- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αντικριτικά - Ακτιβισμός πολυτελείας
Η αποικιοκρατική «Λαμπεντούζα» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος είναι ένας κλασικός σκηνοθέτης υπό την έννοια της τυπικότητας και της κανονικότητας των σκηνοθεσιών του. Για πολλά χρόνια κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα, δηλαδή οριζόντιες αποδόσεις των έργων επάνω στη σκηνή χωρίς «προδοτικές» αποκλίσεις από το κλίμα/πρόθεση του κειμένου και χωρίς να ξεφεύγει από την ασφαλή συνταγή του ρεαλισμού. Ταυτοχρόνως, το θέατρό του δεν ενδιαφέρθηκε να υπερασπίσει συστηματικά μια συγκεκριμένη αισθητική γραμμή ή αντίληψη, αν και κάποιες φορές κατισχύουν εικόνες της working class κουλτούρας οι οποίες βέβαια προκύπτουν και από την επιλογή των έργων. Στο ίδιο πνεύμα εκλεκτισμού, ο σκηνοθέτης συνεργάζεται με διαφορετικούς κατά καιρούς σκηνογράφους, δοκιμάζοντας ύφη και χωροταξίες, με μόνιμη πάντα αξία την υψηλή υποκριτική επάρκεια των ηθοποιών του.
Μετά το Stallerhof (2012), όπου το χέσιμο ήταν χέσιμο και η ζεστή πατάτα άχνιζε στη φάρμα με τα πραγματικά άχυρα, η δουλειά του Θεοδωρόπουλου τράπηκε σε μια ακραία φωτογραφική αναλυτικότητα (με αποκορύφωμα τα νατουραλιστικά Παράσιτα). Παράλληλα, με τον «ρωμαίικο» Αίαντά του πρόπερσι το καλοκαίρι φόρεσε στην τραγωδία μοντέρνα φουστανέλα τύπου Καραϊσκάκη, αγγίζοντας τα επικίνδυνα ιδεολογικά όρια μιας παλαιομοδίτικης ελληνοκεντρικότητας που επιδεινώθηκε δυστυχώς και από τη μετάφραση (το υφολογικό μόρφωμα «θεήλατη τύφλα» που ακούστηκε τότε στην Επίδαυρο κι ίσως έκανε έναν λαϊκό θεατή με κομπολόι να αισθάνεται κάποια πνευματική συγγένεια με τον Σοφοκλή, συνόψιζε την τερατώδη επιθυμία συνέχειας και συμπαράταξης τόσο διαφορετικών ποιοτικά εκφάνσεων της ελληνικότητας). Η παράσταση εκείνη ήταν τεράστια εμπορική επιτυχία με γεμάτη την Επίδαυρο και sold out το Ηρώδειο, πράγμα το οποίο ερμηνεύτηκε ως ανάγκη του κοινού της Κρίσης να βλέπει την τραγωδία μέσα σε εγνωσμένου κύρους και ελληνοπρέπειας κλασικές φόρμες (που είναι βαθιά αντιπαραγωγικές για την τέχνη του θεάτρου).
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης πολλές φορές έχει δηλώσει ή υπονοήσει πως οι δουλειές του είναι πολιτικές, ταυτότητα την οποία διεκδικεί για το θέατρό του μέσα από συγκεκριμένες επιλογές ρεπερτορίου. Παρ’ όλα αυτά, η ενδοοικογενειακή βία, τα ναρκωτικά, τα προβλήματα των νέων, ο πόλεμος, η φτώχεια και η κοινωνική ανθρωποφαγία, που απασχόλησαν τα έργα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου τα τελευταία χρόνια, δεν είναι όλα θέματα αμιγώς πολιτικά, ειδικότερα όταν το πράγμα κλείνεται σε υποκειμενικές ηθογραφίες (υποκριτικές ή και δραματουργικές), αποδυναμώνοντας τις αναγωγές σε κοινωνικά περικείμενα και δομές. Πρόκειται για μια ρομαντική αντίληψη της κοινωνικής κριτικής από την οποία καμιά εξουσία δεν κλονίστηκε. Παράλληλα όμως, η αντίληψη αυτή δημιουργεί στο αστικό κοινό την εντύπωση ότι συνδράμει σε μια πολιτική πράξη, ενώ στην πραγματικότητα επινοεί μια ψευδή πολιτική συνείδηση για την αστικότητά του μέσα στην άνεση μιας ζεστής θεατρικής αίθουσας. Και φοβάμαι ότι κανένα μεγάλο πολιτικό έργο δεν έγινε από τόση ταξική αδράνεια ή αισιοδοξία για τον κόσμο.
Έτσι και ο βρετανός συγγραφέας του Λαμπεντούζα Anders Lustgarten σπούδασε σε δυο σούπερ μεγαλοαστικά Πανεπιστήμια και τώρα, λειτουργώντας σαν Βικτωριανός σωστικός ανθρωπολόγος με την πατροπαράδοτη αποικιοκρατική συνείδηση, θέλει να «φέρει πίσω στην πατρίδα την πραγματικότητα για το τι πραγματικά συμβαίνει στον κόσμο» (Lampedusa, Bloomsbury, London, 2015, v). Αυτού του είδους ο συστημικός ακτιβισμός πολυτελείας δεν είναι φυσικά ανώφελος, είναι όμως ριζικά αυτοαναφορικός και βαθιά αντιπαραγωγικός, δεδομένου ότι προορίζεται για απλή ταξική κατανάλωση και αυτοαξιοθέτηση. Και αφού δακρύσαμε με το δράμα των άλλων, ας πάμε τώρα οι αγωνιστές για ένα ωραίο κοκτέιλ στο μπαρ του Soho Theatre πριν το Μετρό μάς επιστρέψει στην ωραία ταξική μας ασφάλεια.
Το έργο διηγείται μέσα σε επάλληλους μονολόγους τις ιστορίες του Στέφανο, ψαρά στην Λαμπεντούζα που τώρα περισυλλέγει πτώματα μεταναστών από τα νερά της Μεσογείου, και της Ντενίζ, κινεζοαγγλίδας φοιτήτριας στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία εργάζεται σε εισπρακτική εταιρεία. Η ζωή τους, όπως υπάγεται στα γρανάζια του Συστήματος, είναι δύσκολη αλλά στο τέλος και χωρίς ίχνος αγώνα η ελπίδα έρχεται μέσα σε στιγμές απλής ανθρώπινης ευτυχίας. Ένα τέτοιο happy end που γκρεμίζει τον θεατή στη ζαχαρωμένη ανακούφιση, επιδεινώνει την πολιτική αφέλεια του έργου, αφού μας διαβεβαιώνει πως ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός ακόμη κι αν ξεβράζονται πτώματα στα υπνοδωμάτιά μας...
Με την Λαμπεντούζα του ο Θεοδωρόπουλος στράφηκε (επιτέλους, θα τολμούσα να πω) σε μια ενδιαφέρουσα σκηνική λιτότητα, πιστεύοντας στις συμβολιστικές αξίες της σκηνογραφίας. Το σκηνικό της Μ. Αυγερινού (σαν λευκή αίθουσα γκαλερί όπου εκτίθεντο ένα γυμνό δεντράκι, ένας κομμένος κορμός δέντρου κι ένας όγκος υλικών που μπορεί να συμβόλιζε ξεριζωμένα δέντρα ή ακόμα και στοιβαγμένα πτώματα) είχε μια αφαιρετική λειτουργικότητα που έδινε δύναμη και καθαρότητα στη σκηνοθεσία.
Ο Α. Ξάφης και η Χ.-Μ. Γιαννάτου δέθηκαν σε ένα παιχνίδι επάλληλων μονολόγων, όπου ακόμη και η σιωπή ήταν μια ολοθυμική αντίδραση στον λόγο του άλλου. Ο Ξάφης είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός και αυτό είναι γνωστό σε όλους. Η Γιαννάτου, όμως, δεν είναι απλώς ισάξιά του, διαθέτει τη σκηνική σαγήνη που μόνον οι μεγάλες σταρ του θεάτρου αποπνέουν.
Εκκινώντας και οι δύο από ρεαλιστικές εφορμήσεις, ο Ξάφης υιοθέτησε με απελπιστική ακρίβεια τη λαϊκή συμπεριφορά του «ρε μαλάκα», χωρίς όμως να φοβηθεί και την παιδική ευαισθησία ενός λαϊκού ανθρώπου, αλλά η Γιαννάτου προσέδωσε καλλιτεχνική φόρμα και αισθητική ποιότητα αβίαστα και στην πιο απλή, καθημερινή κίνηση (ακόμη κι όταν σταύρωνε τα χέρια της στο στήθος, διέθετε class και πλαστικότητα).
Πέρα από όλα αυτά, το Θέατρο του Νέου Κόσμου είναι ένας από τους πυλώνες που εγγυώνται την εξέλιξη του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου. Νέες ομάδες δοκιμάζονται με αξιοπρεπείς συνθήκες παραγωγής και τεχνικής υποστήριξης, διευρύνοντας τα όρια της νεοελληνικής κανονικότητας με εξαιρετικώς παραγωγικά αποτελέσματα σε πολλές περιπτώσεις.
Το Θέατρο του Νέου Κόσμου ποτέ δεν διαφήμισε τις κοινωνικές δράσεις του, και σωστά έπραξε. Εδώ και δεκαπέντε χρόνια διαθέτει μια σοβαρή κινητή μονάδα παιδικού θεάτρου για παιδιά που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και ιδρύματα, έχοντας δώσει περισσότερες από δύο χιλιάδες παραστάσεις σε τέτοιους χώρους. Αυτό είναι πολιτική δράση και όχι η Λαμπεντούζα του αξιόλογου κατά τα άλλα λονδρέζου δραματουργού.
Info: στο Guide της Athens Voice
INFO
Γραφικά χωριά, ονειρεμένες παραλίες, και παράξενα σκουπίδια που ξεβράζει η θάλασσα. (ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ)
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
- ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Αργύρης Ξάφης, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου
- ΘΕΑΤΡΟ: Θέατρο του Νέου Κόσμου