Θεατρο - Οπερα

Περηφάνια και Προκατάληψη: Έχουμε τις εικόνες λίγο πριν την πρεμιέρα

Αποκλειστικά στην ATHENS VOICE οι τελευταίες φωτογραφίες της παράστασης, λίγο πριν την πρεμιέρα

Νικολέττα Σταμάτη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Ιόλη Ανδρεάδη σκηνοθετεί την θεατρική παράσταση «Περηφάνια και Προκατάληψη» στο Θέατρο Αλκυονίς, σε διασκευή δική της και του Άρη Ασπρούλη

Το «Περηφάνια και Προκατάληψη» της Τζέιν Όστεν έχει καταφέρει να σημαδέψει τη λογοτεχνία ως μία από τις πιο δυνατές ιστορίες αγάπης. Δεν είναι τυχαίο ότι πάνω από δύο αιώνες μετά την πρώτη του έκδοση, συνεχίζουμε να το βλέπουμε να αποθανατίζεται στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη και στις θεατρικές σκηνές.

© Σταύρος Χαμπάκης

Από σήμερα, 14 Φεβρουαρίου, θα έχουμε την ευκαιρία να το δούμε για πρώτη φορά θεατρικά και στην Ελλάδα. Τη νύχτα των ερωτευμένων οι Ευγενία Δημητροπούλου, Δημήτρης Μοθωναίος, Αγησίλαος Μικελάτος, Ελεάννα Καυκαλά και Κώστας Φαλελάκης θα ανέβουν στη σκηνή του Θεάτρου Αλκυονίς, για να ζωντανέψουν τους χαρακτήρες, για να μάς θυμίσουν ότι κάθε περηφάνια και προκατάληψη στέκονται αδύναμες μπροστά στον αληθινό, μεγάλο, ατόφιο έρωτα, αφού αυτός είναι ικανός να οδηγήσει τους ανθρώπους σε συμφιλίωση με τους εαυτούς τους και στην παραδοχή των πραγματικών τους αισθημάτων.

Η ιστορία είναι η γνώριμή μας. Ο υπερόπτης κύριος Ντάρσι και ο φίλος του, κύριος Μπίνγκλεϊ, δύο πλούσιοι αριστοκράτες, φτάνουν σε μία επαρχιακή πόλη της Αγγλίας και αμέσως αντιμετωπίζονται ως περιζήτητοι γαμπροί. Ανάμεσα στις υποψήφιες νύφες των οικογενειών βρίσκονται και δύο αδερφές, η ανεξάρτητη Ελίζαμπεθ και η αθώα Τζέιν, που ακόμα περισσότερο από έναν σύζυγο αναζητούν την πραγματική ευτυχία και τον έρωτα.

© Σταύρος Χαμπάκης

Η ιστορία αυτή αναβιώνεται μέσα από τη σκηνοθετική ματιά της Ιόλης Ανδρεάδη, η οποία διασκεύασε το κλασικό έργο της Όστεν σε συνεργασία με τον Άρη Ασπρούλη. Η σκηνοθέτης σημειώνει για την παράσταση: «Η διασκευή αυτή της κλασικής νουβέλας της Τζέιν Όστεν «Περηφάνια και Προκατάληψη» που πραγματοποιήσαμε με τον Άρη Ασπρούλη και με τη συνδρομή της δραματολόγου Μαριλένας Παναγιωτοπούλου, γράφτηκε με γνώμονα τις ανάγκες του θεάτρου ως είδος και φόρμα έκφρασης, σε σχέση με την αφήγηση μιας ιστορίας. Ανάγκες ξεκάθαρα διαφορετικές από αυτές της λογοτεχνίας ή του σινεμά.

© Σταύρος Χαμπάκης

Ταυτόχρονα, γράφτηκε και ως παραγγελία των Θεατρικών Σκηνών, για τον συγκεκριμένο, φορτισμένο ιστορικά χώρο. Το καινούριο Θέατρο Αλκυονίς, που προϋπήρχε ως ιστορικός κινηματογράφος της Πλατείας Βικτωρίας.

Άρα οι δύο στόχοι της διασκευής ήταν να επιτευχθεί – πρακτικά, θεατρικά – η σύνθεση μιας καθαρής ιστορίας, που συμπυκνώνει με εντελώς άλλο τρόπο τη μυθιστορηματική γραφή, προτάσσοντας για παράδειγμα την ανάγκη για εμβάθυνση στους χαρακτήρες, και, ταυτόχρονα, η συγκέντρωση στο «μάτι» του θεατή να επικεντρώνεται πάνω σε μια σκηνή θεάτρου που είχε φτιαχτεί για να φιλοξενεί μια οθόνη για κινηματογραφικές προβολές.

