- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Βότσεκ: Το άγριο τραγούδι της εποχής μας
Μια άρτια παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που οι λάτρεις της όπερας δεν πρέπει να χάσουν
Η κριτική της Λίνας Στεφάνου για την όπερα «Βότσεκ» του Άλμπαν Μπεργκ, σε σκηνοθεσία Ολιβιέ Πυ, στην Εθνική Λυρική Σκηνή.
Ενοχλητικό. Ατονικό. Εκνευριστικό. Στριφνό. Άγριο. Απόλυτα εθιστικό. Το «Βότσεκ» είναι ένας γερμανικός εφιάλτης που σε καθηλώνει με την ωμότητά του και σε γοητεύει με την αλήθεια του καθώς ανατέμνει τα σπλάχνα της ανθρώπινης ύπαρξης στις χειρότερες στιγμές της.
Το έργο στηρίζεται στο θεατρικό «Βόυτσεκ» του Γκέοργκ Μπύχνερ και αντλεί σε δύο περιπτώσεις στοιχεία από την πραγματικότητα. Ο Μπύχνερ εμπνεύστηκε το έργο από ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη στη Λειψία το 1821, όταν ο περουκέρης και άλλοτε στρατιώτης Γιόχαν Κρίστιαν Βόυτσεκ δολοφόνησε την άπιστη ερωμένη του. Ο Γερμανός συγγραφέας ενσωμάτωσε στο έργο αυτούσια λόγια του Βόυτσεκ που δημοσιεύθηκαν σε επιστημονικό περιοδικό της εποχής από τον ψυχίατρο που κλήθηκε να τον εξετάσει.
Περίπου έναν αιώνα αργότερα ο Αυστριακός συνθέτης Άλμπαν Μπεργκ συνθέτει την πρώτη του όπερα πάνω στο έργο του Μπύχνερ που εκ παραδρομής ονομάζεται Βότσεκ. Ο Μπεργκ ξεκίνησε τη σύνθεσή της πριν τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και την ολοκλήρωσε μετά το τέλος του. Μέσα από τη μουσική εκφράζει και τα δικά του συναισθήματα, όπως τα περιγράφει σε ένα γράμμα στη γυναίκα του: «...υπάρχει κάτι από μένα σ' αυτόν τον χαρακτήρα καθώς πέρασα αυτά τα χρόνια του πολέμου εξίσου εξαρτώμενος από ανθρώπους που μισώ, ήμουν αλυσοδεμένος, άρρωστος. Αιχμάλωτος, παραιτημένος, για την ακρίβεια ταπεινωμένος».
Μ' αυτά τα σπέρματα αλήθειας γονιμοποιείται και γεννιέται ένα συγκλονιστικό έργο. Όλη η υπόθεση είναι δομημένη γύρω από τον στρατιώτη Βότσεκ, γύρω από τον φτωχό διάβολο Βότσεκ. Επάνω του ασελγούν η εξουσία, η επιστήμη, η φτώχεια, ο παραλογισμός μιας κοινωνίας με σαδιστικές τάσεις που ωθεί τον ήρωα στην τρέλα και στον φόνο της άπιστης ερωμένης του Μαρί.
Επί μιάμιση ώρα παρακολουθήσαμε τη μετατροπή του ψυχικά διαταραγμένου σε δολοφόνο. Ακολουθήσαμε βήμα-βήμα την πορεία της ψυχής του Βότσεκ προς την κόλαση και καταδυθήκαμε μαζί της σε αυτήν.
Το εμπνευσμένο σκηνικό του Πιερ Αντρέ Βάιτς δεν σε αφήνει να δραπετεύσεις. Ένας τεράστιος ασπρόμαυρος κύβος, ένας τεράστιος όγκος, με σκελετό από σίδερο, που αλλάζει σχήματα, ανοιγοκλείνει, περιστρέφεται αθόρυβα και σε παγιδεύει, αφού δεν επιτρέπει καμία διέξοδο. Το σκηνικό είναι δομημένο στη λογική της μουσικής. Εμφανίζει στοιχεία ενότητας αλλά και επανάληψης. Ακολουθεί την αυστηρότητα της μουσικής και σε παγιδεύει, όπως κι αυτή στον αυστηρό κύκλο του αμείλικτου χρόνου.
