Θεατρο - Οπερα

Μέρες του ‘36

Είδαμε την όπερα «Ριγολέττος» του Τζουζέπε Βέρντι από την ΕΛΣ

Λένα Ιωαννίδου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου βρέθηκα στην Αίθουσα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών για να παρακολουθήσω την αριστουργηματική τρίπρακτη όπερα «Ριγολέττος» του Τζουζέπε Βέρντι, που ανέβασε και φέτος η Εθνική Λυρική Σκηνή σε σκηνοθεσία, σκηνικά και κοστούμια του Νίκου Πετρόπουλου και Μουσική Διεύθυνση Λουκά Καρυτινού.

Από το πρώτο ανέβασμα της συγκεκριμένης παραγωγής πριν 5 χρόνια, είχα κρατήσει έντονα στη μνήμη μου την υποβλητική σκηνογραφία, τα καλαίσθητα κοστούμια και την εξαιρετική ερμηνεία της Έλενας Κελεσίδη στο ρόλο της Τζίλντα.

n

Η δεύτερη «ανάγνωση» επιβεβαίωσε την θετική αρχική μου εντύπωση. Οι σκηνοθετικές απόπειρες μεταφοράς μιας όπερας σε άλλη εποχή –συνήθως σύγχρονη–, συχνά-πυκνά καταλήγουν σε φιάσκο. Η ιδέα ωστόσο του Νίκου Πετρόπουλου να τοποθετήσει το έργο στην Ιταλία του 1936-38, κατά τη γνώμη μου λειτουργεί σωστά. Οι υπερόπτες φασίστες της μουσολινικής νομενκλατούρας λίγο απέχουν από τους διεφθαρμένους αυλικούς του Δούκα της Μάντοβα και ο Ριγολέττος, ο καμπούρης γελωτοποιός της Ιταλίας του 16ου αιώνα, πείθει χωρίς δυσκολία ως πικρόχολος «παρακοιμώμενος» της εξουσίας, στην Ιταλία του μεσοπολέμου. Τη σύνδεση διευκολύνουν δίχως άλλο, η σκηνογραφία –η μνημειώδης ιταλική αρχιτεκτονική που εξέφρασε τα φασιστικά ιδεώδη της εποχής, μεταφέρεται πιστά στη σκηνή– οι ενδυματολογικές επιλογές –σε τόνους του γκρι και του μαύρου– καθώς και οι υποβλητικοί νουάρ φωτισμοί του Τζιουζέππε ντι Ιόριο.

Στο μουσικό μέρος τώρα. Η μετάκληση του Μάριο Τζεφίρι για να ερμηνεύσει το ρόλο του Δούκα αποτέλεσε για μένα ένα ακόμα κίνητρο να επιλέξω τη συγκεκριμένη διανομή. Έκανα όμως καλά; Δεν ξέρω αν ο Έλληνας τενόρος βρέθηκε σε κακή μέρα, οφείλω όμως να πω ότι με απογοήτευσε. Το ηχόχρωμα της φωνής του μου φάνηκε άτονο και «παλιακό». Μου θύμισε τενόρους από ηχογραφήσεις σε δίσκους γραμμοφώνου… –σ’ αυτό ίσως συνέβαλε και η, ολίγον κωμική εμφάνισή του στη σκηνή με ύφος γόη και στρωμένα με μπριγιαντίνη κατάμαυρα μαλλιά. Κρίμα… Αντίθετα, ο μεξικανός βαρύτονος Κάρλος Αλμαγκέρ με τη στιβαρή φωνή του ερμήνευσε με δεξιοτεχνία και δραματική ένταση το ρόλο του Ριγολέττου και δικαίως ενθουσίασε το κοινό. Στη διανομή όμως της 8ης Δεκεμβρίου η αποκάλυψη για μένα ακούει στο όνομα Χριστίνα Πουλίτση.

n

Όχι όμως από την αρχή. Με την εμφάνισή της στη δεύτερη σκηνή της πρώτης πράξης, είπα «Ωχ!».... Η ξανθιά γυναίκα που έβλεπα δεν με έπειθε καθόλου ότι είναι η σεμνή, έφηβη Τζίλντα. Η κίνησή της μου έμοιαζε ψεύτικη και ακούγοντας τη φωνή της, στις πρώτες νότες, φοβήθηκα ότι η αστοχία της διανομής δεν θα περιοριζόταν στον Τζεφίρι.

Χρειάστηκαν όμως λίγα μόλις λεπτά, μέχρι να ολοκληρώσει την ιδιαίτερα απαιτητική άρια «Gaultier Maldé...nome di lui si amato» για να τα πάρω όλα πίσω. Μια έξοχη λυρική κολορατούρα με κρυστάλλινη διαύγεια φωνής και εντυπωσιακή άνεση στις ψηλές νότες. Με κέρδισε τόσο, που από εκείνη τη στιγμή και μέχρι το τέλος της παράστασης, έπαψα να βλέπω τα αδύναμα –ακόμα–εκφραστικά της μέσα και τον αταίριαστο με το ρόλο παρουσιαστικό της... Μπράβο!

Από την υπόλοιπη διανομή, ο Σπαραφουτσίλε του Δημήτρη Καβράκου ήταν απλά απολαυστικός ενώ η μεσόφωνος Ελένης Βουδουράκη υποστήριξε άψογα, τόσο φωνητικά όσο και υποκριτικά τον μικρό, αλλά ουσιαστικό ρόλο της Μανταλένα στο τερτσέτο και λίγο μετά στο κουαρτέτο της Γ' πράξης – η κορύφωση του δράματος. Πολύ σωστοί στους ρόλους τους ήταν η Μαρία Βλαχοπούλου (Τζοβάννα), ο Δημήτρης Κασιούμης (Μοντερόνε) και ο Άκης Λαλούσης (Μαρούλλο).

Σε αντίθεση, τέλος, με την ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που τη βρήκα σωστή αλλά κάπως άχρωμη, η ανδρική χορωδία, υπό τη διεύθυνση του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου, εκείνο το βράδυ πραγματικά έλαμψε!

Συμπέρασμα: Μια παράσταση που, για πολλούς λόγους, αξίζει να σπεύσετε να δείτε...

[Φωτο.: Stefanos]