Θεατρο - Οπερα

Το «Frozen» να το δεις! Μόνο έτσι θα ξεπαγώσεις κι η ζωή θα πάρει πάλι μπρος

Είδαμε τη θεατρική παράσταση που συγκλονίζει με την αλήθεια της την Αθήνα

Στέφανος Τσιτσόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παγωμάρα. Πιο μείον και από την Ανταρκτική. Το «Frozen» της Bryony Lavery, είναι ένα θεατρικό έργο όπου ένας σίριαλ κίλερ, μια δικαστική ψυχίατρος και μια μητέρα που η κόρη της είναι ένα από τα θύματα του δολοφόνου, καλούνται να διαχειριστούν, μαζί φυσικά και με τους θεατές της παράστασης, ένα πολύ βαρύ συναισθηματικά, βαρομετρικό χαμηλό. Μπορεί η μάνα Έφη Μουρίκη να δείξει οίκτο για έναν κατά συρροή εγκληματία, τον οποίο ερμηνεύει ο Σωτήρης Χατζάκης, ο οποίος και σκηνοθετεί; Έναν εγκληματία που, τόσο η ίδια, όσο και η κοινωνία, καλούνται να τον γνωρίσουν μέσα από την «ανάλυση» του προφίλ του, που το αποκωδικοποιεί η Δέσποινα Κούρτη στον ρόλο της ψυχιάτρου.

Στο «Frozen», θεατές αλλά και πρωταγωνιστές καλούνται να βιώσουν στην ουσία παράλληλα με τον δικό τους πόνο ή την οργή και το δράμα του έτερου. Που ειδικά αυτήν την εποχή, όπως λέει ο Χατζάκης, «το έτερο δεν συμπληρώνει, αλλά απειλεί, παράγει άρα ολοένα και περισσότερες εκρήξεις βίας και πάθους». Πώς μπορεί αυτή η μάνα να συγχωρέσει; Και πώς μπορεί μια ψυχίατρος να οδηγήσει μέσα από επιστημονικά μονοπάτια στην κατανόηση της ψυχοπαθολογίας αυτού του δολοφόνου; Πώς αντέχουν οι άνθρωποι και ξεπερνούν την οργή, προκειμένου να επανεκκινήσουν, αλλά με θετικά πρόσημα πλέον ζωής; Να τραβήξουν μπροστά, να ξαναζήσουν στην ουσία χωρίς αγκυλώσεις και βαρίδια που τους καθηλώνουν σε μια ύπαρξη κι έναν βίο ανυπόφορα κολλημένο και καταβυθισμένο στη λύπη και τη στασιμότητά της; Κουβεντιάσαμε μαζί τους. Για την παράσταση, που δεν είναι παρά άλλη μια αφορμή για την κατανόηση της αρχής του τρομερού. Και της επόμενης φάσης, που δεν είναι τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από την παραδοχή πως από εδώ ξεκινούν όλα...


Σωτήρη, Έφη και Δέσποινα, πατάω το rec. «Frozen» όπως πάγος, παγωμένος, ψύχος συναισθηματικά πολικό...
Σωτήρης Χατζάκης: Το θέμα, που είναι όπως το περιέγραψες, δεν είναι τι κάνει η ψυχίατρος, αλλά η ίδια η κοινωνία. Γιατί, αν η κοινωνία είναι μόνο τιμωρητική ως προς τη βία, η βία θα επιστραφεί πάλι σ' αυτήν. Εισπράττεις βία, επιστρέφεις βία. Η συγγραφέας του έργου συνδέεται ευθέως με την αρχαία τραγωδία, εκεί όπου δεν φταίει κανένας, αλλά και όλοι φταίνε. Εκεί όπου δεν υπάρχουν θετικοί ή αρνητικοί ήρωες, δεν υπάρχει καλό ή κακό, εκεί όπου υφίσταται μόνο το τραγικό. Όπως στην «Αντιγόνη», που τόσο ο Κρέοντας όσο και η ίδια έχουν δίκιο. Αυτή η σύγκρουση των δυο απόλυτων παράγει και τον τραγικό σπινθήρα. Στο «Frozen» όλα ξεκινάνε από την κακοποίηση που υφίσταται στα παιδικά του χρόνια ο δολοφόνος. Κακοποιείται στο σχολείο, αλλά πιο μπροστά η κακοποίηση συμβαίνει μέσα στην ίδια του την οικογένεια. Από τον πατέρα του και τη μητριά του, που τον χτυπούν ή τον κοπανούν στον νεροχύτη.



Είναι, λες, αναπόφευκτη επομένως η «ανταπόδοση» από πλευράς του, όταν ενηλικιώνεται;
Σ.Χ.:
Ο οποιοσδήποτε που δεν έχει διαμορφώσει μέσα του έναν μηχανισμό που μπορεί να μετασχηματίσει τη βία σε δημιουργία, θα τη μεταπλάσει σε ακόμα μεγαλύτερη βία, θα στείλει τη βία στον άλλο. Θα απαντήσει στη βία με βία και στον θυμό με περισσότερη οργή. Όμως η πρόκληση για μας στο «Frozen» δεν ήταν να πλάσουμε και να ερμηνεύσουμε ρόλους σκέτα περιγραφικούς ή καρικατούρες καλών ή κακών, αθώων θυμάτων ή στυγερών τεράτων, όπως συμβαίνει στο κακό σινεμά και το κακό θέατρο. Στο «Frozen» έχουμε να κάνουμε με έναν δολοφόνο παιδιών.

Ευαίσθητο και τζιζ θέμα...
Σ.Χ.:
Ειδικά στον τρόπο με τον οποίο ο ηθοποιός εσωτερικά θα εγκρίνει τον σίριαλ κίλερ, ώστε και να παίξει τον ρόλο. Πώς θα τον εγκρίνει, άρα και πόσο και από ποια πλευρά θα τον ερμηνεύσει. Εδώ μπαίνει η μέγιστη πολυτέλεια που έχει το θέατρο, να μπορεί να λέει δηλαδή πως δεν εγκρίνω, αλλά καταλαβαίνω. Ή προσπαθώ να καταλάβω. Ώστε μετά να προσπαθήσω και να προλάβω. Ο δολοφόνος βιάστηκε μικρός, και αυτή η κακοποίηση τον διαμόρφωσε, δημιούργησε ιατρικά μέσα του μια ανικανότητα ως προς το να διαχωρίζει μετέπειτα το καλό από το κακό.

Κι έτσι αρχίζει να σκοτώνει χωρίς τύψεις; 
Σ.Χ.:
Ακριβώς. Γιατί αντιμετωπίζει και τα άλλα παιδιά-θύματα του σαν παιχνίδι. Σαν δικά του παιχνίδια.

Στο βάθος, δηλαδή, μέσω του φόνου μπορεί και να νομίζει πως τα λυτρώνει από πιθανές κακοποιήσεις που θα υποστούν στη ζωή;
Σ.Χ.:
Αυτό κάνει η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη, που θεωρεί πως έτσι τα σώζει. Κάτι που έχει περάσει και σε πολλές από τις ιδεολογίες πλέον της εποχής.

Έφη Μουρίκη, εσύ, σαν μάνα του «Frozen», τι λες; 
Έφη Μουρίκη:
 Στο «Frozen» το κυρίαρχο είναι το αίτημα της παρέμβασης. Που μέσα από τη συνάντησή μας στην φυλακή, της μάνας με τον δολοφόνο, τότε μόνο εκείνος αρχίζει να καταλαβαίνει πως τα παιδιά δεν είναι παιχνίδια. Ξέρεις, τα πρόσωπα που βιάστηκαν και αργότερα έγιναν βιαστές πιθανόν στο πρόσωπο που βιάζουν να βλέπουν τον εαυτό τους. Εξού και η μάνα προσπαθεί να του πει πως αυτό ήταν το παιδί της κι όχι ένα άλλο παιδί. Μόνο τότε ο δολοφόνος αρχίζει να έχει τύψεις. Μετά από είκοσι χρόνια, που το παιδί της αγνοείται, μαθαίνει πως είναι νεκρό. Όπως και οι θεατές μαθαίνουν πως υπάρχει ακόμα ένα παιδί ζωντανό, το οποίο περνάει τον δικό του Γολγοθά, καθώς ζει στη σκιά της απώλειας του νεκρού παιδιού. Το ζωντανό παιδί φεύγει και χάνεται μακριά στην Ανατολή. Αλλά κάποτε επιστρέφει και ζητά από τη μητέρα του να προχωρήσει. Και να το αγαπήσει. Στο στόρι του «Frozen» η μάνα έχει τύψεις γιατί τη μέρα του φόνου έστειλε το μικρό κορίτσι στο σπίτι της γιαγιάς, αντί να στείλει τη μεγαλύτερη, που θεωρητικά θα κινδύνευε(;) ίσως λιγότερο. Είναι γεμάτο ενοχές το έργο. 


Και όταν η ζωντανή κόρη επιστρέφει; 
Εφ. Μ.:
Ζητά από τη μάνα να προχωρήσει μπροστά, αναπυροδοτεί τον θρίαμβό της, το μίσος, τα γιατί, ή το τι έπρεπε να συμβεί. Από ένα σημείο και μετά πρέπει να μετακινούνται και από το σκοτάδι να ξαναδούν το φως.

Κι εσύ, Δέσποινα, σαν ψυχίατρος, τι ακριβώς κάνεις; Ποιος είναι ο ρόλος σου; Να δικαιολογήσεις; 
Δέσποινα Κούρτη:
Ο ρόλος είναι βασισμένος πάνω στη ζωή μιας διάσημης και αληθινής αμερικανίδας ψυχιάτρου, της Ντόροθι Οτνάου Λιούις. Στην Αμερική υπάρχει, όπως ξέρεις, η θανατική ποινή, και η Λιούις κυριολεκτικά έσωσε κόσμο, ειδικά τη δεκαετία του '90, όταν με τις μελέτες της τεκμηρίωσε πως επιβάλλεται να δίνεται σημασία και στα αίτια που γέννησαν τα βίαια περιστατικά. Να διακρίνονται αυτά της ηθικής διαφθοράς και της κακίας από εκείνα που τελούνται εξαιτίας παθολογίας και ψυχικής ασθένειας. Ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το ιστορικό της βίας είναι άγριο και καθημερινό, η Λιούις μίλησε για εγκληματίες σημαδεμένους, άρα και «προδιαγεγραμμένους» από πολύ νεαρή ηλικία. Όταν διάβασα το βιβλίο της, συγκλονίστηκα. Όσο για την Ελλάδα, για να έρθουμε και σε εμάς, ο σύμβουλός μας στο «Frozen», ψυχίατρος Ηλίας Βλάχος, δήλωσε πως το 70% των δολοφονιών στην Ελλάδα γίνεται από ψυχοπαθείς. 

Ένα έργο δύσκολο και σκοτεινό είναι το «Frozen. Αλλά και την ίδια στιγμή, σε μια πορεία προς την κάθαρση ή την επανεκκίνηση προς την αλήθεια και το φως της ζωής. Οι θεατές, όπως λέει και η Έφη Μουρίκη που μετά την παράσταση ακούει τη γνώμη τους, αντιλαμβάνονται και επικροτούν το κατά τι αισιόδοξο φινάλε του. Αυτό που μιλά για το κουράγιο αλλά και το «πάμε παρακάτω». «Δεν συγχωρώ, δεν ξεχνώ, μα επιβάλλεται να προχωρήσω», λέει η μάνα στο τέλος.

Γιατί το διάλεξες, Έφη;
Έφη Μουρίκη:
Το διάβασα πριν τέσσερα χρόνια και με συγκλόνισε, αλλά πάντα κάτι με κρατούσε. Ναι, ίσως η σκληρότητά του. Όμως λόγω εποχής, ένιωσα πως πλέον είναι και αίτημα των καιρών να μη σιωπούμε αλλά και να μην κλείνουμε τα μάτια στο πρόβλημα. Ειδικά σήμερα, που κυριαρχούν ο φόβος και η αποσιώπηση αλλά και η τάση των γύρω να κοιτάζουν μόνο τον εαυτό τους ή το σπιτάκι τους. Από την άλλη, πέρα από το ωμό και το ρεαλιστικό της γραφής της, η Lavery γράφει και με μια βαθιά ποιητικότητα.

Η Δέσποινα Κούρτη συμφωνεί και επαυξάνει: «Πέρα από το πως είναι τρομερά καλογραμμένο, ειδικά αυτό το ποιητικό είναι που ανοίγει τους ορίζοντες. Ο λόγος της είναι πυκνός, αλλά οι ισορροπίες του είναι ιδανικές. Σαν να ξέρει μουσική και να γράφει αρμονικά πάνω της, μας οδήγησε αβίαστα και μας κατεύθυνε ερμηνευτικά, αφού προσωπικά ένιωσα πως μετά την ανάγνωση δεν υπήρχαν ερωτηματικά ως προς τη γραμμή ερμηνείας μου».

Κι εσύ, Σωτήρη; Εκτός από «δολοφόνος», σκηνοθετείς κιόλας. Τι γραμμή ακολούθησες; 
Σωτήρης Χατζάκης:
Με μια νέα νόρμα που, αν μου επιτρέπεις, επιτέλους δίνει στα κείμενα και τους συγγραφείς να πάρουν την εκδίκησή τους! Χαριτολογώ, αλλά και το πιστεύω, πως, ειδικά τα τελευταία χρόνια στο θέατρο, υπέστημεν ως θεατές πρώτιστα και μετά ως δημιουργοί και οι ίδιοι μια τυραννία του μεταμοντέρνου να αποδομήσει ειδικά τα κλασικά κείμενα, με περισσότερα εφέ, περισσότερη αυτοαναφορική «πρωτοπορία», που είχε ως αποτέλεσμα να εξαφανίζεται το νόημα προς όφελος της πόζας, της «διόρθωσης» ή της «παρέμβασης». Για να σου απαντήσω, σκηνοθέτησα σαν δίαυλος και σαν απλός διαμεσολαβητής ανάμεσα στο έργο και τον θεατή. Αυτή είναι μια μέγιστη χαρά, για την εποχή μας ειδικά:  εγκατάλειψη της πόζας ή η αγωνία για ευρήματα. Ξέρεις, για να ανατρέξουμε, ας πούμε, σε έναν «κανόνα», κάθε εποχή έχει το σύστημά της και κάθε σύστημα παράγει ένα δόγμα, στέρεο και συμπαγές. Όμως σε κάθε σύστημα υπάρχουν και οι ρωγμές του, και εκεί, ανάμεσα από τις ρωγμές, βγαίνουν τα μεγάλα κείμενα. Και οι μεγάλοι συγγραφείς κατ' επέκταση, ο Μπέκετ, ο Μπαλζάκ, ο Σαίξπηρ, τυχαίες αναφορές. Τι κάνει τότε το κυρίαρχο σύστημα; Τους εγκολπώνεται και τους εντάσσει μέσα του, καλώντας τους ύπουλα μέσω της «αποδόμησης» στην ουσία να αποκρύπτουν το κείμενο, αντί να το φωτίζουν. Όμως, σε ένα μεγάλο έργο ο σκηνοθέτης θα πρέπει να είναι αόρατος. Να μοιάζει και να δείχνει απών. Μόνο με αλήθεια και συγκίνηση πρέπει κάποιος να σκηνοθετεί. Και μόνο με το κορμί και την ψυχή, το μυαλό και το βλέμμα, τη νέα εμβίωση δηλαδή του κειμένου, μέσω των νέων ηθοποιών, το έργο να ξαναζεί στην ουσία. Ναι, σκηνοθέτησα με βάση το κίνημα που πρεσβεύει «Το κείμενο πάνω από όλα». Και «Τα κείμενα να πάρουν την εκδίκησή τους», όπως προείπα. 

Στο «Frozen», στην αρχή μιλάει η σκοτεινή πλευρά. Εκείνη που υπάρχει στον καθένα μας. Αυτό για τον Χατζάκη, τη Μουρίκη και την Κούρτη είναι η απαρχή του τραύματος αλλά και το μέσο κατανόησης του τρομερού. Το άγριο που μας συνέβη και το απωθήσαμε, η συνειδητοποίηση πως ενυπάρχει σε όλους αυτή η σκοτεινή πλευρά. Εν υπνώσει, κρυμμένη στο μαύρο δάσος της ύπαρξης, μέχρι το άγριο ένστικτο να ξυπνήσει σε μια στιγμή που δεν το περιμένεις, «δια ασήμαντον αφορμήν», «αδύνατον να το πιστέψω, ήταν καλό παιδί, μας χαιρετούσε όλους εγκάρδια». Τότε που το κρυμμένο διαρρηγνύει τον χρόνο και έρχεται να καταλάβει τα πάντα. «Η μάνα πρέπει να συγχωρέσει πρώτα από όλα τον ίδιο τον εαυτό της», λέει η Έφη Μουρίκη. «Μόνο έτσι θα πάει μπροστά και θα προχωρήσει με κουράγιο». Όμως το θέμα δεν είναι το τι λένε τα κείμενα και οι συντελεστές. Το θέμα δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από εμάς. Πώς θα αντιδράσουμε αν μας συνέβαινε; Και πώς αντιδρούμε καθώς υποπίπτει της αντίληψής μας ως έγκλημα της διπλανής πόρτας, αληθινής ή σε τηλεοπτική μετάδοση. Στην Αθήνα της φετινής θεατρικής σεζόν, νομίζω πως το «Frozen» «μεταδίδει» με δύναμη και τόλμη το μήνυμά του. Προχωρεί μόνο όποιος κατανοεί. Κατανοεί και προχωρεί μόνο όποιος βρίσκει το κουράγιο να συγχωρήσει πρώτα τον εαυτό του. Μόνο έτσι ο χρόνος θα ξαναβγεί από τον πάγο και απελευθερωμένος από τη στιγμή που φρίζαρε κάποτε θα ξεχυθεί και πάλι από τα σκοτάδια στο φως! 

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice