- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Είδαμε το «Όπως πάει το ποτάμι» στο θέατρο Σταθμός
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Λεοντάρης ζωντανεύει την ιστορία του Μάρτιν Σέρμαν
Εντυπώσεις από το «Όπως πάει το ποτάμι» του Μάρτιν Σέρμαν, σε σκηνοθεσία Γιάννη Λεοντάρη, με τους Περικλή Μουστάκη και Μάνο Καρατζογιάννη, στο Θέατρο Σταθμός.
Στην αρχή είναι η γνωριμία· μετά το πάθος· ακολουθεί η συγκατοίκηση, το νοιάξιμο, το μοίρασμα, η σχέση. Από το Λονδίνο το 2001 ξεκινάει η ιστορία του Μάρτιν Σέρμαν, εν πολλοίς αυτοβιογραφική, που περιγράφει μέσα από το έργο του «Όπως πάει το ποτάμι» μια ομοφυλοφιλική σχέση, κάνοντας flash back στην ιστορία του ομοφυλοφιλικού κινήματος. Την ίδια στιγμή είναι μια ερωτική ιστορία με όλα τα γνωρίσματά της: τις εκρήξεις της, το πάθος της, τις διεκδικήσεις, τις ζήλιες, την αποδοχή, τη συμπόρευση, την κατανόηση. Και επίσης είναι η απεικόνιση επί σκηνής της προσπάθειας να συναντηθούν και να επικοινωνήσουν δύο διαφορετικές γενικές, που κατ’ αρχήν έχουν ως μόνο κοινό μόνο τη σεξουαλική προτίμηση, και από κει και πέρα είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι. Ο Μπο (Περικλής Μουστάκης) και ο Ρούφους (Μάνος Καρατζογιάννης) ξεκινούν από ένα κοινό πάθος και διανύουν μαζί τα χιλιόμετρα μιας ουσιαστικής σχέσης, που δεν έχει μόνο χαρές.
Αυτήν την ιστορία ζωντάνεψε στη σκηνή του θεάτρου «Σταθμός» ο σκηνοθέτης Γιάννης Λεοντάρης. Σκηνικός χώρος ένα σαλόνι, και μια τεράστια οθόνη όπου προβάλλονται οι ιστορίες του Μπο καθώς τις βιντεοσκοπεί ο Ρούφους. Γιατί ο Ρούφους θέλει να γνωρίσει το παρελθόν του Μπο, θέλει να γνωρίσει τα κενά των χρόνων που τον χωρίζουν με τον νέο του σύντροφο (υπάρχει μεγάλη διαφορά ηλικίας στη σχέση τους). Και ο Μπο αφηγείται, με χιούμορ, με αυτοσαρκασμό, με πίκρα όσα έζησε -«αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει πια», λέει. Κι ας τον πιέζει διαρκώς ο Ρούφους, ο διπολικός Ρούφους, να του πει όλο και περισσότερα για μια εποχή που δεν θα ζήσει ποτέ, για προσωπικότητες που δεν θα γνωρίσει ποτέ, για σημαντικές στιγμές που δεν θα είναι ποτέ παρών.
Και μέσα από τις αφηγήσεις του Μπο αγγίζουμε άλλες δεκαετίες, τον τρόπο που οι ομοφυλόφιλοι της δεκαετίας του ’50 και του ’60 διεκδικούσαν το χώρο τους και τα δικαιώματά τους, αλλά και όσα όλη αυτή η εποχή με τις συγκρούσεις της παρήγαγε: «Η περιφρόνηση του διπλανού τότε παρήγαγε σπουδαία λογοτεχνία» λέει κάποια στιγμή ο Μπο.
Όμως το κείμενο του Μάρτιν Σέρμαν και ακολουθώς και η παράσταση του Γιάννη Λεοντάρη δεν αφορά μόνο τη διαδρομή και τους αγώνες των ομοφυλοφίλων. Πολύ γρήγορα το ξεχνάς αυτό άλλωστε στη διάρκεια της παράστασης. Γιατί έχεις μπροστά σου μια σχέση ερωτική, που εξελίσσεται, πισωγυρίζει, στεριώνει. Υπάρχει η διαφορά ηλικίας ανάμεσα στα δύο σκέλη και ό,τι προκαλεί αυτή. Υπάρχει η αγωνία της φθοράς από την πλευρά του Μπο. Υπάρχουν όσα μαθαίνουν οι νεότεροι στους μεγαλύτερους (η άφιξη του google, ο κόσμος του internet, τα gadget που κατακλύζουν τη ζωή μας στον 21ο αιώνα. Υπάρχει μια βραδιά που το ζευγάρι παρακολουθεί ταινία από το λαπτοπ τρώγοντας ποπκορν· υπάρχει μια μεγάλη γαβάθα με παγωτό στην οποία καταφεύγει ο Μπο όταν χωρίζει από τον Ρούφους· υπάρχει, με απίστευτο χιούμορ, το Brexit. Και υπάρχει και μια νέα σχέση του Ρούφους, μ’ έναν συνομήλικο άνδρα, (που εισέβαλλε στη ζωή τους ως drag queen για να γίνει το πιο σταθερό σημείο της σχέσης στην πορεία), με τον οποίο υπογράφουν σύμφωνο συμβίωσης και υιοθετούν ένα παιδί. Και ο Μπο είναι πάντα παρών στη ζωή τους. Όχι μόνο γιατί είναι ο κουμπάρος τους, αλλά γιατί αυτή η σχέση που έχει τέσσερα μέλη πλέον (και τη μικρή Έβελιν που υιοθέτησε το gay ζευγάρι).
Αυτή είναι η ιστορία του Μάρτιν Σέρμαν και η παράσταση του Γιάννη Λεοντάρη στο θέατρο «Σταθμός» -σ’ ένα κόντρα έργο για τον ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς- προσεγγίζει όλες τις αποχρώσεις της ιστορίας και των χαρακτήρων, έχει ρυθμό, ισορροπεί ανάμεσα στο χιούμορ, την τρυφερότητα και το ντοκουμέντο και αποτυπώνει εύστοχα το παράλογο των ανθρώπινων σχέσεων, που είναι η ψίχα αυτού του κειμένου. Κι έχει σ’ αυτή τη διαδρομή του τον Μπο του Περικλή Μουστάκη (ίσως η καλύτερη ερμηνεία του μετά τον «Φαέθοντα» του Δημήτρη Δημητριάδη), τον Ρούφους του Μάνου Καρατζογιάννη, που αποτυπώνει και την ένταση της νεότητας και τις μεταπτώσεις του διπολισμού του και τον Χάρυ του Δημήτρη Ροΐδη που φέρνει τη ζωντάνια και την «κανονικότητα» ανάμεσα στους τρεις. Δίπλα στους ηθοποιούς η μετάφραση του Αντώνη Περή κατάφερε να γίνει ανάλαφρη σ’ ένα πολύ πυκνό κείμενο, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια της Μικαέλας Λιακατά υπηρέτησαν απολύτως την όψη της παράστασης.
Ένα έργο ευφυές, που αγγίζει πολλά θέματα και μιλάει μ’ έναν «κανονικό» τρόπο για το διαφορετικό. Μια παράσταση που απέδωσε ακριβώς όσα ο συγγραφέας του στόχευε: την τρυφερότητα, την ανάγκη για αποδοχή, αγάπη και επικοινωνία.