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

Οι ίδιοι οι στόχοι οδήγησαν και στην επιλογή να κρατηθούν πέντε κεντρικοί χαρακτήρες από το πρωτότυπο, να αναπτυχθούν, να βαθύνουν και να αναπαρασταθούν, για να αφηγηθούν τον πυρήνα της ιστορίας του. Και μερικοί από τους υπόλοιπους κεντρικούς χαρακτήρες να μνημονεύονται όταν χρειάζεται, για να εξυπηρετούν τη νέα, θεατρική, αφήγηση. Έχει επιλεγεί μια έμφαση στην ερωτική ιστορία του κεντρικού ζευγαριού, της Ελίζαμπεθ Μπέννετ και του Κυρίου Ντάρσυ, σε παράλληλη ανάπτυξη τούς συντροφεύουν η Τζέιν Μπέννετ και ο Κύριος Μπίγκλεϋ, ενώ το ζευγάρι των γονέων Μπέννετ εκπροσωπείται εδώ από τον πατέρα, τον Κύριο Μπέννετ, ο οποίος συνδιαλέγεται με τη νεκρή πια Κυρία Μπέννετ με όχημα έναν πίνακα που την απεικονίζει, καταστρώνοντας από κοινού με αυτό τον σχεδόν μεταφυσικό / αναμνησιακό / εσωτερικό τρόπο τα σχέδιά τους για την αποκατάσταση των ανύπαντρων θυγατέρων τους.

© Σταύρος Χαμπάκης

Η επιλογή αυτή πριμοδοτεί και την εμφάνιση τριών πτυχών του έρωτα: τον έρωτα μετ’ εμποδίων δυο πολύ περήφανων ανθρώπων (της Ελίζαμπεθ Μπέννετ και του Κυρίου Ντάρσυ), τον πιο αβίαστο, ρέοντα έρωτα δυο κλασικών innamorati (της Τζέιν Μπέννετ με τον Κύριο Μπίγκλεϋ) και τέλος τον έρωτα που δεν τελειώνει με το θάνατο του ενός, τον έρωτα που δεν πεθαίνει όταν πεθαίνει το σώμα, όπως λέει ο Όσκαρ Ουάιλντ (τον έρωτα του Κύριου Μπέννετ για τη γυναίκα του, όταν συνδιαλέγεται με την ανάμνηση της). 

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

Στη διασκευή επιλέχτηκαν προς εστίαση δύο πτυχές της πρωτότυπης ιστορίας της Τζέιν Όστεν, οι οποίες έπειτα αναπτύχθηκαν και βάθυναν μέσα από τη σκηνοθεσία της παράστασης και τη συνεργασία με τους πέντε ηθοποιούς της.

Πρώτη πτυχή, το χιούμορ. Ένα χιούμορ που ακουμπά στο βρετανικό φλέγμα, αλλά βασίζεται στην ελληνική ιδιοσυγκρασία. Η γλώσσα της διασκευής είναι αναπόφευκτα η ελληνική, ξεπερνώντας ωστόσο τη στενή γεωγραφική έννοια του όρου και επικοινωνώντας με το παγκόσμιο τοπίο ενός πολυδιαβασμένου, αξεπέραστου και επιδραστικότατου ανά την υφήλιο ερωτικού και κοινωνικού best seller.

© Σταύρος Χαμπάκης

Δεύτερη πτυχή, ο βαθύς ερωτισμός. Ένας ερωτισμός που, τις πιο πολλές φορές, κρύβεται κάτω από τυπικές φράσεις, τις συζητήσεις περί ανθρώπινων «χαρακτήρων», τη σωματικότητα των ηθοποιών, τους χορούς τους, αλλά και κάτω από το ίδιο τους το χιούμορ. Κίνητρο για να ειπωθεί μεγάλο κομμάτι του κειμένου είναι η αγνή, ατόφια, ερωτική ενόρμηση.

Εξ ου και, πέρα από την ήδη τοποθετημένη από την Τζέιν Όστεν υπόγεια και «κρυμμένη» ερωτική γραφή, στη διασκευή αυτή χρησιμοποιούνται ως αναφορές και οι βαθιά ερωτικοί ποιητές Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα («Μπαλλαντίτσα των Τριών Ποταμών») και Πάμπλο Νερούδα («Δε σ’ αγαπώ»).

