Θεατρο - Οπερα

Σοφία Φιλιππίδου

Τα φιλιά που δεν έδωσα, τους οργασμούς που δεν είχα, τα ταξίδια που δεν έκανα…

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το πάθος μου από μικρή, ήταν το παιχνίδι με τα παιδιά της γειτονιάς... το κυνηγητό... και τ’ αγόρια, όχι όλα, όχι τα κακά, μόνο εκείνα που με κυνηγούσαν για να με πιάσουν χωρίς να με πειράζουν. Όλα χάθηκαν με το που μπήκα στο γυμνάσιο θηλέων ‒ μεγάλη βλακεία να χωρίζουν τα κορίτσια από τα αγόρια...

Μετά το νέο μου πάθος ήταν να «φεύγω» αορίστως από μία άχαρη και καθόλου δημιουργική εφηβεία... να δουλεύω για να γίνω ανεξάρτητη... το ροκ... ο χορός... το φλερτ... και οι ανεπίδοτοι έρωτες...

Μ’ αυτά και με κείνα και βάσει των δυνατοτήτων μου, της κοινωνικής μου θέσης, αλλά και της τάξης μου... κατέφυγα πρώτα στο μοναχικό γράψιμο... στα μυστικά μου τετράδια, μετά στο Πανεπιστήμιο και αργότερα στο θέατρο από ένστικτο μάλλον ή κάποια εσωτερική παρόρμηση, δεν ξέρω...

Έκτοτε το θέατρο έγινε «έρωτας» απαγορευμένος... ένα πάθος, μια απελπισμένη προσπάθεια και καταφυγή, ίσως για να βρω εκεί, το παιχνίδι... τη χαρά... τ’ αγόρια που έχασα, την ομάδα μου στην γειτονιά, που ήμουν η αρχηγός... το «κυνήγα με, αλλά... δεν θα με πιάσεις» και αργότερα, τα φιλιά που δεν έδωσα, τους οργασμούς που δεν είχα, τα ταξίδια που δεν έκανα, τα νησιά που δεν πήγα (όπου από τις διηγήσεις και από τα περιοδικά μάθαινα για την «ελεύθερη» κι ανέμελη ζωή κάτω από τον ήλιο με την αλμύρα στο σώμα και στο στόμα...), τις «μάσκες» που δεν φόρεσα στο καρναβάλι της ζωής, τα γλυκά ψέματα που δεν είπα, τα ρούχα που δεν είχα, τους ρόλους που δεν έπαιξα, τα παιδιά που δεν έκανα... ίσως...

image

Αυτά σε συνάρτηση με το «παραμύθι» πως θα αλλάζαμε τον κόσμο: μια ιδεοληψία που δημιούργησε η πολιτική κατάσταση της εποχής μου...

Και για να ξαναγυρίσω στο πάθος μου.

Το θέατρο μπορεί να έχει μεγάλη αγκαλιά, αλλά ζητάει υποταγή και θυσία... τα θέλει δηλαδή όλα για να σου δώσει μια στιγμή χαράς. Είναι δυνάστης, ο πιο απαιτητικός απ’ όλους τους εραστές. Γι’ αυτό επιχείρησα πολλές φορές να το σκάσω, να φύγω, να απελευθερωθώ... Το «εγκατέλειψα». Πήγα στην Γερμανία για να ξεφύγω και να αλλάξω ζωή∙ εκεί έκανα άλλα λάθη ασυγχώρητα... γύρισα πίσω, προσπάθησα να κάνω ό,τι όλοι οι άλλοι άνθρωποι… και απέτυχα.

Το θέατρο όμως ήταν πάντα εκεί... με «παρακολουθούσε» κι αυτή την φορά ήρθε δια αντιπρόσωπου να μου χτυπήσει στην κυριολεξία την πόρτα. Υπέκυψα. Ξαναέφυγα το 90, ξαναήρθε με αθώο ύφος σαν τον διάολο: «βγες να παίξεις θέατρο». Ήταν κάποιος φίλος που με γνωρίζει καλά. Ήξερε πως θέλω να ακούσω ένα «παιδί» να με φωνάζει να βγω να «παίξω» και... ξαναμπήκα στο παιχνίδι και... πάλι αρρώστησα. Αργότερα ξαναέφυγα και μετά ξαναγύρισα... κάποτε έφτασα στο σημείο να φοβάμαι να πατήσω στο σανίδι, εγώ που το αλώνιζα έπαθα «σκηνοφοβία».

image

Και έτσι λοιπόν γιατρέ μου, αποφάσισα να δημιουργήσω μια δική μου συνθήκη για να πειραματίζομαι θεατρικά χωρίς να έχω καμία εμπλοκή με το θεατρικό «ταμείο».

Δημιούργησα μια φοιτητική ομάδα στα μέτρα μου το 2000 και έκανα χειροποίητο θέατρο με φοιτητές. Έγινα επιτέλους αρχηγός μιας ομάδας. Ξόδεψα πολύ χρόνο και χρήμα, ατέλειωτες ώρες... βρήκα κάπως την ισορροπία μου, που την έχασα όταν κατάλαβα πως δεν μπορούσα να επικοινωνήσω την δουλειά μου κυρίως στην συντεχνία μου... αυτό με πήρε άλλα δεκαπέντε χρόνια...

Με τον καιρό μεγάλωσα και κατάλαβα πως έπρεπε να πάρω δραστικότερες αποφάσεις. Έφυγα από τα θέατρα του κέντρου, έκατσα σπίτι, δούλεψα, διασκεύασα θεατρικά την νουβέλα «Μπάρτλεπμυ ο γραφιάς» του Χέρμαν Μέλβιλ... έψαξα παραγωγό, θίασο και τόλμησα να ανεβάσω μια παράσταση σε μια μικρή αίθουσα, εδώ, στο «Απο μηχανής θέατρο».

Φυσικά ένα τέτοιο «μεγάλο» και «σπουδαίο» για μένα εγχείρημα χωρίς οικονομικό κέρδος δεν θα μπορούσε να κρατήσει πολύ…

Δεν παραπονιέμαι...

image

Πάθος με το ρόλο

Και σήμερα μετά από τρία χρόνια και μέσα στην κρίση που ανεβάζουμε τα μονόπρακτα της Ρούλας Γεωργακοπούλου δουλεύω ατέλειωτες ώρες εδώ και μήνες και πληρώνομαι από την χαρά της δημιουργίας... Υπήρξαν στιγμές, που την ξαναβρήκα την χαρά μου ναι, όπως παλιά… Όμως η πραγματικότητα πάντα είναι εκεί για να σου πάρει πίσω την χαρά... Δεν γκρινιάζω, «πάλι καλά» να λέμε. «Όλα είναι θαύμα», έλεγε ο πατέρας μου, που πέθανε μετά από δεκαπέντε χρόνια άνοιας και μελαγχολίας.

Και τώρα θα σας πω για τον ρόλο μου τον σκηνοθετικό αλλά και ως ηθοποιού στις «Καρφίτσες στα γόνατα». Κάποιοι μου λένε πως φαίνεται να το διασκεδάζω. Ναι, κανείς δεν πρέπει να καταλάβει πως υποφέρω, πως είμαι άρρωστη και «πονάω» το βράδυ στο σπίτι παντού... Σαν τις μπαλαρίνες με τα κακοποιημένα κόκκαλα στα πόδια που χαμογέλανε, σαν τις ισσοροπίστριες στο σκοινί του τσίρκου χωρίς δίχτυ. Όλη την ημέρα πριν πάω να παίξω δεν ζω.... συντηρώ τις δυνάμεις μου για εκείνη την μιάμιση ώρα... να είμαι εκεί με όλη μου την ενέργεια, όλη μου την δύναμη: Το μυαλό, την ψυχή, την καρδιά και το πνεύμα μου.

Υπερβολές! Βγαίνω στην σκηνή και το κεφάλι μου παίρνει φωτιά, ανεβάζω πυρετό, δεν είναι τρακ, όχι, ούτε φόβος για το χώρο (σίγουρα στην ζωή φοβάμαι περισσότερο)... Είναι αγωνία βαθειά που μου φέρνει ανακατωσούρα, σαν να γράφω εξετάσεις σ’ ένα διαβασμένο μάθημα... Ένα βασανιστήριο να δώσω στον κόσμο να καταλάβει, να αισθανθεί, να νοιώσει, να με... «πιάσει» τι θέλω να πω: με τις λέξεις, με τα χρώματα των λέξεων, με την στίξη, με τις παύσεις, με το σώμα μου, με τον ρυθμό, την αρμονία, με το τραγούδι, τον χορό... με την γεωμετρία των κινήσεων, με τα νεύματα, τα βλέμματα, τις εικόνες ‒ να με καταλάβουν και να με ερωτευθούν για την δουλειά μου. Να αυτό είναι το πάθος μου: Ο έρωτας για την τέχνη της επικοινωνίας∙ το παιχνίδι με το ανέφικτο... την ουτοπία μάλλον, αλλά και πάλι δεν ξέρω...

Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.


Φωτό: Θανάσης Καρατζάς