Θεατρο - Οπερα

Γιώργος Κουμεντάκης: «Δεν μας σταματά τίποτα, ούτε ο κορωνοϊός…»

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ μιλά στην Athens Voice για τον κορωνοϊό, την «Επανεκκίνηση» και τη θέση της Ελλάδας στη διεθνή οπερατική σκηνή
Λένα Ιωαννίδου
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ, Γιώργος Κουμεντάκης, μιλά στην Athens Voice για την «Επανεκκίνηση»

Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του προγράμματος «Επανεκκίνηση» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 2020, ο Γιώργος Κουμεντάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μιλά στην Athens Voice για την απόφασή τους να πάνε κόντρα στον εφησυχασμό και για τις πυρετώδεις προετοιμασίες τους εν μέσω κορωνοϊού, για τους στόχους που ευελπιστεί να υλοποιήσει, για τη δυναμική παρουσία της Λυρικής το φετινό καλοκαίρι σε όλη την Ελλάδα και για τη θέση που κατέχει πλέον στη διεθνή οπερατική σκηνή. Τέλος, απαντά στα διαδικτυακά «παράπονα» που ακούστηκαν από μερίδα καλλιτεχνών, με τόλμη και πολύ πάθος.

Πριν μιλήσουμε για το τώρα, ας γυρίσουμε λίγο πίσω, στον φετινό Μάρτιο. Έχοντας ανακοινώσει από νωρίς ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πρόγραμμα για τη σεζόν 2020-21 τι αισθανθήκατε τη μέρα που αναγκαστήκατε να παγώσετε τα πάντα; Απογοήτευση για τη βίαιη ανακοπή μιας ανοδικής πορείας, αγωνία για το μέλλον της ίδιας της Λυρικής; 
Θα είμαι πολύ ειλικρινής. Έχω την εντύπωση ότι αυτοί που έχουν δουλέψει σκληρά, δίνοντας ένα «παρών» που δεν εξυπακούεται, ήταν αυτοί που επλήγησαν περισσότερο. Όταν δεν έχεις κάνει δουλειά δεν υπάρχει και καταστροφή. Σ’ εμάς, που είχαμε φτάσει σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο και που η Λυρική μας ήταν έτοιμη να απογειωθεί, η πανδημία ήταν μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Η ψυχή μας το ξέρει πόσο πολύ δουλέψαμε στην περίοδο του lockdown για να μπορέσουμε να κρατηθούμε ζωντανοί. Κάναμε διαδικτυακά φεστιβάλ, οργανώσαμε την Ανίτα Ρατσβελισβίλι που δεν μπόρεσε να έρθει με τον «Βέρθερο» και τα δύο γκαλά για το Φεστιβάλ Αθηνών. Τρέξαμε με τον προγραμματισμό μας, μπήκαμε στο πρόγραμμα «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός»… Κυριολεκτικά λυσσάξαμε, για να το πω πιο λαϊκά, για να μην αφήσουμε κανένα περιθώριο εφησυχασμού, να μας παρασύρει ένας ιός ο οποίος προσπαθεί να μας καταστρέψει. Και του πήγαμε κόντρα! Αντί η πανδημία και τα υγειονομικά πρωτόκολλα να γίνουν τροχοπέδη σε επίπεδο καλλιτεχνικής έκφρασης έγιναν πηγή δημιουργικότητας. Προσωπικά πέρασα μια δύσκολη φάση εσωτερικού πόνου με ψυχοσωματικά προβλήματα, την οποία ωστόσο δεν άφησα να με φθείρει. Πήγα κι εγώ αντίθετα σε αυτόν τον ψυχισμό και προσπάθησα να ισοσκελίσω τη χασούρα, αυτό το ελλιπές σημείο που δημιουργεί μια πανδημία, με δυναμισμό. Δεν πρέπει βέβαια να παραβλέπουμε πως η Ελλάδα ήταν μια χώρα ασφάλειας. Αν ήμασταν Ιταλία, Ισπανία ή Βραζιλία, δεν ξέρω τι θα είχαμε απογίνει. Επιπλέον είχαμε πολύ μεγάλη υποστήριξη από το Υπουργείο Πολιτισμού και ειδικά από την κυρία Μενδώνη. Ήταν πραγματική συμπαραστάτρια −σας το λέω γιατί είναι η αλήθεια− και πολλές φορές ήταν αυτή που μας έδωσε το έναυσμα για να πάμε ένα βήμα παραπάνω, γι’ αυτό και δουλέψαμε εν μέσω κορωνοϊού, με τέτοιο πάθος.