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

Πάνω σε αυτούς τους δύο συμπληρωματικούς πόλους, το χιούμορ και τον βαθύ ερωτισμό, κινείται και η παράσταση. Τους τοποθετεί μέσα σε μια άχρονη σκηνική εγκατάσταση που αφηρημένα παραπέμπει στη βρετανική επαρχία (ένας υγρός πράσινος χορταριασμένος λόφος) αλλά με «θαυμάσιες γραβάτες» (κατά τη σκηνική οδηγία του Άντον Τσέχωφ στο «Θείο Βάνια»), δηλαδή με τους ήρωες του έργου να φορούν πιστά κοστούμια, τα οποία παραπέμπουν ευθέως στην εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων, με σκοπό να τονίζουν την τάξη τους, το έθνος τους, την αριστοκρατικότητά τους – και τελικά την απαραίτητη απόστασή τους από εμάς».    

Το έργο με τη ματιά της Ιόλης Ανδρεάδη: «Η διασκευή αυτή της κλασικής νουβέλας της Τζέιν Όστεν "Περηφάνια και Προκατάληψη" που πραγματοποιήσαμε με τον Άρη Ασπρούλη και με τη συνδρομή της δραματολόγου Μαριλένας Παναγιωτοπούλου, γράφτηκε με γνώμονα τις ανάγκες του θεάτρου ως είδος και φόρμα έκφρασης, σε σχέση με την αφήγηση μιας ιστορίας. Ανάγκες ξεκάθαρα διαφορετικές από αυτές της λογοτεχνίας ή του σινεμά. Ταυτόχρονα, γράφτηκε και ως παραγγελία των Θεατρικών Σκηνών, για τον συγκεκριμένο, φορτισμένο ιστορικά χώρο. 

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

Το καινούριο Θέατρο Αλκυονίς, που προϋπήρχε ως ιστορικός κινηματογράφος της Πλατείας Βικτωρίας. Άρα οι δύο στόχοι της διασκευής ήταν να επιτευχθεί – πρακτικά, θεατρικά – η σύνθεση μιας καθαρής ιστορίας, που συμπυκνώνει με εντελώς άλλο τρόπο τη μυθιστορηματική γραφή, προτάσσοντας για παράδειγμα την ανάγκη για εμβάθυνση στους χαρακτήρες, και, ταυτόχρονα, η συγκέντρωση στο "μάτι" του θεατή να επικεντρώνεται πάνω σε μια σκηνή θεάτρου που είχε φτιαχτεί για να φιλοξενεί μια οθόνη για κινηματογραφικές προβολές. Οι ίδιοι οι στόχοι οδήγησαν και στην επιλογή να κρατηθούν πέντε κεντρικοί χαρακτήρες από το πρωτότυπο, να αναπτυχθούν, να βαθύνουν και να αναπαρασταθούν, για να αφηγηθούν τον πυρήνα της ιστορίας του.

Και μερικοί από τους υπόλοιπους κεντρικούς χαρακτήρες να μνημονεύονται όταν χρειάζεται, για να εξυπηρετούν τη νέα, θεατρική, αφήγηση. Έχει επιλεγεί μια έμφαση στην ερωτική ιστορία του κεντρικού ζευγαριού, της Ελίζαμπεθ Μπέννετ και του Κυρίου Ντάρσυ, σε παράλληλη ανάπτυξη τούς συντροφεύουν η Τζέιν Μπέννετ και ο Κύριος Μπίγκλεϋ, ενώ το ζευγάρι των γονέων Μπέννετ εκπροσωπείται εδώ από τον πατέρα, τον Κύριο Μπέννετ, ο οποίος συνδιαλέγεται με τη νεκρή πια Κυρία Μπέννετ με όχημα έναν πίνακα που την απεικονίζει, καταστρώνοντας από κοινού με αυτό τον σχεδόν μεταφυσικό / αναμνησιακό / εσωτερικό τρόπο τα σχέδιά τους για την αποκατάσταση των ανύπαντρων θυγατέρων τους. 

© Σταύρος Χαμπάκης

Η επιλογή αυτή πριμοδοτεί και την εμφάνιση τριών πτυχών του έρωτα: τον έρωτα μετ’ εμποδίων δυο πολύ περήφανων ανθρώπων (της Ελίζαμπεθ Μπέννετ και του Κυρίου Ντάρσυ), τον πιο αβίαστο, ρέοντα έρωτα δυο κλασικών innamorati (της Τζέιν Μπέννετ με τον Κύριο Μπίγκλεϋ) και τέλος τον έρωτα που δεν τελειώνει με το θάνατο του ενός, τον έρωτα που δεν πεθαίνει όταν πεθαίνει το σώμα, όπως λέει ο Όσκαρ Ουάιλντ (τον έρωτα του Κύριου Μπέννετ για τη γυναίκα του, όταν συνδιαλέγεται με την ανάμνηση της)».

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης

© Σταύρος Χαμπάκης