Θεατρο - Οπερα

Θέμις Μπαζάκα, ένα αγοροκόριτσο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου

Η πρωταγωνίστρια της παράστασης «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» του Τενεσσή Ουίλλιαμς μας αφηγείται τη ζωή της

Πηνελόπη Μασούρη
ΤΕΥΧΟΣ 736
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Θέμις Μπαζάκα: Συνέντευξη στην ATHENS VOICE για τη ζωή της, τον κινηματογράφο, το θέατρο και τον ρόλο της στην παράσταση «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι»

Ήμουν ένα αγοροκόριτσο. Ψαχούλευα τα πάντα, είχα μεγάλη περιέργεια για τη ζωή, που δεν με έχει αφήσει μέχρι σήμερα. Αυτή με οδηγεί στο να ψάξω να διαβάσω το τάδε βιβλίο, να δοκιμάσω ένα νέο πιάτο στο εστιατόριο, μια καινούρια συνταγή, να γευτώ, να μυρίσω, να δω, να αντιληφθώ. Το είχα από πολύ μικρή και αυτό πλούτισε έναν ανήσυχο χαρακτήρα.

Είχα μια πολύ καλή, ιδιαίτερη και πλούσια σε εμπειρίες παιδική ηλικία. Οι γονείς μου ήταν δάσκαλοι και έπαιρναν συχνά μεταθέσεις. Έζησα σε χωριά και κωμοπόλεις της Βόρειας Ελλάδας, μέσα στην ελευθερία, περιτριγυρισμένη από φύση, ζώα, χωράφια, αλάνες.

Έγινα εσωτερική μετανάστης, από Θεσσαλονίκη κατέβηκα στην Αθήνα, σε μια πόλη όπου άντε να ήξερα δυο-τρεις ανθρώπους, έχοντας την ενέργεια του ξένου, του πρόσφυγα, του ανθρώπου που έπρεπε να επιβιώσει. Συνάδελφοι Αθηναίοι ήταν πιο χαλαροί όντας αναγνωρίσιμοι, εγώ ήμουν ξένη και έπρεπε να βρω επειγόντως δουλειά. Είχα επιθυμία τεράστια να κάνω σινεμά. Άρχισα να ρωτάω πού γίνονταν οντισιόν για ταινίες και μου δόθηκαν δύο ρόλοι που τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν σε δύο σπουδαίες ταινίες, το «Ρεμπέτικο» και τα «Πέτρινα Χρόνια», και μετά όλα είναι απλά ιστορία. Δεν ήταν μόνο καλοί οι ρόλοι, άλλα και μέσα σε δύο χρόνια έφεραν και πολλά βραβεία για την ερμηνεία μου. Ήμουν από το σπάνιο είδος ηθοποιών που έγιναν διάσημοι από το σύγχρονο ελληνικό σινεμά. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, γίνεσαι γνωστός από την τηλεόραση. Ενώ όμως η αρχή ήταν πολύ εύκολη, μετά ήμουν χαρακτηρισμένη σαν ηθοποιός του σινεμά και δεν με φώναζαν στο θέατρο. Αγωνίστηκα να μπω στο θέατρο, από το '86 και μετά δεν είχα καμία θεατρική πρόταση και μου πήρε χρόνια για να παίξω σπουδαία κλασικά έργα, ήταν σαν η ρετσινιά του σινεμά να μην έφευγε από πάνω μου. Θυμάμαι κάποια κριτική που έλεγε «η κυρία Μπαζάκα να επιστρέψει στο σινεμά». Αυτές υπήρξαν οι δυσκολίες που έφερε η γρήγορη κινηματογραφική επιτυχία.

© Domniki Mitropoulou

Αγαπώ το σινεμά πολύ περισσότερο, οι κινηματογραφικές συνθήκες διαμόρφωσαν τον περιπετειώδη χαρακτήρα μου. Έζησα μέσα σε όλο αυτό το τσιγγάνικο την αίσθηση ελευθερίας που έχουν τα γυρίσματα, κάθε μέρα είσαι αλλού, έχεις άλλη σκηνή, αλλάζεις επί τόπου δίπλα στην Εθνική Οδό, παίρνεις μεσημεριανό στον δρόμο εντελώς χύμα. Έμαθα την Αθήνα από τα γυρίσματα, τη μία μέρα γυρίζαμε στα Πετράλωνα, την άλλη στον Μαραθώνα. Όταν πρωτοκλείστηκα σε καμαρίνι έψαχνα την έξοδο, ένα παράθυρο, κάτι. Δεν έχουμε εδώ παράθυρα με πληροφόρησαν, αν θες να βγεις πέρνα μέσα από τη σκηνή, «Θεέ μου» είπα!

Στα είκοσί μου, το 1983 πήγα ένα μεγάλο ταξίδι στην Ινδία. Ήταν μια μαγική εμπειρία. Πήγα με τα χρήματα που κέρδισα από τη βράβευσή μου για το «Ρεμπέτικο», χωρίς εισιτήριο επιστροφής. Έμεινα τρεις μήνες και γύρισα άλλος άνθρωπος. Ήθελα να δω τον κόσμο. Δεν έψαχνα, ούτε γιόγκα, ούτε διαλογισμό, αυτά ήρθαν πολύ μετά, ήρθαν μαζί με δυσκολίες που έπρεπε να αντιμετωπίσω. Χάθηκα στο ταξίδι αυτό, έστελνα καμία κάρτα στους γονείς μου που έφτανε μετά από καιρό, δεν υπήρχαν συνθήκες να τους πάρω ένα τηλέφωνο. Η Ινδία την δεκαετία του ’80 υπήρξε πολύ hot προορισμός. Ήταν ταξίδι ζωής. Ανεβαίναμε τα βουνά, διασχίζαμε πεδιάδες, είδα πολλά, αναμετρήθηκα με τον εαυτό μου, σύγκρινα, φοβήθηκα. Ταξίδεψα πάνω στο κατάστρωμα ενός πλοίου για 24 ώρες για να πάω από τη Βομβάη στην Κόα, δίπλα στις ζουγκλοειδείς ακτές, μαζί με εικοσάχρονα παιδιά από όλο τον κόσμο, με υπόκρουση ινδικής μουσικής και έναν κατακόκκινο ήλιο να χάνεται μέσα στη θάλασσα και μετά, κάτω από έναν ουρανό γεμάτο αστέρια, όλοι μαζί να τραγουδάμε. Την ελευθερία εκείνου του ταξιδιού θα την αναζητώ γιατί ήταν η πρώτη φορά, ήταν η νιότη, υπήρχε άγνοια και αθωότητα μαζί. Τίποτα άλλο δεν αναπολώ από την ανεμελιά και την ελαφράδα εκείνου του ταξιδιού. Τότε δεν καταλάβαινα, απλώς περνούσα καλά, αλλά όλα αυτά τελικά καταλαμβάνουν ένα κομμάτι της καρδιάς σου που σε διαμορφώνουν υπόγεια ως προσωπικότητα, ούτε κι εσύ ξέρεις πώς.

Ό,τι έχω ζήσει λειτουργεί παράλληλα, υποσυνείδητα, χωρίς να το καταλαβαίνω, δεν ανακαλώ για να ερμηνεύσω. Αυτό που με συγκινεί στον χρόνο είναι κάποιες στιγμές που σταματάει − ακόμα και πάνω στη σκηνή. Όταν έχεις παλέψει πολύ για κάτι και ξαφνικά το κατακτάς αυτόματα και ερήμην σου, διαστέλλεται ο χρόνος.