Ας πάμε λοιπόν στο τώρα, στην «Επανεκκίνηση». Πριν λίγες μέρες η Scala του Μιλάνου ανακοίνωσε το δικό της πρόγραμμα το οποίο αποτελείται κυρίως από όπερες σε μορφή κονσέρτου. Εσείς αντίθετα, τολμάτε να ανεβάσετε κανονικές όπερες…
Κανονικότατες! Και θα τις κάνουμε ο κόσμος να χαλάσει. Θα προσαρμοστούμε στα πρωτόκολλα υγιεινής που ισχύουν ή θα ισχύσουν στο μέλλον και θα προχωρήσουμε με τις δύο όπερες, το μπαλέτο και τη συναυλία που έχουμε προγραμματίσει για το τρίμηνο Σεπτεμβρίου- Δεκεμβρίου.
Και δεν είναι μόνο αυτά. Όπως σας είπα, έχουμε τέσσερα διαδικτυακά φεστιβάλ μέχρι το τέλος του χρόνου −τώρα τελειώνουμε το δεύτερο που θα το δείξουμε το φθινόπωρο− και 20 νέες παραγωγές που παρουσιάζονται σε 111 Αρχαιολογικούς τόπους, οι οποίες, όπως φαίνεται έχουν μεγάλη δυναμική και τεράστια συμμετοχή- με βάση τις προκρατήσεις οι παραστάσεις είναι όλες sold out. 

Το ρεσιτάλ της Ανίτας Ρατσβελισβίλι στη Ρωμαϊκή Αγορά πήγε πάρα πολύ καλά - το παρακολούθησαν online πάνω από 1.180.000 θεατές σε όλο τον κόσμο. Μεγάλη επιτυχία είχαν και τα δύο γκαλά μας στο Ηρώδειο. Το κοινό τα παρακολούθησε με μεγάλη προσοχή, με θρησκευτική ευλάβεια θα έλεγα, και ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό γιατί η δομή του προγράμματος ήταν διαφορετική, τα ντουέτι τα τρίι, τα σόλι των ερμηνευτών είχαν πλοκή, θύμιζαν όπερα. Τα γκαλά αυτά ήταν μια καλή ευκαιρία να πάψει να φοβάται ο κόσμος, ώστε να περάσουμε στην επόμενη εποχή. Κρατάμε τα πρωτόκολλα με τέτοια ακρίβεια που η ασφάλειά τους −όπως και των καλλιτεχνών ή του τεχνικού προσωπικού− είναι απόλυτα διασφαλισμένη είτε βρίσκονται σε εξωτερικό χώρο είτε εντός.

Ποιο ήταν το σκεπτικό σας όταν ξεκινήσατε να ετοιμάζετε το πρόγραμμα της σεζόν; Περισσότερες ελληνικές παραγωγές, τρανταχτά ονόματα, διεθνείς συνεργασίες και συμπαραγωγές για να προσελκύσετε το κοινό, μεγαλύτερη καλλιτεχνική εξωστρέφεια; 
Είναι μια χρυσή τομή όλων αυτών που αναφέρατε. Διατηρούμε τον προγραμματισμό μας ως έχει, είναι λίγα αυτά που σταματήσαμε. Για παράδειγμα ο Δον Κιχώτης, μια παραγωγή που ήταν έτοιμη για τον περασμένο Μάρτιο, ανεβαίνει στη θέση του μπαλέτου που θα παρουσιαζόταν κανονικά τον Νοέμβριο, το οποίο μετατίθεται για τον Νοέμβριο του 2021. Κρατάμε επίσης τις συμπαραγωγές μας, οι οποίες φέρνουν μεγαλύτερα έσοδα στον οργανισμό γιατί τα έξοδα είναι μοιρασμένα. Να θυμίσω ότι ένας μεγάλος αριθμός από αυτές −και θα είναι πολλές μέχρι το 2023− φτιάχνεται από εμάς, παρουσιάζεται εδώ και μετά πηγαίνει στο εξωτερικό, όπως είναι και ο Ντον Τζοβάνι που θα δούμε τον Δεκέμβριο. Όπως καταλαβαίνετε ορισμένες παραγωγές που στοιχίζουν πολύ προτιμήσαμε να τις μεταφέρουμε σε μια πιο ασφαλή περίοδο. Έτσι, ο Λάνθιμος και η Αμπράμοβιτς που ματαιώθηκαν λόγω κορωνοϊού, όπως και το ρεσιτάλ του Γιόνας Κάουφμαν, το οποίο δεν είχαμε προλάβει να ανακοινώσουμε, μεταφέρονται στην επόμενη σεζόν.

