- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Θανάσης Παπαγεωργίου: Συνηθίσαμε την οικονομική κρίση στο θέατρο
Μια χειμαρρώδης συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης με τον σπουδαίο ηθοποιό και σκηνοθέτη
Θανάσης Παπαγεωργίου: Συνέντευξη με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη για το θέατρο Στοά, την οικονομική και πνευματική κρίση και το έργο «Το επάγγελμα της μητρός μου»
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Η πολυετή παρουσία του στα θεατρικά δρώμενα μιλάει από μόνη της και ακτινοβολεί το ταλέντο του, την αγάπη του για το σανίδι, τη βαθιά του ευγένεια, την καλλιτεχνική του ψυχή, την καθαρή του ματιά απέναντι σε όσα ταλανίζουν τη σύγχρονη κοινωνία.
Καθώς το θέατρο Στοά κλείνει φέτος 49 χρόνια παρουσίας στο ελληνικό θεατρικό γίγνεσθαι και τιμά τον Μποστ ανεβάζοντας το έργο «Το επάγγελμα της μητρός μου» σε διασκευή και σκηνοθεσία του ίδιου, ο σημαντικός θεατράνθρωπος του τόπου μιλά στην ATHENS VOICE για την παράσταση και τον Μποστ, την αληθινή δημιουργία στο σανίδι, την οικονομική και πνευματική κρίση στο θέατρο, το πόσο σημαντικά είναι τα ελληνικά έργα, το πώς αποφορτίζεται από μια δύσκολη μέρα και για τους συμβιβασμούς της ζωής του.
Τι καλείται εσείς αληθινή δημιουργία στο θέατρο, στο σανίδι;
Κάτι που είναι μοναδικό, που δεν μπορεί να το κάνει κανένας άλλος. Αυτό που βγαίνει από τα τρίσβαθα του είναι σου και απευθύνεται στα τρίσβαθα του είναι κάποιου άλλου. Μια υπόγεια μυστική σχέση που δεν μπορεί να περιγραφεί. Κάτι που συμβαίνει μία και μοναδική φορά.
Ένας άνθρωπος του θεάτρου οφείλει να είναι πολιτικοποιημένος;
Είναι απαραίτητο. Η τέχνη πολεμάει την εξουσία. Πώς θα το κάνει αν δεν τη διακρίνει εύκολα; Και για να διακρίνεις την εξουσία θα πρέπει να μάθεις τα παιχνίδια της. Να τα εντοπίζεις και να τα καταγγέλλεις ακαριαία. Η εξουσία παίζει τα πιο διαβολικά παιχνίδια. Η τέχνη διαθέτει τα πιο διαβολικά όπλα. Ο πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης ξέρει να αντιστέκεται και να υπονομεύει. Δεν μπορεί να ρίξει την εξουσία. Μπορεί όμως να τη φθείρει. Η αποστολή της τέχνης είναι τέτοια που δεν χωρούν απληροφόρητοι και παθητικοί τύποι.
Οι πολιτικές θέσεις καθόρισαν ποτέ τα έργα που αποφασίζατε να παίξετε ή να ανεβάσετε;
Όλα τα έργα με τα οποία ασχολήθηκα απηχούν τα πολιτικά μου πιστεύω, τα κοινωνικά μου πιστεύω, θα έλεγα σωστότερα. Να ξεκαθαρίσουμε όμως ότι οι πολιτικές μου θέσεις δεν κομματικοποιήθηκαν ποτέ, επειδή δεν θα μπορούσα ποτέ μου να γίνω πρόβατο. Οι πολιτικές μου απόψεις καθορίζουν τις επιλογές μου, φυσικό είναι, αλλά ποτέ δεν μπήκαν στην υπηρεσία κανενός κόμματος. Οι προστάτες ζητούν την αλλοτρίωσή σου, μου φαινόντουσαν πάντοτε ύποπτοι τύποι. Όσο πιο μακριά τόσο καλύτερα.
Θεωρείται ότι η τέχνη βάλλεται στην Ελλάδα;
Η τέχνη βάλλεται πάντοτε και από κάθε στρατόπεδο εξουσίας και θα βάλλεται αιωνίως. Αν ποτέ εξουσία και τέχνη συμβαδίσουν, τότε κάτι θα πηγαίνει στραβά, η μία από τις δύο θα έχει προδώσει τον εαυτό της. Η Ελλάδα, στον τομέα αυτής της πολεμικής, ακολουθεί διεθνείς κανόνες και πρότυπα, που στις μέρες μας έχουν δείξει ξεκάθαρα το πρόσωπο και τους στόχους τους και μόνο ένας αόμματος δεν θα μπορούσε να το δει. Σήμερα η τέχνη έχει περάσει στα χέρια ειδικών «πρατηρίων», τα οποία διαθέτουν-παράγουν, με τις μηχανές που έχουν, Τέχνη «υψηλού», σε καλές τιμές και για όλα τα γούστα. Κατ’ αρχάς κατασκευάζονται οι «πρωτοπόροι» και οι «ανανεωτές» που στη συνέχεια επανδρώνουν αυτά τα «πρατήρια», με τους εκλεκτούς χώρους, τα λεγόμενα μεγάλα μαγαζιά με την επίφαση της πολύ ιδιαίτερης «ανησυχίας», καθορίζοντας αισθητικές και τάσεις. (Πόσα εισαγωγικά για να μιλήσει κανείς για αυτονόητα πράγματα!) Η κριτική ενός μεγάλου μέρους υποψιασμένων θεατρόφιλων είναι πλέον ένας θυμός γι’ αυτά που τον στέλνουν να δει. Ανυπεράσπιστο καθώς είναι, ακολουθεί το ρεύμα και ταυτόχρονα εναντιώνεται στον εαυτό του ελπίζοντας «κάθε μέρα ν’ αρχίσει μια καλύτερη ζωή», σαν εκείνο τον στίχο του λαϊκού τραγουδιού, «είναι ένα τσιγάρο, που δεν το γουστάρω κι όμως το φουμάρω»… Συνεχίζουν να παρακολουθούν θεάματα που εκ των προτέρων ξέρουν ότι θα τους κοροϊδέψουν, αλλά προτιμούν αυτό από το να θεωρηθούν από τους ομόσταυλους ως απληροφόρητοι.
Το θέατρο Στοά κλείνει 49 χρόνια παρουσίας στο ελληνικό θεατρικό γίγνεσθαι. Μέσα σε αυτά τα χρόνια ποια κρίση σας ταλάνισε περισσότερο: η οικονομική ή η πνευματική;
Και η μία και η άλλη είναι μόνιμες κρίσεις και δεν μας έλειψαν ποτέ. Μάθαμε να κάνουμε παρέα. Την οικονομική τη συνηθίσαμε. Έτσι πορευτήκαμε, έτσι θα πεθάνουμε. Η πνευματική δεν πολεμιέται. Χειροτερεύει από μέρα σε μέρα. Η οικονομική είναι ορατή και αντιμετωπίζεται. Η πνευματική καλύπτεται διαρκώς με διάφορους μανδύες προστασίας που προσφέρονται σε χαμηλές τιμές από διάφορα ενημερωτικά κέντρα, με το απαραίτητο δημοσιογραφικό προσωπικό, άλλοτε σαν νέα πρόταση, άλλοτε σαν εισαγόμενη πρωτοπορία.
Ποια είναι η αγωνία σας για το μέλλον του θεάτρου Στοά αλλά και του θεάτρου γενικότερα στη χώρα μας;
Το Θέατρο ΣΤΟΑ έκανε την πορεία του και κλείνει τον κύκλο του, πιστεύοντας ότι υπήρξε συνεπές, από την αρχή μέχρι το τέλος. Μακάρι να υπάρξουν κι άλλα τέτοια σχήματα και να αντέξουν πενήντα χρόνια στις θύελλες, όπως άντεξε η Στοά. Αλλά το θέμα Θέατρο στη χώρα μας περνάει μια περίοδο πλήρους σύγχυσης και θολούρας. Φοβάμαι ότι λείπει η επαναστατική διάθεση που θα ανατρέψει τις σαθρές δομές πάνω στις οποίες χτίζεται όλο το θεατρικό οικοδόμημα αυτή τη στιγμή. Οι επιχειρηματίες έχουν εισχωρήσει βαθιά εδώ και αρκετά χρόνια και καθορίζουν την τύχη του, ικανοποιώντας τα εύκολα γούστα του κοινού. Τα περισσότερα σχήματα ελέγχονται οικονομικά από τους λεφτάδες, οι οποίοι δικαίως ενδιαφέρονται στην καλύτερη περίπτωση να διατηρήσουν τα κεφάλαιά τους και στη χειρότερη να τα αυξήσουν με κάθε τρόπο. Αλλά με κάθε τρόπο! Οι καλλιτέχνες –πολύ μέτριας αντίστασης αυτή τη στιγμή– ενδίδουν εύκολα, με ισχνές ιδεολογικές απαιτήσεις, προκειμένου να είναι ενεργοί έστω και για μία σεζόν, αδιαφορώντας αν το προϊόν που θα προσφερθεί είναι «υγειονομικά» ελεγμένο, έστω ως προς τις απλές προδιαγραφές του. Η θεατρική γενιά του 1970 έκανε μια προσπάθεια να πάρει την επιχείρηση στα χέρια της, κάτι που ελάχιστα πλέον διατηρείται, κι αυτό ξεθωριασμένο, αφού τα πάντα ελέγχονται από το μεγάλο θεατρικό κεφάλαιο, στο οποίο δύσκολα μπορείς να αντιπαρατεθείς. Οι ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Τιμάτε τον Μποστ, το όνομα του οποίου είναι στενά συνδεδεμένο με τον χώρο, ανεβάζοντας το έργο «Το επάγγελμα της μητρός μου». Γιατί επιλέξατε αυτό το έργο; Σας δυσκόλεψε αυτό το εγχείρημα; Ποια είναι η σκηνοθετική σας προσέγγιση;
Είχα μια παλιά σχέση με αυτό το κείμενο το 2003, όταν και το παρουσίασα σαν θεατρικό μονόλογο και, αντιμέτωπος κι εγώ όπως όλοι με τη ρεπερτοριακή ένδεια, αποφάσισα να το διασκευάσω σε πλήρες έργο. Δεν με δυσκόλεψε το εγχείρημα, αυτό καθεαυτό. Με τρόμαξε η προσπάθεια να μείνω όσο γίνεται πιστός στο πνεύμα του Μποστ, αφού το να γράψεις σαν εκείνον είναι αδιανόητο. Ελπίζω να μην τον πρόδωσα, επειδή εύκολα προδίδεται αν δεν τον κατανοήσεις σε βάθος και δεν θα ‘θελα να προστεθεί το όνομά μου στον κατάλογο.
Ποια ήταν εκείνα τα στοιχεία των έργων του Μποστ που κατά τη γνώμη σας τα κάνουν ξεχωριστά και διαχρονικά;
Τα έργα του Μποστ είναι δραματικά έργα με κωμική μορφή. Αυτός ήταν ο κανόνας πάνω στον οποίο βάσιζα πάντοτε τις προσεγγίσεις μου. Ζητάω από τους ηθοποιούς να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους σοβαρά, σαν να πρόκειται για τραγικά θέματα. Έχω πάντοτε για οδηγό τον Μπάστερ Κήτον και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Δεν έπαιξαν ποτέ «κωμικά». Η κωμωδία προκύπτει, δεν επιδιώκεται. Το ίδιο ισχύει και για τον Μποστ. Δεν προσπάθησε ποτέ να κάνει τον άλλο να γελάσει με κωμικά καμώματα. Η κωμωδία βγαίνει επειδή είναι ο τρόπος και η ματιά με την οποία βλέπει εκείνος το δράμα του ανθρώπου. Η κατάδειξη της υποκρισίας μας, πολιτικής, κοινωνικής, οικογενειακής, δεν είναι κάτι κωμικό. Κωμικό γίνεται επειδή το βλέπει με λοξή ματιά. Στη «Φαύστα» η μαμά, αντί να κλάψει για τον πνιγμό του παιδιού της στο Φάληρο, ολοφύρεται για τον χαμό του Καραϊσκάκη που σκοτώθηκε στο ίδιο σημείο. Στο «Επάγγελμα της μητρός μου», ο σύζυγος δεν έχει αντίρρηση που η γυναίκα του θέλει να γίνει πόρνη. Αντιτίθεται απλώς στη γυναικεία εργασία επειδή θίγεται ο εγωισμός του που δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στα οικογενειακά έξοδα. Στη «Μήδεια» η μαμά λέει «να σφάξει τα παιδιά, να φύγουν απ’ τη μέση» για να εκδικηθεί τον άπιστο σύζυγο.
Πόσο σημαντικά είναι τα ελληνικά έργα για το ελληνικό θέατρο; Υπάρχουν σπουδαίες πένες σήμερα που σας γοητεύουν και σας αγγίζουν;
Όσο σημαντική είναι και η γλώσσα για τον κάθε πολίτη, κάθε χώρας. Χωρίς ελληνικό έργο θα χαθεί η γλώσσα, που δεν είναι μόνο η προφορά της, είναι και ό,τι τη συνοδεύει: η χειρονομία, το ήθος, το έθος, η μούτα, η στάση του σώματος, η γλώσσα του σώματος. Έτυχε να ζήσω την άνθιση του νεοελληνικού έργου και να την υπηρετήσω συμπορευόμενος μαζί της. Κάτι που με κάνει να νιώθω ότι αυτή την εποχή το ελληνικό έργο δεν περνάει και τις καλύτερες μέρες του. Κάποιες εκλάμψεις δίνουν ελπίδες, αλλά αυτό που του λείπει είναι ο καθαρός στόχος των συγγραφέων μας. Φοβάμαι ότι έχουν επηρεαστεί πολύ από τα εισαγόμενα εργάκια που πλασάρονται σαν αριστουργήματα. Αυτή είναι η δεύτερη ζημιά που κάνουν τα «πρατήρια» θεάτρου που σας έλεγα παραπάνω.
