Θεατρο - Οπερα

Γιουχάροντας το διαφορετικό

Είδαμε τον Ντον Τζοβάννι στο Ηρώδειο

Λένα Ιωαννίδου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η χτεσινοβραδινή πρεμιέρα του Ντον Τζοβάνι από την Εθνική Λυρική Σκηνή τα είχε όλα! Ανατρεπτική σκηνοθεσία, άριστες ερμηνείες, πτώση του μαέστρου από το πόντιουμ, επευφημίες και πρωτοφανούς έντασης γιουχαΐσματα!

Όχι, δεν μετακόμισαν στο πάνω διάζωμα του Ηρωδείου οι λοτζινίστι της Σκάλας του Μιλάνου. Οι αντιδράσεις όμως που ξαφνικά ξέσπασαν στο ρωμαϊκό θέατρο χτες βράδυ, λίγο πριν ολοκληρωθεί η τετράωρης σχεδόν διάρκειας παράσταση της δημοφιλούς όπερας του Μότσαρτ, σίγουρα θύμιζαν πολύ το φανατικό κοινό της γαλαρίας που χρόνια τώρα, εξουσιάζει το Teatro a la Scala, αποθεώνοντας ή, το συνηθέστερο, γιουχάροντας τραγουδιστές, σκηνοθέτες και μαέστρους. Στην περίπτωσή μας, το «θύμα» ήταν ο Γιάννης Χουβαρδάς με τη μη αναμενόμενη ανατροπή που μας επιφύλαξε για το φινάλε της, ούτως ή άλλως, ανατρεπτικά σκηνοθετημένης παράστασης.

image

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Η ιστορία του έκλυτου Ντον Τζοβάνι μεταφέρεται χρονικά και τοπικά –ευφυώς κατά τη γνώμη μου– από το σκηνοθέτη στο κοντινό μας παρελθόν (δεκαετία του ’80;) και σε μια κεντροευρωπαϊκή χώρα (ίσως και του ανατολικού μπλοκ). Μπαίνοντας στο Ηρώδειο, το πρώτο που παρατηρείς είναι ότι η σκηνή είναι σχεδόν άδεια. Τη σκεπάζει μόνο ένα φθαρμένο καλντερίμι, μια καντίνα δρόμου είναι στημένη στα αριστερά και οι καμάρες της ορχήστρας κλείνουν με λαμαρίνες – θυμίζουν πόρτες από εγκαταλειμμένες αποθήκες (η Εύα Μανιδάκη έφτιαξε τα σκηνικά). Σ’ αυτήν την έρημη, παγωμένη πλατεία τρεις-τέσσερις άστεγοι περιφέρονται ρακένδυτοι (έξοχα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη), παραπατούν μεθυσμένοι, κουρνιάζουν στις εσοχές των αψίδων για να ζεσταθούν. Ο ρόλος τους, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια, δεν είναι καθόλου «διακοσμητικός».

Με τις πρώτες νότες της εισαγωγής η φωτεινή επιγραφή της καντίνας ανάβει. Είναι η καντίνα-μπαρ του Il Commendatore, του Διοικητή. Στο εσωτερικό αυτού του στενάχωρου παραπήγματος θα εκτυλιχθούν μερικές από τις σημαντικότερες δραματουργικά σκηνές του έργου: η απόπειρα βιασμού της Ντόνα Άννα, κόρης του Διοικητή, από το γόη Ντον Τζοβάνι, η αποπλάνηση της ευκολόπιστης Τσερλίνα, αλλά και το δραματικό φινάλε με την υπερκόσμια τιμωρία του (αντι)ήρωα. Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας, απογυμνωμένοι από αισθήματα, κινούνται και πράττουν με οδηγό τη βία, την εκδίκηση, το συμφέρον. Ο Ντον Τζοβάνι γοητεύει με ψέματα και πονηριά τις γυναίκες, αλλά δεν ερωτεύεται, παρά μετρά κατακτήσεις μέσα από μια αλυσίδα βίαιων πράξεων απέναντί τους. Η Ντόνα Άννα ορκίζεται εκδίκηση για το φόνο του πατέρα της από το χέρι του Ντον Τζοβάνι, χωρίς ωστόσο να κρύβει την έλξη που της ασκεί ο επίδοξος βιαστής της. Η Ντόνα Ελβίρα τον διεκδικεί εγωιστικά γιατί δεν του συγχωρεί το ότι την εγκατέλειψε. Η νιόπαντρη Τσερλίνα υποκύπτει στα θέλγητρα του ασυνείδητου ιππότη χωρίς σοβαρές αναστολές. Ο Λεπορέλο ασκεί κριτική, από απόσταση ασφαλείας, για τις ακολασίες του αφέντη του, αλλά υπηρετεί με συνέπεια τα σχέδιά του, επιθυμώντας κατά βάθος να γίνει ο ίδιος ένας Ντον Τζοβάνι. Στην παγωμένη πλατεία, οι μόνοι που μοιάζει να έχουν καρδιά είναι οι κλοσάρ που παρακολουθούν ενεργά τα δρώμενα –ένας ιδιότυπος βουβός χορός αρχαίας τραγωδίας–, διασκεδάζουν, συμπάσχουν και κινούνται δίπλα στους πρωταγωνιστές σαν να είναι το συναισθηματικό alter ego τους.

image

Η βία που διατρέχει όλη την παράσταση κορυφώνεται στο δείπνο της δεύτερης και τελευταίας πράξης, όταν η ακόρεστη δίψα του Ντον Τζοβάνι για απολαύσεις «μεταφράζεται» από τον Χουβαρδά σε βαμπιρικό όργιο… Μια αιματοβαμμένη, γκροτέσκα εικόνα που σόκαρε και, κατά τη γνώμη μου, ήταν το φυτίλι που οδήγησε λίγο αργότερα στην έκρηξη και τις αποδοκιμασίες. Όταν πια, μετά τον τρόμο που έχει σκορπίσει η εμφάνιση του δολοφονημένου Διοικητή και η θεία εκδίκηση με την κατάβαση του Ντον Τζοβάνι στα τάρταρα, οι πρωταγωνιστές, στο φωτεινό και χαρούμενο σεξτέτο του φινάλε, τραγουδούν λυτρωμένοι… χορεύοντας σέικ, οι φωνές τους χάθηκαν μέσα σε ένα πρωτοφανές γιουχάισμα!

Ακόμα όμως κι έτσι, οι έξοχες, σχεδόν στο σύνολό τους, ερμηνείες επιβραβεύτηκαν με το ενθουσιώδες χειροκρότημα όλως ανεξαιρέτως. Ο Ντον Τζοβάνι του Φράνκο Πομπόνι ξεχώρισε τόσο φωνητικά όσο και υποκριτικά. Η Μυρτώ Παπαθανασίου, μία από τις ομορφότερες Ντόνα Άννα που έχω ακούσει ποτέ – μακάρι να την ακούγαμε πιο συχνά και στην Ελλάδα. Ο Χριστόφορος Σταμπόγλης ένας απολαυστικός Λεπορέλο. Η Τσέλια Κοστέα ως Ελβίρα απέδειξε για μια ακόμα φορά ότι είναι κεφάλαιο για τη Λυρική. Αλλά και η Τσερλίνα της Μαρίας Μητσοπούλου είχε όλη τη δροσιά και την τσαχπινιά που απαιτεί ο ρόλος. Πολύ καλός ο Πέτρος Μαγουλάς στο ρόλο του Μαζέττο και όπως πάντα ο Δημήτρης Καβράκος στο μικρό αλλά απαιτητικό ρόλο του Διοικητή. Αντίθετα, ο Ντον Οτάβιο του Αντώνη Κορωναίου είχε κατά τη γνώμη μου αρκετές φωνητικές αδυναμίες. Η Ορχήστρα της Λυρικής, υπό τη διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού. ο οποίος είχε την ατυχία χτες να πέσει από το πόντιουμ… ναι, συνέβη κι αυτό!, αν και όχι στην πιο λαμπερή της μέρα, απέδωσε σωστά τη μελωδική γραμμή του Μότσαρτ αλλά και τις στιγμές που η δράση επί σκηνής οδηγεί τα έγχορδα και τα πνευστά σε κρεσέντο.

image

Συμπέρασμα: Ο Ντον Τζοβάνι χαρακτηρίζεται ως drama giocoso (παιγνιώδες δράμα) και διαθέτει πολλά κωμικά στοιχεία, δεν παύει να είναι ένα σκληρό, βίαιο έργο. Προσωπικά λοιπόν θεωρώ ότι ο Γιάννης Χουβαρδάς επιλέγοντας να φωτίσει αποκλειστικά τη σκοτεινή πλευρά του μεγαλοφυούς αυτού έργου, ρίσκαρε πολλά, αλλά εντέλει κέρδισε το στοίχημα. Έστησε μια αφαιρετική στο μεγαλύτερο μέρος της, διαφορετική παράσταση, αιρετική ίσως; καθόλου όμως ακαδημαϊκή και αραχνιασμένη. Οι ενστάσεις για το τελικό αποτέλεσμα, ακόμα και τα γιουχαΐσματα, είναι θεμιτά. Κάθε τι που ξεφεύγει από την πεπατημένη ξαφνιάζει, ενοχλεί, ξενίζει. Στη χτεσινοβραδινή παράσταση το κοινό διχάστηκε. Αν μη τι άλλο όμως φάνηκε ότι οι λάτρεις της όπερας είναι ένα ζωηρό κοινό που είτε χειροκροτεί είτε γιουχάρει, το κάνει πάντα με πάθος !