Θεατρο - Οπερα

Οι 7 σκηνοθέτες που θα αναζητήσουν την ιστορία της Ελλάδας

Επτά σκηνοθέτες. Επτά συγγραφείς. Επτά ηθοποιοί. Ένα θέατρο.

Έρρικα Ρούσσου
ΤΕΥΧΟΣ 731
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το πολυαναμενόμενο εγχείρημα «7 αναζητήσεις» του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με τις ραδιοφωνικές αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού.

Οι Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Θοδωρής Γκόνης, Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, Νάνσυ Μπούκλη, Χάρης Πεχλιβανίδης, Μαρία Σάββα και Θανάσης Χαλκιάς, λίγο πριν την πρεμιέρα τους γράφουν για το πολυαναμενόμενο εγχείρημα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με τις ραδιοφωνικές αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού.

Ο ιστορικός αριθμός επτά, τρεις φορές. Επτά σκηνοθέτες. Επτά συγγραφείς. Επτά ηθοποιοί. Ένα θέατρο. Και μια ανεκτίμητη επιστροφή στην ιστορία της Ελλάδας. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά συνεχίζει την ενδιαφέρουσα πορεία του στη λογική ανάθεσης συγγραφής έργων και δίνει σε γνωστούς Έλληνες συγγραφείς τη φωνή και το βήμα να απασχοληθούν με πρωτότυπες θεματικές άμεσα συνδεδεμένες με την ιστορία της Ελλάδας. «7 αναζητήσεις» εμπνευσμένες από τις ραδιοφωνικές αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού που ανασύρουν μνήμες και αφηγούνται μέσα από προσωπικές ιστορίες ανθρώπων, στιγμές της ελληνικής πραγματικότητας από το 1920 έως σήμερα. Για να συμβεί αυτό, επτά θεατρικοί συγγραφείς διαφορετικού ύφους: Άκης Δήμου, Ρούλα Γεωργακοπούλου, Στέφανος Δάνδολος, Μάκης Τσίτας, Γιάννης Τσίρος, Θανάσης Χειμωνάς, Γιώργος Σκαμπαρδώνηs συναντούν τους επτά σκηνοθέτες: Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Θοδωρής Γκόνης, Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, Νάνσυ Μπούκλη, Χάρης Πεχλιβανίδης, Μαρία Σάββα, Θανάσης Χαλκιάς και τους επτά ηθοποιούς: Μάνος Βακούσης, Κατερίνα Διδασκάλου Λεωνίδας Κακούρης, Ρηνιώ Κυριαζή, Ηρώ Μπέζου, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Άννα Φόνσου σε μια παράσταση που θέλει να μιλήσει για την Ελλάδα του εμφυλίου, της Μέσης Ανατολής, της μετανάστευσης, της μοναξιάς, των νεκρών και των ζωντανών της. Ζητήσαμε από τους σκηνοθέτες να μας δώσουν τη δική τους οπτική πάνω στην Ελλάδα.

Erasmia Dolores (Άκης Δήμου)
Γράφει ο Χάρης Πεχλιβανίδης

«Η προσωπική ιστορία μιας τραγουδίστριας από τη Σμύρνη που η τύχη την έφερε στο Χαλέπι και μετά στην Αθήνα, γίνεται σύγχρονη αφήγηση της ιστορίας της Ελλάδας. Στο πρόσωπό της κυριαρχεί η επιθυμία να ζήσει, να ταξιδέψει, να ανατρέψει τα δεδομένα της δύσκολης ζωής της. Βασικό της όπλο η μνήμη: “Γιατί, όσο περιμένεις, δεν γερνάς”. Έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την ανδροκρατία, με τον πόλεμο, το μίσος των άλλων, με τον ίδιο τον χρόνο. Έτσι ζει, επαναστατώντας κάθε μέρα σε οτιδήποτε θέλει να την καταστείλει σωματικά και πνευματικά. Βγαίνει νικήτρια σ’ αυτόν τον αγώνα. Αν ο κόσμος μας είχε περισσότερες “Ερασμίες” θα ήταν διαφορετικός. Μια ακόμα ιστορία που επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει συλλογική μνήμη σε επίπεδο έθνους, αλλά το άτομο πορεύεται μόνο και με τους εκάστοτε συντρόφους του. Το θέατρο κλείνει το μάτι για ακόμα μια φορά και θέτει προβληματισμούς γι’ αυτά που περάσαμε και για τα μελλούμενα».

Ούτε μέρα (Μάκης Τσίτας)
Γράφει ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος 

«Σαν παιδί με τρόμαζε πολύ η ιδέα της εξαφάνισης ενός ανθρώπου. Ήταν μάλλον μόλις άρχιζα να συνειδητοποιώ την απεραντοσύνη του κόσμου, όταν άκουσα για την εξαφάνιση κάποιου παιδιού και με εντυπωσίασε τόσο που άρχισα να αναφέρομαι συμπονετικά σε φανταστικές περιπτώσεις εξαφάνισης με την έκφραση “τα παιδάκια που χάνονται”. Αργότερα κατάλαβα πως και οι ενήλικες χάνονται και αναρωτιόμουν μήπως κάποιοι απ’αυτούς θέλουν να χαθούν. Μήπως ένιωσαν την ανάγκη να πάνε κάπου που δεν τους ξέρει κανείς και να δοκιμάσουν να ορίσουν τον εαυτό τους από την αρχή. Σκληρό για αυτούς που μένουν πίσω κι αναζητούν, μα τι σπουδαία ευκαιρία για αυτούς που χάνονται να αναγεννηθούν».

Ιατροδικαστής στον Έβρο (Γιώργος Σκαμπαρδώνης)
Γράφει ο Θανάσης Χαλκιάς

«Άκουσε τους νεκρούς. Κατέχουν τη Λυδία Λίθο της ζωής. Δεν μπορούν να κρύψουν τίποτε, δεν θέλουν άλλωστε. Δεν θα σε γελάσουν. Δεν θα σε πλανέψουν. Δεν έχουν να κερδίσουν τίποτε από σένα. Άκουσε τους νεκρούς. Είναι η συνείδησή σου. Θα σου πουν τις ευθύνες σου. Θα σε προφυλάξουν. Μπορεί και να σε συγχωρήσουν. Άλλωστε αυτοί δεν έχουν να κερδίσουν τίποτε από σένα. Άκουσε τους νεκρούς. Κρυφοκοίταξε την πυξίδα τους. Δείχνει τη ζωή. Τη ζωή που ευτελίζεις, που αφαιρείς, που θυσιάζεις, που τσαλακώνεις. Άκουσέ τους». 

Προβοσκίδα (Ρούλα Γεωργακοπούλου)
Γράφει ο Θοδωρής Γκόνης

«Όταν κρατάς στα χέρια σου ένα τόσο δα μικρό κείμενο, γραμμένο όμως με όλα τα γράμματα –και τα 24– σκέφτεσαι ας αρχίσουμε από τα μικρά, αλλά γρήγορα συνειδητοποιείς –από την πρώτη πρόβα κιόλας– πως όλα είναι κεφαλαία, όλα είναι αρχικά και πως η τελεία δεν κλείνει, δεν σταματά κάτι, απεναντίας μπαίνει εκεί για να σε βοηθήσει, να πάρεις να βρεις την αναπνοή που θα σου επιτρέψει να κατέβεις στο βυθό, στο αναπάντητο, στα γραμμένα και τα άγραφα, τα ειπωμένα και τα ανείπωτα, στις ερωτήσεις που δεν έχουν απαντήσεις, στα πραγματικά ερωτήματα. Τα μόνα που ενδιαφέρουν το θέατρο».

Ο στοργικός πατέρας (Θανάσης Χειμωνάς)
Γράφει η Νάνσυ Μπούκλη

«“Τόσες φορές τον έχω κοιτάξει κατάματα. Τη μέρα, τη νύχτα. Στο φως, στο σκοτάδι”. Ένας πατέρας ψάχνει τον γιο του που έχει εξαφανιστεί εδώ και μέρες. Παράξενο. Πώς έγινε; Μήπως τον έκλεψαν; Ανησύχησε ο κ. Ιορδάνης. Αγαπάει πολύ τον Δημητράκη του. Τον ξέρει απέξω κι ανακατωτά. Τον φροντίζει και περνάει πολύ χρόνο μαζί του. Πολύ χρόνο μαζί του. Πολύ χρόνο. Πολύ. Μήπως ο Δημητράκης έχασε τον δρόμο για το σπίτι;” Αρχικά ακούμε και βλέπουμε έναν άντρα, που θα μπορούσε να ζει ανάμεσά μας, να μας εκθέτει τον λόγο που βρίσκεται στη σκηνή. Θα μπορούσε ποτέ να μας περάσει από το μυαλό πως αυτός ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που φαίνεται; Το πορτρέτο του “στοργικού” πατέρα διαμορφώνεται σιγά-σιγά. Ο ίδιος πιστεύει, και μας κάνει να τον πιστέψουμε κι εμείς, πως είναι πρότυπο πατέρα. Μέχρι να μας αποκαλύψει το ιδιωτικό παιχνίδι που έχει βρει με τον γιο του. Θα αναγνωρίζαμε ποτέ έναν τέτοιον άνθρωπο στο κοινωνικό μας περιβάλλον; Πώς γλιτώνει ένα παιδί από τα χέρια ενός “στοργικού” πατέρα;»

Τρίτη βράδυ στην άκρη του κόσμου (Στέφανος Δάνδολος)
Γράφει η Μαρία Σάββα

«Στις 20 Ιουλίου 2019 συμπληρώθηκαν 45 χρόνια από την τουρκική στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο, που εκτόπισε 150.000 Ελληνοκυπρίους και προκάλεσε απώλειες της τάξεως των 4.500-6.000 σε στρατιώτες και άμαχους αλλά και πάνω από 2.000 αγνοούμενους. Ένα κουρελιασμένο πουκάμισο, μια ζώνη, ένα κλειδί, κάποια οστά. Απομεινάρια των εκταφών της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων, που εδώ και έντεκα χρόνια συνεχίζει το έργο της σε ολόκληρο το νησί της Κύπρου για την ανεύρεση Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων που αγνοούνται, ώστε τα λείψανά τους να ταυτοποιηθούν και να επιστραφούν στις οικογένειές τους έστω και μετά από 46 χρόνια. Κάποιοι έχουν πια ταφεί, για τους αγαπημένους τους ο πόνος έχει μετατραπεί σε πένθος. Για τους υπόλοιπους οι πληγές παραμένουν ανοιχτές. Το έργο του Στέφανου Δάνδολου μας υπενθυμίζει αυτούς που ακόμα και σήμερα περιμένουν να μάθουν τι έγιναν οι αγαπημένοι τους. Ακολούθησα τα χνάρια της ιστορίας και των προφορικών μαρτυριών για να ομολογήσω άλλη μια φορά ότι οι ιστορίες των ανθρώπων σε καιρό πολέμου, κι εδώ συγκεκριμένα, από την εισβολή του 1974, είναι τόσο σκληρές και αποτρόπαιες που το θέατρο έρχεται μόνο, για να μας κάνει να σκύψουμε για λίγο με ενσυναίσθηση και να αφουγκραστούμε όλους αυτούς τους ανθρώπους, αγγίζοντας νοερά τις πληγές τους».

Ειρήνη (Γιάννης Τσίρος)
Γράφει η Ηλέκτρα Ελληνικιώτη

«Ο Βασίλης και η Ειρήνη είναι αδέρφια. Το όνομά της το έδωσε ο πατέρας τους, έτσι σαν ευχή. Ο Βασίλης τραυματίστηκε στη μάχη της Μουργκάνας και στάλθηκε στην Τασκένδη. Εκεί, θα πάρει το πιο μεγάλο μάθημα της ζωής του: “πως το δίκιο από μόνο του δε φτάνει”, γιατί “όλες οι ιδέες, όλα τα ιδανικά, όλες οι σημαίες του κόσμου, ζυγίζουν λιγότερο από μια απλωμένη αρίδα». Αυτή που απλώνει ο κάθε λίγος για να μοιάζει ψηλός μπροστά σε όσους δεν έχουν την ανάγκη να επιδεικνύουν το ανάστημά τους, επειδή «έχουν για ιδανικά τους τη λευτεριά και την ισότητα». Είκοσι χρόνια θα ζήσει ο Βασίλης παρέα με τις τραυματικές φήμες για την αδερφή του. Δεν θα πιστέψει καμιά και μόλις γυρίσει στην Ελλάδα θα απευθυνθεί στον Ερυθρό Σταυρό. Ο Βασίλης αναζητά την Ειρήνη γιατί η εύρεσή της θα τον ανταμείψει για όλα τα χαμένα χρόνια, τις ταπεινώσεις και την καχυποψία· γιατί η εύρεσή της είναι η μόνη άνοιξη που μπορεί να διανοηθεί μετά από δυο δεκαετίες ασταμάτητου χειμώνα. Γιατί αν υπάρχει εκείνη τότε και μόνο τότε θα έχει όντως υπάρξει κι αυτός. Ο Βασίλης ξέρει πως “αναζητώ κάποιον» σημαίνει «δεν θέλω ξεχάσω ποιος εγώ ο ίδιος. Μέσα από αυτόν που αναζητώ, θαρρώ πως θα παραμείνει άθικτο το ευγενέστερο κομμάτι του εαυτού μου”».


Δείτε περισσότερες πληροφορίες στο Guide της Athens Voice