Θεατρο - Οπερα

Stage Voice: Η Aθήνα τη νύχτα

O Χριστόφορος Παπακαλιάτης στέλνει στην ATHENS VOICE ένα σενάριο πόλης με αφορμή ένα τραγούδι

Χριστόφορος Παπακαλιάτης
ΤΕΥΧΟΣ 366
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σύνταγμα, Πανεπιστημίου, Βασ. Σοφίας, Πολεμικό Μουσείο, Χίλτον… Ακούω στο ράδιο «H Αθήνα τη vύχτα» από τη Ρένα Βλαχοπούλου. Χαμογελάω, το δυναμώνω. Ρετρό. Με χαλαρώνει με την αθωότητά του. Και πού να ’ξερε όταν το τραγουδούσε πόσο θα άλλαζαν τα πράγματα. 

Σταματημένος στο φανάρι στην Κηφισίας. Φάρος Ψυχικού. Αφηρημένος και χαρούμενος με αυτό που ακούω. «Κομψή θεατρίνα, τη νύχτα η Αθήνα, κρατά της ζωής το ρυθμό» τραγουδάει η Βλαχοπούλου και ξαφνικά απότομος ήχος από σπάσιμο τζαμιού. Διακοπή σκέψεων. Αίσθηση καψίματος στο δεξί μάγουλο. Είναι από τα γυαλιά που σπάνε, όμως δεν προλαβαίνω να το συνειδητοποιήσω. Ο ήχος της μουσικής γρήγορα χάνεται. Θαμπώνει. Αντιδρώ ενστικτώδικα και τραβιέμαι. Σκύβω. Φόβος απότομος και καμιά μουσική, καμιά ατμόσφαιρα, καμιά ομορφιά. Ρεαλισμός είναι αυτό; Αισχρό είναι. Μυρμήγκιασμα σε όλο το σώμα. Καμία επεξεργασία μιας και ο χρόνος –όπως εγώ τον ξέρω– καταργείται. Σε αυτό επενδύει και ο τύπος που μου έσπασε το τζάμι και άρπαξε την τσάντα που είχα στο κάθισμα του συνοδηγού… Χέρι μπαίνει-βγαίνει. Όλα ακαριαία. Όπως η συγκεκριμένη εποχή.

Η μουσική ξανάρχεται. Η τσάντα μου έχει εξαφανιστεί, το φανάρι ανάβει πράσινο, εγώ όμως δεν κουνιέμαι. Ούτε να τον κυνηγήσω τρέχω, ούτε καν πρόλαβα να τον δω. Ο χρόνος επιστρέφει όπως εγώ τον ξέρω. Λίγα δευτερόλεπτα ήταν. Το μόνο που μου άφησε μια ταχυπαλμία και ένα ψυχρό κύμα που ανεβοκατεβαίνει. Τα χέρια μου από τον ιδρώτα γλιστράνε στο τιμόνι. Αρχίζει η λογική. Ο θυμός. Η απορία. Την έπαθα κι εγώ; Αυτό είναι που λένε τα δελτία; Δεν γίνεται. Σε μένα; Έχω χτυπήσει; Όχι. Το κάψιμο που ένιωσα τι ήταν;  Ούτε ξέρω. Υπάρχει κανείς γύρω μου; Ούτε. Κινδυνεύω ακόμα; Μπααα… έφυγε.

Για λίγο γίνομαι ρατσιστής. Μισώ τους ξένους. Μισώ τους πάντες. Θέλω να τον πλακώσω και να τον στείλω στον τάφο αυτό τον τύπο. Όπα… Ο θυμός που έβλεπα στους άλλους. Είμαι ίδιος. Μα στην Κηφισίας; Στο φανάρι του Ψυχικού; Πώς δεν τον είδα να έρχεται; Πού έχουν πάει όλοι; Πού είναι ο κόσμος; Πού είναι τα αυτοκίνητα; Μα δεν γίνεται. Έγινε. Τι είχα στην τσάντα μου; Lap-top με τις φωτογραφίες, τις μουσικές, τα σενάριά μου. Στο MAC. Το είχα αγοράσει πέρσι.

Ευτυχώς τα έχω κάνει όλα back-up στον σκληρό. Άρα; Άρα και από πριν φοβόμουνα. Την είχα τη δεύτερη σκέψη. Δεν είμαι τόσο αθώος όσο θέλω να πιστεύω. Το περίμενα. Όχι, ρε πούστη… Σε μένα; Είμαι ηλίθιος. Κλείνω τη μουσική. Μ’ ενοχλεί. Δεν μπορώ να σκεφτώ. Η μουσική μ’ ενοχλεί; Εμένα; Κι όμως. Και όλα αυτά τα κείμενα που έγραφα για τη μουσική; Τόσο γρήγορα οι προχθεσινές σκέψεις είναι πια ξεπερασμένες. Άκυρες; Όχι. Απλά δευτερεύουσες. Εκλογίκευση. Ψυχραιμία. Αυτοσυντήρηση. Ζαλίζομαι.

