- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Δύο λαμπερά και άγουρα πλάσματα σε αρπάζουν από το χέρι με το που ξεκινάει η παράσταση «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» στο Πάνθεον.
Ο Γιάννης Τσουμαράκης και η Δανάη Βασιλοπούλου, δυο έφηβα παιδιά που πηγαίνουν ακόμη στο Λύκειο, έχουν αναλάβει το βαρύ φορτίο να αποδώσουν τους χαρακτήρες των αιώνιων νέων εραστών. Και το φέρνουν εις πέρας με τον επαγγελματισμό ώριμου ηθοποιού, την αθωότητα, την πολυπλοκότητα και την τρυφερότητα που ταιριάζει στα χρόνια τους και με μια λάμψη που σε κάνει να νιώθεις σχεδόν αμήχανα.
Ανεβαίνει η αυλαία και τα δυο παιδιά κρατιούνται σφιχτά, έτοιμα να διηγηθούν την πιο κλασική ιστορία αγάπης από το 1594, που πρωτοανέβηκε στο σανίδι, μέχρι σήμερα. Και την πιο πικρή «γιατί δεν υπήρξε ποτέ ιστορία πιο θλιβερή από εκείνη της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου της».
Θελήσαμε να τους γνωρίσουμε.
Θεωρείτε τον εαυτό σας ήδη ηθοποιό ή «θέλετε να γίνετε όταν μεγαλώσετε»;
Γιάννης Τσουμαράκης: Είμαι ένας μαθητής που παίζει θέατρο − αυτό μας το έχει ξεκαθαρίσει και ο κ. Λιγνάδης κι εγώ το ξέρω καλά. Νομίζω είμαι αρκετά προσγειωμένος ως προς αυτό. Είμαι ένας εν δυνάμει ηθοποιός, έχω κληθεί να γίνω μέσα σε κάποιους μήνες και νομίζω ότι τουλάχιστον ως προς τον επαγγελματισμό το έχω καταφέρει. Τώρα ως προς τις επιδόσεις δεν μπορώ να το κρίνω. Το σίγουρο είναι ότι το όνειρό μου είναι να ασχοληθώ με το θέατρο, το είχα καταλάβει από πολύ νωρίς, γι’ αυτό και το κυνηγάω. Παρακολουθώ θέατρο, φοιτώ στο Καλλιτεχνικό Σχολείο του Γέρακα, διαβάζω αρκετά κείμενα θεατρικά και μη και ξεκίνησα επαγγελματικά στο θέατρο από πέρυσι παίζοντας στο Παλλάς.
Δανάη Βασιλοπούλου: Δεν θεωρώ ότι είμαι ηθοποιός ακόμα αλλά θέλω να ασχοληθώ στο μέλλον.
«Έχω υπάρξει πολύ ερωτευμένος και αυτό το ανακαλώ πολλές φορές στη σκηνή και με βοηθάει να αποδώσω τον αυθορμητισμό και τον έρωτα» Γ. Τσουμαράκης
Πότε κολλήσατε το «μικρόβιο» της υποκριτικής;
Γ. Τσ.: Δεν υπήρξε μία στιγμή γιατί θα τη θυμόμουν. Μεγαλώνοντας σιγουρευόμουν όλο και περισσότερο. Η μητέρα μου είναι πανεπιστημιακός, θεατρολόγος, άρχισα από νωρίς θεατρικό παιχνίδι με τον Λάκη Καραλή στο Βαφείο. Όλο αυτό ή θα με έκανε να σιχαθώ το θέατρο ή να το αγαπήσω. Τελικά συνέβη το δεύτερο.
Δ.Β.: Μικρή δεν είχα ονειρευτεί να γίνω ηθοποιός αλλά το 2013, όταν πάτησα για πρώτη φορά την σκηνή ως Άννυ στο ομώνυμο μιούζικαλ σιγά-σιγά κόλλησα το μικρόβιο του θεάτρου. Στη συνέχεια συμμετείχα στη «Μελωδία της Ευτυχίας», στον «Βιολιστή στη Στέγη», στο «Billy Elliot» και τώρα στο «Ρωμαίος και την Ιουλιέτα».
Έχετε παρακολουθήσει κάποιο ανέβασμα του «Ρωμαίου και Ιουλιέτας» στο παρελθόν;
Γ. Τσ.: Παρακολούθησα πρόπερσι το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο» από την ομάδα ΙΔΕΑ. Μου άρεσε πολύ, κυρίως η απόδοση των ρόλων με σωματική εκφραστικότητα. Έχω παρακολουθήσει και την παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου, την οποία βρήκα πολύ έξυπνη. Όλα τα παραπάνω σύμφωνα πάντα με το προσωπικό μου γούστο.
Δ.Β.: Το μόνο που έχω παρακολουθήσει είναι η ταινία του Luhrmann (την οποία δεν την θυμάμαι τόσο γιατί έχει περάσει καιρός). Ούτε κάποιο κείμενο είχα διαβάσει μέχρι να παίξω στην παράσταση.
«Έτσι και αλλιώς βρίσκομαι σε μια ηλικία η οποία είναι βασικά μια ηλικία υποκρισίας, δηλαδή οι έφηβοι υποδύονται τους επαναστάτες, τους ερωτευμένους» Δ. Βασιλοπούλου
Υπάρχουν κάποιες αναφορές, ταινίες, βιβλία ή συμβουλές που σας βοήθησαν πολύ;
Γ. Τσ.: Εμείς χρησιμοποιούμε τη μετάφραση του Καψάλη, η οποία είναι εξόχως ποιητική, αλλά διάβασα κι άλλες μεταφράσεις καθώς και συγκεκριμένες σκηνές στο πρωτότυπο για να δω τη λυρικότητα του λόγου, τη ρίμα, τη γλώσσα, το ύφος. Είχα δει και την ταινία του Τζεφιρέλι πριν και βεβαίως, αφού πήρα το ρόλο, είδα και την ταινία του Λούρμαν με το Ντι Κάπριο, μια πολύ σύγχρονη ταινία που με βοήθησε ως προς την αναγωγή στο σύγχρονο κόσμο. Κυρίως στις πρόβες, όταν έπαιζα κάποιες σκηνές, μου έρχονταν στο μυαλό εικόνες από την ταινία, π.χ. στη σκηνή του φόνου, η φωτογραφία στην ταινία με κάνει να ανατριχιάζω. Υποσυνείδητα με βοήθησε, χωρίς βέβαια να θέλω να ξεπατικώσω τον Ντι Κάπριο.
Δ.Β.: Δεν είχα παρατηρήσει κάποια τεχνική από άλλους ηθοποιούς ούτε είχα διαβάσει βιβλία. Αυτό που με βοήθησε πολύ και με βοηθάει ακόμα είναι οι συμβουλές του κ. Λιγνάδη αλλά και αυτές που μου δίνουν και οι υπόλοιποι ηθοποιοί. Μία από αυτές είναι ότι ορισμένες φορές είναι πιο σωστό να μη δέχεσαι καμία βοήθεια και να προσπαθείς από μόνος σου να καταφέρεις τους στόχους σου. Γιατί η δουλειά του καθενός θα φανεί όταν όντως πολεμήσει και παλέψει γι' αυτήν.
Στάθης Ψάλτης, Δανάη Βασιλοπούλου
Δεν είναι η πρώτη φορά που παίζετε στο θέατρο, όμως οι ρόλοι σας είναι το όνειρο κάθε νεαρού ηθοποιού. Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκεφτήκατε όταν μάθατε ότι πήρατε το ρόλο;
Γ. Τσ.: Δεν το είδα ως κάτι μεγαλειώδες ή ευκαιρία ζωής − το ήθελα όμως σαν τρελός, έβραζε μέσα μου. Μπορώ να πω ότι αισθάνθηκα τον ενθουσιασμό και το φόβο του αγνώστου, με την ωραία έννοια.
Δ.Β.: Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι το βράδυ που δέχτηκα το τηλεφώνημα από τον κ. Λιγνάδη και έμαθα τα νέα, άρχισα να χοροπηδάω πάνω κάτω από τη χαρά μου. Τηλεφώνησα τον Γιάννη (ή και Ρωμαίο) για να δω εάν έμαθε τα νέα. Όσο για το άγχος, δεν επικράτησε τόσο εκείνο το βράδυ όσο την ημέρα που έλαβα στα χέρια μου το κείμενο.
Δημήτρης Πιατάς, Δανάη Βασιλοπούλου, Γιάννης Τσουμαράκης
Ποιο στοιχείο από το χαρακτήρα του ρόλου σας ήταν πιο εύκολο να αποδώσετε και ποιο ήταν πιο δύσκολο;
Γ. Τσ.: Ο Ρωμαίος φτάνει στα άκρα. Δεν μιλάω για τα άκρα του θανάτου μόνο αλλά για παράδειγμα όταν πάει στο σπίτι του εχθρού, ενώ ξέρει ότι είναι απαγορευμένο, κάνει μια υπέρβαση. Έχω νομίζω αυτόν τον ενθουσιασμό του Ρωμαίου, δεν φοβάμαι να προβώ σε κάποια ακρότητα. Ειδικά σε αυτόν τον τομέα. Κατά τα άλλα, απ’ το άγχος να πατήσω τη σκηνή, γιατί είχα αμηχανία, προσπαθούσα να παίξω, αλλά την σκηνική αμηχανία που ήξερα ότι την ήθελε και ο κύριος Λιγνάδης, προσπαθούσα να την καλύψω. Σε πρώτο στάδιο δεν μπόρεσα να αποδώσω πλήρως την σκηνική «αθωότητα». Ύστερα αφέθηκα.