Δεν κάνω όνειρα που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν. Πήγα στην Αμερική στα 28 μου και ήμουν έγκυος. Αναζήτησα δουλειά σαν ηθοποιός, πήγα σε μερικά casting, είχα κάποιες ατυχίες αλλά δεν πτοήθηκα. Σε εννέα μήνες θα είχα παιδί στην αγκαλιά. Πήρα μια απόφαση τότε, πολύ συνειδητή. Είπα εδώ είναι η χώρα μου, η γλώσσα μου, οι γονείς μου, η γιαγιά και ο παππούς του παιδιού μου, κι αυτό στοίχισε τον γάμο μου. Τι να έκανα στην Αμερική; Πόσους ρόλους να είχαν για μια Ελληνίδα; Ήμουν πραγματίστρια. Είχα ένα παιδί να μεγαλώσω, έπρεπε να βγάλω λεφτά, η χώρα μου ήταν σε τρομερό booming, ήθελα να κάνω ωραία πράγματα, μου προτάθηκαν δουλείες στην τηλεόραση. Έτσι έκανα 23 σίριαλ και 35 ταινίες. Γύρισε τότε μαζί μου κι ο άντρας μου, ο γιαπωνεζο-αμερικανός καλλιτέχνης Genji Ito, που ήταν μουσικός αλλά δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στη χώρα μου. Χωρίσαμε όταν η Σοφία ήταν τεσσάρων ετών. Έτρεχα να την προλάβω ξύπνια το βράδυ, να την πάω στο σχολείο, έστω και αν είχα κοιμηθεί το ξημέρωμα, δεν είχα να το μοιραστώ, ο πατέρας της έμενε σε άλλη ήπειρο, τη μεγάλωνα μόνη. Έκανα πολιτικό γάμο στην Αμερική και τον επικύρωσα εδώ.

© Domniki Mitropoulou

Υπήρξαμε μια γενιά πρωτοπόρων, αλλάξαμε κάποια δεδομένα για τη θέση της γυναίκας. Ήμασταν κάπως rock ’n roll με τις φίλες μου, κάπως δακτυλοδεικτούμενες. Θυμάμαι, κυκλοφορούσα με ένα λεοπαρδαλέ παντελόνι το ’82 και με κοιτούσαν περίεργα.

Σταρ στο Χόλιγουντ δεν ονειρεύτηκα ποτέ να γίνω, αυτό είναι ένα παραμύθιασμα και δεν βοηθά κανέναν. Θα ήθελα να συμμετέχω σε ξένες συμπαραγωγές. Τα τρία τελευταία χρόνια έχουν ανοίξει οι πόρτες για το ελληνικό σινεμά. Πλέον οι casting directors, όταν ψάχνουν ηθοποιό, τον ψάχνουν παντού. Δεν ονειρεύτηκα ποτέ ότι μπορεί να με θέλει ο τάδε διάσημος και δεν μετανιώνω για τις επιλογές μου. Θεωρώ ότι κάποτε ήρθε η τύχη να με επισκεφτεί κι εγώ ήμουν εκεί. Δεν ήθελα καν να γίνω ηθοποιός τότε. Μεγαλώνοντας, λίγες ηθοποιοί μπορούν να σταθούν. Έλεν Μίρεν, Τζούντι Ντεντς, Μέριλ Στριπ μπόρεσαν να μείνουν, πόσες ηθοποιοί περνώντας τα πενήντα χάθηκαν; Και αν υπάρχει ένας ρόλος, θα τον πάρει κάποια αν αρνηθεί η Μέριλ Στριπ. Στην Ελλάδα γίνονται πέντε έξι ταινίες το χρόνο. Στην Ευτυχία π.χ. έτυχε να υπάρχει ένας ρόλος που τον κάνει καταπληκτικά η Καρυοφυλλιά, αλλά πόσο καιρό έχουμε να δούμε ρόλο για γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας; Θέλω να δουλέψω με γνωστούς σκηνοθέτες, το θέμα είναι αυτοί θέλουν; Ο Λανθιμος έχει φύγει από την Ελλάδα και διαπραγματεύεται με πολύ μεγάλους σταρ. Όπως οι ηθοποιοί ονειρεύονται να συνεργαστούν με πολύ μεγάλους σκηνοθέτες έτσι και οι σκηνοθέτες θέλουν να έχουν μια Κέιτ Μπλάνσετ, μια Τζούλιαν Μουρ.

Είμαι σχεδόν δέκα χρόνια μόνη. Δεν υπάρχει πια ένας άνδρας να μου κινήσει το ενδιαφέρον. Άλλο μόνη, όμως, κι άλλο μοναξιά, είναι επιλογή μου να είμαι μόνη μου, για να ’μαι με κάποιον πρέπει να είμαι καλύτερα απ’ ό,τι είμαι τώρα. Μου αρέσουν τα ρούχα, μου αρέσουν τα κρασιά, τα κεριά, τα δάση, η θάλασσα, ο ουρανός, αγαπώ τη ζωή. Ποτέ δεν είχα πολλά χρήματα, ούτε πρόκειται να βγάλω τώρα πια. Μπορώ όμως να κάνω μια σπατάλη όταν το έχω ανάγκη, σαν ανάσα. Διαβάζω πολύ, από αστυνομικά έως κλασική λογοτεχνία, από δοκίμια έως εξειδικευμένα βιβλία για το θέατρο και το σινεμά.

Οι ρόλοι που ερμηνεύω δεν είναι η ιδιοσυγκρασία μου, δεν είμαι έτσι εγώ. Οι άνθρωποι έχουν πράγματα μέσα τους που κάποιοι τα αντιλαμβάνονται, άλλοι τα παραβλέπουν και λίγοι τα διαχειρίζονται. Στον «Βυσσινόκηπο» η Λιουμπόφ ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, παρ’ όλα αυτά κι αυτή είχε ένα κούνημα. Κάποια στιγμή ρώτησα τον Γιώργο Παπαγεωργίου, τον σκηνοθέτη μας στο «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι», όταν μου είπε «ε καλά αυτή είναι τρελή», «είναι αυτή τρελή ή εγώ βγάζω όλους τους ρόλους τρελούς, γιατί είναι σοβαρό αυτό». Δύσκολοι ρόλοι, τώρα είμαι μελανιασμένη, πονάει το σώμα μου από τα χτυπήματα. Μερικές φόρες επιθυμώ να μου δώσουν κάτι πιο ανάλαφρο, αλλά αυτά μου δίνουν αυτά κάνω. Οι πιο ελκυστικοί ρόλοι έχουν δύσκολη ψυχοσύνθεση, όμως σου δίνουν υλικό να ερμηνεύσεις, να αναμετρηθείς με δύσκολους ψυχισμούς, με προσωπικότητες πολυδιάστατες και πολυσύνθετες. Η ζωή είναι δύσκολη και οι άνθρωποι έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά.

Υπάρχει μια θετική αγωνία που φέρνει υπερδιέγερση ώσπου να βρεις τη σωστή ενέργεια για να βγεις στη σκηνή. Κάποιες στιγμές πάνω στη σκηνή ο χρόνος διαστέλλεται ερήμην σου. Τότε όλα γίνονται απολύτως κατανοητά και διάφανα και νιώθεις ότι βρίσκεσαι δύο εκατοστά πάνω από τη γη και απολύτως παρών στο τώρα. Αυτές τις μαγικές στιγμές τις επιδιώκουμε και θέλουμε να μας συμβαίνουν.

Είναι ο δεύτερος Ουίλιαμς που κάνω και δεν το φανταζόμουν πόσο θα μου άρεσε, με έχει συνεπάρει, είναι μεγάλος ποιητής και σπουδαίος καλλιτέχνης με υπέροχους ρόλους για να αναμετρηθείς. Αυτοί είναι ρόλοι για να κάνεις ερμηνείες. Έχουν πολλή κούραση αλλά η δουλειά μας δεν είναι εύκολη στο θέατρο, απαιτεί σωματική και ψυχική δύναμη.

Αυτό που απαιτεί η εποχή μας είναι η νεότητα που διατηρείται με οποιοδήποτε τρόπο, επιβάλλεται με όλες τις θυσίες. Δεν το ακολουθώ και δεν μ’ αρέσει. Δεν έχω καμία πρόθεση να κρύψω τις ρυτίδες μου. Μου είναι πολύ δύσκολο να αντικρίσω ένα πρόσωπο που είναι πειραγμένο, δεν μπορώ να το κοιτάξω στα μάτια, νιώθω ότι κάτι λείπει από την αλήθεια και είμαι μανιώδης της αλήθειας. Άλλωστε η ομορφιά ξεκινά από μέσα. Είναι ωραίο να μεγαλώνεις με χάρη. Άλλωστε εγώ έχω ένα πρόσωπο που πολλές γυναίκες μπορούν να ταυτιστούν. Ήμουν περισσότερο το κορίτσι της διπλανής πόρτας. Δεν υπήρξα ποτέ η ενζενί του εξώφυλλου.

Αλλιώς φανταζόμουν την ηλικία που είμαι τώρα, να μπορώ να κάνω πράγματα πολύ πιο άνετα, πιο ελεύθερα. Φέτος κατάφερα και πήγα ένα ταξίδι στο Σαν Φραντσίσκο. Είχα δέκα χρόνια να πάω στην Αμερική γιατί δεν είναι εύκολα πια τόσο μεγάλα ταξίδια. Σε αυτό το ταξίδι κατάλαβα γιατί έφυγα από την Αμερική κάποτε και δικαίωσα απόλυτα την τότε επιλογή μου. Είναι τόσο μεγάλο το ψέμα, από πάνω περνάνε οι λευκοί μη καπνιστές με τα organics και την άψογη ζωή και κάτω από τις γέφυρες οι άνθρωποι τρώνε σκουπίδια, καπνίζουν, πίνουν... Από τη μια στιγμή στην άλλη, λόγω μιας κακής διαχείρισης, ενός στραβοπατήματος από πάνω, βρίσκονται κάτω από τη γέφυρα. Επειδή η πολιτεία της Καλιφόρνια στα πλαίσια της ελευθερίας και της ανοχής δεν τους κυνηγάει και λόγω ιδανικού κλίματος μαζεύονται εκεί από παντού. Ήταν λοιπόν και λόγω μεγέθους πολύ ορατό όλο αυτό και εγώ δεν το αντέχω. Λόγω της Silicon Valley οι κάτοικοι αναγκαστικά αφήνουν τα σπίτια που είναι πλέον πανάκριβα, φεύγουν μακριά για τη διαβίωση και μετά θέλουν μιάμιση ώρα για να φτάσουν στη δουλειά τους. Και μέσα σε όλες αυτές τις αντιξοότητες, λίγο πιο εκεί κάποιοι θεόγυμνοι με καπελάκια και walkman να κάνουν τζόκινγκ. Παραξενεύτηκα αλλά μου εξήγησαν ότι είναι ένας νόμος από το 1960 που επιτρέπει σε γυμνιστές να περπατούν στη συγκεκριμένη λωρίδα κατά μήκος του δρόμου.

© Domniki Mitropoulou

Η κόρη μου ζει και εργάζεται στο Βερολίνο, γι’ αυτό την επισκέπτομαι συχνά. Νιώθω ελεύθερη στο Βερολίνο, ανακαλύπτω γωνίες,vintage αρχιτεκτονική, τέχνη, πάρκα. Μου αρέσει η τάξη, η ησυχία και η καθαριότητα της πόλης. Θα ήθελα και η Αθήνα να είχε τέτοια εικόνα.

Περνάω ώρες στον Εθνικό Κήπο, εκεί μαθαίνω τους ρόλους μου. Παρατηρώ ότι τον επισκέπτονται ως επί το πλείστον τουρίστες και ελάχιστοι είναι οι Έλληνες που τον χαίρονται, ο λαός μας προτιμά τα καφέ. Μου αρέσει να μπαίνω στη σκοτεινή αίθουσα των κινηματογράφων του κέντρου και να χάνομαι μέσα σε μια άλλη πραγματικότητα. Επιδιώκω να ξυπνάω νωρίς το πρωί στην απόλυτη ησυχία, πριν η Αθήνα ξυπνήσει.


Info
«Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» του Τενεσσή Ουίλλιαμς, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου μέχρι τις 12 Απριλίου
Σκηνοθεσία: Γιώργου Παπαγεωργίου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Θέμις Μπαζάκα, Μαίρη Μηνά, Παναγιώτης Εξαρχέας, Αθηνά Αλεξοπούλου, Γιάννης Λατουσάκης

Δείτε περισσότερες πληροφορίες στο Guide της Athens Voice