Θεατρο - Οπερα

Βρικόλακες στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς

Η παράσταση του Κωνσταντίνου Ντέλλα «Ο Έλλην Βρυκόλαξ [reloaded]» φέρνει  στο Ιστορικό Αρχείο ΠΙΟΠ βρικόλακες. Ο σκηνοθέτης μάς τους… συστήνει.

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 626
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Όταν διάβασα σ’ ένα κείμενο του γάλλου ιερέα Francois Richard, περιηγητή της προεπαναστατικής Ελλάδας, ένα κεφάλαιο με τίτλο “Αυτό που οι Έλληνες ονομάζουν βρικόλακα ” η περιέργειά μου έφτασε στα ύψη. O ιερέας είχε επισκεφτεί πολλά ελληνικά νησιά και κατέγραψε την αντιμετώπιση των βρικολάκων από τους ντόπιους. Κόλλησα. Δεν είχα ακούσει ούτε είχα διαβάσει μέχρι τότε τίποτα για την ύπαρξη ελλήνων βρικολάκων – ήξερα μόνο ό,τι αφορούσε ξωτικά και νεράιδες. Αυτό το κείμενο με οδήγησε στο να ψάξω και να βρω ένα πλούσιο υλικό στη μεσαιωνική και νεότερη ελληνική γραμματεία και να δημιουργήσω αυτό το project.

Οι έλληνες βρικόλακες δεν μοιάζουν στους βρικόλακες της Δύσης – και δεν αναφέρομαι στην κινηματογραφική μεταφορά τους, αλλά στην εικόνα των βρικολάκων μέσα στα κείμενα των περασμένων αιώνων. Οι Έλληνες δεν είναι τόσο αέρινοι, αλλά πιο χωμάτινοι. Έχουν ζήλειες, πάθη, εκκρεμότητες, κάνουν παιδιά. Το κυριότερο, δεν πίνουν αίμα από το λαιμό. Βρικόλακας χαρακτηριζόταν κάποιος αφού είχε πεθάνει. Στη ζωή του μπορεί να ήταν πολύ άσχημος, να είχε μια ιδιορρυθμία ή μπορεί και η κηδεία του να είχε γίνει με ένα λάθος τρόπο. Στην πραγματικότητα τους δημιουργούσε η ανάγκη του λαού για να καταδείξει κάποιον ως υπαίτιο λοιμών ή άλλων επιδημιών. 

Σε κάθε τόπο βλέπουμε και διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης των βρικολάκων. Από βγάλσιμο καρδιάς –σε κάποια μέρη την έβγαζαν και την έτρωγαν–, χρήση πίσσας, παλούκωμα, ενώ ο ήλιος και το νερό θεωρούνταν πολύ ισχυρά όπλα καταπολέμησής τους. Γι’ αυτό και σε πολλά χωριά της ηπειρωτικής Ελλάδας υπάρχει ποτάμι ανάμεσα στο νεκροταφείο και το χωριό.

Ο Κοραής ετοιμολογικά σχετίζει το βορβόλακα με τη Μορμώ, ένα μυθολογικό τέρας με το οποίο φόβιζαν οι γονείς τα παιδιά, πως αν τα δαγκώσει θα μείνουν κουτσά. Άλλοι πάλι, όπως ο Φραγκίσκος Πουκεβίλ, καταθέτουν ότι προέκυψε από τη βούρκα, που είναι το έλος και το λάκκος. Υπάρχει και η άποψη ότι προέρχεται και από τη λέξη βρύκομαι, που σημαίνει τρώγομαι. 

Η μελέτη μου πάνω στην έννοια της περιπλάνησης, όποιας μορφής και να είναι αυτή, ταίριαξε με την εικόνα των βρικολάκων, γιατί είναι και αυτά όντα περιπλανώμενα αφού δεν τους δέχονται ούτε στον κάτω ούτε στον πάνω κόσμο. Αυτό με οδήγησε στην ιδέα να τους παρουσιάσω στην παράστασή μου σαν ένα μεταφυσικό μπουλούκι. Είναι όντα που περιπλανιούνται και οι ιστορίες τους δεν ξέρεις αν αφορούν τους ίδιους ή άλλους. Γι’ αυτό και θέλησα να χρησιμοποιήσω χώρους που κουβαλούν μια ιστορία ή διηγούνται μια ιστορία. Σε μουσεία, σε ιστορικά θέατρα, τώρα στο χώρο που φιλοξενεί το Ιστορικό Αρχείο του ΠΙΟΠ. Θέλω να έχεις την αίσθηση πως έρχεσαι σ’ έναν τόπο όπου έχεις την εντύπωση ότι αυτό το μεταφυσικό μπουλούκι μένει εκεί, έστω και για μια νύχτα. 

Θεωρώ πως φοβερή εμπειρία ήταν οι παραστάσεις στα Μουσεία του ΠΙΟΠ στη Δημητσάνα και στα Ιωάννινα. Πραγματοποιήθηκαν έξω στη φύση και η φύση άνοιγε πιο εύκολα τους ανθρώπους, ώστε να εισχωρήσουν στη συνθήκη που δημιουργούσαμε, και δεν έμειναν απλοί θεατές. Στη Δημητσάνα, στο Μουσείο Υδροκίνησης, η παράσταση θύμιζε Επιτάφιο. Μια ατμόσφαιρα κατάνυξης όπου οι ηλικιωμένοι θεατές, αν και καθόλου εξοικειωμένοι με τη θεατρική φόρμα μας, έδειξαν να κατανοούν απόλυτα ό,τι συνέβαινε εκεί. Εξάλλου αυτό που υπάρχει σε αυτό το έργο δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο θάνατο». 

Info: 15-17/9, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Δωρίδος 2 & Λεωφόρος Ειρήνης 14, 2103418051. Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό. Απαραίτητη η κράτηση θέσης. 

Σύλληψη-Σκηνοθεσία-Δραματουργία: Κωνσταντίνος Ντέλλας

Παίζουν: Αντρέας Κυριάκου, Λεμονιά Νταλλαρή, Κωνσταντίνος Ντέλλας, Φανή Παναγιωτίδου, Δέσποινα-Ντορίνα Ρεμεδιάκη