Θεατρο - Οπερα

Είδαμε τον Ριγολέττο του Βέρντι από την ΕΛΣ στο Ηρώδειο

Σκοτεινή όπερα, ευφυής σκηνοθεσία

Λένα Ιωαννίδου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κριτική για την όπερα Ριγολέττος του Βέρντι σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου από την ΕΛΣ στο Ηρώδειο

«La donna e mobile», σε κάθε εποχή. Η ιστορία είναι γνωστή. Ο Ριγολέττος του Ιταλού συνθέτη είναι ένας καμπούρης αυλικός γελωτοποιός στη Μάντοβα του 16ου αιώνα. Όταν η αθώα Τζίλντα, η κόρη του, ερωτεύεται τον έκλυτο Δούκα, αγνοώντας την πραγματική του ταυτότητα ο Ριγολέττος θέλοντας να εκδικηθεί για τη χαμένη τιμή της, καταστρώνει τη δολοφονία του. Εκείνη όμως, ανακαλύπτοντας τα σχέδια του πατέρα της, αποφασίζει να σώσει τον αγαπημένο της και να θυσιαστεί, παίρνοντας τη θέση του.

Η διαχρονικότητα της ιστορίας προσφέρεται για μεταφορές - περισσότερο ή λιγότερο πετυχημένες- σε άλλες εποχές και καταστάσεις, από τη Μουσολινική Ιταλία του μεσοπολέμου ως τα λόμπι της σύγχρονης πολιτικής σκηνής κι από τον γκροτέσκο κόσμο του τσίρκου ως τον μικρόκοσμο της μαφίας του Λας Βέγκας. Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε, ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο η Κατερίνα Ευαγγελάτου (δείτε τη συνέντευξή της εδώ) «διάβασε» τον Ριγολέττο, την οδήγησε να τοποθετήσει το σκοτεινό αυτό δράμα στην παρακμιακή, ανδροκρατούμενη κοινωνία της ιταλικής επαρχίας της δεκαετίας του 1980. Η επιλογή της αποδείχθηκε ευφυή γιατί υπηρέτησε έξοχα την πλοκή, ανέδειξε κάθε πτυχή του χαρακτήρα των κεντρικών όσο και των δευτερευόντων προσώπων του έργου και το σημαντικότερο, έριξε ανελέητο φως στην αντιφατική προσωπικότητα του Ριγολέττου, μέσα από την εσωτερική του «δυσμορφία».

Με τις πρώτες νότες της σκοτεινής εισαγωγής, εμφανίζεται με καρό σακάκι, εμπριμέ πουκάμισο και περούκα να σπρώχνει στη σκηνή ένα φθαρμένο, τροχήλατο μπαράκι. Φορά στο πρόσωπό του τα «αναγνωριστικά σημάδια» ενός μπουφόνου, όμως δεν είναι τίποτε άλλο από ένας μπάρμαν που ετοιμάζει ποτά για τον Δούκα και ενίοτε του φτιάχνει το κέφι, με την κοφτερή του γλώσσα και τις χοντροκομμένες φάρσες που οργανώνει, παρέα με την «αυλή» του αφεντικού του.

© Valeria Isaeva

Η όπερα ξεκινά με ένα «πάρτι οργίων». Η σκηνή πλημμυρίζει από παράταιρα χρώματα, χλιδάτα υφάσματα και στρας. Η αποθέωση της κιτς αισθητικής των 80’ς-τα εκπληκτικά κοστούμια της παράστασης υπογράφει ο Σλοβένος ενδυματολόγος Άλαν Χράνιτελ. Αγοραίοι τύποι με φανταχτερά σακάκια και λουλουδάτα πουκάμισα και λιγοστές γυναίκες με λαμέ, balloonφορέματα και βάτες. Ανάμεσά τους τα...showgirls. «Εργάτριες του σεξ» σε διατεταγμένη υπηρεσία: να διασκεδάσουν χυδαία αρσενικά –η τολμηρή χορογραφία είναι της Πατρίσιας Απέργη. Ένας υπόκοσμος, ακραίος, βαθιά μισογυνικός, βγαλμένος από την Ιταλία του Νότουμιας περασμένης δεκαετίας-που δεν απέχει ωστόσο και πολύ από τα σύγχρονα μπούνγκα - μπούνγκα πάρτι του Μπερλουσκόνι. Η αναφορά στον κόσμο του οργανωμένου εγκλήματος γίνεται ακόμα πιο σαφής όταν λίγο αργότερα οι μαφιόζοι του Δούκα καταφθάνουν στο σπίτι του Ριγολέττου για να απαγάγουν την κόρη του, φορώντας αντί άλλης μεταμφίεσης, υπερμεγέθεις μάσκες που παραπέμπουν στον Ντον Κορλεόνε του Μάρλον Μπράντο από τον κινηματογραφικό «Νονό»- με τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς της Ελευθερίας Ντεκώ να ολοκληρώνουν την εικόνα.

© Χάρης Ακριβιάδης

«Η διαφθορά, τα εγκλήματα και οι βιασμοί είναι το πραγματικό πρόσωπο μιας κοινωνίας θρησκόληπτης, συντηρητικής και προληπτικής» σημειώνει η Ευαγγελάτου και η παρατήρησή της οπτικοποιείται τόσο με το φάντασμα του Μοντερόνε που η κατάρα του, πριν καν ακουστεί, στοιχειώνει τονΡιγολέττο, όσο και με τα επάλληλα μεταλλικά κιγκλιδώματα του σπιτιού -το ευρηματικό σκηνικό είναι της Εύας Μανιδάκη- που κρατούν την Τζίλντα, το «κτήμα» του, μακριά από τη διαφθορά και την ανηθικότητα. Ακόμα και το στενό αυλάκι με το νερό που διατρέχει τη σκηνή, έχει τον συμβολισμό του. Είναι το ποτάμι που όταν δεν δολοφονεί, ξεπλένει αμαρτίες, εξαγνίζει.