Τι είναι αυτό; Θέλω να πάω σπίτι μου. Το πόδι πάει να πατήσει γκάζι, αλλά τρέμει. Φάση είναι θα περάσει. Ή μήπως να φύγω από αυτή την κωλοχώρα έτσι όπως γίνεται; Έχω ιδρώσει τόσο πολύ που είμαι σχεδόν βρεγμένος… Τι είναι αυτό; Σκύβω. Ο λεβιές των ταχυτήτων και αυτός υγρός.Τι είναι αυτό; Αίμα; Ε… Από πού; Το κάψιμο που ένιωσα στο πρόσωπο. Αντανακλαστικό ήταν. Είχα βάλει άσπρο πουκάμισο γιατί είχα φωτογράφιση πριν την παράσταση. Το άσπρο πάντα γράφει καλύτερα. Σε φωτογραφίες, σε press, σε γύρισμα, πάντα άσπρο. Τώρα όλο το πλάι έχει γίνει κόκκινο και τρέχει στο τζιν. Η σφαίρα έσπασε τα τζάμια και πέρασε στα πλευρά μου. Αποκλείεται. Αφού δεν πονάω καθόλου. Πατάω γκάζι κι ας τρέμω. Η Κηφισίας άδεια.  Το Υγεία λίγο πιο πάνω. Θα κρατηθώ, θα φτάσω εκεί και όλα θα πάνε καλά. Όλα θα πάνε καλά. Όλα θα πάνε καλά. Δεν γίνεται να το έχω πάθει εγώ αυτό. Ούτε να το ζω. Ζω. Αυτό είναι ο σκοπός μου. Τίποτα δεν θα είναι.  Όμως γιατί τόσο αίμα; Φτάνω στο Υγεία. Εντάξει, πάλι καλά. Έκτακτα.

Οι κοπέλες με βλέπουν και πάνε να χαμογελάσουν. Αυτό κάνανε πάντα. Στις εφορίες, τις τράπεζες, τα νοσοκομεία και τα αεροδρόμια. Ίδιες αντιδράσεις χρόνια τώρα… Όμως τώρα το γέλιο τους φεύγει αμέσως. Θέλω να τους πω ότι δεν είναι τίποτα. Να τους δώσω αυτόγραφο, προσκλήσεις για το θέατρο ή να τους απαντήσω στην κλασική ερώτηση. «Πότε θα κάνετε πάλι κάτι στην τηλεόραση; Και πότε θα βγει η ταινία;» Ο διάλογος όμως δεν είναι αυτός που έχω συνηθίσει. Είναι άλλος διάλογος. Πανικού. Το φορείο τρέχει στο διάδρομο. Το φως από το ταβάνι πολύ δυνατό. Ακόμα δεν πονάω. Φοβάμαι όμως. Τώρα φοβάμαι πολύ, κι αυτό είναι το χειρότερο. Δεν το είχα υπολογίσει έτσι. Πρωτόγνωρος φόβος. Όλα αυτά για ένα lap-top; Και γιατί να πυροβολήσει και όχι απλά να το πάρει;

Τόσο γρήγορα από το 2004 εδώ φτάσαμε; Κηδείες εντυπωσιακές, στιλιστικά άψογες, γυαλιά ηλίου, ομπρέλες μαύρες, ωραίες φάτσες και πόνοι μπροστά στην κάμερα. Πόνοι που μεγεθύνονται στο μοντάζ της Στέλλας με μουσικές. Ψεύτικοι κόσμοι που τελικά πόσο διαφέρουν από τον πραγματικό μου; Κάποιοι «αυτοβαφτιζόμενοι» αφόριζαν. Κανιβάλιζαν. Κήδευαν. Στα πλαίσια της δουλειάς τους πάντα. Κοίτα να δεις που έχω κάνει γύρισμα σε αυτόν το διάδρομο… Και σ’ αυτό το χειρουργείο. Ήταν πιο ωραία τότε. Γελάω. Δηλαδή εγώ τώρα πεθαίνω; Η μορφίνη μπλέκει τις σκέψεις, τις μουσικές, τις εικόνες. Ωχ… Κάτι φεύγει μέσα μου. Έχω οικογένεια, φίλους, ανθρώπους. Προκάλεσα;  Όχι. Τότε γιατί; Βάζω τα κλάματα. Πώς θα το αντέξει αυτό η μάνα μου; Θυμάμαι τους έρωτές μου… Χα… Πάθη, ζήλιες, αγκαλιές, φιλιά, μηνύματα, ταξίδια, μουσικές… Έρωτες, χωρισμοί, πάλι έρωτες και πάλι έρωτες. Θα λείψω;  Πάλι εγωιστής; Πόσο ψώνιο είμαι. Τα γυρίσματά μου. Τα σενάριά μου και όλοι να περνάνε καλά με αυτά… Να νιώθουν κάτι… Αυτό θα μου λείψει. Για τα φράγκα; Όχι. Για μένα. Εγώ ήμουν αυτό. Όμως ουδείς αναντικατάστατος. Πολύ σκληρό. Πού έκανα λάθος; Μα είναι δυνατόν; Στην Κηφισίας, στο ύψος του Φάρου; Εκεί έχει μόνο φλώρους. Εμένα βρήκες, ρε πούστη; Μόνο άμα τρομάζεις συνέρχεσαι. Άλλοι τρώνε χαστούκι, άλλοι σφαίρα. Απώλεια.  Χάσιμο. Σπαραγμός. «Ζωή σε σας» λένε στις κηδείες. Πόσο μαλάκες είναι οι άνθρωποι; Ζώα. Τι ευχές, τι παραδόσεις, τι μοντέλα έχουν στήσει; Και τώρα όλα τους καταρρέουν. Την ίδια στιγμή που ένας γεννιέται, κάπου αλλού ένας άλλος φεύγει. Πάντα συμβαίνει αυτό. Τόσο σκληρή αυτή η ζωή; Ναι. Ό,τι σκληρό όμως και γοητευτικό.

