- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μαριάννα Κάλμπαρη, γιατί έρχονται οι θεατές στο Θέατρο Τέχνης;
H καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης εξηγεί γιατί σκηνοθετεί την παράσταση «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Έντεν Φον Χόρβατ
Το θέατρο οφείλει να είναι συνδεμένο με τις ανάγκες της κοινωνίας; Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος του Θεάτρου Τέχνης απέναντι στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα;
Ο βασικός ρόλος του θεάτρου –όλου του θεάτρου– είναι να παρηγορεί και να διασκεδάζει. Στο Θέατρο Τέχνης μάς ενδιαφέρει ένα θέατρο που εκτός από τα παραπάνω επιθυμεί να θέσει ερωτήματα, να αφυπνίσει, να ανοίξει το μυαλό μας, την ψυχή μας. Γι’ αυτό και δεν περιοριζόμαστε μόνο σε παραστάσεις αλλά και παράλληλες δράσεις και εκδηλώσεις, όπως, για παράδειγμα, το πρόγραμμα: «200 χρόνια από την Επανάσταση. Ποια είναι η σύγχρονη Ελλάδα;» που έχει τόσο επιστημονικό όσο και καλλιτεχνικό χαρακτήρα. Ο θεατής που έρχεται στο Θέατρο Τέχνης δεν θέλει απλώς να «ξεχαστεί», να «γελάσει λίγο το χειλάκι του», να «ξεσκάσει». Ζητάει κάτι παραπάνω. Έρχεται στο Θέατρο Τέχνης όχι μόνο για να νιώσει λιγότερο μόνος και λιγότερο αβοήθητος σε αυτόν τον ακατανόητο κόσμο αλλά και για να θυμηθεί ποιος είναι, να αναρωτηθεί ποιος θέλει να είναι.
Τι σας ώθησε να σκηνοθετήσετε την παράσταση «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Έντεν Φον Χόρβατ;
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό έργο συνόλου, ένα έργο που ταιριάζει απολύτως στο πνεύμα του Θεάτρου Τέχνης. Επίσης ένα κείμενο που ανεβαίνει για πρώτη φορά στο Θέατρο Τέχνης.
16μελής θίασος. Μια μεγάλη πρόκληση για έναν σκηνοθέτη. Πόσο δύσκολο αποδείχθηκε τελικά το εγχείρημα και ποιο ήταν το μεγάλο στοίχημα για εσάς;
Μια πρόβα ενός έργου με τρεις ηθοποιούς μπορεί να αποδειχτεί πολύ πιο «δύσκολη» από την πρόβα ενός πολυπρόσωπου έργου. Σημασία έχουν πάντα οι άνθρωποι, το πόσο ανοιχτοί και ουσιαστικά συνεργάσιμοι είναι, τι καταθέτει, πόσο δημιουργικός είναι και εντέλει πόσο καλλιεργημένος, ευγενής και καλός άνθρωπος είναι ο καθένας. Η εμπειρία μου μέχρι τώρα μου έχει δείξει ότι η αληθινή καλλιέργεια, η ευγένεια και η καλοσύνη είναι ίσως πιο σημαντικές ακόμα και από το ίδιο το ταλέντο. Γιατί μόνο αυτές μπορούν να κάνουν το σύνολο να ανθίσει. Στο «Δάσος της Βιέννης», έχουμε τον υπέροχο συνδυασμό πολλών καλών, ευγενικών και ταλαντούχων καλλιτεχνών. Το στοίχημα είναι να αφηγηθούμε αυτή την ιστορία με έναν τρόπο που μας ενώνει υφολογικά και αισθητικά αφήνοντας ταυτόχρονα χώρο στην προσωπικότητα και στην ταυτότητα του καθενός.
«Τίποτε δε μας δίνει τόσο την αίσθηση του άπειρου όσο η βλακεία». Στις μέρες μας, κυριαρχεί η βλακεία; Αν ναι, πόσο επικίνδυνο είναι αυτό για την κοινωνία μας;
Δυστυχώς, η βλακεία δεν έχει πάψει ποτέ να κυριαρχεί. Και θα κυριαρχεί όσο δεν υπάρχει παιδεία. Όσο η πολιτεία συνεχίζει να μην επενδύει στην παιδεία και στον πολιτισμό, που είναι οι μοναδικοί δρόμοι για έναν καλύτερο κόσμο. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας. Πόση αμορφωσιά, πόση έλλειψη καλλιέργειας, πόση αγένεια, αγριότητα υπάρχει. Και μαζί με όλα τα παραπάνω, φυσικά και αυτή η μάστιγα: ο ναρκισσισμός. Ναι, η βλακεία είναι πολύ επικίνδυνη για την κοινωνία μας. Αυτό ακριβώς μας λέει και ο Χόρβατ...
Ο Έντεν Φον Χόρβατ έγραψε τις «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» το 1931, προβλέποντας την άνοδο του Χίτλερ και την έλευση ενός ακόμα παγκοσμίου πολέμου. Εξακολουθεί να είναι επίκαιρο στις μέρες μας;
Ο φασισμός στις μέρες μας είναι σε άνοδο... Ελπίζω να μην αποδειχτούμε τόσο «βλάκες» ώστε να τον αφήσουμε να μας οδηγήσει σε έναν ακόμη παγκόσμιο πόλεμο...
Είναι άραγε το ένδοξο παρελθόν ένα βαρύ φορτίο για τις επόμενες γενιές ή μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για ένα καλύτερο αύριο; Μπορείς να νοσταλγήσεις κάτι που δεν έχεις ζήσει;
Η μόνη σχέση που έχουμε σήμερα με την αρχαία Ελλάδα είναι το γεγονός ότι περπατάμε πάνω στις ίδιες πέτρες, ότι αντικρίζουμε τα ίδια βουνά και τις ίδιες ακρογιαλιές. Θα μου πείτε, δεν είναι λίγο... Αν μας εμπνέει ουσιαστικά, ναι. Αν μας ωθεί να δημιουργήσουμε, ναι. Αν μας συγκινεί και μας κινεί προς τα εμπρός, ναι. Αν μας κάνει απλώς να φουσκώνουμε από ανόητη και κούφια υπερηφάνεια –πράγμα αρκετά σύνηθες– προτείνω να κλείσουμε τα μάτια, να πάρουμε μια ανάσα και να ξεκινήσουμε από την αρχή. Τι μας διδάσκει το ένδοξο παρελθόν μας;
Η νεαρή Μαριάννε στο έργο ρισκάρει αλλά απογοητεύεται και επιστρέφει εκεί από όπου ξεκίνησε. Άραγε, αξίζει να κυνηγάμε τα όνειρά μας και το ένστικτό μας με όποιο κόστος, ή είναι προτιμότερο και ασφαλέστερο να βαδίζουμε με γνώμονα τη λογική;
Σαφώς και πρέπει να κυνηγάμε τα όνειρά μας. Το ζήτημα είναι τι όνειρα έχουμε... Και τι εφόδια έχουμε προκειμένου να τα κυνηγήσουμε. Ο Χόρβατ βάζει την ηρωίδα του να ρισκάρει κάνοντας μια εμφανώς λανθασμένη επιλογή. Και μη έχοντας κανένα εφόδιο για να ζήσει μια «άλλη ζωή» μέσα από αυτή την επιλογή. Χρειάζονται εφόδια για να αλλάξει κανείς την προδιαγεγραμμένη πορεία που του επιφυλάσσει το περιβάλλον στο οποίο έτυχε να γεννηθεί και να μεγαλώσει. Κι αν δεν τα έχει, πρέπει να τα αποκτήσει. Αλλιώς δεν έχει καμία ελπίδα.
Πείτε μας για τη μουσική της παράστασης και πώς δένει με την εσωτερική δύναμη του έργου;
Το έργο έχει πάρει τον τίτλο του από το ομώνυμο βαλς του Γιόχαν Στράους. Η μουσική του Στράους είναι ένας ακόμα ρόλος μέσα στο έργο γι’ αυτό και στην παράστασή μας παίζεται ζωντανά από τη μουσικό Μαρίνα Χρονοπούλου. Ο Χόρβατ δεν ζητά να ακούγονται στο έργο μόνο οι «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» αλλά και πολλά ακόμα βαλς του Στράους που έρχονται και επανέρχονται για να μας θυμίσουν έναν άλλο κόσμο, ένα λαμπερό παρελθόν της Βιέννης που καμία σχέση δεν έχει με τη μίζερη ζωή αυτών των ηρώων. Υπάρχει, λοιπόν, ένας συνεχής διάλογος μεταξύ κειμένου και μουσικής. Ένας διάλογος που «αφηγείται» πολλά εκτός κειμένου πράγματα.
Ποια φράση του έργου σας στοιχειώνει, σας τρομάζει με την αλήθεια που κουβαλάει μέσα της;
«Πόλεμος θα υπάρχει πάντα».
Τι θαυμάζετε και τι σας στεναχωρεί στη νέα γενιά;
Η τωρινή νέα γενιά, δυστυχώς, δεν είναι μια τυχερή γενιά. Στέκεται σε αμηχανία μπροστά σε έναν εξίσου αμήχανο κόσμο που δεν έχει τίποτα να της προσφέρει. Που δεν σταματάει να της υπενθυμίζει ότι δεν έχει καμία ελπίδα. Που την προτρέπει να σκύψει το κεφάλι και να δεχτεί αδιαμαρτύρητα να ζήσει χειρότερα απ΄ ό,τι έζησαν οι γονείς της. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πρώτη φορά στην ιστορία. Ή μάλλον είναι κάτι που συμβαίνει μόνο σε περίοδο πολέμων... Η νέα γενιά είναι θλιμμένη, άοπλη αλλά και γενναία. Τη θαυμάζω όταν συνεχίζει να ονειρεύεται. Όταν παλεύει για τα όνειρά της. Με στενοχωρεί όταν τη βλέπω να συμπεριφέρεται σαν να μην είναι νέα... Σαν να μην ήτανε ποτέ νέα.
Ποια βιβλία σας συντροφεύουν αυτή την περίοδο; Σας έχει κινήσει κάποιο το ενδιαφέρον για να το μεταφέρετε στο θεατρικό σανίδι;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν υπάρχει βιβλίο που να διαβάζω και να μη σκέφτομαι τη μεταφορά του στο θέατρο... Τώρα διαβάζω τον «Ομπλόμοφ», του Γκοντσαρόφ (οι Ρώσοι είναι πιο αγαπημένοι μου) και διηγήματα του Θερβάντες.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice