- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Πριν καλπάσουν οι «Ιππής»
Η A.V. μίλησε και με τον σκηνοθέτη Σταμάτη Φασουλή, και τους πρωταγωνιστές Γιάννη Ζουγανέλη και Πέτρο Φιλιππίδη
Δεκαπέντε μόλις λεπτά μετά την έναρξη της γενικής πρόβας των «Ιππέων» στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης, και ενώ η αρχική αδημονία των παρισταμένων έχει τάχιστα αντικατασταθεί από αυξανόμενη απόλαυση στην ακρόαση του ραδιούργου σχεδίου των δύο δούλων να ανατρέψουν τον αχρείο αφέντη Παφλαγόνα με έναν αχυράνθρωπο αλλαντοπώλη, το δέος που επικαλύπτει το Θέατρο Δάσους είναι πλέον τόσο μεστό, που κόβεται με μαχαίρι. Έχει ήδη πραγματοποιηθεί η είσοδος του Γιάννη Ζουγανέλη ως drag-γότθου Παφλαγόνα, ντυμένου με αστραφτερά λαμέ, χρυσοποίκιλτη αλυσίδα και γούνα με χνουδωτό ροζ πέλος, ο οποίος ακολουθείται από τον ρακένδυτο τελάλη «σαλάμια αέρος - σαλάμια εδάφους» Πέτρο Φιλιππίδη, καθώς παράλληλα η σκηνή ανοίγει και για να υποδεχτεί τους μηχανόβιους Ιππείς, μασκαρεμένους σε ένα υβρίδιο Robocop με Harlem Globetrotters.
Πρόκειται για την τελευταία, ανοιχτή στο κοινό πρόβα της παράστασης, και για να δανειστούμε από τη στιχομυθία των Δούλων, «ρουφάμε όλοι τη σπονδή της θείας έμπνευσης».
«Δεν είναι τόσο σύγχρονος ο Αριστοφάνης, όσο εμείς απελπιστικά παλιοί, αναχρονιστικοί», σχολιάζει ο Σταμάτης Φασουλής. «Είναι εντυπωσιακό το ότι, ενώ δεν έχει αλλάξει τίποτα, εξακολουθούμε να υπάρχουμε, δεν έχουμε προ πολλού εκλείψει».
Το αριστοφανικό έργο δεν είναι ανοίκειο στο δημιουργό που προ οκταετίας έχει ανεβάσει τον «Πλούτο». Αυτό που τον έκανε να ξεχωρίσει ωστόσο τη συγκεκριμένη κωμωδία δεν είναι μονάχα η επικαιρότητά της αλλά και το ότι δεν ανήκει στις ευρέως διαδεδομένες: «Έχει περάσει το στάδιο αγρανάπαυσης». Απόψε, το κλίμα στο θέατρο είναι χαρμόσυνο, οι ερμηνείες μαγνητικές και η απόδοση όσο πρέπει μοντέρνα. Υπάρχουν τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη, το μπλε ελεκτρίκ νέον της μαρκίζας αυτού που θα μπορούσε να ιδωθεί σαν προχριστιανική ντίσκο, με αρχαιοπρεπή γραμματοσειρά sans-serif, επιτοίχια graffiti και πρόσοψη γκρίζου μαρμάρου.
Υπάρχουν επίσης τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη που περιδινούνται σε μια χρονική χοάνη που αφομοιώνει τα πάντα, μολυβένιοι στρατιώτες και στρατηγοί με κοστούμια τσιρκολάνων παρελαύνουν πλάι σε φουτουριστικούς παίκτες ράγκμπι με Ray-Ban και περικεφαλαίες. Συνάμα υπάρχει επίσης η μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη ( μαντολινάτες, τανγκό, τσα-τσα, έγχορδα και πνευστά, κρουστά και beats) που τόσο φιλοπαίγμονα συνδιαλέγονται με τους στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου και τις χορογραφίες της Μπέττυς Δραμισιώτη. Προπάντων δεσπόζει όμως η ακλόνητη απόφαση του σκηνοθέτη να σεβαστεί το πρωτότυπο σχεδόν κατά γράμμα. Ουδέποτε εκμαιεύουν την εύνοια του κοινού οι «Ιππείς» του Φασουλή, καθόλου δεν κολακεύουν, σε καμία περίπτωση δεν κατονομάζουν σύγχρονα πρόσωπα και καταστάσεις. «Φρόντισα να κρατηθεί ο τόπος, και ο χρόνος να είναι ο χρόνος της Ελλάδας, στο τότε και στο τώρα.
