- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μαρία Κάλλας: από το αρχείο στην οθόνη
Μαρία Κάλλας: είδαμε το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Tα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας» και την έκθεση «UNBOXING CALLAS»
Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας
«Για μένα η Κάλλας είναι το σκούρο χρώμα της φωνής της, τα τεράστια μάτια της με τη χαρακτηριστική σκιά, το πρόσωπό της, τα χέρια της. Είναι οι φωτογραφίες με τα μαύρα κοκάλινα γυαλιά τα τελευταία χρόνια της ζωής της, τα σκυλάκια της, η αγάπη της για την οικονόμο της, Μπρούνα, και τον οδηγό της, Φερρούτσιο. Είναι η μεταμόρφωση από μια παχουλή κοπέλα σε Όντρεϊ Χέπμπορν, είναι η επιθυμία της για παγωτό, η αγάπη της για το Παρίσι, είναι όλες οι ματαιώσεις που έζησε, αλλά πάνω από όλα είναι η Λουτσία ντι Λαμμερμούρ, η Βιολέττα και η Νόρμα» μου λέει ο Βασίλης Λούρας.
Καθισμένος στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο καλλιτεχνικός σύμβουλος Προγραμματισμού και Επικοινωνίας του οργανισμού μού μιλά γελαστός, θα έλεγα, με μια ανακούφιση. Το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Tα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», που δημιούργησε και συνυπογράφει σκηνοθετικά με τον Μιχάλη Ασθενίδη, έχει κάνει μόλις την πρεμιέρα του. Ακριβώς τη μέρα που θα έκλειναν 100 χρόνια από τη γέννηση της κορυφαίας υψιφώνου του 20ού αιώνα, το κοινό ξεσπά σε θερμά χειροκροτήματα μετά την προβολή. Μια ηχηρή επιβράβευση, αν μη τι άλλο, για την εντατική διετή προσπάθεια των συντελεστών να αναδείξουν και να υφάνουν σε μια ζουμερή αφήγηση τις σημαντικές για την κατοπινή πορεία της divina ελληνικές μέρες της και τη (δύσκολη) σχέση της με τη χώρα απ’ όπου έφυγε, εντούτοις, έτοιμη τραγουδίστρια για να κατακτήσει τα λυρικά θέατρα του κόσμου.
Η πορεία της μυθιστορηματική, στο μεταίχμιο μεταξύ θριάμβου και τραγωδίας, έχει θρέψει μέσα στα χρόνια ατελείωτα σενάρια. Όμως εδώ η πολυσυζητημένη προσωπική ζωή της δεν έχει θέση. Η κάμερα μας ταξιδεύει σε γνώριμες αθηναϊκές διαδρομές, σε δρόμους και γειτονιές που κι εκείνη περπάτησε στα νεανικά της χρόνια – ντυμένη φτωχικά, με μπαλωμένες κάλτσες και φούστες στις οποίες προσέθετε ποδόγυρο καθώς μεγάλωνε. Στην Πατησίων, τη Μάρνη και τη Χαριλάου Τρικούπη όπου κατοικούσε, αλλά και στην Κοδριγκτώνος όπου μελετούσε με την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, τη δασκάλα και ουσιαστικά δεύτερη μάνα της, η οποία την καθοδήγησε ώστε να κατακτήσει και τις χαμηλές νότες αλλά και την εκφραστικότητα της θεατρικής ερμηνείας. Στο Εθνικό Ωδείο του Μανώλη Καλομοίρη όπου ξεκίνησε να σπουδάζει το 1937, παραποιώντας τα στοιχεία για την ηλικία της προκειμένου να γίνει δεκτή, και εντυπωσίασε με την πελώρια φωνή της. «Ήταν ορχήστρα ολόκληρη», ομολογεί η συμμαθήτριά της Μαρίκα Παπαδοπούλου. Στο Ωδείο Αθηνών, το καταφύγιό της τα σκληρά χρόνια της Κατοχής, όπου παρακολουθούσε και τα μαθήματα των συμφοιτητών της, διατρανώνοντας ότι και ο πιο ατάλαντος μαθητής μπορεί να σε διδάξει. Στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός στην πλατεία Καρύτση όπου, μόλις στα 14 της, έδωσε την πρώτη της μαθητική συναυλία στις 11 Απριλίου 1938, τραγουδώντας το ντουέτο από την «Τόσκα» με τον τενόρο Ζαννή Καμπάνη. Στην πλατεία Κλαυθμώνος, σε ένα ανοιχτό θέατρο με στοιχειώδεις υποδομές, όπου «πρωτοσυναντήθηκε» στη σκηνή με την Τόσκα, το 1942. Στα Ολύμπια στην Ακαδημίας, αλλοτινή έδρα της ΕΛΣ, με την οποία ξεκινά τη συνεργασία της το 1940 και σε μία πενταετία ερμηνεύει σημαντικούς ρόλους του ρεπερτορίου.