Η ταινία στην αίθουσα πολύ ενοχλητική. Δεν αντέχεται αυτό. Πολύ βαρύ, ρε παιδί μου. Δεν είμαστε καλά. Φτάνει. Πες κάτι να γελάσουμε, να ταξιδέψουμε με έρωτες, σκάνδαλα, ωραία σπίτια, γοητευτικά πρόσωπα, πάθη και κρυφές σχέσεις… Όχι. Αυτό τώρα θα πρέπει να φάμε. Το άλλο το κοροϊδεύαμε. Πάρ’ τα τώρα!

Μιλάνε όλοι από πάνω μου πολύ δυνατά. Τρέχουν να προλάβουν. Πνεύμονας τρύπιος.  Εσωτερική αιμορραγία.  Ξέρω, ξέρω. Όσο γελοίο κι αν σου ακούγεται το έχω δει χιλιάδες φορές στο «Grey’s Anatomy». Τόσα πολλά σωληνάκια γύρω μου και μέσα μου. Καμία σχέση με το γύρισμα. Νυστάζω. Ωραία.  Γιατί φωνάζουν τόσο πολύ όλοι αυτοί; Τον πατέρα μου. Δεν πρόλαβα να του μιλήσω. Η γιαγιά μου; Τώρα ποιος θα την προσέχει; Τα αδέλφια μου. Οι ταινίες έμειναν στη μέση. Όχι, ρε γαμώτο, και ήμουν πολύ πωρωμένος.

Και με την παράσταση; Τι θα γίνει με το «Amadeus»; Εγώ φταίω. Αν πήγαινα από περιφερειακό και δεν βρισκόμουν στη μέση όλου αυτού ίσως όλα να ήταν αλλιώς… Δεν πειράζει. Την επόμενη φορά. Κάθε «ζωή» για καλό. Στην επόμενη. Μας μαθαίνουν ότι η ζωή είναι δύσκολη. Μέγα λάθος. Η ζωή κανονικά δεν θα έπρεπε να είναι τόσο δύσκολη. Χάνει το νόημά της έτσι. Κι όμως… Πέθανα τελικά. Έτσι απλά. Έτσι γρήγορα. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Λυπάμαι. Τον χάσαμε.

Ήταν ένας ωραίος καπιταλισμός. Θα γεννηθεί πάλι κάτι άλλο. Μια μικρή πόλη που έγινε μεγάλη και που ίσως κάποια στιγμή θυμηθεί πάλι πώς ήταν… Η μουσική του τραγουδιού αρχίζει αχνά πάλι να ακούγεται… Τα όνειρα εξάλλου πάντα θα τα έχουμε ανάγκη. Χωρίς αυτά, απλά πεθαίνουμε.

Σημείωση του Χριστόφορου Παπακαλιάτη

Πριν λίγο καιρό η δημοσιογράφος Ιωάννα Μπλάτσου είχε μια εξαιρετική ιδέα. Αντί για συνέντευξη να έγραφα πέντε διαφορετικά κείμενα εμπνευσμένα από πέντε διαφορετικά τραγούδια, για να δημοσιευτούν στο Protagon. Είχε δίκιο και όντως λειτούργησε. Τα έγραψα και ανέβηκαν στο συγκεκριμένο site. Υπήρξε όμως και ένα κρατούμενο. Ένα ακόμα κείμενο για ένα έκτο τραγούδι που σκέφτηκα λίγο μετά. Αυτή τη συνέχεια της ιδέας διάλεξα να μοιραστώ μαζί σας, στην ATHENS VOICE αυτή τη φορά.

Ιnfo:Ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης πρωταγωνιστεί στο «Amadeus» του Πίτερ Σάφερ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη, στο Θέατρο Βρετάνια (210 3221.579)

Φωτό: Κωνσταντίνος Ρήγος