Θεατρο - Οπερα

Romáland: 5 Ρομά ξετυλίγουν τις ιστορίες τους

Ένας νέος σκηνοθέτης, ένας ράπερ, μια μπαλαμή που γεννήθηκε Ρομά, μια μητέρα και μια γιαγιά στην κεντρική σκηνή της Στέγης. Μιλήσαμε μαζί τους

Ιωάννα Γκομούζα
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

«Romáland» στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση: μιλήσαμε με τους Γιώργο Βιλανάκη, Θεοδοσία Γεωργοπούλου, Αβραάμ Γκουτζελούδη, Αγγελική Ευαγγελοπούλου και Μέλπω Σαϊνη

Επτά χρόνια μετά την Καθαρή Πόλη, την πιο πολυταξιδεμένη θεατρική παραγωγή της Στέγης, με πρωταγωνίστριες μετανάστριες καθαρίστριες στην Ελλάδα, οι σκηνοθέτες και δραματουργοί Ανέστης Αζάς και Πρόδρομος Τσινικόρης επιχειρούν να προσεγγίσουν τη ζωή των Ελλήνων Ρομά. Ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές τους; Ο Γιώργος, η Θεοδοσία, ο Αβραάμ, η Αγγελική και η Μέλπω μιλούν για τις διαδρομές τους, τους αποκλεισμούς και τα εμπόδια που έχουν συναντήσει αλλά και για τα όνειρά τους.

«Romáland – Mια φορά κι έναν καιρό ήταν και δεν ήταν» © Ανδρέας Σιμόπουλος για τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση

«Romáland» στη Στέγη: οι πρωταγωνιστές της παράστασης

Γιώργος Βιλανάκης Ακτιβιστής και ράπερ

Κατάγομαι από τη Λάρισα, μεγάλωσα σε μια φτωχή γειτονιά με παραπήγματα. Κατάφερα να πάω μέχρι τη Γ' Λυκείου αλλά δυστυχώς δεν τελείωσα το λύκειο γιατί ήρθε το ζήτημα του βιοπορισμού. Ξεκίνησα να δουλεύω ως βοηθός σερβιτόρου, μες στην εκμετάλλευση –επειδή, σου λένε, «πρέπει να μάθεις τη δουλειά», γιατί επιπλέον οι Ρομά θεωρούνται φθηνά εργατικά χέρια. Ένας από τους αποκλεισμούς που βιώνουν είναι σίγουρα και ο εργασιακός.

Ασχολήθηκα με τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα μέσω της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Ελλήνων Ρομά «Ελλάν Πασσέ», επειδή ήμουν από τους τυχερούς που κατάφεραν να φθάσουν έστω μέχρι αυτή την τάξη στο σχολείο και να μάθω καλά αγγλικά. Έτσι άρχισε η ενασχόλησή μου με τα ζητήματα της κοινότητας, με την κοινωνική ένταξη. Πήγαινα στο εξωτερικό, μιλούσα με εταίρους, φέρναμε διάφορες πολιτικές και προσπαθούσαμε να τις εφαρμόσουμε στο πεδίο σε καθημερινή βάση. Ταυτόχρονα, βοηθούσαμε και μέσα από την υποστηρικτική γραμμή Ρομά να φτιάχνουν τα χαρτιά τους, να μάθουν πού πρέπει να απευθυνθούν για διάφορα ζητήματα.

Είναι ευχή και κατάρα το να είσαι Ρομά. Περισσότερο, πάντως, μου φέρνει αρνητικά. Αν γίνει κάτι ενώ είμαι παρών, όπως το να λείψει κάποιο αντικείμενο, το πρώτο πράγμα που θα έρθει στο μυαλό των υπόλοιπων θα είναι: «μήπως το σούφρωσε ο γύφτος»; Με έχουν κατηγορήσει και αποδείχτηκε αργότερα ότι το έκανε συνάδελφος, ο οποίος δεν ήταν Ρομά, αλλά τότε ήταν αργά. Δεν ήθελα πλέον να γυρίσω γιατί ένιωθα ότι με είχαν δείξει με το δάχτυλο. Για ποιο λόγο να αποδεχτώ έναν τέτοιο στιγματισμό; Τώρα ετοιμάζομαι να γίνω μπαμπάς. Δυστυχώς θα επιστρέψω στη Λάρισα· στην Αθήνα έχεις περισσότερες ευκαιρίες και εκεί όλοι ξέρουν ότι είμαι Ρομά.

Οι Ρομά έχουν μια ελευθερία που δεν μπορείς να την περιορίσεις, δύσκολα θα τους βάλεις σε καλούπια. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να ενταχθούν. Το να λες ότι όλοι οι Ρομά είναι παραβατικοί ή ότι όλοι είναι καλοί μουσικοί και τα θετικά και τα αρνητικά στερεότυπα είναι λανθασμένα. Για ποιο λόγο να τσουβαλιάζουμε τους ανθρώπους; Δηλαδή όλοι οι Ρομά δεν θέλουν να πάνε σχολείο; Όλοι θέλουν να ζουν σε καταυλισμούς μες στη λάσπη; Να μην έχουν ρεύμα, να μην έχουν θέρμανση; Ποιος άνθρωπος το θέλει αυτό;

Σίγουρα θεωρώ αρνητικό ότι αναγκάζουν τα παιδιά τους να παντρευτούν νωρίς - η φιλοσοφία τους είναι ότι έτσι θα τα «μαζέψουν» για να μην είναι στην παραβατικότητα. Θεωρώ αρνητικό το ότι δεν υπάρχει σεξουαλική διαπαιδαγώγηση ώστε να μην κάνουν τόσα πολλά παιδιά και ότι τους αποκλείουν από το σχολείο.

Δεν έχω πολλά όνειρα. Είμαι της άποψης ότι όποιος ονειρεύεται είναι κοιμισμένος γιατί μόνο όταν κοιμάσαι βλέπεις όνειρα. Προσπαθώ να θέσω κάποιους στόχους και να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό στο να τους πετύχω. Ένας από αυτούς είναι να καταφέρω να μπω ακόμα πιο ενεργά στα θέματα της κοινότητας. Θα ήθελα να γίνω κοινωνικός λειτουργός, ένας ειδικός στους Ρομά.

Για να μπορέσουν να ενταχθούν οι Ρομά χρειάζεται πολυδιάστατη δράση. Δεν μπορείς να λειτουργείς μόνο σε έναν πυλώνα αλλά και στους τέσσερις: στέγαση, υγεία, εκπαίδευση και, σίγουρα, ψυχολογική υποστήριξη. Είναι τραυματισμένοι άνθρωποι, έχουν μεγαλώσει στο περιθώριο. Επίσης, έχουν ξενοφοβία προς τον μπαλαμό, γιατί φοβούνται όποιον δεν είναι Ρομά –ότι θα με κοροϊδέψει, θα πει κάτι πίσω από την πλάτη μου, δεν θα με πάρει για δουλειά. Νομίζω ότι για να ενταχθούμε πλήρως θα πρέπει πρώτα η μπαλαμή κοινότητα να καταλάβει τους Ρομά, να ρίξουν δηλαδή ό,τι κουτάκια έχουν χτιστεί όλα αυτά τα χρόνια. Θα πρέπει και οι Ρομά να πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο γιατί η εκπαίδευση είναι πολύ σημαντική. Το παιδί Ρομά, όμως, θέλει ιδιαίτερη μεταχείριση στο σχολικό περιβάλλον ώστε να μην είναι δακτυλοδεικτούμενο, επειδή π.χ. δεν έχει τα μέσα για να ντυθεί καλά ή θέρμανση στο σπίτι ώστε να κάνει μπάνιο.

Η πιο σημαντική αλήθεια που μοιράζομαι στην παράσταση είναι το πόσο bullying δέχτηκα, το πόσο άσχημα με έκαναν να νιώθω. Λυπάμαι που κάποιοι σκέφτονται έτσι. Λυπάμαι όταν βλέπω ανθρώπους να πονάνε επειδή είναι Ρομά και πολλές φορές κρύβανε και την ταυτότητά τους για να πάρουν μια θέση εργασίας, όπως χρειάστηκε να κάνω κι εγώ.

Ασχολούμαι με τη ραπ. Έχω εμφανιστεί σε συναυλίες με καλλιτέχνες όπως ο 12ος πίθηκος, ο Εισβολέας κ.ά. Μάλιστα στο Φεστιβάλ Αυτοσχεδιασμού στη Θεσσαλονίκη πήρα την τρίτη θέση πανελλαδικά. Ασχολούμαι και με το TikTok προσπαθώντας να προβάλλω την ιστορία και την κουλτούρα των Ρομά. Ξέρετε, για παράδειγμα, ότι ο αντάρτης Καπετάν Μήτρος, που τον έλεγαν και Καπετάν Γύφτο, μαζί με άλλους τσιγγάνους έκαναν σαμποτάζ στα οχήματα των Γερμανών; Και κρυβόντουσαν, φυσικά, γιατί ξέρουμε για τη μεγάλη Γενοκτονία των Ρομά από το ναζιστικό καθεστώς.

«Romáland – Mια φορά κι έναν καιρό ήταν και δεν ήταν»: ο Γιώργος Βιλανάκης και ο Αβραάμ Γκουτζελούδης © Ανδρέας Σιμόπουλος για τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Αβραάμ Γκουτζελούδης Από την πληροφορική στη σκηνοθεσία

Μεγάλωσα στην Ανθή Νιγρίτας Σερρών, ένα πολύ μικρό χωριό όπου οι κάτοικοι είναι κυρίως Ρομά. Φαντάζεστε τσαντίρια και παράγκες; Δεν είναι έτσι. Είναι μια κοινότητα όπως όλα τα χωριά του νομού. Οι περισσότεροι εργάζονται στον γεωργικό τομέα, αλλά ο πατέρας μου είναι χειριστής μηχανημάτων, επαγγελματίας οδηγός. Πριν από 70 χρόνια χτίστηκε ένα σχολείο για τα παιδιά του χωριού –στο οποίο υπάρχουν και Βλάχοι, Σαρακατσάνοι, Μικρασιάτες– και, έτσι, οι περισσότεροι από τους παππούδες μας πήραν τουλάχιστον την εκπαίδευση του δημοτικού. Η γιαγιά μου είναι αναλφάβητη, αλλά ήταν η τελευταία γενιά που δεν πήγαινε σχολείο. Σήμερα από την παρέα μου έχουμε σπουδάσει όλοι.

Σπούδασα εφαρμοσμένη πληροφορική στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη. Όταν σου λένε στα 17 σου να αποφασίσεις για το μέλλον σου, δεν είναι εύκολο. Με παρότρυναν οι γονείς μου να ακολουθήσω έναν κλάδο, όπως η πληροφορική, που θα μπορούσε να μου εξασφαλίσει επαγγελματική αποκατάσταση. Είχα ψελλίσει, βέβαια, πολύ δειλά: μήπως να δηλώσω και Θεατρικών Σπουδών;

Ήθελα από μικρός να γίνω σκηνοθέτης, όχι ηθοποιός. Μια συνέντευξη κάποιων νέων σκηνοθετών στην τηλεόραση με έκανε να συνειδητοποιήσω πως αυτό θέλω να κάνω. Έλεγαν για το πώς καθοδηγούν μια ομάδα, πώς δουλεύουν για να παρουσιάσουν ένα τελικό αποτέλεσμα, περιέγραφαν τη σχέση τους με τους ηθοποιούς, το πώς διαχειρίζονται τις ιδέες τους και με είχε γοητεύσει. Εκείνη την εποχή δεν είχα δει ακόμα κάποια παράσταση, μόνο ταινίες. Από πολύ μικρός νιώθω, όμως, ότι προετοιμαζόμουν γι’ αυτό. Όταν έπαιζα με τα αδέλφια και τα ξαδέλφια μου τους έβαζα να παίζουμε ρόλους. Βλέπαμε, ας πούμε, μια σειρά που μας άρεσε, ξένη κυρίως, και ενορχήστρωνα μια παράσταση. Έπαιρνα την κάμερα και κυνηγούσα τους φίλους μου να κάνουμε μια ταινία.

Στη Θεσσαλονίκη αρχίζω να βλέπω θέατρο, να παρακολουθώ το Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Γνωρίζω κόσμο ο οποίος με αποδέχεται. Σταμάτησα να κρύβω την καταγωγή μου. Μου είχε περάσει η ιδέα ότι όσο δεν μιλάς γι’ αυτό, είσαι καλυμμένος και μπορείς να γίνεις αποδεκτός. Αλλά δεν μου αρκούσε. Άρχισα να μοιράζομαι ανοιχτά ότι έχω καταγωγή Ρομά και η εκπαίδευση σίγουρα μου έδωσε τη δυνατότητα να μπορώ να ανταπεξέλθω, να απαντήσω και να αντιμετωπίσω κάποια ρατσιστική συμπεριφορά. Δεν θα νιώσω μειονεκτικά, δεν θα κλειστώ, όπως παλιότερα, και να αποδεχτώ ότι έχει δίκιο αυτός που με υποτιμά γιατί μου αξίζει.

Είμαι πιο κοντά στον Γύφτο που παρουσιάζει ο Παλαμάς. Αν φέρω κάποια κληρονομιά από την καταγωγή μου είναι αυτή της ελευθερίας, τα πλαίσια με καταπιέζουν. Δεν μπορώ, ας πούμε, να δουλέψω σε ένα γραφείο. Το δοκίμασα. Θέλω κάτι πιο δημιουργικό. Οι Ρομά δεν αντέχουμε να μην εκφραστούμε, να μη χορέψουμε, να μην τραγουδήσουμε, να μη γελάσουμε δυνατά.

Υπάρχουν έθιμα στην κοινότητα που καλό είναι να εκλείψουν –όπως οι γάμοι σε νεαρή ηλικία, τα προξενιά. Υπάρχει μια ανάγκη των γονιών να «εξασφαλίσουν» τα παιδιά τους. Κάτι το οποίο κάνουν και οι μπαλαμοί με άλλον τρόπο, όχι με τον γάμο. Σ’ εμένα, ας πούμε, αυτό έγινε με τις σπουδές, με το σκεπτικό ότι θα μου εξασφάλιζαν μια δουλειά που θα έχει μέλλον. Φυσικά, υπάρχει μεγάλη παραβατικότητα στην κοινότητα των Ρομά αλλά οφείλεται στην περιθωριοποίηση. Αναλφάβητοι άνθρωποι οι οποίοι δεν μπορούν να βρουν δουλειά. Για να βγάλεις μια άδεια ως πωλητής σε λαϊκή αγορά απαιτείται, μεταξύ άλλων, να δηλώσεις σταθερή κατοικία, αλλά σε έναν καταυλισμό δεν είναι δικά τους τα οικόπεδα. Ξαφνικά η γη πρέπει να σου ανήκει για να πάρεις μια άδεια.

Οι Ρομά έχουν βοηθήσει στη διάσωση της μουσικής παράδοσης της χώρας τον καιρό που το επάγγελμα θεωρούταν ευτελές και οι μουσικοί απένταροι. Το συζητούσαμε και με τον καθηγητή μου στη Σχολή Σκηνοθεσίας του Εθνικού Θέατρου, τον Διονύση Καψάλη, χωρίς να ξέρει ότι έχω καταγωγή Ρομά και ότι ετοιμάζουμε την παράσταση. Πλέον υπάρχουν Ρομά καλλιτέχνες της ραπ, όπως είναι ο Γιώργος που συμμετέχει στην παράσταση, αλλά και ο Βασίλης από το χωριό μου. Και ας μην ξεχνάμε πως πριν υπάρξει οργανωμένο σύστημα ανακύκλωσης από εταιρείες, τον τσίγκο, το σίδερο, το ατσάλι, το πλαστικό τα μάζευαν και τα έδιναν προς επεξεργασία οι Ρομά. Τώρα απλά τους έκαναν στην άκρη.

Με ενοχλούσε πάντα ότι ως Ρομά με υποτιμούσανε. Ήμουν καλός μαθητής και αυτό δεν άρεσε σε κάποιους μπαλαμούς. Το συνήθισαν κάποια στιγμή, αφού έβλεπαν ότι τα καταφέρνω και κάπως άρχισαν να με βλέπουν σαν ένα φωτεινό παράδειγμα. Πάντα υπήρχε όμως το «πολύ καλό παιδί ο Αβραάμ και καλός μαθητής αλλά είναι από την Ανθή», δηλαδή Ρομά. Έπρεπε να προσπαθήσω περισσότερο για ορισμένα πράγματα απ’ ότι άλλοι άνθρωποι. Η λύση ήταν η εκπαίδευση, μορφώθηκα σε έναν βαθμό, απέκτησα κριτική σκέψη και μπορώ να απαντήσω. Μαθαίνεις να ζεις με αυτό γιατί δυστυχώς κάποιοι άνθρωποι δεν θα αλλάξουν ποτέ.

Στην παράσταση συμμετέχω ως ηθοποιός και βοηθός σκηνοθέτη. Το τι hate speech συναντήσαμε στην έρευνά μας με τον Ανέστη και τον Πρόδρομο ψάχνοντας άρθρα, διαδικτυακά... Το πιο αστείο και ακραίο ήταν ένας τύπος που έλεγε «έχετε δει ποτέ κηδεία Ρομά; Ξέρετε τι κάνουν; Τους τρώνε!» και από κάτω υπήρχε κόσμος που συμφωνούσε. Πλέον γελάω με κάτι τέτοια, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Λυπάμαι αυτούς τους ανθρώπους. Είναι ηλίθιο να πιστεύεις τέτοια πράγματα.  

«Romáland», ο Αβραάμ Γκουτζελούδης από τους πρωταγωνιστές της παράστασης © Ανδρέας Σιμόπουλος για τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Θεοδοσία Γεωργοπούλου Και μπαλαμή και Ρομά

Μεγάλωσα σε μια οικογένεια μπαλαμών στην Πεύκη, χωρίς να μου λείπει τίποτα. Έγινα ένα πολύ κακομαθημένο παιδί. Πήγα στο Ελληνογερμανικό σχολείο. Δεν ήξερα πως έχω καταγωγή Ρομά. Η μαμά μου, βέβαια, μου έχει πει πως όταν ήμουν μικρή μου διηγιόταν μια ιστοριούλα που κατέληγε αναφέροντας ότι εγώ δεν είμαι η μαμά σου και μου έλεγε ότι απαντούσα «δεν με νοιάζει, για μένα εσύ είσαι η μαμά μου».

Στην εφηβεία μου, μια μακρινή ξαδέλφη μού είπε πως είμαι υιοθετημένη. Η μαμά μου μού είπε την αλήθεια. Ελπίζοντας ότι θα έχω μεγαλύτερη ελευθερία, αποφάσισα να γνωρίσω τους βιολογικούς μου γονείς. Πολύ σημαντικό για μένα ήταν να μάθω και αν έχω αδέρφια, γιατί μου έλειπαν. Έβλεπα τις άλλες φίλες μου που αντάλλασαν τα ρούχα τους με τις αδελφές τους ή έβγαιναν με τα αδέλφια τους, ενώ εγώ δεν είχα τίποτα από αυτά. Ζήτησα, λοιπόν, να μάθω για τους βιολογικούς μου γονείς. Καλώντας στις πληροφορίες τηλεφωνικού καταλόγου μέσα σε πέντε λεπτά μου είχαν βρει το νούμερό τους. Η μαμά μου με πήγε στο σπίτι τους στο Περιστέρι. Τότε γνώρισα μόνο τη βιολογική μου μαμά, τη γιαγιά και τα αδέρφια. Ο μπαμπάς ήταν στη φυλακή για εμπόριο ναρκωτικών. Τον γνώρισα αφότου βγήκε, μετά από λίγους μήνες. Με έδωσαν, όπως μου είπαν, γιατί δεν είχαν χρήματα για να με μεγαλώσουν. Από την υιοθεσία μου πήραν χρήματα και αγόρασαν ένα αυτοκίνητο με το οποίο πήγαιναν για παλιοσίδερα. Έμεινα μαζί τους κάποιους μήνες και μετά γύρισα στο σπίτι μου γιατί άρχισε να μου λείπει η παλιά μου ζωή.

Οι Ρομά είναι έξω καρδιά, χαρούμενοι, κοινωνικοί. Θα σου ανοίξουν το σπίτι τους. Βέβαια, πολλοί κλέβουν, πουλάνε ναρκωτικά. Στρέφονται στην παραβατικότητα γιατί τους έχουμε στο περιθώριο. Φταίμε οι μπαλαμοί. Θα πρέπει, όμως, κι εκείνοι να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο επειδή όλα ξεκινάνε από τη μόρφωση. Πιστεύω ότι αν αποκατασταθεί αυτό το κομμάτι, θα ενταχθούν πιο εύκολα στην κοινωνία. Εγώ δεν έχω βιώσει αποκλεισμό γιατί ο κόσμος δεν με αντιλαμβάνεται ως Ρομά και να τους το πω δεν με πιστεύουν.

Η ξαδέρφη μου, η οποία δουλεύει στη Στέγη, ανάφερε στους σκηνοθέτες την ιστορία μου. Έτσι βρέθηκα στην παράσταση. Ξυπνάω στις πέντε το πρωί για να πάω στη δουλειά μου και μετά είχαμε τις πρόβες. Θα ήθελα να συνεχίσω στο θέατρο, αλλά δεν ξέρω τι θα γίνει. Οι προηγούμενες παραστάσεις του Ανέστη και του Πρόδρομου πήγαν σε πολλές χώρες. Και αυτή θα κάνει περιοδεία, ξέρω ότι έχουμε κλείσει για το Άμστερνταμ.

Έχω ένα παιδάκι που το βλέπω στη χάση και στη φέξη. Έπαθα επιλόχειο κατάθλιψη και το περιβάλλον μου με παρότρυνε να το αφήσω στην Κάρπαθο με τον μπαμπά του να μεγαλώσει. Τώρα που έχω σταθεί στα πόδια μου, θέλω να ξαναπροσπαθήσω με την οικογένειά μου ή τουλάχιστον να διεκδικήσω την επιμέλεια του γιου μου. Υποφέρω, πονάω όταν βλέπω μαμάδες με παιδιά στην ηλικία του γιου μου.

«Romáland», η Θεοδοσία Γεωργοπούλου © Ανδρέας Σιμόπουλος για τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Αγγελική Ευαγγελοπούλου Μια γιαγιά που ονειρεύεται την Κρήτη

Γεννήθηκα στα Μάλλια της Κρήτης και μεγάλωσα σε καταυλισμούς σε διάφορες περιοχές, κυρίως στα χωριά. Έχω εννέα εγγόνια και τέσσερα παιδιά. Ο άνδρας μου έκανε ό,τι δουλειά θέλεις –μαναβική, παλιοσίδερα– κι εγώ καθαρίστρια. Πριν έρθω εδώ στη Στέγη δεν έκανα τίποτα. Και ξαφνικά ήρθαν αυτά τα καλά παιδιά και μου πρότειναν τη δουλειά στο θέατρο.