Σήμερα οι σκηνοθέτες μπορούν και ανεβάζουν δύο και τρία έργα μέσα σε μια χρονιά. Ποια είναι η θέση σας για αυτή την τάση που κυριαρχεί στο θέατρο στις μέρες μας;
Συνέβαινε και παλιότερα, τώρα έγινε κανόνας. Η δουλειά που γίνεται στο πόδι δεν χρειάζεται χρόνο για να ωριμάσει στο μυαλό του δημιουργού. Οι ιδέες δεν περνάνε από δεύτερη σκέψη γι’ αυτό και το αποτέλεσμα είναι επιδερμικό. Όταν διαβάζεις για έναν σκηνοθέτη ή ηθοποιό ότι ετοιμάζει μέσα στη σεζόν έναν «Θείο Βάνια», ένα εργάκι της Βόρειας Ιρλανδίας και για το καλοκαίρι έναν «Αισχύλο», αυτόματα αισθάνεσαι δύο πράγματα. Ή ότι υπάρχουν υπεράνθρωποι που δεν τους έχεις ανακαλύψει ή ότι σε κοροϊδεύουν ασυστόλως με ύποπτο σκοπό. Καταλήγεις να διαπιστώσεις ότι και το επάγγελμα του ηθοποιού έχει βιομηχανοποιηθεί και κρατάς αποστάσεις πλέον από αυτό που κάποτε λεγότανε μέθεξη.
Αγαπάτε την ελληνική τηλεόραση; Θα μπορούσατε να δείτε τον εαυτό σας σε μια από τις τηλεοπτικές σειρές που παίζονται;
Δεν βλέπω τηλεόραση και δεν έχω άποψη για το αν παίζονται καλές ή κακές σειρές. Έχω ακούσει ότι μία-δύο σειρές είναι καλές και έχουν μεγάλη τηλεθέαση. Είναι βέβαιο ότι έχουμε μερικούς καλούς σκηνοθέτες, όπως και ηθοποιούς. Αλλά για να δω τον εαυτό μου σε κάποια απ’ αυτές τις σειρές θα πρέπει να του στερήσω το θέατρο. Και τα δυο μαζί δεν μπορώ να τα κάνω. Διαλέγω το θέατρο.
Συμβιβάζεστε; Είτε σε επαγγελματικό είτε σε προσωπικό επίπεδο; Αν ναι, πόσο εύκολο είναι να επωμιστείτε το εκάστοτε κόστος;
Σίγουρα. Προσπαθώ να θυμηθώ τους συμβιβασμούς που έχω κάνει. Νομίζω ότι είναι ελάχιστοι και ανώδυνοι, έτσι ώστε να μην αλλοιώνουν τις αναζητήσεις μου και τη συνέπειά μου. Περισσότερο μου έρχονται στο μυαλό λάθος επιλογές ρεπερτορίου. Αλλά, αν είναι κάτι που είχα ανάγκη μερικές φορές να το κάνω και δεν το έκανα, ήταν να μη λειτουργήσω τη Στοά για μία-δύο περιόδους. Με σταματούσε όμως το οικονομικό κενό που θα δημιουργούσα στο ταμείο και στους βασικούς μου συνεργάτες. Δεν είχαμε ποτέ την πολυτέλεια να μην εργαστούμε για έναν χρόνο. Κάτι απαραίτητο για τη δική μας ανανέωση. Αλλά πού τέτοιες πολυτέλειες…
Τι άλλο αγαπάτε με πάθος, εκτός από το θέατρο;
Την τάξη και τη σοφία της φύσης. Και δυο πράγματα που όμως δεν μπορώ να τα έχω. Τα ζώα και το ψάρεμα.
Πώς αποφορτίζεστε από μια δύσκολη μέρα;
Αποφορτίζομαι με διάφορα πράγματα, από το να ακούσω ένα κλασικό κομμάτι – την ουβερτούρα από τον Έγκμοντ ή την εισαγωγή από το Ναμπούκο, που είναι τα αγαπημένα μου κομμάτια – μέχρι να παίξω ένα παιχνιδάκι στον υπολογιστή μου.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Το επάγγελμα της μητρός μου» στο Θέατρο Στοά στο City Guide της ATHENS VOICE