικής και μεταπολεμικής επιθεώρησης, σε συζύγους ή συντρόφους μεγάλων θιασαρχών, όπως ήταν η Σμαρούλα Γιούλη με τον Βαγγέλη Λειβαδά ή η Καίτη Μπελίντα με τον Βασίλη Μπουρνέλλη.
Ο Λάμπρος Ρινάλδης & ο Γιώργος Σαράντος (Ορέστης Τζιόβας)
Στο πρώτο μέρος της παράστασης ο Ορέστης Τζιόβας ερμηνεύει τον ρόλο του Λάμπρου Ρινάλδη, ενός γοητευτικού ζεν-πρεμιέ της εποχής, πάντα πολύ κομψά ντυμένου. Αν και παντρεμένος με τη νεαρή ηθοποιό Φωφώ, δημιουργεί μια κρυφή ερωτική σχέση με την τότε πρωταγωνίστρια Ροζαλία Κανδύλη, με την οποία αποκτούν ένα νόθο παιδί. Ωστόσο, την ύπαρξη αυτού του παιδιού ο ίδιος ως πατέρας δεν την μαθαίνει ποτέ, καθώς εκείνη του το αποκρύπτει και ο ίδιος σκοτώνεται στη Μικρασιατική εκστρατεία.
Στο δεύτερο μέρος υποδύεται τον Γιώργο Σαράντο, έναν ανερχόμενο κωμικό ηθοποιό ο οποίος στην πορεία δημιουργεί μια ερωτική σχέση με την Τζένη Μάγιο, την κόρη της Ροζαλίας, πρωταγωνίστρια της μεταπολεμικής επιθεώρησης. Ο Σαράντος, φιλόδοξος και λίγο αριβίστας, καταφέρνει να εδραιωθεί και να γίνει μεγάλο όνομα, πρωταγωνιστώντας όχι μόνο στο θέατρο αλλά και στον ελληνικό κινηματογράφο.
Η ATHENS VOICE είναι χορηγός επικοινωνίας της παράστασης
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.