Να μην υπάρχει ρατσισμός. Υπάρχουν και κακά άτομα, υπάρχουν και καλά. Αλλά οι περισσότεροι έχουν εξελιχθεί. Δεν είναι όλοι παράξενοι. Δεν είναι όλοι κλέφτες, δεν κάνουν όλοι ζημιές. Και κοντά σ’ αυτούς μπλέκουν κι εμάς. Δεν μας αφήνουν να μπούμε σε μαγαζιά όταν βλέπουν πως είμαστε Ρομά. Και στα σούπερ μάρκετ που πάμε να ψωνίσουμε έρχονται κοντά μας να μας ελέγξουν, αλλά η οικογένειά μου δεν κλέβουμε.

Βρέθηκα στη φυλακή από ναρκωτικά. Έπινε ο άνδρας μου μαύρο, τον πιάσανε και πήραν κι εμένα μέσα. Έτσι γίνεται, κάνουν πέσιμο και παίρνουν όλη την οικογένεια. Δικάστηκα εγώ εννέα χρόνια και άλλα τόσα ο άνδρας μου με την κατηγορία ότι κάναμε εμπόριο, αλλά δεν πουλάγαμε. Έκατσε μέσα ο άνδρας μου πρώτα τρία χρόνια κι εγώ ενάμιση.

Στο θέατρο πώς βρέθηκα; Ήρθαν οι σκηνοθέτες στην Κλίμακα. Είχαμε ανάγκη τα χρήματα, αφού δεν είχαμε δουλειά. Μου αρέσει πάρα πολύ. Δεν είχα ξαναμπεί σε θέατρο. Με δυσκόλεψε λίγο να μάθω τα λόγια, αλλά μας βοηθάνε.

Το πιο σημαντικό πράγμα που λέω στην παράσταση είναι η ιστορία του γαμπρού μου, τον οποίο σκότωσε ένας αστυνομικός. Όλα τα άλλα μου είναι πάρα πολύ εύκολα. Μόνο αυτό όταν το λέω λίγο… Αλλά τι να κάνουμε; Είναι αληθινές ιστορίες της ζωής μας.

«Romáland» στη Στέγη: η Αγγελική Ευαγγελοπούλου © Ανδρέας Σιμόπουλος για τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Μέλπω Σαϊνη Μάθε, μαμά μου, γράμματα

Μεγάλωσα στο Αγρίνιο. Δικό μας σπίτι δεν είχαμε ούτε έχουμε. Ο πατέρας μου έφτιαχνε καρέκλες με ψάθα για ξενοδοχεία και ταβέρνες. Η μητέρα μου οικιακά. Παντρεύτηκα για πρώτη φορά στα 17 μου χρόνια. Μέναμε με τους δικούς του, πολλά άτομα σ’ ένα σπίτι, δεν είχαμε το δικό μας δωμάτιο και υπήρχαν πολλές εντάσεις. Δεν είχα καλή ζωή. Χωρίσαμε. Ήρθα στον αδερφό μου και μετά δούλευα σε ένα νηπιαγωγείο στους Αμπελόκηπους ως καθαρίστρια.

Με τον δεύτερο άντρα μου μέναμε σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι στο Ζεφύρι. Το ψιλοέφτιαξα. Μπήκαμε μέσα. Δεν του άρεσε η κατάσταση κι έφυγε. Οι σύζυγοί μου δεν με άφηναν να πηγαίνω πουθενά, ούτε για καφέ έξω, δεν ήθελαν. Μακάρι να είχα ένα σπιτάκι μακριά από εκεί γιατί ανησυχώ για τα παιδιά μου. Σ’ αυτή την περιοχή γίνονται διάφορα: εμπόριο ναρκωτικών, χρήστες. Όσο μεγαλώνουν, μεγαλώνει και η ανησυχία μου.

Τα παιδιά μου πάνε κανονικά στο σχολείο. Εγώ δεν έχω πάει, όμως, έχω μάθει να διαβάζω και να γράφω, με βοηθήσανε τα παιδιά μου. Τους έλεγα, ενώ δεν γνώριζα, «Γιώργο, Χρήστο, αυτή η λεξούλα δεν γράφεται έτσι». Για να ακούσω αν όντως μαθαίνουν κιόλας. Και μου έλεγαν: «μαμά, έτσι γράφεται αυτή η λεξούλα».

Οι Ρομά έχουν και τα καλά και τα κακά τους. Κάνουν πολλές φασαρίες όταν μεθάνε, παίρνουν το αμάξι και τρέχουν. Όταν ακούω ότι μαλώνουν, τρέμω, μαζεύω τα παιδιά μου μέσα στο σπίτι αλλά δεν παύει να έχω τον φόβο. Για να ηρεμήσω πρέπει να φύγω από το Ζεφύρι, αλλά πώς; Είναι το χρήμα στη μέση. Οι περισσότεροι, όμως, είναι και καλοί άνθρωποι.

Υπάρχει ρατσισμός. Ζητάμε δουλειές και μας βλέπουν με άλλο μάτι. Μια καλή κουβέντα, δεν μας λένε. Εμένα, πάντως, και στις δύο δουλειές μου, στο νηπιαγωγείο και εδώ, ήταν οι καλύτεροι απέναντί μου. Αλλά έχω συναντήσει ρατσισμό εκτός δουλειάς. Όταν πήγαινα να βγάλω διάφορα πιστοποιητικά για τα παιδιά μου, στο νοσοκομείο και στο κοινωνικό φαρμακείο όπου πήγα για τα φάρμακά μου. Δεν με εξυπηρέτησαν ενώ τους εξήγησα την κατάστασή μου, ότι δεν έχω μόνιμη κατοικία, ούτε ένα χαρτί στο όνομά μου. Για δύο εβδομάδες έμεινα χωρίς φάρμακα, δεν είχα χρήματα να τα πάρω.

Λαχείο ήταν που βρέθηκα εδώ στη Στέγη. Κοντά στην περιοχή όπου μένω είναι η οργάνωση Κλίμακα που βοηθά τους Ρομά. Είχαν έρθει οι σκηνοθέτες και μας είχαν ενημερώσει ότι θέλουν άτομα για να μιλήσουν, να μάθουν την ιστορία του καθενός. Μου πρότειναν δουλειά και το σκέφτηκα για δυο μέρες, γιατί το πρόβλημά μου είναι πού θα άφηνα τα παιδιά. Τώρα αναγκαστικά τα αφήνω στον μπαμπά μου, που είναι μεγάλης ηλικίας, 80 χρονών.

Και οι Ρομά αλλά και οι Μπαλαμοί περνάνε πολλά, που δεν μπορούν να τα πουν. Θέλω να ανοίξω τα μάτια τους. Να τα πούνε. Να τα βγάλουν από μέσα τους. Εγώ τόσα χρόνια δεν μπορούσα να μιλήσω.

Τι ονειρεύομαι; Το καλύτερο για τα παιδιά μου. Δεν κάνω κάτι για μένα. Να έχουν τα απαραίτητα: τα ρούχα, τα παπούτσια τους. Να σπουδάσουν. Να βρουν μια δουλειά νόμιμη. Να πάνε φαντάροι.

«Romáland» στη Στέγη: η Μέλπω Σαϊνη © Oliwia Tado

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο City Guide της Athens Voice