Η «Μαντάμα Μπαττερφλάι» του Τζάκομο Πουτσίνι που ανοίγει τη σεζόν, αντί της νέας παραγωγής σε σκηνοθεσία Ολιβιέ Πυ που περιμέναμε, είναι μια παλιότερη παραγωγή, απλά σε νέα σκηνοθετική εκδοχή του Ούγκο ντε Άνα. Οι αλλαγές αυτές συνδέονται με τα νέα πρωτόκολλα;
Όχι ακριβώς. Η παράσταση της «Μαντάμα Μπαττερφλάι» που ανέβηκε όπως θυμάστε στο Ηρώδειο, έπρεπε να προσαρμοστεί, να μεταμορφωθεί για να αποκτήσει υπόσταση εντός του κλειστού χώρου − πιστεύω ότι θα είναι ακόμα καλύτερη. Σε σχέση με τον Ολιβιέ Πυ τώρα, η αλλαγή έγινε γιατί βρισκόμαστε σε μια περίοδο εξορθολογισμού εσόδων- εξόδων. Με τόσες απώλειες που είχαμε από τα εισιτήρια, δεν μπορούσαμε να αντέξουμε μια τόσο μεγάλη παραγωγή. Γι’ αυτό τη μεταφέραμε για τη σεζόν 2022-23 και επιλέξαμε μια επανάληψη που δεν θα στοιχίσει στο θέατρο − χωρίς να είμαστε ακόμα σίγουροι, υπολογίζουμε ότι θα μας επιτραπεί να καλύψουμε μόλις το 50% των θέσεων.

Αυτό είναι ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα. Με δεδομένο ότι η όπερα είναι ένα ακριβό σπορ πιστεύετε ότι μπορεί να αντέξει οικονομικά η Λυρική το βάρος νέων πολυέξοδων παραγωγών και εν όψει της επετειακής χρονιάς του 2021, όταν εκ των πραγμάτων ο αριθμός των θεατών θα είναι μειωμένος; Πώς θα το αντιμετωπίσετε; Θα κάνετε οικονομικά συμμαζέματα; Θα αναζητήσετε περισσότερες χορηγίες;
Έχουν ήδη γίνει συμμαζέματα οικονομικά και αναζητάμε νέες χορηγίες για να μειωθεί το ποσοστό των απωλειών από τα εισιτήρια και να κάνουμε τη δουλειά μας όσο καλύτερα μπορούμε. Πρέπει να σας πω πάντως ότι πέρα από τη σταθερή χορηγία του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου, όλοι οι σπόνσορές μας ανταποκρίνονται πολύ περισσότερο τώρα, από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια γιατί θεωρούν ότι εδώ γίνεται ένα πολύ σπουδαίο έργο το οποίο πρέπει να στηριχθεί σε αυτή τη δύσκολη και επικίνδυνη φάση που περνάμε -και που θα περάσουμε ακόμα. Με αυτή τη λογική, αν παραμείνουμε στο 50% των εισιτηρίων -όχι όμως παρακάτω- και αν δεν υπάρξει και άλλο lockdown, πιστεύουμε ότι με καλή διαχείριση, θα έχουμε ισοσκελίσει τις απώλειες μέχρι το τέλος του 2020.

Τελευταία ακούστηκαν κάποια παράπονα για τις συχνές συνεργασίες της Λυρικής με ξένους καλλιτέχνες και κυρίως για το υψηλό κόστος της μετάκλησής τους σε σύγκριση με τις αμοιβές που ισχύουν για τους μόνιμους Έλληνες συνεργάτες  οι οποίοι αυτόν τον καιρό δίνουν μια μάχη επιβίωσης. Πιστεύετε ότι είναι δικαιολογημένα;

Με λυπεί πολύ που κάποιοι τραγουδιστές −οι απολύτως ευνοημένοι όλα αυτά τα χρόνια− έχουν άποψη και διασύρουν την Εθνική Λυρική Σκηνή, διαβάλλουν όλη αυτή την προσπάθεια λέγοντας ψέματα, χωρίς ουσιαστικό λόγο. Υπάρχει μια κακεντρέχεια η οποία διαμορφώνει ένα κλίμα αρνητικό που φυσικά είναι εσωτερικής κατανάλωσης. Δεν καταλαβαίνω γιατί έχουν τέτοιο μένος, δεν βρίσκω άλλο λόγο εκτός από ζήλια και μιζέρια. Η ελληνική κακομοιριά δεν προσφέρει τίποτα, μόνο αφαιρεί. Είναι κρίμα να λέγονται τέτοια πράγματα ειδικά στη δύσκολη αυτή περίοδο και με συγκριτικά μεγέθη που είναι λάθος. Ούτε τη Διαύγεια δεν ξέρουν να διαβάζουν σωστά…

Υπάρχει μια στρατηγική την οποία ακολουθώ εδώ και τριάμισι χρόνια, τιμώντας τους Έλληνες καλλιτέχνες-μέσα σε αυτούς είναι και οι τραγουδιστές- γιατί κι εγώ, πάνω απ’ όλα είμαι καλλιτέχνης. Τα αποτελέσματα που έχω μπροστά μου από αυτή τη διαδρομή δείχνουν ότι οι ξένοι, συνολικά, είναι λιγότεροι από 10%. Στο δε κομμάτι των μονωδών το ποσοστό των Ελλήνων είναι τεράστιο. Στους 500 μονωδούς οι ξένοι είναι μόλις 57. Είμαστε στην Ελλάδα, είμαστε η Εθνική Λυρική Σκηνή και σεβόμαστε τους Έλληνες δημιουργούς. Είναι όμως σημαντικό να συνεργάζονται με τους φιλοξενούμενούς μας τραγουδιστές, μαέστρους, σκηνοθέτες, σκηνογράφους, γιατί έτσι ανεβαίνει το επίπεδο. Άλλωστε, μέσα από αυτές τις συνεργασίες αντιλαμβάνεσαι και την ποιότητα των Ελλήνων που, πιστεύουμε ακράδαντα, βρίσκονται σε πολύ υψηλό επίπεδο. Μπορεί σε κάποιες όπερες που ανεβάζουμε, όπως είναι η Μαντάμα Μπατερφλάι ή ο Ντον Κάρλο, να μην βρεθούν οι κατάλληλες φωνές, είτε μέσα στο ανσάμπλ είτε από Έλληνες που βρίσκονται στο εξωτερικό. Όμως με όλους αυτούς συνεργαζόμαστε εκτενώς. Το έκανα τόσα χρόνια στην καριέρα μου, τώρα δεν θα το κάνω; Μπορώ να σας αναφέρω 15 τίτλους παραγωγών μας που είναι αμιγώς ελληνικές και στα δύο καστ. Στη μεγάλη συναυλία για τα 250 χρόνια Μπετόβεν που θα γίνει στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Πιάνου της Εναλλακτικής Σκηνής, έχουμε πέντε Έλληνες σολίστ. Στο δεύτερο διαδικτυακό φεστιβάλ που ακολουθεί με έργα από την Επτανησιακή σχολή, μέχρι τους νεότερους , έχουμε 10 παραγωγές, όλες με ελληνική μουσική. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, ότι δεν έχουμε να απολογηθούμε για κάτι. Να σημειώσω εδώ και το παράδοξο: στο μπαλέτο, παρότι η αναλογία αντιστρέφεται −το 40% είναι ξένοι− όλοι το αποδέχονται και κανείς δεν διαμαρτύρεται. Γιατί άραγε; Δεν υπάρχουν Έλληνες χορευτές;

Με τις μεγάλες συμπαραγωγές και συνεργασίες μας καταφέραμε να συγκαταλεγόμαστε στις μεγάλες όπερες της Ευρώπης, εκεί που δεν υπήρχε τίποτα. Στα πλαίσια και με τις δυνατότητες που έχουμε τώρα, με την τόσο υψηλή αισθητική, με τη συνεργασία τόσων Ελληνικών δυνάμεων αλλά και εκείνων που έρχονται από το εξωτερικό, η ιδέα ότι η Λυρική θα πρέπει να απομονωθεί και να γίνει πάλι ένα μικρό, επαρχιακό, περιφερειακό θέατρο, κλεισμένη σε έναν οπερατικό μικρόκοσμο είναι κάτι που δεν θα αποδεχτώ ποτέ. Για όσο τουλάχιστον είμαι εδώ, αυτό δεν θα το κάνω, ό,τι και να λένε. Εγώ μιλάω με στοιχεία. Δεν είναι ωραία η παραπληροφόρηση και τα ψεύδη. Κάποιοι πηγαίνουν να αλλοιώσουν ένα έργο το οποίο φαίνεται, κραυγάζει παντού, διεθνώς. Πριν λίγες μέρες ήρθε ένας δημοσιογράφος από ένα Γαλλικό περιοδικό υψηλού επιπέδου για μια συνέντευξη και παρακολούθησε το γκαλά στο Ηρώδειο. Δεν φαντάζεστε πόσες φορές με ευχαρίστησε συγκινημένος. Είχε να ακούσει συμφωνική μουσική από το τέλος Φλεβάρη! 

Έχουν κλείσει όλες οι όπερες, έχουν απολύσει τόσο κόσμο, διαβάστε τα νούμερα, τι έχει κάνει η Royal Opera, τι έχει κάνει η Μet, εμείς δεν έχουμε απολύσει ούτε ένα άτομο! Το θεωρώ τραγικό να απολύεις σε μια τέτοια δύσκολη κατάσταση. Μέσα στο «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός», το 100% είναι Έλληνες και παραπάνω από το 90% εξωτερικοί συνεργάτες. Όλη η Εναλλακτική μας Σκηνή, τόσα χρόνια, έχει αποκλειστικά Έλληνες, και όλους σε καινούργιες παραγωγές! Ποιος άλλος φορέας εποπτευόμενος ή μη ενδιαφέρεται να δώσει αυτή τη στιγμή αναθέσεις σε νέους συνθέτες; Μόνο η ΚΟΑ έδωσε μερικές, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για το 2021. Εμείς έχουμε δώσει δεκάδες! Μέσα στον κορωνοϊό δώσαμε 20 αναθέσεις σε Έλληνες συνθέτες λόγιας μουσικής! Αυτό δεν λέει τίποτα;

Αυτό που επιδιώκουμε είναι, επιστρατεύοντας όλες μας τις δυνάμεις, να στείλουμε ένα μεγάλο μέρος των παραγωγών μας, που αξίζει, έξω. Και βέβαια θα συνεχίσουμε να συμπράττουμε με σπουδαία λυρικά θέατρα και να φτιάχνουμε έργα −έχουμε εκπληκτικά εργαστήρια, από τα καλύτερα στην Ευρώπη− που θα παίζονται στο εξωτερικό από Έλληνες καλλιτέχνες. Έχουν ξαναγίνει όλα αυτά;

Σας διαβεβαιώνω πως ό,τι και να γίνει από εδώ και στο εξής, όποιοι περιορισμοί και να υπάρξουν, εμείς θα βρίσκουμε πάντα τρόπους για να αντεπεξέλθουμε και να προχωράμε. Ο Οργανισμός δεν θα κλείσει! Δεν μας σταματά τίποτα, ούτε ο κορωνοϊός…