Ουσιαστικά, θέλησα να δείξω όλους τους δρόμους από όπου πέρασε η Ελλάδα, μουσικούς, οπτικούς, λεκτικούς, χωρίς να κάνω καμία διάκριση. Αφαίρεσα περί τους πενήντα στίχους, προκειμένου να γίνει πιο εύληπτη η υπόθεση, να είναι το έργο κατανοητό από όλους, χωρίς επεξηγηματικούς αστερίσκους. Πέραν αυτών, δεν έχω επέμβει στο έργο». Όταν παρατηρώ πως μοιάζει απροσδόκητα ήρεμος για παραμονή πρεμιέρας, εξίσου φλεγματικά εξηγείται: «Στην αρχή βαρυγκωμώ, καθώς προχωρούν οι πρόβες και γνωρίζομαι με τον κόσμο και αρχίζω να αγαπάω τους ηθοποιούς, ζωντανεύω. Στο τέλος ησυχάζω. Ο σκηνοθέτης στην παραμονή και την πρεμιέρα δεν ξέρει πού να κάτσει, είναι περιττός».
Τώρα κάθεται στην πρώτη σειρά, μπροστά στη σκηνή από την οποία δεν παρεκκλίνει το βλέμμα κανενός μας και έχει ολοφάνερα τριφτεί τόσο πολύ με το έργο, που σιγοψιθυρίζει αταβιστικά το κείμενο από μνήμης ταυτόχρονα με τους ηθοποιούς, αράδα αράδα. Σε αυτό τον αδυσώπητο επί της αρένας αγώνα μεταξύ Ζουγανέλη - Φιλιππίδη για την επικράτηση του χαμερπέστερου δημεγέρτη, το κραυγαλέο γέλιο μας συνδυάζεται με την απερίσπαστη προσοχή στα τεκταινόμενα, ενώ αναρωτιόμαστε σαν να ερμηνεύουμε το σήμερα περί του ποιο είναι το πιο επικίνδυνο πολιτικό μοντέλο: ο στομφώδης, βλαχοαριστοκρατικός Παφλαγόνας ή ο απροκάλυπτα λαϊκιστής αλλαντοπώλης;
Σύμφωνα με τον Γιάννη Ζουγανέλη, ο οποίος νιώθει περήφανος που ερμηνεύει Αριστοφάνη, («…στοιχείο της παράδοσής μας… υπάρχουν απαιτήσεις σε όλα τα επίπεδα…»), το ερώτημα είναι κίβδηλο.
«Πρόκειται για δημαγωγούς, αλήτες που δεν έχουν να πουν τίποτα. Ο Αριστοφάνης υπήρξε ένας μεγάλος αντιεξουσιαστής συγγραφέας. Στάθηκε συνεχώς απέναντι στην εξουσία, όπως οφείλει να πράττει κάθε σώφρων άνθρωπος, και εξέθεσε τη φαυλότητα μέσα από τη σάτιρα. Οι συμβολισμοί του έργου είναι καταπληκτικοί: ένας βυρσοδέψης και ένας αλλαντοπώλης, ο ένας δυσώδης από έξω, ο άλλος από μέσα, τσακώνονται για το ποιος είναι ο χειρότερος για να κυβερνήσει. Κάντε τις αντίστοιχες αναγωγές για να δείτε πόσο δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να διακονεί ιδέες τέτοιας μεγαλοσύνης, και συνυπολογίστε επιπλέον ότι ο Αριστοφάνης έγραψε το έργο στα 18 του».