Δ.Β.: Το γεγονός ότι η Ιουλιέτα είναι ένα κορίτσι 13 ετών με βοήθησε διότι δεν διαφέρουμε τόσο ηλικιακά και αυτή η αθωότητα δεν μου ήταν τόσο δύσκολη να την αποδώσω. Από την άλλη αν και είναι ένα απλό κορίτσι, μιλάει και τολμά να κάνει πράγματα αδιανόητα για τα σημερινά δεδομένα. Αυτή η πλευρά της θα μπορούσα να πω ότι με δυσκόλεψε λίγο.
Δανάη Βασιλοπούλου, Δημήτρης Λιγνάδης, Γιάννης Τσουμαράκης
Ποια είναι η αγαπημένη σας σκηνή στο έργο;
Γ. Τσ.: Από γραφής, ως προς το κείμενο, αγαπημένη μου σκηνή είναι η σκηνή του «Κορυδαλλού», πριν φύγει ο Ρωμαίος για την εξορία, όπου συναντιέται με την Ιουλιέτα και κάνουν έρωτα (όχι σκηνικό). Ως προς την παράσταση, η σκηνή της εξορίας που κατεβαίνουμε κάτω στην πλατεία με τη Δανάη. Είναι πολύ άμεση και δυνατή σκηνή.
Δ.Β.: Είναι η τελευταία στην οποία γίνονται και οι αυτοκτονίες των ηρώων. Είναι η αγαπημένη μου διότι μου προκαλεί απίστευτη συγκίνηση μέσα από την τραγικότητά της.
Πόσο δύσκολο είναι να έχεις το πρωί σχολείο και το βράδυ πρόβα ή παράσταση; Έχει αλλάξει κάτι για εσάς στο σχολείο, στον τρόπο που διαβάζετε ή στο πώς σας αντιμετωπίζουν οι συμμαθητές σας;
Γ. Τσ.: Είναι αρκετά κουραστικό, εξουθενωτικό θα έλεγα, ειδικά στις πρόβες, γιατί είχα 7ωρο σχολικό πρόγραμμα και μετά 7ωρο θεατρικό. Έχανα γεύματα και ύπνο. Με κούραζε πολύ αλλά σε καμία περίπτωση με την έννοια του ψυχοφθόρου. Το γεγονός ότι θα έφευγα από το σχολείο για να πάω στην πρόβα μού έδινε χαρά και ψυχική δύναμη − άντεχα. Τώρα που έχω σχολείο μόνο και παραστάσεις, έχω πιο πολύ χρόνο για τον εαυτό μου. Στις πρόβες, στο εικοσάλεπτο διάλειμμα που είχαμε ή στις σκηνές που δεν έπαιζα, είχα μαζί μου τα σχολικά βιβλία και διάβαζα ό,τι προλάβαινα. Τα έβγαλα πέρα, όμως! Και τη Δανάη τη βοήθησα, γιατί είμαι ένα χρόνο μεγαλύτερος και συχνά στις πρόβες τη βοηθούσα με τα μαθήματά της. Ως προς την αντιμετώπιση από τους συμμαθητές μου, επειδή έχουν όλοι κάποια σχέση με το θέατρο λόγω Καλλιτεχνικού Σχολείου είναι πολύ περήφανοι για μένα και μου μεταδίδουν πολλή ενέργεια και κουράγιο. Έχουν έρθει εξάλλου να με δουν συμμαθητές και καθηγητές.
Δ.Β.: Ο συνδυασμός σχολείου, προβών και παραστάσεων δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα. Δεν άφηνα βέβαια το σχολείο πίσω, απλώς κοιμόμουν πιο αργά την νύχτα και όλα ήταν τέλεια. Έτσι και αλλιώς δεν είχα ποτέ δυσκολίες όσον αφορά το θέμα του σχολείου, ιδιαίτερα αφού έλαβα την υποστήριξη των καθηγητών και των συμμαθητών μου. Με την υποστήριξη δεν εννοώ ότι οι καθηγητές ήταν πιο ευνοϊκοί μαζί μου, απλώς με καταλάβαιναν, ειδικά την τελευταία βδομάδα πριν την πρεμιέρα η οποία ήταν σίγουρα η πιο δύσκολη. Οι συμμαθητές με ρωτούσαν συνεχώς πώς πάνε οι πρόβες, οι παραστάσεις, πώς αντέχω και ήταν γενικά πολύ χαρούμενοι. Αλλά η στάση τους απέναντι μου δεν άλλαξε, παρέμεινε αναλλοίωτη (ευτυχώς).
