Θεατρο - Οπερα

Vogue Goldoni

Ο Γιάννης Σκουρλέτης σκηνοθετεί «Το καινούργιο σπίτι» του Κάρλο Γκολντόνι στο Εθνικό Θέατρο (REX-Σκηνή Κοτοπούλη)

Δημήτρης Τσατσούλης
ΤΕΥΧΟΣ 729
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Δημήτρης Τσατσούλης γράφει κριτική για την παράσταση «Το καινούργιο σπίτι» του Κάρλο Γκολντόνι, σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη στο Εθνικό Θέατρο-REX

Ήταν το μακρινό πλέον 1986, όταν ο Βασίλης Παπαβασιλείου σκηνοθετούσε την εμβληματικότερη, ως τότε, παράσταση για το «Καινούργιο σπίτι» (1760) του Γκολντόνι με ένα εκλεκτό επιτελείο πρωταγωνιστών. Το έργο επανέρχεται σήμερα με μια πιστή στο κείμενο αλλά ανατρεπτική, ως θέαση, σκηνοθεσία του Γιάννη Σκουρλέτη.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Ο Γκολντόνι (1707-1793) γράφει το «Καινούργιο σπίτι» ανατρέχοντας σε «φυσικούς», όπως λέει ο ίδιος, «χαρακτήρες», με θέμα που αντλεί από τη γενέτειρά του Βενετία, όπου η ανερχόμενη αστική τάξη διαθέτει πλέον το χρήμα, ενώ η φθίνουσα αριστοκρατία, χωρίς την οικονομική ευρωστία του παρελθόντος, συνευρίσκεται με την πρώτη, χαρίζοντάς της τίτλους ευγενείας με αντάλλαγμα την οικονομική αποκατάσταση.

Ο νεαρός Αντζολέτο, αστός που έχει κληρονομήσει χρήματα από τους νεκρούς πλέον γονείς του, παντρεύεται την καλομαθημένη, απαιτητική αλλά φτωχή αριστοκράτισσα  Καικιλία και, για να την ικανοποιήσει, μετακομίζει σε καινούργιο μεγάλο σπίτι που, σπάταλα, ανακαινίζει πλήρως. Καταλήγοντας ουσιαστικά απένταρος, ταυτόχρονα αδυνατεί να προικίσει την ανύπαντρη αδελφή του Μενεγκίνα που διατηρεί κακές σχέσεις με τη γυναίκα του. Μόνη σωτηρία ο αυτοδημιούργητος πλούσιος θείος Χριστόφορος, με τον οποίο, όμως, το ζευγάρι έχει μαλώσει. Δύο καθωσπρέπει αδελφές, που κατοικούν στον επάνω όροφο, ένα σπίτι ηρεμίας σε αντίθεση με το σε κατάσταση μόνιμου εργοταξίου δικό τους,  θα αποδειχτούν η σωτήρια λύση για το ζεύγος και την αδελφή. Το καινούργιο σπίτι δεν θα κατοικηθεί τελικά ποτέ, όμως τα νεαρά πρόσωπα θα συνειδητοποιήσουν την αξία της σωστής διαχείρισης του χρήματος σε μια εποχή που υποδέχεται πλέον την καπιταλιστική αντίληψη των πραγμάτων και την οικονομική λογική.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Ο 18ος αιώνας βρίσκεται στο ζενίθ του: στο έργο, η Βενετία δίνεται σε όλες της τις εκφάνσεις, με την παλιά της αριστοκρατία, τους κόλακες φίλους,  τους ανερχόμενους αλλά λίγο άξεστους αστούς, τις κενές φιλοφρονήσεις, τις περούκες και τα υπερμεγέθη φορέματα, τις εξεζητημένες κινήσεις που κάνουν στα μάτια μας τους άνδρες της εποχής να μοιάζουν θηλυπρεπείς. Ωστόσο, ο Γκολντόνι, χωρίς να φέρει στην κωμωδία του αυτή στοιχεία ή τύπους της Κομέντια ντελ άρτε, χρησιμοποιεί συγχρόνως την κυρίαρχη βενετσιάνικη γλώσσα, χωρίς διαλέκτους και ιδιωματισμούς.

