- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Γιώργος Παπαγεωργίου: «Η ζωή με φόρα»
Τον λες και πολυάσχολο. Γιατί αν δεν είναι ώρα να μιλήσεις τώρα μαζί του, πότε είναι;
Τον λες και πολυάσχολο. Γιατί αν δεν είναι ώρα να μιλήσεις τώρα με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, πότε είναι; Αυτή την εβδομάδα ξεκινά στη σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη / Rex, του Εθνικού το «Παιχνίδι της Σφαγής» (Ιονέσκο σε σκηνοθεσία Γ. Κακλέα). Το Σάββατο 3 Μαρτίου ανεβαίνει στη σκηνή του Σταυρού του Νότου με τους Polkar, ενώ στο Θέατρο του Νέου Κόσμου σκηνοθετεί τον «Αρίστο», παράσταση βασισμένη στον «Γύρο του Θανάτου» του Κοροβίνη. Και καμιά φορά, όταν έχει τις αληθινές μαύρες του, πέραν του ρόλου του ως «μαύρου κομπέρ» στη «Σφαγή», συνειδητοποιεί πως το μόνο φάρμακο για τη ματαιότητα των πάντων δεν είναι άλλο από τη ζωή με φόρα. Και με γλέντι.
Τι κάνουν οι Polkar, άκουσες το «Mystery of love» του Sufjan Stevens; Πάει για Όσκαρ. Θα το διασκευάζατε; Έχει και γιουκαλίλι, για αυτό το λέω, αλλά και ως θέμα-στιχοπλοκή νομίζω πως σου πάει ερμηνευτικά...
Είναι κομματάρα. Και έχω ακούσει πολλά καλά για το «Call me by your name», πολλοί φίλοι με έχουν προτρέψει να το δω. Θα το κάνω άμεσα.
Αλήθεια, «συνήλθες» από τον ρόλο σου ως Νικήτας στην περσινή «Δύναμη του Σκότους»; Πραγματικά, αναρωτιέμαι πόσος χρόνος χρειάζεται για έναν ηθοποιό ώστε να πάψει να κουβαλάει τέτοιες εντάσεις. Κι από τον Τολστόι στο φετινό «Παιχνίδι της Σφαγής» του Ιονέσκο, από πόσα συναισθηματικά - ερμηνευτικά φορτία φρόντισες να απαλλαγείς, ώστε να αποδώσεις «καθαρός» στη νέα παράσταση;
Πάντα κουβαλάς τον εαυτό σου σε έναν ρόλο. Αλίμονο αν δεν το έκανες. Και όσο ο εαυτός σου μεταπλάθεται μέσα από τους ρόλους που κάνεις, μοιραία κουβαλάς και αυτούς μέσα σου. Αυτή η συνέχεια όμως οφείλει να είναι εξελικτική, να έχει ορμή προς τα εμπρός, ώστε να μπορείς να αφαιρείς συνέχεια μνήμες και τρόπους που συνδέονται με το παρελθόν –με αυτό που έφυγε– και να πατάς πάνω στα βιώματα εκείνα που θα σε σπρώξουν στο «μετά». Και το «μετά» οφείλει να είναι καινούργιο, καθαρό –ποτέ δεν θα είναι καθαρό, πάντα θα κουβαλάει ένα βάρος, δύο τρεις ψυχοπονιάρικες ματαιότητες– αλλά δεν πειράζει.
Πάντως ο Ιονέσκο στη «Σφαγή» είναι ξεκάθαρος, νομίζω. Το παράλογο του θανάτου, ως ανερμήνευτο συμβάν, που κανένας θεός ή επιστήμη δεν μπορεί να σταματήσει, αλλά και η απουσία νοήματος στην ίδια την εξ ορισμού παράλογη ζωή: οι περισσότεροι άνθρωποι απλά αναπνέουν, ή περιφέρονται χωρίς αίσθηση σκοπού, όμως κι εκείνοι που θέτουν εαυτόν σε υπηρεσίες «σκοπού» στο τέλος καταλήγουν… από κοινού. Βέβαια έτσι ερμηνεύω εγώ το έργο. Η δική σου ερμηνεία ποια είναι;
Η δική μου ερμηνεία είναι περισσότερο πολιτική. Οδηγηθήκαμε εκεί μέσα από τις πρόβες. Μέσω της σκηνοθεσίας του Γιάννη Κακλέα και των κειμένων του Γεράσιμου Ευαγγελάτου που συνοδεύουν τον ρόλο μου, μου έγινε ακόμη πιο καθαρή η πολιτική οπτική του έργου. Ή έστω αυτή την πτυχή θέλησε να τονίσει η παράσταση. Ο θάνατος εδώ δεν είναι τόσο υπαρξιακός, όσο κοινωνικός, είναι ο «θάνατος» αυτού που μένει εκτός συστήματος.
Μίλησέ μου για τον χαρακτήρα που υποδύεσαι. Και για τη σχέση - καθοδήγηση του Κακλέα. Πώς συνεργαστήκατε; Ερμηνεύεις υπό αδιαπραγμάτευτο drive που έδωσε ο σκηνοθέτης ή τον χτίσατε μαζί τον ρόλο σου;
Είναι ο ρόλος ενός «μαύρου κομπέρ». Ο θεατρώνης ενός θιάσου - freak show. Ο ρόλος χτίστηκε μέσα από τις πρόβες και συνεργαστήκαμε αργά και λειτουργικά με τον Γιάννη, χωρίς βιασύνες. Αυτό μου άρεσε πολύ. Επίσης του είπα σε όλα «ΝΑΙ». Δεν μου αρέσουν οι ηθοποιοί που σκηνοθετούν και φέρνουν τη λειτουργία του σκηνοθέτη στην πρόβα, ο ρόλος τους είναι καθαρά υποκριτικός. Δουλεύοντας παράλληλα ως σκηνοθέτης στον «Αρίστο», είχα την ανάγκη να λειτουργήσω αθώα στην πρόβα του «Παιχνιδιού της Σφαγής», γιατί αλλιώς θα ήμουν μη διαθέσιμος. Και αν κάτι κατάλαβα από τη σκηνοθεσία του «Αρίστου», είναι ότι η διαθεσιμότητα του ηθοποιού είναι στοιχειώδης για μια καλή παράσταση.
Ξέρω ανθρώπους που η πολυδιάσπαση τους αποσυντονίζει, σε αντίθεση με σένα, που μάλλον σου πάνε οι «κατακερματισμοί»: σκηνοθετείς τον «Αρίστο» στο θέατρο του Νέου Κόσμου, ξεκινάς στο Εθνικό με τη «Σφαγή» και τραγουδάς με τους Polkar. Μοιάζει να μην έχεις ησυχία, σαν να επιδιώκεις να λειτουργείς πολυπρισματικά. Γιατί; Και είμαι σίγουρος πως το θέμα δεν είναι οικονομικό!
Δεν χρειάστηκε μέχρι στιγμής στη δουλειά να κάνω μια επιλογή αυστηρά με οικονομικούς όρους. Αυτό είναι τύχη και πολυτέλεια, που την αναγνωρίζω. Από εκεί και πέρα, νιώθω διαρκώς τα τελευταία δύο χρόνια ότι δουλεύω έτσι από φόβο. Οι φίλοι μου είναι ελάχιστοι, οι περισσότεροι ζευγαρωμένοι, παντρεμένοι με παιδιά, εγώ πλέον είμαι εκτός του «κανόνα» τους. Άρα; Με πόσους πιστεύεις ότι έχω να μοιραστώ τον χρόνο μου; Η πραγματικότητά μου λοιπόν σε 12ωρα εκτός σπιτιού, σε χώρους προβών ή δοκιμών με τους Polkar, κρύβει και την ανάγκη μου να μη μείνω πολλή ώρα μόνος με τον εαυτό μου.
Στα όνειρά σου επιστρέφεις σε κάποιους παλιούς ρόλους; Αλλά και στην πραγματικότητα, στην καθημερινότητα: χρησιμοποιείς ατάκες ή quotes πάνω σε συζητήσεις ή συναισθηματικές εμπλοκές-χειρισμούς, από παλιότερους «ήρωες»; Μήπως, δηλαδή, το κείμενο αληθινής ζωής, που «απαγγέλλει» μερικές φορές ο Γιώργος Παπαγεωργίου, είναι ένα πολυσύνθετο σαμπλάρισμα δικό του αμιγώς, αλλά και κάποιων άλλων...
Το θέατρο σταδιακά στα χρόνια μού φανέρωσε το μέσα της ζωής. Παρατηρώντας, διαβάζοντας, ακούγοντας, έμαθα να αξιολογώ τους ανθρώπους γύρω μου ως ρόλους. Και κάποιοι παίζουν καλά τον ρόλο τους, κάποιοι άλλοι χάλια. Προσωπικά προσπαθώ να γίνω αυτό που έμελλε να γίνει μέσα μου το προσωπικό μου πιστεύω για το θέατρο. Και προσωπικά πιστεύω σε ένα θέατρο που δεν προσποιείται τίποτα. Ούτε καν την ίδια την προσποίησή του. Πιστεύω σε ένα θέατρο που μπορεί να ενεργοποιήσει μια σκέψη, ένα συναίσθημα, μια ιδέα. Δεν μου αρέσουν οι ψυχαγωγοί στο θέατρο. Είναι εγωιστές. Ούτε οι σταρ μου αρέσουν. Είναι «λίγοι». Ούτε οι αντιστάρ. Αυτοί είναι ψεύτες. Μου αρέσουν αυτοί που συνειδητοποιούν τη ματαιότητα αυτού που κάνουν. Και γλεντάνε μαζί του.
Ανεβαίνεις αρκετές φορές στη Θεσσαλονίκη. Αυτό το πάνω-κάτω, τι κραδασμούς σου προκαλεί; Πόσο «βόρεια» φέρεσαι εδώ στην Αθήνα, αν υποθέσουμε πως υπάρχει τέτοιου είδους συμπεριφορά, αλλά και ανάποδα: τι «νότια» ξεχνάς, όταν περνάς τα διόδια των Μαλγάρων;
Η γραφικότητα του Θεσσαλονικιού λεβεντομαλάκα δεν με συγκινεί καθόλου. Στερείται χιούμορ, βάθους και τρόπων, και την πετάω απέξω, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Ούτε κάτι νότιο κουβαλάω. Ούτε καν κάτι ελληνικό. Προτιμώ να θεωρώ τον εαυτό μου πολίτη του κόσμου (ακόμα και αν ο κόσμος μου είναι το Παγκράτι) πάρα ενός τόπου. Αλλά μου αρέσει ο ΠΑΟΚ. Αυτόν τον κουβαλάω.