Το ντοκιμαντέρ επιχειρεί να φωτίσει τα οκτώ χρόνια που η νεαρή Κάλλας (τότε Καλογεροπούλου) έζησε στην Αθήνα, από το 1937 έως το 1945. Τα σημαντικά ντεμπούτα, τις σπουδές, το πρώτο συμβόλαιο με τη Λυρική Σκηνή –λίγους μόνο μήνες μετά την ίδρυσή της–, τις δύσκολες σχέσεις με την οικογένεια, το κοινωνικό περιβάλλον, τα στερημένα χρόνια του πολέμου, αλλά πάνω από όλα την εσωτερική δύναμη που τη βοηθούσε να ξεπερνάει όλες τις δυσκολίες. Στέκεται, επίσης, στην εποχή από το 1957 και μετά, όταν η σχέση της με την Ελλάδα αποκαθίσταται σταδιακά, αν και όχι αναίμακτα, όπως προκύπτει από τη δυσμενή στάση μερίδας του Τύπου. «Θεωρώ ότι μέσα από αυτό μαθαίνουμε και τον τρόπο που τα ελληνικά χρόνια καθόρισαν τη μετέπειτα πορεία της, αλλά και όλες τις τραγωδίες και τους θριάμβους που βίωσε κατά την ενηλικίωσή της. Το εξαιρετικά ευρύ ρεπερτόριο το οποίο σπούδασε με την ντε Ιντάλγκο, την βοήθησε να μπορεί να ανταπεξέρχεται σε κάθε φωνητική ή τεχνική πρόκληση στην καριέρα της. Επιπλέον, ανακαλύπτουμε πώς εργάζεται και μελετά – μάθαινε σε μια μόλις ημέρα τους πιο δύσκολους ρόλους που τις ανέθεταν, όπως για παράδειγμα τη Λεονόρε στον “Φιντέλιο”. Ή το γεγονός ότι λόγω της μεγάλης μυωπίας που είχε, απομνημόνευε ολόκληρα τα έργα –και όχι μόνο τον δικό της ρόλο– για να μην έχει ανάγκη να παίρνει ατάκες από τον μαέστρο. Ακόμα και οι σκληρές συνθήκες της Κατοχής, την βοήθησαν να χτίσει έναν πολύ δυνατό χαρακτήρα, ώστε να ξεπερνάει κάθε δυσκολία».
Οι επιθέσεις και οι κακοποιητικές συμπεριφορές δεν θα λείψουν σχεδόν από τον πρώτο χρόνο της διαμονής της στην Ελλάδα. Από τη μια το φτωχό ντύσιμο, ο αμερικανικός τρόπος ομιλίας και συμπεριφοράς, τα παραπανίσια κιλά, το πρόβλημα στην όραση, από την άλλη το ταλέντο της που ξεχώριζε και η ιλιγγιώδης πρόοδός της, έτρεφαν τον φθόνο των συναδέλφων της, όπως αναφέρει ο Λούρας. «Βίωσε μια πολύ δύσκολη ενηλικίωση, αλλά είχε μεγάλη εσωτερική δύναμη, στοχοπροσήλωση και εργατικότητα – στοιχεία που την βοήθησαν να αγγίξει απάτητες κορυφές στην τέχνη και τη ζωή της».
Το τραγούδι της γεμίζει τον χώρο καθώς ξετυλίγονται οι αφηγήσεις στην ταινία. Βλέπουμε την ίδια αλλά και τη μέντορά της, τις συναδέλφους της Ζωή Βλαχοπούλου, Μαρίκα Παπαδοπούλου και Άρντα Μαντικιάν, τον συγγραφέα Νίκο Πετσάλη-Διομήδη, τον μαέστρο Λεωνίδα Ζώρα κ.ά., σε αποσπάσματα από παλαιότερες συνεντεύξεις τους. Ακούμε μαρτυρίες ανθρώπων με τους οποίους συνεργάστηκε τα χρόνια της Κατοχής, όπως του ιδρυτικού Διευθυντή της ΕΛΣ Κωστή Μπαστιά, του σκηνοθέτη της πρώτης της Τόσκας Ντίνου Γιαννόπουλου, της Διευθύντριας Χορωδίας της ΕΛΣ Έλλης Νικολαΐδη. Πληροφορούμαστε περιστατικά και λεπτομέρειες για τη σταδιοδρομία της μέσα από καινούργιες συνεντεύξεις που έγιναν για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ, μεταξύ άλλων, με τον Ιωάννη Μπαστιά, τον καλλιτεχνικό διευθυντή της ΕΛΣ Γιώργο Κουμεντάκη, τον λυρικό καλλιτέχνη Άρη Χριστοφέλλη, τον Στέφαν Χαίρνερ, γιο του αρχιμουσικού Χανς Χαίρνερ, που διηύθυνε την Κάλλας το 1944 στον «Φιντέλιο», τη μεσόφωνο Κική Μορφωνιού, που τραγούδησε μαζί της στη «Νόρμα» και τη «Μήδεια» της Επιδαύρου κ.ά.
«Οι μεγαλύτερες δυσκολίες που συναντήσαμε είχαν να κάνουν με την έρευνα για τα δικαιώματα του υλικού και φυσικά τον λίγο χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας για να ολοκληρώσουμε την ταινία. Θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε συνεντεύξεις που είχε δώσει σε μεγάλα ΜΜΕ σε όλον τον κόσμο. Ως εκ τούτου, η έρευνά μας επεκτάθηκε κατά πολύ εκτός Ελλάδος για να μπορέσουμε να βρούμε το υλικό που θα μας βοηθούσε να επιβεβαιώσουμε (μέσω της ίδιας) τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται το ντοκιμαντέρ. Φυσικά μια μεγάλη πρόκληση ήταν η έλλειψη οποιουδήποτε οπτικοακουστικού υλικού από την οκταετία 1937-45. Όμως, υπήρξαμε τυχεροί γιατί η οικογένεια του βιογράφου της Κάλλας, Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, μας έδωσε πρόσβαση στο αρχείο του, όπου βρήκαμε μεγάλους θησαυρούς που μας βοήθησαν» διευκρινίζει ο Βασίλης Λούρας.
Εκεί, πάντως, που το εγχείρημα βάζει… τρίποντο είναι στα ανέκδοτα ντοκουμέντα που φέρνει για πρώτη φορά στο φως. Το πρώτο μας πάει πίσω, με βίντεο και ήχο, στις Γιορτές Λόγου και Τέχνης στη Λευκάδα το 1964, όταν η εμβληματική σοπράνο ανέβηκε στη σκηνή για να ερμηνεύσει την άρια της Σαντούτσα από την «Καβαλερία Ρουστικάνα», με τον 19χρονο Κυριάκο Σφέτσα, τον κατοπινό γνωστό συνθέτη, να τη συνοδεύει στο πιάνο, χωρίς καμία προετοιμασία. «Στο ντοκουμέντο αυτό η φωνή της (λαμπερή, ακμαία, χωρίς προβλήματα) θυμίζει περισσότερο τις ηχογραφήσεις του 1959, παρά τις εμφανίσεις/ηχογραφήσεις του 1964/65. Το πολύτιμο αυτό δώρο το χρωστάμε στον κ. Ιωάννη Φαλκώνη, ο οποίος μας το παραχώρησε για την ταινία». Το δεύτερο είναι μια σπάνια ηχογράφηση σε μαγνητοταινία από τη μελέτη που έκανε στην άρια Madre pietosa vergine από τη «Δύναμη του Πεπρωμένου» του Βέρντι. Αύγουστος του 1977, στο σπίτι της στο Παρίσι, λίγες μόνο μέρες πριν τον θάνατό της, τραγουδά και κάνει αυτοκριτική για την ερμηνεία της, ενώ η φίλη της Βάσω Δεβετζή τη συνοδεύει στο πιάνο και καταθέτει διακριτικά τις επισημάνσεις της. «Από αυτό το υψηλής ιστορικής και συναισθηματικής αξίας ντοκουμέντο –το οποίο αποκατέστησε νότα νότα ο Άρης Χριστοφέλλης– μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η φωνή της λίγο πριν πεθάνει, έμοιαζε πιο ελεύθερη από την περιοδεία του ’73-74. Η απαράμιλλη μουσικότητα, η μοναδική δραματική έκφραση και η αδιαμφισβήτητη σφραγίδα της τραγωδού “Καλλας” υπήρχαν σε κάθε νότα. Η ηχογράφηση προέρχεται από το αρχείο της Βάσως Δεβετζή και μας παραχωρήθηκε από τον κ. Κωνσταντίνο και την κ. Βικτώρια Πυλαρινού».
Συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την Escape και μέρος του Έτους Κάλλας του οργανισμού, (χορηγός για το πρόγραμμα του οποίου είναι η ΔΕΗ), υπό τη διεύθυνση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της ΕΛΣ Γιώργου Κουμεντάκη, το ντοκιμαντέρ συνάντησε ήδη το κοινό και του γαλλικού καναλιού France 5. Ποιο ήταν, αλήθεια, το μεγαλύτερο δώρο που του έδωσε η «γνωριμία» του με την divina μέσα από αυτή την έρευνα; «Κρατάω τη δύναμή της, τη μανία της για την τελειότητα, την εργατικότητά της, το ασύλληπτο ταλέντο της, τη μοναδική φωνή της που ήταν πάνω από το ανθρώπινο όριο, το γεγονός ότι εργάστηκε σκληρά για να βελτιώσει τον εαυτό της. Θαυμάζω όσο τίποτα τους θριάμβους και τα μεγάλα επιτεύγματά της, τον τρόπο που άλλαξε την όπερα, και θα την ευχαριστώ αιώνια για την παντοτινή συντροφιά που μου έχουν χαρίσει οι ηχογραφήσεις της. Την ίδια στιγμή η μελέτη πάνω στη ζωή της με έκανε να τη συμπονέσω ακόμα πιο πολύ για τη μεγάλη της μοναξιά, για τα τραύματα που κουβαλούσε πάντα, για τις τραγωδίες της ζωής της, αλλά και γιατί ακόμα και μετά τον θάνατό της παρέμεινε απροστάτευτη και μόνη. Το δώρο που πήραμε όλοι όσοι δουλέψαμε για αυτό το ντοκιμαντέρ ήταν η συνειδητοποίηση ότι ο άνθρωπος μπορεί να βρει τη δύναμη να ξεπεράσει τις μεγαλύτερες δυσκολίες, τους φόβους, τα τραύματα και να κάνει αυτό που επιθυμεί στη ζωή του».
Ξεδιπλώνοντας την Κάλλας
Χωράει η divina σε μιαν έκθεση; Το «Unboxing Callas» προσεγγίζει δημιουργικά την πορεία της μέσα από πολύτιμα αρχειακά ντοκουμέντα και έργα σύγχρονης τέχνης
«Αγαπημένε μου, σου γράφω από τα σύννεφα. Είναι πραγματικά ένα όμορφο χαλί, αν θα μπορούσαμε να περπατήσουμε πάνω του. Αλλά πού να πάμε; Εγώ στη Νέα Υόρκη, εσύ στη μουβιόλα. Το πνεύμα πετάει εκεί που θέλει. Είναι πραγματικά ελεύθερο». Σε επιστολόχαρτο της Ολυμπιακής Αεροπορίας η Μαρία Κάλλας γράφει στον αγαπημένο της φίλο Πιερ Πάολο Παζολίνι. Ομολογεί πως της λείπει, μιλά για την πνευματική τους σύνδεση. Και αυτό είναι μόνο ένα από τα ενδιαφέροντα τεκμήρια που μας ταξιδεύουν στο σύμπαν της κορυφαίας σοπράνο μέσα από την έκθεση «UNBOXING CALLAS: Μια αρχειακή εξερεύνηση στη συλλογή Πυρομάλλη και το αρχείο της ΕΛΣ» που επιμελήθηκε ο Βασίλης Ζηδιανάκης.
