- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αυτοί είναι οι 15 καλύτεροι ηθοποιοί της σεζόν
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου ξεχωρίσαμε τις πιο πειστικές ερμηνείες
«Ένας ηθοποιός πρέπει να φλέγεται εσωτερικά με φαινομενική άνεση εξωτερικά», έλεγε ο Α. Τσέχωφ και, τελικά, σ’ αυτή τη μικρή φράση κρύβεται, ίσως, όλη η μαγεία της υποκριτικής τέχνης. Πόσα καλείται να πάθει ο ρόλος επί σκηνής κι όλα να φανούν φυσικά κι αβίαστα «σαν να συμβαίνουν εκείνη τη στιγμή»; Τεχνική, ταλέντο, ατελείωτες ώρες προβών, σεμινάρια, γιόγκα, τεχνικές χαλάρωσης κι ό,τι βάλει ο νους επιστρατεύονται από τους καλλιτέχνες, για να ζήσουν το «εδώ και το τώρα» και να μας πείσουν για την «αλήθειά» τους. Πώς, όμως κάποιοι, άμα τη εμφανίσει τους, διαθέτουν μια τέτοια φυσικότητα, που δεν μπορεί παρά να σε πείσει απόλυτα για το οτιδήποτε;
Παγκόσμια Ημέρα του Θεάτρου, σήμερα, Τρίτη 27 Μαρτίου και ρίχνοντας, επίσημα, αυλαία την Κυριακή των Βαΐων ξεχωρίζουμε ηθοποιούς από τις παραστάσεις της φετινής σεζόν, η φλόγα των οποίων έφτασε μέχρι την πλατεία…
1. Βασίλης Παπαβασιλείου, «Ελένη»
Ο φιλόσοφος του θεάτρου μας επέστεψε στο Θέατρο Τέχνης με μια ιστορική παράσταση, που ο ίδιος επαναπροσδιορίζει στο χρόνο. Η «Ελένη» από την Τέταρτη Διάσταση του Γιάννη Ρίτσου, είναι ένας μονόλογος σε δική του σκηνοθεσία.
Ο Βασίλης Παπαβασιλείου, σαν μάγος επί σκηνής, ερμηνεύει το ποίημα του Ρίτσου κάθε φορά όλο και πιο τολμηρά. Ο θεατής βιώνει μια εσωτερική μεταμόρφωση, που ξετυλίγεται στη σκηνή ήσυχα και σταδιακά, εγκλωβίζοντάς τον στα δίχτυα της θεατρικής μαγείας.
2. Γιώργος Μιχαλακόπουλος, «Τίμημα»
Το απόλυτο sold-out της φετινής χρονιάς. Η παράσταση που έκανε ουρές στα ταμεία του Θεάτρου Ιλίσια, ήταν το «Τίμημα» του Άρθρουρ Μίλλερ, το οποίο σκηνοθέτησε η Ιωάννα Μιχαλακοπούλου.
Στο ρόλο του παλαιοπώλη, Σάλομον, ο σπουδαίος Γιώργος Μιχαλακόπουλος, ο οποίος και μόνο με τη σκηνική του παρουσία δίνει ένα μάθημα υποκριτικής. Τα θεατρικά χιλιόμετρα που έχει διανύσει ο ηθοποιός φαίνονται, άμα τη εμφανίσει του, δίνοντας έτσι στην ερμηνεία του μια ξεχωριστή υπόσταση, που καθηλώνει το κοινό.
3. Γιάννης Κότσιφας, «Αγριόπαππια»
Ο Δημήτρης Τάρλοου έκανε εξαιρετική δουλειά με την «Αγριόπαπια» του Ίψεν στο Θέατρο Πορεία και στην κατάλευκη σκηνή απολαύσαμε έναν εξαιρετικό θίασο. Είναι γνωστός, εξάλλου, ο σκηνοθέτης για το ταλέντο του να ανακαλύπτει το ιδανικό cast. Από την παράσταση ξεχωρίζει, ο Έκνταλ του Γιάννη Κότσιφα.
Ο ηθοποιός καταφέρνει να αποδώσει με την ερμηνεία του τον όρο, που ο ίδιος ο Ίψεν είχε δώσει στο έργο του «τραγικωμωδία». Με μοναδικές δόσεις χιούμορ, τονίζει, ακόμη περισσότερο, το βαθύ αδιέξοδο του ήρωά του. Στοιχεία που αποδομούν ολοκληρωτικά τον χαρακτήρα του δυναμικού συζύγου, πατέρα και φωτογράφου, όπου σταδιακά αποκαλύπτεται ότι είναι ένα αδύναμο ανθρωπάκι πνιγμένο μέσα στο «ζωτικό ψεύδος». Καταπληκτικός στη σκηνή έρχεται αντιμέτωπος με τη μεγάλη αλήθεια και ρωτά την Γκίνα (Λ. Δροσάκη): «Είναι η Χέντβιγκ δική μου;»
4. Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, «Φάρος»
Το δράμα του Ιρλανδού Κόνορ Μακφέρσον, τον «Φάρο», σύστησε στο κοινό ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, στο Θέατρο Αθηνών. Ο ίδιος, δεν σκηνοθέτησε, μόνο, την παράσταση, αλλά κράτησε κι έναν από τους τέσσερις πρωταγωνιστικούς ρόλους, μαζί με τους εκπληκτικούς συμπαίκτες, όπως τον Αιμίλιο Χειλάκη, τον Νίκο Ψαρρά, τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο και τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο.
Ο τελευταίος, στον ρόλο του Σάρκι, «σπάει κόκκαλα ως οργισμένο νιάτο», ανίκανο να απεμπλακεί από τις εξαρτήσεις και τραυματισμένος από το βίαιο παρελθόν του. Παρακολουθούμε τον αγώνα του να γίνει υπεύθυνος, να φροντίσει τον αδερφό του, να αλλάξει ρότα στη ζωή του. Ο ηθοποιός, μ’ όλα τα εκφραστικά του μέσα σε εγρήγορση, είναι καθηλωτικός. Ηθοποιός παντός καιρού, με περισσή άνεση και σκηνική γενναιοδωρία, απλά θριαμβεύει.
5. Νένα Μεντή, «Γυναίκες του Παπαδιαμάντη»
Στην παράσταση του Πέτρου Ζούλια στο θέατρο Χώρα, η Νένα Μεντή κρατά τη βασική ιστορία από τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη, καθώς υποδύεται τη Φραγκογιαννού από το γνωστό μυθιστόρημα «Η Φόνισσα» (1903).
Με την ερμηνεία της σκιαγραφεί περιστατικά από την τσακισμένη ζωή της γραίας και μας «τσακίζει» με την ερμηνεία της, καθώς καταφέρνει να αποδώσει όλες τις πλευρές μιας σύγχρονης Μήδειας. Κάθε φόνος μεταμορφώνει σταδιακά τη Φραγκογιαννού σε μισάνθρωπο, που τον καταδιώκουν οι δαίμονές του οδηγώντας τον σε απόγνωση, σαν σε αγρίμι που λειτουργεί μόνο με το ένστικτό του. Κι αυτή η μεταμόρφωση, στην ερμηνεία της Μεντή, είναι εντυπωσιακή.
6. Μάνος Βακούσης, «Αμπιγιέρ»
Στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, ο Μανώλης Δούνιας επιλέγει τον «Αμπιγιέρ» του Χάργουντ και τη μικρή Β’ σκηνή του Θεάτρου οδού Κεφαλληνίας. Ο Ρόναλντ Χάργουντ γράφει το 1981 τον «Αμπιγιέρ», ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας, τα οποία αφορούν στον κόσμο του θεάτρου.
Το έργο είναι αυτοβιογραφικό, με πηγή έμπνευσης την εμπειρία του ως αμπιγιέρ του Άγγλου ηθοποιού Ντόναλντ Γούλφιτ. Η παράσταση είναι σπουδαία λόγω της χημείας του δίδυμου των πρωταγωνιστών Αλέξανδρου Μυλωνά και Μάνου Βακούση - οι δύο τους παίζουν και στον «Αύγουστο». Ο Βακούσης, όμως, ως Αμπιγιέρ, φαίνεται να ερμηνεύει έναν ρόλο ζωής. Με την υποκριτική του δεινότητα, ιδιαίτερα στη ρωγμή του ρόλου, απογειώνει την παράσταση, είναι συγκλονιστικός.
7. Φιλαρέτη Κομνηνού, «Γρανάδα»
Στην υψηλής ευαισθησίας «Γρανάδα» του Γιάννη Καλαβριανού, που ανεβαίνει στο Από Μηχανής θέατρο, απολαμβάνουμε τη Φιλαρέτη Κομνηνού, στον ρόλο της Άννας. Πρόκειται για μια γυναίκα της διπλανής πόρτας, η οποία έρχεται αντιμέτωπη με την απώλεια.
Παρακολουθώντας την επιβεβαιώσαμε, για μια ακόμη φορά, ότι οι σπουδαίοι ηθοποιοί μπορούν, με απίστευτη άνεση και, εν προκειμένω, μόνο με μια ατάκα, να αλλάξουν συναισθηματική κατάσταση. «Δεν ξέρω τι με κρατά και δεν έχω πηδήξει, ακόμα, από το παράθυρο», θα πει και θα αλλάξει το κλίμα του πάρτι.
Ενώ, λίγο πριν το φινάλε, θα χαρίσει στην παράσταση μια από τις πιο δυνατές σκηνές της, όταν απαντώντας στο τηλέφωνο στον θεατρικό της γιο, εκείνος θα της αναγγείλει ότι ένα μηχανάκι παρέσυρε τον πατέρα του και άνδρα της. «Μην ουρλιάζεις... το άκουσα. Κατ’ αρχήν, πες μου αν έχεις μονάδες, δεν χρειάζεται να ξοδεύεσαι. Πες μου εάν έχεις μονάδες...», του απαντά χαμένη κι όλος ο συναισθηματικός κόσμος της περνά μέσα από τα μάτια της καθηλώνοντας το κοινό.
8-9. Δημήτρης Αλεξανδρής- Γιώργος Τριανταφυλλίδης, «Λάμψη Μιας Ασήμαντης Νύχτας»
Με τον Ιρλανδό, Κόνορ Μακφέρσον,όμως, δεν ασχολήθηκε μόνο ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, αλλά κι η Ελένη Σκότη, η οποία μας σύστησε το άπαιχτο στην Ελλάδα «The NightAlive» (2013), που ανεβαίνει στο θέατρο Επί Κολωνώ, σε μετάφραση του Γιώργου Χατζηνικολάου με τον τίτλο, «Λάμψη μιας ασήμαντης νύχτας».
Ο Δημήτρης Αλεξανδρής στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Τόμμυ, ενός πενηντάρη που έχει αποχωριστεί την οικογένεια του και ζει κάνοντάς δουλειές του ποδαριού, είναι εξαιρετικός. Η φυσικότητα που έχει αναπτύξει με τον σκηνικό χώρο κι η άνεσή του μέσα σ’ αυτόν, σε κάνουν να νιώθεις ότι τον παρακολουθείς, πράγματι, μέσα στο τμήμα του διαμερίσματος όπου μένει. Η φθορά του ήρωα κι η εσωτερική ένταση αντικατοπτρίζονταν στο πρόσωπό του, σαν όλα να έχουν βιωθεί βαθιά.
Δεν μπορείς,όμως, να μην ξεχωρίσεις και τον Γιώργο Τριανταφυλλίδη, ο οποίος κλέβει την παράσταση με τον αβανταδόρικο ρόλο του Ντοκ, ενός ήρωα με ειδικές ανάγκες. Μια φιγούρα, η οποία ξεχωρίζει και, με πολύ χιούμορ, αποδίδει τις πιο τραγικές καταστάσεις. Ο ηθοποιός ήταν πέρσι υποψήφιος για το βραβείο «Δημήτρης Χορν» 2017, μ’ αυτή την ερμηνεία του δεν μπορεί να μην διεκδικήσει και, πάλι, τον Χρυσό Σταυρό του Ηθοποιού.
10. Χρήστος Λούλης, «Βάκχες»
Δεν έχουμε συνηθίσει τον θεό Διόνυσο με λευκό κουστούμι, να παίρνει το μικρόφωνο και να ροκάρει. Τον είδαμε στις «Βάκχες» του Άρη Μπινιάρη στη Στέγη κι ο Χρήστος Λούλης κατάφερε, στη νέα αυτή πρόταση του σκηνοθέτη, να μας κερδίσει απόλυτα.
Κίνηση, φωνή κι έκφραση δεν σου άφηναν περιθώριο να μην υποκύψεις στη γοητεία του νέου θεού. Ο Λούλης ρόκαρε κι όλα ήταν υπέρ του. Μάγεψε ο ίδιος, όπως κι η παράσταση.
11. Μαρία Πρωτόπαππα, «Έμμα»
Η Μαρία Πρωτόπαππα, στην έκτη σκηνοθετική της δουλειά, διασκευάζει το βιβλίο της Κολομβιανής ζωγράφου, Έμμα Ρέγιες, «Αναμνήσεις δι' αλληλογραφίας» (εκδ. Ίκαρος, μτφρ. Μαρίας Παλαιολόγου), δημιουργώντας έναν μονόλογο εξαιρετικής ροής με αρετές απεύθυνσης και ζωντανού λόγου, που σε ταξιδεύουν.
Παράλληλα, ανεβαίνει μόνη στη μικρή, αλλά τόσο φιλόξενη, Β΄ σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας και μας κερδίζει με μια ατόφια ερμηνεία. Μια σπουδαία ηθοποιός ερμηνεύει στη σκηνή και, με πηγαία συγκίνηση, σε παρασύρει με την ιστορία της.
Η Πρωτόπαππα γίνεται το παιδάκι στη Μπογκοτά, το οποίο παίζει στις χωματερές και ματώνει τα γόνατά του. Ένα παιδί, που, αντί για κούκλες, διασκεδάζει με το να αδειάζει το καθίκι της τουαλέτας και να φτιάχνει ήρωες με λάσπες. Ένα τετράχρονο, που βιώνει βαθιά την αδικία κι όταν ο ενήλικος εαυτός του λέει: «τότε κατάλαβα πως είναι ένα παιδί τεσσάρων ετών, να μπορεί να μη θέλει να ζει…», σε κάνει να σπαράζεις για όλα τα παιδιά του κόσμου. Ένα κοριτσάκι, το οποίο δεν γνώρισε αγάπη και γονείς. Όλα αυτά, χωρίς ίχνος μελοδραματισμού, μόνο με μια αλήθεια και μια γνήσια συγκίνηση, που βγαίνουν αβίαστα.
12. Μαρία Ναυπλιώτου, «Το τραμ με το όνομα πόθος»
Σε έναν από τους δυσκολότερους ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου, στη Μπλανς του Τ. Ουλίαμς, η Μαρία Ναυπλιώτου, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δείχνει να έχει κερδίσει το στοίχημα από τα πρώτα της βήματα στο σανίδι. Με το βάδισμά της είναι σαν να βλέπει κανείς το πριν του ρόλου.
Στην παράσταση, που σκηνοθέτησε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Μπλανς της έχει διανύσει όλη την τροχιά της πτώσης, είναι εύθραυστη, φαντασμένη, μυθομανής, αφελής, ψυχικά διαταραγμένη κι εκφράζει με μοναδική ευαισθησία ότι αυτό που την οδηγεί στο όνειρο και στη φαντασίωση δεν έχει, καθόλου, να κάνει με τους ηθικούς φραγμούς, αλλά με ένα αίσθημα αυτοσυντήρησης. Η Μπλανς της στηρίχτηκε, κυρίως, στη μεγάλη πληγή που της άφησε η πρώτη αγάπη.Ίσως γι’ αυτό είναι και μια αποκάλυψη στη σκηνή,όπου διηγείται την αυτοκτονία του αγαπημένου της, αλλά και, γενικότερα, στις σκηνές της με τον Άγγελο Τριανταφύλλου (Μιτς), όπου ξεδιπλώνεται μοναδικά ο χαρακτήρας. Μια ερμηνεία με συνέπεια, γοητεία και την απαιτούμενη δραματική ένταση.
13. Ανδρέας Κωνσταντίνου, «Έντα Γκάμπλερ»
Στην ενδιαφέρουσα εκδοχή της «Έντα Γκάμπλερ», που σκηνοθέτησε η Άντζελα Μπρούσκου στο υπέροχο Μπάγκειον, στην Ομόνοια, ο Ανδρέας Κωνσταντίνου μας χάρισε μια ξεχωριστή ερμηνεία στον ιψενικό ήρωα, Τέσμαν.
Τα αδιέξοδα του μικροαστού καθηγητή γίνονται αισθητά μέσα από την εξαιρετική φιγούρα, που στήνει ο ηθοποιός στη σκηνή, επικοινωνώντας, ουσιαστικά, με τους συναδέλφους του, σε μια μη ρεαλιστική φόρμα που επιτάσσει η σκηνοθεσία κι ο Κωνσταντίνου έχτισε, παράλληλα, έναν δικό του κόσμο με μοναδικές λεπτομέρειες.
14. Λυδία Φωτοπούλου, «Με δύναμη από τη Κηφισιά»
Κι οι τέσσερις ήταν υπέροχες στην κωμωδία των Δημήτρη Κεχαΐδη και Ελένης Χαβιαρά, «Με Δύναμη Από Την Κηφισιά», που μπορεί να γράφτηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’90, σε μια Ελλάδα παχιών αγελάδων, αλλά και, σήμερα, το ελληνικό «Sex and the City» έχει πολλά να μας πει. Γρήγοροι ρυθμοί, έξυπνες ατάκες και τσαλάκωμα των ηθοποιών συνθέτουν ένα διαχρονικό έργο. Εκεί πόνταρε κι ο Δημήτρης Καρατζάς και μαζί με το πιο δυνατό γυναικείο καρέ, έκανε το έργο, 23 χρόνια μετά τη συγγραφή του, να μοιάζει απελπιστικά σύγχρονο.
Αξέχαστη θα μας μείνει η Αλέκα της Λυδίας Φωτοπούλου. Ηθοποιός, με μοναδική μαεστρία, κατάφερε να είναι αισθησιακή, μέσα στη νευρωτική της φιγούρα και σπαρακτικά αληθινή, μέσα από τις ιστορίες της καθημερινότητας.
15. Αργύρης Ξάφης, «Πενσεθίλια»
Ως Οδυσσέας, με την υπέροχη φωνή, την καθαρή άρθρωση και τη δυναμική του παρουσία μας έπεισε, απόλυτα, στην «Πενσεθίλια» του Κλάιστ, που σκηνοθέτησε ο Παντελής Δεντάκης στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.