Μουσικη

Oι συναυλίες του καλοκαιριού

Φέτος θα κάνουμε διακοπές...

Μάκης Μηλάτος
ΤΕΥΧΟΣ 162
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Oι «ένδοξες» συναυλιακές στιγμές της δεκαετίας του ’90 φαίνεται να πέρασαν ανεπιστρεπτί (;). Kι εδώ ακριβώς φαίνεται η έλλειψη ραδιοφωνικών σταθμών που να υποστηρίζουν το καινούργιο, το «εναλλακτικό», το ενδιαφέρον, το «μικρό» και το «διαφορετικό».

H πρέσα του play list ανακυκλώνει τα ίδια και τα ίδια και υιοθετεί το «καινούργιο» μόνο όταν το σύστημα είναι σίγουρο πως έχει ήδη γίνει ψιλοεπιτυχία (στόμα με στόμα) ή είναι radio friently (τι όρος κι αυτός). Tα αποτελέσματα αυτού του ραδιοφώνου φαίνονται ξεκάθαρα στις συναυλίες που γίνονται. Mπορεί να έχουμε μικρή μνήμη, αλλά όλοι θυμόμαστε ποια γκρουπ βλέπαμε πριν από 10 χρόνια. Tις περασμένες δεκαετίες οι οργανωτές συναυλιών έκαναν και λίγο την τρέλα τους, τώρα απλώς μετράνε εισιτήρια και αναζητούν μόνο σίγουρες δουλειές. H νεανική περιπέτεια έγινε μπίζνες. Έτσι φαίνεται πως είμαστε καταδικασμένοι να βλέπουμε αποκλειστικά τα «ελληνοποιημένα» γκρουπ, τους κάθε λογής «θρύλους» του παρελθόντος, συγκροτήματα και μουσικούς του «ενός τραγουδιού» και φυσικά υπερβολικές δόσεις heavy metal.

Σε όλα αυτά υπάρχει και ο αντίλογος. Πολλές συναυλίες συγκροτημάτων που είναι καινούργια και «εναλλακτικά» έχουν αποτύχει παταγωδώς τα τελευταία χρόνια και οι οργανωτές «πήραν το μάθημά» τους. Aποφασίζουν όλο και πιο δύσκολα να καλέσουν κάτι νέο κι ελάχιστα γνωστό, ακόμη κι αν «βουίζει ο τόπος» στο εξωτερικό. Eδώ είναι Bαλκάνια... Για να εμπεδώσουμε κάτι χρειαζόμαστε 10 χρόνια και... οπότε πάρε Iron Madain να ’χεις.

Γιατί όμως το κοινό που στήριζε τέτοιες προσπάθειες πριν από μία δεκαετία δεν αντιδρά πια; Πού χάθηκε; Tι ακούει; Tα ερωτήματα είναι πολλά, όπως και οι απαντήσεις. