Θεατρο - Οπερα

Μια λατρευτική δοξολογία για τον Έρωτα από τους bijoux de kant

«Τα δάση στα γόνατα» του Άκη Δήμου, bijoux de kant, Θέατρο του Νέου Κόσμου - Κάτω Χώρος

Γιώργος Σαμπατακάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σε μια διαρκή διερεύνηση του ερωτήματος «τι είναι νεοελληνικό έργο σήμερα» οι bijoux de kant αναμετρώνται για άλλη μια φορά με δυνάμεις και θέματα που συχνά παρεμποδίστηκαν από την «πολιτισμένη» συνείδηση του νεοελληνικού θεάτρου. Δεν είναι μόνο το ζήτημα της άμεμπτης ηθικής ακεραιότητας κάθε ανθρώπινου έρωτα, το οποίο ανένδοτα απασχολεί την ιδεολογία και την αισθητική των bijoux de kant, αλλά γενικά στις παραστάσεις τους αναδίδεται η αίσθηση ενός άγριου ασυνειδήτου και αυτής της «αρχέγονης» ελληνικότητας που αμφισβητήθηκε από την κανονική ηθική και τις ορθόδοξες πίστεις. Πρόκειται χωρίς αμφιβολία για την επιστροφή σε έναν φυσικό ανθρωπισμό που θεραπεύει τις εσωτερικές αντινομίες μεταξύ των ενστίκτων και των «αναγκών» του Πολιτισμού, και επαναφέρει την ανθρώπινη εμπειρία στο αίσθημα της διάβασης των ορίων και στη διεκδίκηση της εξώλογης ηδονής

Συνομιλώντας με τον αβυσσαλέο Παλαιό των Ημερών του Παύλου Μάτεσι και τα άγρια κατορθώματα του αρχαϊκού θυμού, ο Άκης Δήμου διεκδικεί το δικαίωμα της υφαρπαγής και της ιδιοποίησης, συμπληρώνοντας την «ποιητική» του ελληνικού Έρωτα. Περισσότερο απ’ όλα, όμως, ο Δήμου συναντιέται διακειμενικά με τις Βάκχες του Ευριπίδη και το αίσθημα της παραγωγικής ύβρεως που ευαγγελίζεται ανίερα την κατάλυση των «κανονικών» δομών υπό θείας εξαλλαγής των ειωθότων νομίμων (Πλάτων, Φαίδρος, 265a). Και αν το δούμε με μια πιο στρατευμένη ματιά, το καινούργιο έργο του Άκη Δήμου τρέπεται σε μια δοξαστική ελεγεία για την ελληνική ομοφυλοφιλία ως Υποθήκη και Συμβολή στον ανθρώπινο πολιτισμό. 

Άντρας για άντρα, θεός για θεό

Τα δάση στα γόνατα ιστορούν τη ζωή σε ένα ορεινό χωριό της Αρκαδίας των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα. Οι τέσσερις ήρωες του έργου, ο περιφερόμενος θαυματοποιός Ελισσαίος (προφήτης που «ανέστησε» το νεκρό παιδί της γυναίκας Σωμανίτιδας, και Θεός), ο νεαρός χωρικός Ζάγρος (Ζαγρεύς και Υιός του Θεού), η γυναίκα του Ελένη (οιστρήλατη αναστενάρισσα και χωλή θεραπευμένη) και ο πλανόδιος αριβίστας θεατρίνος Τιμολέων Τσιριγώτης, διανύουν μια παράφορη διαδρομή φωτίσεων και επιφοιτήσεων, ακροβατώντας ανάμεσα στην Παλαιά Διαθήκη, τον Χριστιανισμό και τον αρχαϊκό παγανισμό. Οι ήρωες-αλληγορίες αφηγούνται, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τους αναβρασμούς και τα στάσιμα της πίστης τους, διεκδικώντας δαιμονικά θαύματα και τους ανίερους έρωτες των αρσενοκοιτών. Πρόκειται πράγματι, όπως σημειώνεται στο πρόγραμμα, για μια «τελετουργία ιερής και ερωτικής θεοφαγίας σε ένα τοπίο αρχέγονης μέθεξης», όπου επικρατεί η Αποκάλυψη του Εξώλογου ως νέας νομιμότητας.

Ο Ελισσαίος πλανεύει τον Ζάγρο μακριά από το σπίτι του και τη γυναίκα του, και σαν δυο Χριστοί, ο ένας παλιός κι ο άλλος νεογέννητος, θαυματουργούν σε δάση και χωριά, θαμπώνοντας το σύμπαν με την ομορφιά τους, πριν καταντήσουν ταραχοποιοί και αρσενοκοίτες για τα θαύματα που τελικά δεν έκαναν. Πατέρας και Υιός είναι, όμως, πάντα δυάδα αδιαίρετος και ομοούσιος κατά έρωτα και εκ βαπτίσεως:

Στο ποτάμι, γυμνός ο Ελισσαίος μ’ έγδυσε, με οδήγησε στο νερό και μ’ έλουζε. Και μόλις γονατισμένος μπροστά του, μέσα στο νερό, του φιλούσα τα γόνατα κι έβγαλα από μέσα μου την κραυγή που δεν έβγαλα τη στιγμή που κάρφωνα αυτός παλάμες μου. Η κραυγή μου εσκέπασε θριαμβική τα δέντρα και τον ποταμό, μέχρι τη στιγμή που η κρουστή άσπρη κοιλιά του Ελισσαίου με αυτός αιχμηρές, ωραίες, κατάμαυρες τρίχες μού έφραξε το στόμα. Τότε η κραυγή διακόπηκε στο λαρύγγι μου επειδή κατάλαβα πως το στόμα μου το περίμενε αυτό από τη χρονιά που μάλλιασε το δικό μου κορμί, το περίμενα από τη στιγμή που γκάστρωνα τη γυναίκα μου, αλλά δεν είχε παρουσιαστεί. Και μου έπνιγε το στόμα η αγάπη και καταλάβαινα μέθη και την καλοδεχόμουν, τα καλοδεχόμουν, θέα και άγγιγμα. Η κραυγή διακόπηκε, ήθελα να μιλήσω αυτός το στόμα μου είχε γίνει Ιορδάνης ποταμός κι έρεε μέλι και γάλα. Ο Έρως, ο Παλαιός των Ημερών, αυτός είναι, εννόησα.

Πάνω στην επιθυμία του Έρωτα ως Θεού ο Γιάννης Σκουρλέτης έχτισε μια κατανυκτική ατμόσφαιρα αρχέγονου δρώμενου με τη θυσιαστική Ιερά Τράπεζα να δεσπόζει στο κέντρο της σκηνής που ήταν «σπαρμένη» με πέταλα από παπαρούνες (τα λουλούδια, δηλαδή, του έρωτα και της έκστασης). Μέσα σε μια συγκλονιστική «γαλήνη» και σε κλίμα «εκκλησιστικής» ισοτονίας που σπάνια διακοπτόταν από οργιαστικές κραυγές, ο κάθε ήρωας προσερχόταν εν δόξη και δυνάμει για να διακονήσει το δικό του ευαγγέλιο. Κι έτσι στο τέλος η σκηνοθεσία έγινε μια παγανιστική θεουργία για τον πιο άγριο Έρωτα.

Ο Γιώργος Κοψιδάς παρέστησε όλον τον πόνο, τον αριβισμό και το μίσος ενός θεατρίνου που κάποτε δοξάστηκε και με μια βρώμικη φουστανέλα ελπίζει σήμερα μόνο σε θαύματα. Στο πρώτο και πιο χορικό μέρος του, ο Κοψιδάς παρέθεσε με συναρπαστική παραβολικότητα την τρομαγμένη αλήθεια για τους καημούς και τη μοναξιά του.

Η Πηνελόπη Τσιλίκα έδωσε με τρομακτική συμμετρία και γυναικεία παλικαροσύνη τη σύζυγο που μες στη λαϊκότητά της βυθίστηκε οιστρήλατη στ’ ουρανού τα παραδείσια Τάρταρα.

Ο Αλέκος Συσσοβίτης στο θέατρο γίνεται ο μεγάλος εαυτός του. Ντυμένος σαν μαφιόζος godfather Ελυσσαίος, ανέδιδε το ήσυχο ρίγος μιας θεϊκής ή δαιμονικής δύναμης, ενώ στο τέλος έδωσε έναν σπαρακτικό θρήνο για τους έρωτες των αντρών με μια υποκριτική ευφράδεια που χρωμάτιζε πολύπλευρα τον αυτοσπαραγμό του.

Ο νεαρός Ντένης Μακρής (Υιός-Ζάγρος) ενσάρκωσε μοναδικά την αγιότητα, την άμωμη αγνότητα και το πάθος του αθώου σφαγίου, αποσβολώνοντας τους πάντες με βλέμμα θεού στα μάτια του.

Ο Κωνσταντίνος Σκουρλέτης (σκηνικά-κοστούμια) για άλλη μια φορά αποθέωσε τη φόρμα της λαϊκής ελληνικότητας με ρόμπες, νυχτικιές, κοντογούνια, λεοπάρ φορέματα, λαμπιόνια και φουστανέλες που έκλειναν πολλές Ελλάδες μέσα τους, δικαιωμένες και αδικαίωτες.

Για τη δόξα των Μαρτύρων του Έρωτα...

Υ.Γ.1 Κάθε κριτική δεν πρέπει να γίνεται spoiler για μια παράσταση και γι’ αυτό επέμεινα σε συγκεκριμένες πτυχές του έργου και της παράστασης.

Υ.Γ.2 Και ήταν ευφυής η «αναφορά» μιας σκηνής στο American Beauty του Sam Mendes.


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice