- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τιάγκο Ροντρίγκες: «Είμαι απαισιόδοξος στη σκηνή για να παραμείνω αισιόδοξος στη ζωή»
Όσα μας είπε ο Πορτογάλος καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Αβινιόν με αφορμή την πολυβραβευμένη του παράσταση «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες»
Ο Τιάγκο Ροντρίγκες για την παράσταση «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες» στη Στέγη
Εύκολα κερδίζει την προσοχή των θεατρόφιλων στο καλαντάρι των φετινών παραστάσεων ήδη από τον τίτλο της: «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες». Και κάπως έτσι –με μια φράση εμπνευσμένη από το περίφημο «Αυτή η μηχανή σκοτώνει φασίστες» που ο Αμερικανός τραγουδοποιός της φολκ και της κάντρι Γούντι Γκάθρι είχε γράψει τη δεκαετία του ’40 στην κιθάρα του– άναψε η συζήτηση πριν καν ανέβει η αυλαία της τον Σεπτέμβριο του 2020 στο Γκιμαράες της Πορτογαλίας.
«Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας κάποιες φορές ήταν δύσκολο να ξεχωρίσεις τη βία από την πολιτική. Δεν θα πρέπει, όμως, να συγχέουμε την ανάγκη να εξετάζουμε τον ρόλο της βίας στην πολιτική με την υπεράσπισή της. Ομοίως, είναι σημαντικό να διακρίνουμε τον τρόπο που θέτει ερωτήματα ένας καλλιτέχνης και τα πολιτικά του πιστεύω» υπογραμμίζει ο Τιάγκο Ροντρίγκες.
Ο Τιάγκο Ροντρίγκες, η δολοφονημένη Καταρίνα και οι φασίστες
Από τις 4 έως τις 8 Δεκεμβρίου η πολυσυζητημένη παράσταση του 46χρονου καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ της Αβινιόν κάνει στάση και στην Αθήνα. Επιστρέφοντας μετά από επτά χρόνια στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, επίκεντρο της δραματουργίας του δεν αποτελεί αυτή τη φορά η ποίηση –ένα σονέτο του Σαίξπηρ υπήρξε τότε η «μηχανή» του «By Heart»– αλλά το ερώτημα αν υπάρχει θέση για βία στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο. Αφετηρία της μια πραγματική ιστορία, η δολοφονία το 1954 της νεαρής αγρότισσας Catarina Eufémia η οποία διεκδίκησε ίση αμοιβή με τους άνδρες κι έγινε σύμβολο στον αγώνα των Πορτογάλων κατά της μακροβιότερης δικτατορίας στην Ευρώπη.
Στη σκηνή μια οικογένεια που έχει μαζευτεί στο εξοχικό της, κάπου στον πορτογαλικό Νότο. Το ημερολόγιο γράφει 2028, ένα ολοκληρωτικό καθεστώς βρίσκεται και πάλι στην εξουσία και η νεαρή Καταρίνα, τηρώντας μια παράδοση που κρατά περισσότερα από 70 χρόνια, καλείται να σκοτώσει τον πρώτο της φασίστα, ο οποίος έχει απαχθεί γι’ αυτόν τον σκοπό. Όμως, εκείνη αρνείται να προχωρήσει στη θανάτωση του ομήρου.
«Χρησιμοποιώ τον όρο φασίστας με επιστημονικώς λανθασμένο τρόπο γιατί άλλες λέξεις που θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ακροδεξιές κινήσεις (όπως ριζοσπάστες εθνικιστές, οπαδοί της εθνικής κυριαρχίας, λαϊκιστές) πλέον έχουν κανονικοποιηθεί, έγιναν μέρος του δημοκρατικού φάσματος. Όμως, η συγκεκριμένη λέξη ακόμα πονάει οποιονδήποτε τον αποκαλούν έτσι» αναφέρει.
Δεν παύει να αναρωτιέται για το πού βρίσκεται η κόκκινη γραμμή σε σχέση με την χρήση της βίας στην πολιτική. «Στο ερώτημα αν η ένοπλη αντίσταση ήταν αναγκαία στην περίπτωση της εισβολής των Ναζί, θα έλεγα πως ήταν επιβεβλημένη. Ωστόσο, το έργο δεν έχει να κάνει τόσο με τη βία, αν και μιλά γι’ αυτή, αλλά με το παράδοξο της ανεκτικότητας. Πρέπει οι δημοκράτες να δείχνουν ανοχή στους ακροδεξιούς, ακόμα και γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα συμβάλλει στην αποδυνάμωση ή στην καταστροφή του πολιτεύματος; Ή οφείλουν να φανούν αδιάλλακτοι ώστε να αποφευχθεί η ήττα της ανεκτικότητας; Τι να κάνουμε με αυτούς που επωφελούνται από τη Δημοκρατία προσπαθώντας να την καταστρέψουν;».
«Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες»: οι αντιδράσεις στην παράσταση
Αναγνωρίζει στη συγκεκριμένη παράσταση μια αξιοσημείωτη θέση στην διαδρομή του. Όχι μόνο για τα βραβεία που απέσπασε (για την Καλύτερη Ξενόγλωσση Παράσταση στα Ubu 2023 στην Ιταλία και το αντίστοιχο από την Ένωση Κριτικών Γαλλίας την ίδια χρονιά) αλλά κυρίως για την αναστάτωση, τις αντιδράσεις και τις διαμάχες που προκαλεί, σε ακροδεξιούς κύκλους όσο και ανάμεσα στους θεατές.
Στην Ιταλία μπήκε στο στόχαστρο του κόμματος Fratelli d’Italia της Τζόρτζια Μελόνι, στην Πορτογαλία έγινε μεγάλη κουβέντα για το πολιτικό πρόσημο του τίτλου σε μια εποχή που ο ίδιος κατείχε τη θέση του διευθυντή στο Εθνικό Θέατρο στη Λισαβόνα –«λες και δεν θα έπρεπε να υπάρχει ομοφωνία απέναντι στον φασισμό σε μια δημοκρατική κοινωνία».
Τον ιντριγκάρει που μια σκηνική πρόταση έχει τη δύναμη να απασχολεί και τις πολιτικές σελίδες των εφημερίδων θεωρώντας εξαιρετικά σημαντικό ένα έργο να καταφέρνει να αποδρά από τη «φούσκα» του θεάτρου και να υπογραμμίζει την ανάγκη μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Μετά τις παραστάσεις, βλέπει συχνά παρέες έξω από το θέατρο να συζητούν πάνω στο δίλημμα: «να σκοτώσεις ή να μη σκοτώσεις;».
Οι αντιδράσεις τους μπορεί να τον φέρνουν προ εκπλήξεων, όπως και τους ίδιους σε σχέση με τη στάση τους. «Κατά το τελευταίο μισάωρο, το έργο θολώνει τα όρια μεταξύ σκηνής και κοινού, μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Και οι αντιδράσεις είναι έντονες, κάποιες φορές υπάρχουν θεατές που βρίζουν, που προσπαθούν να ανέβουν στη σκηνή. Με την “Καταρίνα” βίωσα καταστάσεις που δεν είχα ζήσει ποτέ πριν και δεν πίστευα ότι θα ζήσω ως καλλιτέχνης. Ξεδιπλώνει μια πορτογαλέζικη ιστορία, που έχει να κάνει με τη Δικτατορία (του Σαλαζάρ), όμως συνδέεται με την πραγματικότητα πολλών χωρών σήμερα. Μέσα από το ερώτημα του τίτλου το έργο θέλει να ενεργοποιήσει τη σκέψη για το πώς ζούμε στη δημοκρατία, τι θέλουμε να υπερασπιστούμε και μέχρι ποιου σημείου. Δεν είναι αυτό που πιστεύω ότι θα συμβεί, δεν είμαι τόσο απαισιόδοξος. Προσπαθώ να είμαι απαισιόδοξος στη σκηνή για να παραμείνω αισιόδοξος στη ζωή. Λένε ότι ο Σοφοκλής ήταν πολύ αστείος άνθρωπος, κάτι που όμως δεν βλέπεις στις τραγωδίες του».
Ο Τιάγκο Ροντρίγκες και το πολιτικό θέατρο
Στην κουβέντα μας –όπως και στη δραματουργία του– επανέρχεται στην αρχαία ελληνική τραγωδία, που μαζί με το ρεαλιστικό δράμα και το μεταδραματικό θέατρο αναγνωρίζει ως τις μεγάλες του επιρροές. Παρότι το θέατρό του είναι σαφώς πολιτικό, δηλώνει πώς δεν το αντιλαμβάνεται ως πολιτική πράξη. «Μπορεί, όμως, να είναι ο προθάλαμος της πολιτικής δράσης. Ο χώρος όπου σκέφτεσαι και αμφισβητείς τον εαυτό σου, όπου βλέπεις τον κόσμο μέσα από τα μάτια άλλων ανθρώπων, όπου έρχεσαι σε επαφή με διαφορετικές απόψεις, ο χώρος του συλλογικού και του Άλλου. Μετά από μια τέτοια συλλογική εμπειρία, ίσως και να δούμε την κοινωνία διαφορετικά και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε δράση. Φυσικά, μιλάμε για μια δυνατότητα». Ξεκαθαρίζει πώς: «Δεν θέλω να κάνω θέατρο για να κάνω πολιτική. Όμως το θέατρο που κάνω είναι φορτισμένο από την πολιτική μου άποψη. Μέσα από τη θεατρική αφήγηση έχεις τη δυνατότητα να αρθρώσεις φωναχτά φρικτά, εγκληματικά, απαράδεκτα πράγματα, τα οποία σε περίπτωση που διατυπώνονταν, π.χ., στην τηλεόραση, κανείς θα κινδύνευε με σύλληψη».
Ο Τιάγκο Ροντρίγκες για την Πορτογαλία και την άνοδο της ακροδεξιάς διεθνώς
Γεννημένος το 1977, τρία χρόνια μετά την Επανάσταση των γαρυφάλλων που οδήγησε στην ανατροπή της μακροβιότερης ευρωπαϊκής Δικτατορίας (1933-1974), ο Ροντρίγκες ανήκει στην πρώτη γενιά στη χώρα του που είχε το προνόμιο να διανύσει τον βίο της σε συνθήκες δημοκρατίας διατηρώντας, βέβαια, ισχυρή σύνδεση με την ζωντανή ιστορική μνήμη των προγενέστερων.
Ο πατέρας του δημοσιογράφος, εξόριστος στο Παρίσι από τη δεκαετία του ’60, η μητέρα του επί χρόνια ενεργή στο πορτογαλέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα, δεν θα μπορούσε ένα τέτοιο περιβάλλον να μην έχει επηρεάσει το βλέμμα του στον κόσμο και τη δημιουργική του πορεία. «Θα έλεγα ότι μεγάλο μέρος της ματιάς μου στην κοινωνία και το πώς δρω πολιτικά είναι ένας τρόπος να πω ένα ευχαριστώ –όχι με μια νοσταλγική προσέγγιση– σ’ αυτούς που θυσίασαν τη ζωή, την καριέρα, την ευτυχία τους για να πολεμήσουν τον φασισμό, τη Δικτατορία. Πρέπει να συνεχίσουμε να παλεύουμε για τη Δημοκρατία ακόμα και σε ένα δημοκρατικό καθεστώς».
Παρακολουθεί την ενίσχυση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς και στην πατρίδα του όπου πλέον αποτελεί τρίτη δύναμη στο κοινοβούλιο, έχοντας εκλέξει για πρώτη φορά έναν βουλευτή το 2019. «Το βλέπω ως ένα όλο και περισσότερο οργανωμένο και συνδεδεμένο διεθνές κίνημα. Δεν είναι υπερβολικό, λοιπόν, να μιλήσουμε για απειλή στη δημοκρατία.
Προσωπικά δεν έχω την εμπειρία της Δικτατορίας αλλά μεγάλωσα σε μια κοινωνία όπου ακόμα μπορούσες να νιώσεις μια κουλτούρα σιωπής, φόβου, υπακοής που αρχίσαμε να ξεπερνάμε τη δεκαετία του ’90 και τώρα, αν όλα πάνε καλά, θα αρχίσει να μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, διατηρώντας την εθνική μελαγχολία μας. Στην Πορτογαλία, της αναίμακτης επανάστασης, δεν ακολούθησε δημόσιος διάλογος, εκτεταμένη ιστορική έρευνα σχετικά με το τι συνέβη αυτά τα πενήντα χρόνια. Υπήρχε μια επιθυμία να προχωρήσουμε και να αναπτυχθεί η χώρα. Καθώς εισερχόμαστε σε μια περίοδο που θα μπορούμε να μελετήσουμε τη Δικτατορία θεωρητικά, αφού η πλειοψηφία των πολιτών δεν θα την έχει ζήσει, σε 10-20 χρόνια θα αποτελεί κυρίως κομμάτι της Ιστορίας μας και όχι κάτι ριζωμένο στην κοινωνία».
Τιάγκο Ροντρίγκες: η ματιά του στην κοινωνία
Πιστεύει στη δυνατότητα των συλλογικών κινημάτων από τη βάση να επιφέρουν πιο αποτελεσματικά τη διαφορά, χωρίς να παραγνωρίζει τη σημασία μιας πολιτικής ηγεσίας που θα αφουγκράζεται την κοινωνία. «Στην Πορτογαλία σήμερα η πλειοψηφία των ανθρώπων περιμένει κάποιον μεσσία, τον σωτήρα που θα έρθει να αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο. Ένα πρόβλημα στις δημοκρατίες μας είναι η έλλειψη αντιπροσωπευτικότητας. Πολλοί άνθρωποι νιώθουν εγκαταλελειμμένοι, παραγκωνισμένοι, ότι το σύστημα δεν τους σκέφτεται. Αυτοί είναι οι πιο ευάλωτοι να χειραγωγηθούν από τους λαϊκιστές μέσα από μια ρητορική της απειλής, πως για την ανασφάλεια, τη φτώχεια φταίνε οι ξένοι που τους παίρνουν τις δουλειές».
Όταν τον ρωτώ για τις αξίες που ιεραρχεί ως πιο σημαντικές για την ανθρωπότητα και που οφείλουμε να υπερασπιστούμε, το διαχρονικό, ηχηρά επίκαιρο, αίτημα για «ελευθερία, δικαιοσύνη, ισότητα», βγαίνει χωρίς δεύτερη σκέψη από τα χείλη του. «Η ειρήνη, η ασφάλεια, η ιερή αξία της ζωής δεν είναι εγγυημένα πουθενά στον κόσμο. Έκανα πρόσφατα μια παράσταση που βασίζεται σε συνεντεύξεις με εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές οργανώσεις και σε κάποιο σημείο στο έργο ο κόσμος είναι χωρισμένος σε δύο: στον “δυνατό”, (όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία ή η Γαλλία), όπου έχεις δικαιώματα, πρόσβαση σε υπηρεσίες και ασφάλεια και στον “αδύνατο”. Κι ενώ το να γίνει κάτι “δυνατό” είναι μια αργή και δύσκολη διαδικασία, το “αδύνατο” είναι κάτι που μπορεί να συμβεί πολύ γρήγορα και ανά πάσα στιγμή. Μετά τον πόλεμο στα Βαλκάνια τη δεκαετία του ’90 νομίζαμε ότι δεν θα ξαναδούμε πόλεμο στην Ευρώπη, αλλά να που είμαστε στην Ουκρανία. Κάθε ζωή θα έπρεπε να έχει την ίδια αξία, αλλά δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει. Μια μητέρα στη Ρουάντα, στη Γάζα, στην Ουκρανία ή στο Παρίσι έχουν τον ίδιο πόνο όταν πεθαίνει το παιδί τους».
INFO:
Στέγη Ιδρύματος, Ωνάση, Κεντρική Σκηνή, Συγγρού 107, 2111981784
4-8 Δεκεμβρίου, στις 20:30
Συζήτηση με τον Tiago Rodrigues: Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου μετά την παράσταση (στα αγγλικά)