- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Άρης Σερβετάλης και Έφη Μπίρμπα σε μια χορογραφική αναμέτρηση με τον Μιχαήλ Θερβάντες
Βρεθήκαμε στις πρόβες της παράστασης «Δον Κιχώτης, Βιβλίο 2ο, κεφ. 23ο» και μας μίλησαν για τον δικό τους Δον Κιχώτη
Σηκώματα στον αέρα, πτώσεις, σωματικότητα, μια σκηνή γεμάτη χώμα και στο βάθος ο Άρης Σερβετάλης που ισορροπεί στην κλίση μιας σκηνικής κατασκευής, σαν νοητός λόφος. Σαν να άνοιξε η γη και να βρέθηκε σε ένα χωμάτινο σύμπαν όπως αυτό της σπηλιάς του Μοντεσίνου, που είχε φανταστεί πριν χρόνια ο Θερβάντες. Αυτό είναι το σκηνικό που βλέπουμε στις πρόβες της παράστασης «Δον Κιχώτης, Βιβλίο 2ο, κεφ. 23ο» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Γιατί Δον Κιχώτης; Γιατί ως μυθιστορηματική ύπαρξη, συγκεντρώνει στοιχεία που τον καθιστούν ιδιαίτερα πολύπλοκο και αντιφατικό, ονειροπόλο και τελικά τόσο σοφός, ώστε να διατηρεί στην πραγματικότητα μια ισορροπία που του επιτρέπει να διαχειρίζεται υπαρξιακά ζητήματα και τα «μεγάλα» θέματα της ζωής με αφοπλιστική απλότητα. Με μια αμετανόητη παιδική ονειροφαντασία που αποδεικνύεται τελικά σοφή.
«Είναι κρίμα ο Δον Κιχώτης να προσωποποιεί μια τόσο στενή έννοια μικροκλίμακας, όπως ο δονκιχωτισμός», λέει η Έφη Μπίρμπα, εικαστικός και σκηνοθέτρια της παράστασης. Η παράσταση δομείται σχεδόν αποκλειστικά στη βάση της προσωπικής της αισθητικής (σκηνοθεσία-δραματουργία-σκηνογραφία-κοστούμια και συμμετοχή στη συγγραφή του κειμένου). Είναι σαφές ότι εξακολουθεί ως εικαστικός-σκηνοθέτης να βλέπει εικόνες, να απομακρύνεται συνειδητά από τον λόγο προσεγγίζοντας την κίνηση και να συνθέτει ισχυρά αφηγήματα σε ένα πολύ ενδιαφέρον δραματουργικό εγχείρημα.
Στο μεγάλο χωμάτινο πάρκο που στήνεται στη σκηνή, παρακολουθούμε την αρχετυπική φιγούρα του ανθρώπου που παίζει, του Homo Ludens, απορροφημένος και πιστός στη συνθήκη που ορίζουν οι εκάστοτε κανόνες του παιχνιδιού. Εκείνου του κατά φαντασία ιππότη της Μάντσα που δεν ήταν απλώς ένας τρελός, αλλά ένας άνθρωπος που έπαιξε ένα παιχνίδι, υποδυόμενος σοφά έναν ρόλο και υπηρετώντας τον μέχρι τέλους.
Άρης Σερβετάλης: Μελετήσαμε πολύ και τους δύο τόμους του έργου και η σύνδεση των υλικών προέκυψε από την ιδέα να συνδεθούμε με τον άνθρωπο που παίζει, τον Homo Ludens. Έτσι και μέσα από τις θεματικές που αναπτύσσονται στο έργο, ξεκινήσαμε τα εργαστήρια, σε σχέση με το πώς αποτυπώνονται κάποιες δράσεις στις συνθήκες που απορρέουν από το κείμενο. Τα θέματα σε σχέση με τον άνθρωπο αναπτύσσονται σε όλα τα μεγάλα έργα με έναν παρόμοιο τρόπο, όπως συμβαίνει στον Σέξπιρ ή στον Μπέκετ. Το δίπολο Δον Κιχώτης και Σάντσο Πάντσα είναι το ίδιο με εκείνο του Μερσιέ και Καμιέ του Μπέκετ ή αυτό του Ληρ και του τρελού στον Σέξπιρ. Υπάρχει μια διττότητα στα πράγματα που έχει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί αποκαλύπτεται ουσιαστικά ο άνθρωπος και η διαδρομή του. Άλλωστε, τα παραπάνω πρόσωπα θα μπορούσε κάλλιστα να τα ερμηνεύσει κανείς ως ένα πρόσωπο. Η δική μου τοποθέτηση και η δουλειά μας εδώ επιχειρεί όσο γίνεται όλο αυτό να βγει σαν ένα παιχνίδι. Ο άνθρωπος που παίζει με μια αγνότητα, μια αθωότητα και με μία τάση να προσπαθεί συνεχώς. Σε οποιαδήποτε αποτυχία, να συνεχίζει. Αυτό είναι νομίζω και το σήμα κατατεθέν του Δον Κιχώτη, ότι συνεχίζει ό,τι κι αν συμβαίνει και μπαίνει σε μία διαδικασία να δημιουργεί περιπέτειες από το πουθενά.
Η μόνη στιγμή που δεν συνεχίζει και που «αποσύρεται» είναι όταν εμφανίζεται ένας άλλος άνθρωπος που αντιμετωπίζει το παιχνίδι με τους ίδιους όρους, όπως ο Δον. Είναι κάποιος από το χωριό του που κάνει τον ιππότη και τον καλεί σε μονομαχία. Δεν είναι όμως ιππότης, παίζει ουσιαστικά ένα παιχνίδι. Ο Δον Κιχώτης χάνει στη μονομαχία κι εγκαταλείπει το παιχνίδι γιατί στην ουσία έρχεται αντιμέτωπος με κάτι πιο μεγάλο. Συνειδητοποιεί σιγά-σιγά ότι έρχεται ο θάνατος. Συνήθως έτσι συμβαίνει με τον άνθρωπο, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με κάτι πιο μεγάλο, που τον υπερβαίνει, αδρανεί.
Έφη Μπίρμπα: Ο Θερβάντες συνειδητά εξορίζει τον ήρωά του για να τον φέρει αντιμέτωπο με τις μεγάλες ιδέες. Άλλωστε η κανονικότητα συνήθως μας απορροφά και χάνουμε τη σχέση μας με τη μεγάλη ιδέα. Αυτά είναι τα υλικά της παράστασης, η σχέση μας με μία μεγαλύτερη ιδέα που βρίσκεται έξω από εμάς. Προσπαθούμε να διερευνήσουμε τι είναι αυτό που μπορεί να καταγραφεί μέσα σε ένα περιβάλλον, όπως αυτό που παρουσιάζουμε στη σκηνή σε παραλληλία της σπηλιάς του Μοντεσίνου, ένα περιβάλλον σπηλιάς-πάρκου. Σκηνογραφικά επιχειρώ να φέρω μέσα στο χώρο μια μνήμη από «μεγάλες» δομές, σπουδαίων καλλιτεχνών και αρχιτεκτόνων που τόλμησαν να εντάξουν το πάρκο σε ένα περιβάλλον του κόσμου χωρίς να το περιορίζουν σε μια περίφραξη. Κι όλα αυτά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν υπήρχε ένα έντονο ρεύμα σε αυτή την κατεύθυνση. Πρόκειται λοιπόν για ένα περιβάλλον παιχνιδιού με τελετουργική φόρμα, που μεταβαίνει από το κρίσιμο στο παιχνίδι κι απ’ το παιχνίδι στο κρίσιμο.
Α.Σ.: Το φοβερό με τον Δον Κιχώτη είναι ότι πρόκειται για ιππότη της πίστης. Η πίστη είναι απαραίτητη συνθήκη σ’ ένα παιχνίδι. Όταν μπαίνεις σ’ αυτό δεν μπορείς απλά να υπάρχεις σαν τοποθέτηση στο χώρο και τους κανόνες του. Ένα παιδί όταν παίζει κρυφτό, όταν κάνει τον καουμπόι, τον ινδιάνο ή φαντάζεται μια μάχη, εκείνη τη στιγμή το ζει και το πιστεύει με απόλυτο τρόπο. Πιστεύει βαθιά ότι πρέπει να πιάσει τον αντίπαλο ή να φτάσει στο στόχο. Αυτό διατρέχει και την πορεία του Δον Κιχώτη από την αρχή μέχρι το τέλος. Κατεβαίνοντας στη σπηλιά του Μοντεσίνου, που είναι το κεφάλαιο στο οποίο έχουμε επιλέξει να επικεντρωθούμε και μέσα από αυτό ακολουθούμε τη διαδρομή του έργου, ο Δον Κιχώτης βγαίνοντας πια από εκεί συνομιζεί με τον Σάντσο Πάντσα, ο οποίος του διηγείται κάποια πράγματα που του συνέβησαν. Τότε ο Δον του λέει «θα σε πιστέψω, μόνο αν πιστέψεις κι εσύ όσα σου έχω διηγηθεί για τη σπηλιά». Επομένως ο τρόπος που συνομιλείς με κάποιον έχει άμεση σχέση με το αν του έχεις εμπιστοσύνη και αν αφήνεσαι σε αυτή τη σχέση πίστης που δημιουργείται μεταξύ σας.
Α.Σ.: Αυτό που λέμε πολιτικό, για μένα είναι η καθημερινή μας τοποθέτηση. Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι το πολιτικό είναι κάτι έξω από τον άνθρωπο. Αυτά που συνήθως ονομάζουμε πολιτικά είναι κατασκευάσματα που δημιουργήσαμε οι ίδιοι και δεν θεωρώ ότι το πολιτικό είναι αυτό που βλέπουμε στη Βουλή. Αυτό είναι μάλλον ένα περίεργο κατασκεύασμα. Οι προβληματικές που αναπτύσσουμε, η σκέψη μας και η προσωπική μας τοποθέτηση είναι το πολιτικό και τέτοιου είδους κείμενα, δημιουργοί και συγγραφείς είναι τόσο καθηλωτικά επικεντρωμένα στον άνθρωπο που καθιστούν το έργο πανανθρώπινο, διαχρονικό.
Ε.Μ. Είμαι σαφώς τοποθετημένη στη χορευτική υφή των πραγμάτων. Αναφέρομαι κυρίως στη σωματικότητα, που δημιουργεί πιο ισχυρά αφηγήματα από τα αφηγήματα καθαυτά. Αποστασιοποιούμαι προοδευτικά από τον λόγο. Επιστρέφω σε μια σιωπηλή, αλλά νιώθω πιο πλήρη, κατασκευή.
Μια τέτοια βουτιά σε ένα κείμενο οδηγεί σε μεγάλους συγκλονισμούς γιατί σε συνδέει με κάτι πολύ μεγάλο. Αυτή είναι και η κατεξοχήν μορφή του πολιτικού. Όταν κάτι δεν ακουμπά απλώς μια μικροκλίμακα, αλλά μια «μάκρο-συνθήκη». Τότε συμβαίνει πολιτική. Πολιτική θα πει δανεισμός, ένας δανεισμός που έχουμε ανάγει σε μια μικροκλίμακα προσωπικού τύπου, ενώ ανήκει σε μια πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Αντίστοιχα, είναι κρίμα να συνδεόμαστε με το έργο του Θερβάντες μέσω μιας μικροπεριγραφής πρώτης ανάγνωσης που παρουσιάζει τον Δον Κιχώτη ως τρελό και εξάγει από αυτόν μία μόνο διάσταση που καλείται «δονκιχωτισμός». Αυτή είναι αποτέλεσμα μιας διάθεσης να ξεμπερδεύει κανείς γρήγορα με το έργο. Ο δονκιχωτισμός είναι ένας δανεισμός μικροκλίμακας. Ο Θερβάντες μέσω του Δον Κιχώτη, μέσα από ένα ταπεινό δρομολόγιο, αυτό της απαξίωσης, επιχείρησε να συνδεθεί με κάτι μεγάλο. Ο ήρωάς του δε συναντήθηκε ποτέ μ’ έναν άνθρωπο που τον κατανόησε. Καθένας που τον συναντούσε έφτιαχνε μια μικροϊστορία για εκείνον και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι είναι «ο τρελός». Υπάρχουν όμως και οι σαλοί σε αυτόν τον κόσμο, αυτοί που φαινομενικά έχουν μια δυσνόητη όψη, λόγω της δικής μας ανημπόριας να κατανοήσουμε τη δική τους τάση. Αυτοί βρίσκονται σε μια διαρκή κατακόρυφη σχέση με το θείο, το υπερβατικό, κάτι που δεν αντιστοιχεί στη δική μας μικροκλίμακα, οπότε είναι εύκολο να τους χαρακτηρίσεις τρελούς, μόνο που μπορεί να είναι «συνειδητά» σαλοί.
Περισσότερες πληροφορίες στο Guide της Athens Voice εδώ.
Η παράσταση επιχορηγείται από το Υπουργείο Πολιτισμού και είναι συμπαραγωγή του Rēs Ratio Network με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.