- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το μανιφέστο της Ρούλας Πατεράκη
Η σκηνοθέτρια ανεβάζει τον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη
Κάπου στον Βοτανικό. Ισόγεια μεγάλη αίθουσα. Ζέστη. Κοντά πενήντα προσηλωμένοι ηθοποιοί ακούν τις οδηγίες μιας γυναίκας. Αν δεν την ήξερα και την έβλεπα από μακριά κάπου έξω, με το αυστηρό, κουμπωμένο μέχρι το λαιμό, φουστάνι και τα γαντοφορεμένα χέρια, θεούσα θα την έλεγα. Μόνο τα λυτά μαλλιά δεν συνάδουν στο σχήμα.
5 λεπτά μετά είναι μια αμαρτωλή ιέρεια, μια μουτζαχεντίν του θεάτρου. Πώς στο διάβολο κρύβεται σ’ αυτό το λεπτό σώμα τόσο πάθος; Άραγε τα μάτια έχουν θερμοκρασία; Τα δικά της θα μετράνε βαθμούς ικανούς να λιώσουν σίδερο για τα όπλα των αντιπάλων στον καταγεγραμμένο «Πελοποννησιακό Πόλεμο» από τον Θουκυδίδη. «Τουλάχιστον 17 χρόνια τον είχα στο μυαλό μου και όταν μου το πρότειναν είπα αμέσως ναι» θα πει μετά, καθισμένη απέναντί μου σε παγκάκι του ακάλυπτου, πίνοντας γουλιές νερού. «Χωρίς πολύ χρόνο για πρόβες όλο αυτό μοιάζει με καρμανιόλα. Δεν το περίμενα και εγώ η ίδια. Έχω απίστευτο άγχος, εγώ που ποτέ δεν είχα πριν από πρεμιέρα. Πρώτη φορά μου συμβαίνει. Δεν είναι πως έχω να κάνω με 50 ηθοποιούς – το έχω ξανακάνει με τους Οιδίποδες. Εδώ όμως το υλικό κατασκευάζεται. Το κείμενο του Θουκυδίδη είναι Ιστορία και σ’ ένα μεγάλο βαθμό πρέπει να γίνει θέατρο. Ούτε φωνή μου έμεινε, ούτε ανάσα…».
Πιο πριν. Δίνει οδηγίες σε μια ομάδα ηθοποιών να σηκωθούν και να προχωρήσουν προς τα πίσω. 3 φορές έγινε μπροστά μου η πρόβα, στην τρίτη έδωσε την οδηγία: «Μην περπατάτε τελετουργικά. Δείτε πως βαδίζω – το βήμα μου δηλώνει κούραση. Προέρχεται από την εξάντληση που μου έχετε προκαλέσει όλες αυτές τις μέρες. Δεν μπορεί να μην σας έχω εξοντώσει κι εγώ! Αυτό να σκέφτεστε, όταν προχωράτε, το πόσο σας έχω κουράσει». Από το βάθος ακούγεται, μεταξύ ψιθύρου και φωνής, «αν το σκεφτούμε θα τρέχουμε». Είναι από τους παθιασμένους. «Εκεί μέσα υπάρχουν σύγχρονοι άνθρωποι, νέοι αλλά και παλιότεροι ηθοποιοί, με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους. Σίγουρα πρέπει πρώτα απ’ όλα να έχουν καταλάβει το υλικό που κρατούν τα χέρια τους. Οι πιο παλιοί έχουν την εμπειρία να ανταποκριθούν, οι νεότεροι το πάθος».
Τώρα θα κάνει το πρώτο μέρος, του χρόνου το δεύτερο και μετά το τρίτο. Τώρα θα χρησιμοποιήσει τα δύο κι ένα μέρος από το τρίτο των οκτώ βιβλίων. Τηρεί το «πρωτόκολλο» του χρόνου –την ορθόδοξη σειρά– γιατί πρόκειται για Ιστορία, κι ας της αρέσουν περισσότερο τα βιβλία που αναφέρονται στον Αλκιβιάδη, όπως και το τελευταίο βιβλίο. «Δεν υπάρχουν πρόσωπα-πρωταγωνιστές μέσα στην παράσταση παρά μόνο ο λόγος του Θουκυδίδη, αλλά με πολλούς τρόπους δοσμένος. Είτε με μορφή συνεντεύξεων είτε με το ίδιο το κείμενο εκφωνημένο από συγκεκριμένο ηθοποιό, που δεν μιμείται, αλλά ανασκάπτει το ήθος του λόγου του Ιστορικού και ως εκ τούτου βγαίνει το πρόσωπο του, το οποίο χαρακτηρίζει μια υπερχρονία».
Αποφεύγουμε τις κοινοτυπίες. Πως σ’ αυτά τα κείμενα βρίσκεται το μέλλον που ήδη ζήσαμε, πως εδώ μιλάμε για ΤΟ εγχειρίδιο πολέμου. Τις ταυτίσεις του τότε με το σήμερα τις ψάχνει στο λόγο. «Σήμερα βλέπεις πολιτικούς να μιλούν χωρίς φυσικότητα, παπαγαλίζοντας έναν όρο που διάβασαν την τελευταία στιγμή σε περιοδικό ή εφημερίδα. Δεν τον πολυκαταλαβαίνουν, αφού έτσι κι αλλιώς δεν διανοούνται ν’ ανοίξουν ένα λεξικό παρά χρησιμοποιήσουν το google ή τη Βικιπαίδεια δήθεν για να μάθουν. Δεν μ’ ενδιαφέρει αν κάποιος μιλάει δύσκολα ή απλά και είναι συνεπής με αυτά που λέει. Αυτούς που δεν μπορώ είναι αυτούς που ενώ είναι απλοί προσποιούνται τους δύσκολους και το αντίθετο. Γι’ αυτό εκτιμώ τον Θουκυδίδη γιατί δεν θέλησε ν’ αλλάξει το ύφος του».
Στην πρόβα ακούγεται ένα ποίημα, που κάπως έτσι αρχίζει…«Δύσκολος θεωρήθηκα λέει ο Θουκυδίδης και προβληματικός πολύ/ αυτή η δήλωσή μου ότι η Ιστορία μου κτήμα είναι εσαεί/ προκάλεσε πολύ/ και με έβγαλε έξω από τα συμφραζόμενα της εποχής μου/….». «Εγώ το έγραψα», θα μου πει, «λειτουργεί σαν ένα διάλειμμα στο βαρύ του θέματος. Υπάρχει μια ειρωνεία στους στίχους. Όλα τα πράγματα περνούν κι ένα μεταδραματικό στάδιο. Αγαπάω για παράδειγμα πολύ τον Περικλή αλλά δεν είμαι τόσο κολλημένη μαζί του και καθώς αυτοσαρκάζομαι συνεχώς, μπορώ και να σαρκάζω. Σε μια παράσταση βαριά και ασήκωτη έχω πάντα την ανάγκη από λίγο χιούμορ. Εδώ το χρησιμοποιώ για να συστήσω τον Θουκυδίδη – είναι ο ένας από τους 5 άξονες της παράστασης. Περικλής και Αθήνα –στο 20 βιβλίο είναι ο «Επιτάφιός του»–, Κέρκυρα και εμφύλιος σπαραγμός, η πολιορκία της Ποτίδαιας από τους Αθηναίους με τον φοβερό εμφύλιο μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών που κατέληξε ακόμα και σε ανθρωποφαγίες και η καταστροφή της Πλάταιας είναι οι άλλοι τέσσερις».
Πιο πριν. Αεικίνητη. Οργώνει την αίθουσα ανεμίζοντας τα χέρια, με φωνή που ανεβοκατεβαίνει. Ζητάει από τον Λάμπρο Πηγούνη (μουσική) ένα κομμάτι πιο δυναμικό για να δείχνει την αλλαγή σκηνής. Συζητάει με τον Δημήτρη Λιγνάδη (πρωταγωνιστεί), δίνει οδηγίες, τραγουδάει μαζί με τους ηθοποιούς ένα τραγούδι, προσπαθεί να προσομοιώσει την αίθουσα με τη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου («οι κινήσεις σας εκεί πρέπει να λοξοδρομούν») – όλα μαζί και σχεδόν ταυτόχρονα.
«Το μανιφέστο του Πολέμου, μέρος Α΄» είναι ο τίτλος της παράστασης. «Το μανιφέστο είναι διακήρυξη και έχει σχέση με το ποιος εκκινεί τον πόλεμο. Στον Θουκυδίδη είναι δυσδιάκριτος ο υπεύθυνος για τον πόλεμο και ο συγγραφέας συνεχώς αναιρεί. Ο δικαιωμένος μετά φαίνεται αδικαίωτος και ύστερα αυτό πάλι μπορεί ν’ αλλάξει. Άλλες φορές πιστεύεις πως είναι ο Περικλής και η Αθήνα, άλλες η Σπάρτη και ο φόβος της για την Αθήνα, άλλες οι Κορίνθιοι… Το μανιφέστο αρθρώνεται μέσω των κειμένων όπου φαίνεται ξεκάθαρα η ιδεολογία των τριών και έρχεται ο θεατής να καταλήξει για ποιο είναι το βαθύτερο αίτιο του πολέμου. Έχω άποψη για το ποιος ήταν ο υπαίτιος, αλλά δεν θέλω να τον κατονομάσω, γιατί είναι τόσο μυθοποιημένα όλα αυτά που μπορεί ν’ ακουστώ αντιδραστική. Υπάρχουν τόσοι με πάρα πολλές προκαταλήψεις που είναι έτοιμοι να σε κατατάξουν και να σε χαρακτηρίσουν. Δεν θέλω, ευχαριστώ. Έχω αρκετά προβλήματα για να προσθέσω και άλλα στη ζωή μου».
Η παράσταση θυμίζει αρχαιολογική ανασκαφή. Οι ηθοποιοί σκαλίζουν και ψάχνουν για ν’ ανακαλύψουν παραθέματα, σπαράγματα, ερείπια από το έργο του Θουκυδίδη σε αρχαιολογικούς χώρους. Κάποιες φορές ακούς «Σκάμμα ανασκαφής Α24», σημαίνει απόσπασμα από το Βιβλίο Α, Ενότητα 24. Ακούγονται ή παριστάνονται τμήματα των βιβλίων. «Εδώ έχουμε τον πρώτο παγκόσμιο εμφύλιο πόλεμο. Πρόκειται για μια φρικτή πρωτοτυπία. Ο Θουκυδίδης χτυπάει στη ρίζα την ανδρεία που έχει ο Όμηρος και σ’ ένα σημείο ο Ηρόδοτος. Ο πόλεμός του είναι απόλυτα ρεαλιστικός και δεν κρύβει από πίσω μαντεία των Δελφών ή αποφάσεις Θεών, αλλά φιλοδοξία, μίσος και συμφέρον. Τότε οι άνθρωποι δεν φοβόντουσαν τις λέξεις για να το πουν γιατί ήταν ετοιμοπόλεμοι. Ήρθε η χριστιανική διαπαιδαγώγηση για να κρύβουμε τις αληθινές αιτίες ενός πολέμου – εκτός κι αν θεωρήσουμε το ότι δεν τις καταμαρτυρούμε είναι δείγμα εκπολιτισμού».
Μετά από την εμπόλεμη ζώνη της πρόβας η ειρηνική ησυχία του πεζοδρόμου φαίνεται αφόρητα ανιαρή. Ευτυχώς ακούγεται η φωνή της: «Περισσότερο πάθος θέλω».
Info: Το μανιφέστο του πολέμου, Μέρος Α΄, 25-26/7 21.30, Μικρό Θέατρο Επιδαύρου, 210 3272000, € 20, 15, 10€ (Φ), 5(Ανεργίας/ΑμεΑ)
Φωτό: Ζαφείρω Βλάχου