Ο σκηνοθέτης Ολιβιέ Πυ επιλέγει να χρησιμοποιήσει τη γυναίκα σαν αντικείμενο ηδονής. Ένα παλιοθήλυκο. Η γυναίκα στη χυδαία αντίληψη που επικρατεί σε συζητήσεις μεταξύ στρατιωτών, ως πραγματικότητα. Γι' αυτό και η Μαρί (Ναντίνε Λένερ) κάτω από το σεμνό της μαύρο φόρεμα φοράει κόκκινο προκλητικό σατέν της γυναίκας που είναι έτοιμη για όλα. Κόκκινο της φωτιάς αλλά και κόκκινο όπως το αίμα. Η Μαρί θα προδώσει τον Βότσεκ κι ύστερα θα μετανιώσει. Όταν μετανοεί, το σκηνικό πίσω της έχει μεταμορφωθεί σε γκρίζα φυλακή με μεγάλα σκοτεινά ανοίγματα έτοιμα να την καταπιούν. Η Μαρί ως μετανοούσα Μαγδαληνή. Στα χέρια της κρατάει μια μαύρη βίβλο με κόκκινο σόκορο. Όπως το φόρεμά της. Όπως το αίμα της. Ο Βότσεκ όμως δεν είναι Χριστός − κι ας δηλώνει το αντίθετο ο Ολιβιέ Πυ σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Λένα Ιωαννίδου. Είναι ένας τρελός φτωχοδιάβολος με μυαλό σκοτεινιασμένο. Ένας άνθρωπος που έχει γευτεί τη στρατοκρατία, τη σκληρότητα, που έχει γίνει πειραματόζωο προκειμένου να κερδίσει λίγα έξτρα χρήματα κι έχει παραχωρήσει το σώμα του στα χέρια ενός παράλογου γιατρού. Ο Βότσεκ είναι ένας άνθρωπος που καταρρέει. Είναι η συγκλονιστική στιγμή που η φωνή του Τάση Χριστογιαννόπουλου παραδέρνει μέσα στη μουσική και ξαναβγαίνει στην επιφάνεια σαν ναυαγός που παλεύει με τα κύματα. «Ο διάολος θα έρθει και θα σας πάρει όλους» τραγουδάει προφητικά ο Βότσεκ. Και ο Ολιβιέ Πυ σκηνοθετεί με δεξιοτεχνία έναν κόσμο άσεμνο, πρόστυχο, γκροτέσκο για να καταδείξει το αδιέξοδο όχι μόνο εκείνης της εποχής που γράφτηκε το έργο αλλά και της σημερινής.
Ο Μπεργκ με τη μουσική του κατάφερε να εκφράσει τον τρόμο, την τρέλα, την ενοχή. Το δέος και τον πανικό του ανθρώπου όταν αντικρίζει το ματωμένο έργο του.
Ο Ολιβιέ Πυ μας τροφοδοτεί με εικόνες φρίκης αλλά και με την εικόνα των πρωτόπλαστων όταν εκδιώχθηκαν από τον παράδεισο για να υπογραμμίσει τη συγκλονιστική μουσική που υψώνεται σαν Κρίση και σαν Δευτέρα παρουσία μαζί.
Το έργο τελειώνει με το παιδί, ξαπλωμένο στο κρεβάτι του να κοιμάται. Θα έρθουν άλλα παιδιά να τον ξυπνήσουν και με σκληρότητα να του ανακοινώσουν τον θάνατο της μητέρας του. Εκείνο αρνείται να καταλάβει. Χοπ χοπ τραγουδάει, καθώς μένει μόνο του. Η προσωποποίηση της αθωότητας που συνθλίβεται μέσα σ' έναν σκληρό κόσμο.
Μετά τον εξαιρετικό Ντον Κάρλο, ο Βότσεκ είναι άλλη μια άρτια παραγωγή της Λυρικής που οι λάτρεις της όπερας δεν πρέπει να χάσουν.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την όπερα «Βοτσεκ» στο Guide της Athens Voice