© Gavriil Papadiotis

Η παράσταση ευτύχησε να έχει ένα δυνατό καστ που κατανόησε απόλυτα τη σκηνοθετική προσέγγιση και μας χάρισε εξαιρετικές ερμηνείες τόσο φωνητικά όσο και υποκριτικά. Στον απαιτητικό ρόλο του τίτλου, ο διεθνής μας βαρύτονος, Δημήτρης Τηλιακός, μας έδωσε έναν Ριγολέττο που συγκινεί βαθιά χωρίς ποτέ να καταφεύγει σε εύκολες δραματικές εξάρσεις. Εξωτερικά, η δυσμορφία του περιορίζεται σε ένα σούρσιμο του ποδιού, τίποτε άλλο. Έχοντας αφαιρέσει μετά το πάρτι της πρώτης πράξης όλα τα «στολίδια» του κλόουν, χάνει αυτόματα και την τρέλα του και μας αφήνει να παρακολουθήσουμε βήμα- βήμα την κατεστραμμένη ψυχή ενός ανθρώπου που οι επιλογές του τον οδηγούν μοιραία στη συντριβή. Με όχημα την εσωτερικότητα της ερμηνείας και τις αποχρώσεις της φωνής του πλάθει έναν Ριγολέττο σαρκαστικό στην αρχή, τρυφερό στις σκηνές με την κόρη του, τρομοκρατημένο από την κατάρα του Μοντερόνε που τον καταδιώκει, οργισμένο από τη συμπεριφορά του Δούκα και της συμμορίας του, σπαρακτικό όταν τους εκλιπαρεί να του επιστρέψουν τη Τζίλντα, τραγικό όταν ανακαλύπτει το άψυχο σώμα της. Μια ερμηνεία που θα μείνει στο μυαλό μας για καιρό.

Δίπλα του, ως Τζίλντα μια λαμπερή Χριστίνα Πουλίτση. Ο χαρακτήρας της αθώας, έφηβης κοπέλας, της ταιριάζει γάντι. Το ηχόχρωμα της φωνής της έχει αυτήν την κρυστάλλινη διαύγεια που της επιτρέπει να ερμηνεύει με εντυπωσιακή άνεση τις δεξιοτεχνικές άριες του ρόλου, χωρίς να χάνει ποτέ το μέτρο, αλλά και το απαραίτητο βάθος για να περιγράψει με λυρισμό και συναίσθημα τον ψυχικό κόσμο της ηρωίδας της.

© Valeria Isaeva

Ο διακεκριμένος Ιταλός τενόρος Φραντσέσκο Ντεμούρο, ήταν ένας άψογος Δούκας της Μάντοβα. Με το ανάλαφρο, φωτεινό ηχόχρωμα της φωνής του- ιδανικό για τον ρόλο- και την γοητευτική σκηνική παρουσία του, έδωσε μια φινετσάτη ερμηνεία που άρεσε και χειροκροτήθηκε θερμά στο τέλος - και όχι μόνο στο άκουσμα της πασίγνωστης άριας “La donna e mobile”.

Στους δεύτερους, εξίσου όμως σημαντικούς στην εξέλιξη του έργου ρόλους, έλαμψαν ο Πέτρος Μαγολάυς ως Σπαραφουτσίλε, μαζί με την έξοχη Μανταλένα της Μαίρης-Έλεν Νέζη, η απολαυστική Μαργαρίτα Συγγενιώτου ως πονηρή παραμάνα της Τζίλντα και ο Δημήτρης Κασιούμης ως κόμης του Μοντερόνε. Εξίσου καλοί ήταν και οι υπόλοιποι καλλιτέχνες που ερμήνευσαν τους μικρότερους ρόλους.

Η χορωδία της ΕΛΣ υπό την καθοδήγηση του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου όπως και η ορχήστρα με τον πολύτιμο Λουκά Καρυτινό στο πόντιουμ ενθουσίασαν για μια ακόμα φορά και όχι άδικα. Τους αξίζουν συγχαρητήρια.

© Gavriil Papadiotis

Με μια κουβέντα. Μην χάσετε αυτόν τον Ριγολέττο. Η ωμή, ρεαλιστική ματιά της Κατερίνας Ευαγγελάτου ίσως σοκάρει κάποιους. Εδώ όμως δεν μιλάμε για σκηνοθετικούς ακροβατισμούς, χάριν εντυπωσιασμού-κάτι που δυστυχώς βλέπουμε συχνά στην όπερα. Έχοντας βαθιά γνώση του λυρικού αριστουργήματος του Βέρντι, η Ευαγγελάτου «κέντησε» με το προσωπικό της στίγμα κάθε σκηνή, έσκυψε πάνω σε κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά για να φωτίσει κάθε πτυχή του- για πρώτη ίσως φορά μας «έδειξε» το σκοτεινό, υπόγειο χιούμορ που κρύβουν κάποια σημεία του λιμπρέτου και της μουσικής- και δημιούργησε μια σύγχρονη παράσταση υψηλής αισθητικής χωρίς, ούτε για μια στιγμή, να προδώσει την ουσία του έργου. Κι αυτό τα λέει όλα.