Σε μιαν αντίστοιχη τρέχουσα και σύγχρονη γλώσσα καταφεύγει στη νέα αυτή μετάφραση η Ειρήνη Μουντράκη (μελετήτρια, άλλωστε, του Γκολντόνι), δίνοντας έτσι ένα έργο ζουμερό και ταυτόχρονο πιστό στους χυμούς και στα γλωσσικά παιχνίδια του συγγραφέα.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Τη μίξη σύγχρονου και εποχής του έργου, ένα σκηνικό, ενδυματολογικό και μουσικό υβρίδιο καταθέτει παραστασιακά ο Γιάννης Σκουρλέτης. Η σκηνή περιβάλλεται από τεμάχια νεοκλασικού ρυθμού τοίχων, υποδεικνύοντας το υπό αναδιαμόρφωση οίκημα. Στο κέντρο δεσπόζει το λευκό γλυπτό ενός  τροφαντού αναγεννησιακού αγγέλου, ενώ μια μεγάλη επιγραφή, εν είδει αναθηματικής πλάκας, σε διπλανό τοίχο, αναφέρει: «Προς απόδειξιν του σεβασμού στη μνήμη ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ». Σε αντίστιξη, ένας ημίγυμνος, ψιλόλιγνος Άγγελος (Άγγελος Αποστολίδης) με μαύρα δερμάτινα ρούχα, κρόσσια  και μαύρα τατουάζ σε όλο του το σώμα  ανοίγει την παράσταση χορευτικά, την ίδια στιγμή που ένας οπερετικός τραγουδιστής (Χάρης Ανδριανός) αποδίδει  άριες, ντυμένος με τα παραδοσιακά ρούχα του 18ου αι.

Ήδη, με την έναρξη, το σήμερα με το χτες συνυπάρχουν, καθώς ο χορός του Αγγέλου παραπέμπει ευθέως στο vogue, έναν μοντέρνο house χορό, που εμφανίζεται μεν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αλλά προέρχεται από τη χορευτική σκηνή του Χάρλεμ, Αφρικανο-αμερικανών και Λατίνων drag queens  και gays, που θα ενσωματωθεί στην κυρίαρχη κουλτούρα, αρχικά μέσω της Μαντόνα και, στη συνέχεια, πολλών άλλων σύγχρονων καλλιτεχνών.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Πράγματι, το τραγούδι  «Vogue» της Μαντόνα που παρουσιάζει ζωντανά το 1990 στην τελετή των βραβείων MTV με σαφείς ενδυματολογικές αναφορές της ίδιας και του μπαλέτου της σε μια αντίστοιχη εποχή, μοιάζει να αποτελεί την έμπνευση όχι μόνο της χορογραφίας και, γενικότερα, της κινησιολογίας των ηθοποιών που δίδαξε ο Τάσος Καραχάλιος, αλλά και των κοστουμιών που σχεδίασε ο, και σκηνογράφος  της παράστασης, Κωνσταντίνος Σκουρλέτης.

Το φόρεμα της Καικιλίας (Εύη Σαουλίδου) με το φουρώ, την περούκα, το φτερό στο κεφάλι, τη βεντάλια, παραπέμπει ευθέως στο ένδυμα της Μαντόνα, ενώ το παρόμοιο  της Ροζίνας (Πηνελόπη Τσιλίκα), στην υπερβολή του ως προς τις οριζόντιες προεκτάσεις του φουρώ του, παραπέμπει στις ακολούθους της Μαντόνα.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Η μίξη στοιχείων εποχής και σύγχρονων ενδυμάτων επικρατεί για όλα τα πρόσωπα, παραπέμποντας με άλλη όμως λογική στο προαναφερθέν σόου. Εκεί, κάποιοι χορευτές της Μαντόνα, έφεραν μεν από τη μέση και πάνω κοστούμι εποχής, όπως οι υπόλοιποι, αλλά συνδυάζοντάς το με γυαλιστερά σορτσάκια. Η ίδια υβριδική αντίληψη επικρατεί και εδώ: κάποια πρόσωπα φέρουν αμιγώς ρούχα 18ου αιώνα, κάποια συνδυάζουν σύγχρονα με στοιχεία εποχής τοποθετούμενα σε μια υβριδική κατάσταση, ενώ άλλα φορούν σύγχρονα κοστούμια. Υπάρχει, ωστόσο, μια λογική που μάλλον διέπεται από ταξικές διαφοροποιήσεις: ο γυμνός από τη μέση και πάνω, με σύγχρονο παντελόνι και αστραφτερή ζώνη υπηρέτης Τόνι (Βασίλης Μίχας) τοποθετείται στην εργατική τάξη, ενώ ο με σύγχρονο, μάλλον ακαλαίσθητο κοστούμι, αστός Χριστόφορος (Θανάσης Δήμου) διαφοροποιείται αισθητά από τους ευγενείς, ως εκπρόσωπος της ανερχόμενης αστικής τάξης.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Το ιδιάζον κοστούμι του Αντζολέττο (Ντένης Μακρής) δείχνει την αμφισημία του προσώπου ως προς  το «ανήκειν» σε μια τάξη, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανέντακτο κοστούμι της υπηρέτριας Λουτσέτα (Στέλλα Βογιατζάκη), πιστό αντίγραφο της ηρωίδας των Manga, Sailor Moon. Από την άλλη, η Μενεγκίνα (Ιωάννα Κολλιοπούλου), με το ολόχρυσο μάξι φόρεμα, δηλώνει την πλούσια καταγωγή της, αλλά, συγχρόνως, με το σύγχρονο ένδυμα προσεγγίζει την αστική τάξη, καθώς δεν παύει να έχει καλή σχέση με τον θείο της. Τέλος, η παντρεμένη κυρία Κέκκα (Μαρία Πανουργιά) του άνω ορόφου φοράει μια ολόμαυρη τουαλέτα αλλά και την περίτεχνη περούκα του αιώνα της, ενώ χαρακτηριστικό της είναι τα κατακόκκινα τεράστια νύχια της.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Σε αντιστοιχία με τη θέση τους είναι τα κοστούμια (και οι αποκαλυπτικές κουάφ/περούκες από τον Χρόνη Τζήμου) των υπολοίπων προσώπων, όπως το υβριδικό του ταπετσιέρη Σγκουάλντο (Αντώνης  Γκρίτσης), η ολόχρυση φόρμα του δανδή και ξένου Κόμη Οττάβιο (Πολύδωρος Βογιατζής), το μάλλον εξωτικό του Φαμπρίτσιο (Τάσος Καραχάλιος), ξένου φίλου του Αντζολέττο, η σχεδόν ρωμαϊκή εσθήτα του Λορεντσίνο (Αντώνης Αντωνόπουλος), αγαπημένου της Μενεγκίνα.

© Πάτροκλος Σκαφίδας

Στη χαρακτηριστική ενδυματολογία του κάθε προσώπου προστίθεται και η χαρακτηριστική του κινησιολογία. Στους άνδρες, οι θηλυπρεπείς τρόποι εποχής διογκώνονται με αποτέλεσμα το κάθε πρόσωπο να εισέρχεται στη σκηνή με τη δική του κινησιολογία, στάση του σώματος, χειρονομιακό κώδικα, τα οποία και διατηρεί καθόλη τη διάρκεια της παράστασης. Στάσεις και κινησιολογία που, ακόμη μια φορά, παραπέμπουν, σε μεγέθυνση, στις χορογραφίες του «Vogue» της Μαντόνα, αλλά και γενικότερα σε φιγούρες voguers, ωστόσο παγωμένες και αποκομμένες από τη συνολική χορογραφία. Ενδεικτικές οι κοφτές, σχεδόν σπαστικές χειρονομίες και στάσεις της Μενεγκίνα που εκφράζουν έναν μόνιμο θυμό. Απέναντι σε αυτό το κωμικό στην υπερβολή του κινησιολογικό που χαρακτηρίζει τον περίγυρο του νιόπαντρου ζευγαριού, που αγγίζει την καρικατούρα, αντιπαρατίθεται η μόνη φυσιολογική κινησιολογία του βαρύθυμου θείου Χριστόφορου – λύση των προβλημάτων, δείχνοντας και την τελική, σύμφωνη με τη γκολντονική, οπτική της σκηνοθεσίας απέναντι σε μια τάξη αργόσχολων και των επιτηδείων που τους περιβάλλουν, που τείνει προς τη δύση της.

Από τις πλέον ευφρόσυνες παραστάσεις του Γκολντόνι στον τόπο μας, με συγκεκριμένη αισθητική, απόλυτη συνέπεια και ένα επιτελείο εκλεκτών ηθοποιών

Με τους ήχους από τις μουσικές του Πάνου Ηλιόπουλου, ο Γιάννης Σκουρλέτης δημιούργησε μία από τις πλέον ευφρόσυνες παραστάσεις του Γκολντόνι στον τόπο μας, με συγκεκριμένη αισθητική, απόλυτη συνέπεια, και ένα επιτελείο εκλεκτών ηθοποιών, που υπηρέτησαν με άριστο τρόπο τη σκηνοθετική πρόταση. Στις καλύτερες στιγμές της η αγνώριστη Εύη Σαουλίδου, κωμικά επιβλητική η Πανουργιά, ευτράπελα κακόθυμη η Κολλιοπούλου, ανάλαφρα γκολντονική υπηρέτρια η Βογιατζάκη, ολόδροση η Τσιλίκα απέναντι στον άκαμπτα ανασφαλή Μακρή, τον απολαυστικό Γκρίτση, τους ως εύθραυστα ανδρείκελα κινούμενους Καραχάλιο, Βογιατζή, Αντωνόπουλο, τον μπρούτο Δήμου.  Μια σύγχρονη, εύφορη, γεμάτη χρώματα και μουσικές  παράσταση. 


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice

INFO
Το καινούργιο σπίτι Κλασικό
Διάρκεια: '

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Σκουρλέτης
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Χάρης Ανδριανός, Αντώνης Αντωνόπουλος, Άγγελος Αποστολίδης, Στέλλα Βογιατζάκη, Πολύδωρος Βογιατζής, Αντώνης Γκρίτσης, Θανάσης Δήμου, Τάσος Καραχάλιος, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Ντένης Μακρής, Βασίλης Μίχας, Μαρία Πανουργιά, Εύη Σαουλίδου, Πηνελόπη Τσιλίκα
  • ΘΕΑΤΡΟ: Εθνικό Θέατρο - Rex (Σκηνή «Κατίνα Παξινού» - Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» - Νέο Rex - Πειραματική Σκηνή-1)
Δες αναλυτικά