Ενεργοποιώντας την αίσθηση ενός ανοιχτού αρχείου, πάνω σε μεγάλα inox τραπέζια στον δεύτερο όροφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, παρουσιάζονται προσωπικά της αντικείμενα (όπως η πουδριέρα και ο μεγεθυντικός φακός της)· προγράμματα από παραστάσεις (μεταξύ άλλων, του Βοκάκιου όπου έπαιξε τον πρώτο της ρόλο στην ΕΛΣ το 1941)· το spartito από την «Τραβιάτα» με σημειώσεις της· μια επιστολή από το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας προς τον διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών Αχιλλέα Μαμάκη στις 25 Φεβρουαρίου 1957, στην οποία ζωντανεύει «γλαφυρά» το πολεμικό κλίμα που επικρατούσε πριν από τη συναυλία της στο Ηρώδειο· η μαρμάρινη προτομή της από τη γλύπτρια Ασπασία Παπαδοπεράκη ξαπλωμένη πλάι στο ιδιόχειρο σημείωμα με το οποίο ζητούσε στη βοηθό της να την αφήσει να κοιμηθεί μετά την τελευταία παράσταση της «Τόσκας» το 1965 στο Λονδίνο· αμέτρητες φωτογραφίες αλλά και σπάνια στιγμιότυπα από τις παραστάσεις της Νόρμας (1960) και της Μήδειας (1961) στην Επίδαυρο, με το κοινό να κρύβεται κάτω από αυτοσχέδια αδιάβροχα στην πρεμιέρα της όπερας του Μπελίνι που αναβλήθηκε λόγω της καταρρακτώδους βροχής.
Κι ανάμεσά τους οι καταθέσεις δέκα σύγχρονων καλλιτεχνών που τα «διαβάζουν» με μια πιο ελεύθερη ματιά. Το μεταξωτό ύφασμα που κωδικοποιεί σε μια υλική καταγραφή τις παρεμβάσεις της στον «Πειρατή» μέσα από το «Her voice» της Μαρίας Βαρελά· το βίντεο του Πέτρου Ευσταθιάδη, εμπνευσμένο από την ανάγκη της Κάλλας να καταστρέφει κοστούμια των πρώτων χρόνων της καριέρας της· ενώ στο φουαγέ της ΕΛΣ η εγκατάσταση «Immortality» του Αλέξη Φιδετζή και της Μαλβίνας Παναγιωτίδη σχολιάζει τη θεσμική αισθητικοποίηση της μνήμης.
Στον κυρίως εκθεσιακό χώρο, πάντως, τα κοστούμια από την ιστορική παράσταση της «Νόρμα» στην Επίδαυρο κερδίζουν εύκολα την προσοχή, όπως και η συντηρήτρια Τατιάνα Κουσουλού που πέτυχα να τα συντηρεί με συγκινητική φροντίδα. Δεν είναι η μόνη. Καθημερινά εικαστικοί, συντηρητές, αρχειονόμοι και ερευνητές εναλλάσσονται στα επιτόπια «εργαστήρια», ανοίγουν κουτιά του αρχείου και εργάζονται προκειμένου να ανακαλύψουν ιστορίες, μνήμες, αντικείμενα, την ίδια τη διάσημη καλλιτέχνιδα.
Οι επισκέπτες βυθίζονται στα εκθέματα σχεδόν κατανυκτικά, δεν νιώθεις βήματα και ομιλίες, μόνο τη φωνή της Κάλλας, παθιασμένη, θυελλώδη, ευαίσθητη –στην Τζοκόντα, την Τόσκα, την Μπατερφλάι–, όταν δραπετεύει από τα ακουστικά που σου δίνουν πρόσβαση σε ιστορικές ηχογραφήσεις. Να είχαν άραγε αυτή την αίσθηση και οι διαβάτες στην Αθήνα του 1957, όταν όλη η πόλη ήταν συντονισμένη μέσω ραδιοφώνου στη συναυλία στο Ηρώδειο;
INFO:
UNBOXING CALLAS
Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (2ος όροφος) & Εθνική Λυρική Σκηνή (Φουαγέ)
Έως 10 Ιανουαρίου 2024, 10.00-21.00
Είσοδος ελεύθερη, με προκράτηση στην ticketservices.gr
Χορηγός του καλλιτεχνικού προγράμματος της ΕΛΣ για το Έτος Μαρίας Κάλλας καθώς και κορυφαίων παραγωγών της Εναλλακτικής Σκηνής για τη σεζόν 2023-2024 είναι η ΔΕΗ με το πρόγραμμα εταιρικής υπευθυνότητας «ΔΕΗ ενεργώ»