Παρόλο που ηλικιακά ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα είναι έφηβοι, η ιστορία τους αγγίζει τις κορυφές της δραματικής έντασης. Επίσης έχει καθιερωθεί να περιγράφεται με «ενήλικους» όρους: κορυφαία ιστορία αγάπης, ύμνος στα ιδανικά του έρωτα κ.λπ. Πόσο εύκολο είναι για ένα παιδί της ηλικίας σας να αντιληφθεί συναισθηματικά αλλά και να αποδώσει θεατρικά τέτοιες έννοιες;
Γ. Τσ.: Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να αποδώσει κανείς ένα τόσο κορυφαίο έργο − το κάνω και ελπίζω να κάνω αυτό που πρέπει να κάνω. Εύκολο πάντως δεν θα το έλεγα, γι’ αυτό εξάλλου κάνω πρόβες από τον Μάιο. Έχω υπάρξει πολύ ερωτευμένος και αυτό το ανακαλώ πολλές φορές στη σκηνή και με βοηθάει να αποδώσω τον αυθορμητισμό και τον έρωτα.
Δ.Β.: Το γεγονός ότι δεν έχω ζήσει έστω και λίγο τον ιδανικό και βαθύ έρωτα δεν σημαίνει ότι ήταν τόσο δύσκολο να το αποδώσω θεατρικά. Έτσι κι αλλιώς βρίσκομαι σε μια ηλικία η οποία είναι βασικά μια ηλικία υποκρισίας, δηλαδή οι έφηβοι υποδύονται τους επαναστάτες, τους ερωτευμένους. Έτσι η καθημερινή μου ζωή και οι συνήθειές μου με βοήθησαν κατά κάποιον τρόπο στην απόδοση αυτών των εννοιών.
Η παράσταση στο Πάνθεον δεν είναι ένα κλασικό ανέβασμα. Τι σας άρεσε περισσότερο στην σκηνοθετική ματιά του Δ. Λιγνάδη;
Γ. Τσ.: Μου αρέσουν πολύ τα ευρήματα που προέκυψαν μέσω της πρόβας και ακόμα περισσότερο γιατί ήμουν εκεί όταν γεννιόντουσαν. Είναι «παιδιά» του Λιγνάδη αυτά τα ευρήματα, αλλά παίρνω διπλή χαρά γιατί γεννήθηκαν και μέσω εμού. Επίσης μ’ αρέσει αυτή η αναγωγή που έχει κάνει, τη θεωρώ ιδιοφυή. Για παράδειγμα, στη σκηνή πριν το πάρτι, που είναι ο Ρωμαίος με τους δυο φίλους του, το Μερκούτιο και το Μπενβόλιο, ο πρώτος έχει έναν τεράστιο μονόλογο που μιλάει για τη βασίλισσα Μάαβ − αυτός ο μονόλογος, εκείνη την εποχή είχε τεράστιο αντίκτυπο γι’ αυτό και τον είχε βάλει ο Σαίξπηρ. Ο Λιγνάδης το κατάλαβε αυτό κι έτσι πήρε ένα κείμενο από την «Οκτάνα» του Εμπειρίκου και το ενσωμάτωσε. Αυτό το κείμενο, λοιπόν, έχει το ίδιο αντίκτυπο στον σημερινό Ρωμαίο με εκείνο που θα είχε ο μύθος της Μάαβ στον τότε Ρωμαίο.
Δ.Β.: Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στη σκηνοθετική ματιά του κ. Λιγνάδη είναι οι «ενέσεις» ελληνικής ποίησης που έχει κάνει χωρίς να πειράζει το νευρικό σύστημα του έργου.
Info: ΓΙΑ ΕΞΙ ΑΚΟΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ: 4,5,6/11 και 11,12,13/11
Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:00
Pantheon Theater
Διεύθυνση: Πειραιώς 166, Ταύρος
Τηλέφωνο: 210 3471111 / https://www.athenspantheon.com
Πρόσβαση: Pantheon Theater | Πειραιώς 166, Αθήνα
Εκτός από την Δανάη Βασιλοπούλου και τον Γιάννη Τσουμαράκη, πρωταγωνιστούν:
Ψάλτης,Πιατάς, Μουτάφη, Τοκάκης, Τσουρής, Ρώτας, Λιγνάδης
Μαζί τους οι: Παπαδόπουλος, Στραβοπόδης,Βόλκος, Μηλιώνης, Σίσκου, Παπαπαναγιώτου,Ξυγκούρη,Κυπραίος
Mετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνικά - κοστούμια:Απόλλων Παπαθεοχάρης
Μουσική: Γιάννης Χριστοδουλόπουλος
Kίνηση: Πωλίν Ούγκε
Make up - Μαλλιά: Παντελής Τουτουντζής
Φωτιστικός Σχεδιασμός: Χρήστος Τζιόγκας
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αναστασία Διαμαντοπούλου
Βοηθός Σκηνογράφου: Ελίνα Δράκου