Καθώς το φινάλε πλησιάζει, και παρά τις σπαρταριστές επικλήσεις του Παφλαγόνα προς τον Δήμο, («εγώ έκλεβα για το καλό του συνόλου»), ή την ανατριχιαστικά ταιριαστή με το σήμερα απειλή, («αν χάσεις εμένα, όποιος και να έρθει θα είναι πολύ χειρότερος»), ο αλλαντοπώλης αρθρώνει λόγο, θεριεύει βερμπαλιστικά, ανδρώνεται πολιτικά, κατατροπώνει και εκδιώκει τον Παφλαγόνα. «Ξέρω και εγώ να ρητορεύω, να βάζω σάλτσες και να καρυκεύω, απ’ τα λουκάνικα το ξέρω», διατείνεται ο Φιλιππίδης, που, κερδίζοντας την εξουσία, κατακτά ταυτόχρονα το όνομα Αγοράκριτος. «Αν πέτυχα να ενσαρκώσω τη σταδιακή μετάλλαξη του αλλαντοπώλη από αναξιοπαθές ανδρείκελο σε δόλιο δημαγωγό, είμαι ευτυχής», δηλώνει στο τέλος ο Πέτρος Φιλιππίδης.
Όταν τον ρωτώ αν στέφθηκε νικητής επειδή αντέταξε την «απλή γλώσσα του λαού» απέναντι στον απευαισθητοποιημένο στόμφο του Παφλαγόνα και αν το γεγονός υποδηλώνει κάτι για το δικό μας εδώ και τώρα, ο σπουδαίος ηθοποιός δεν θέλει να διακινδυνεύσει μηνύματα. «Δεν θέλω να τον αποδομήσω, ούτε να τον δικαιώσω τον Αγοράκριτο. Επαφίονται στον θεατή τα συμπεράσματα. Πιστεύω πολύ στο λαϊκό θέατρο, στα αυθόρμητα συναισθήματα και τις σκέψεις που μπορεί να γεννηθούν στο κοινό κατά τη διάρκεια ενός έργου». Στους «Ιππής» του Σταμάτη Φασουλή, σκέψεις και αισθήματα φτάνουν και περισσεύουν για να πάρεις μαζί σου και στο σπίτι.
Απόδοση-σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Χορογραφία: Μπέττυ Δραμισιώτη
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Διανομή (με σειρά εμφάνισης):
Τάκης Παπαματθαίου: Δούλος Α΄ (Στρατηγός Δημοσθένης)
Πυγμαλίωνας Δαδακαρίδης: Δούλος Β΄ (Στρατηγός Νικίας)
Πέτρος Φιλιππίδης: Αλλαντοπώλης
Γιάννης Ζουγανέλης: Παφλαγόνας
Γιώργος Καύκας:Δήμος Αθηναίων
Γιώργος Παπαγεωργίου: Δήμος Αθηναίων (νέος)
Σοφία Καλεμκερίδου: Ειρήνη
Κορυφαίος: Γιάννης Σιαμσιάρης
Χορός
Πάνος Αργυριάδης, Δημήτρης Διακοσάββας, Γιάννης Καραούλης, Κωνσταντίνος Καρβέλης, Γιώργος Κολοβός, Δημήτρης Κοντός, Νίκος Ορτετζάτος, Γιώργος Παπαγεωργίου, Χάρης Παπαδόπουλος, Μιχάλης Σιώνας, Χρίστος Στυλιανού, Νίκος Τουρνάκης, Γιάννης Τσιακμάκης, Ευάγγελος Χαλκιαδάκης.
Χορευτής: Έντγκεν Λάμε
Info: «Ιππής», 20 & 21 Ιουλίου, Επίδαυρος. Η παράσταση θα περιοδεύσει σε όλη την Ελλάδα.
Δες βίντεο από την πρόβα: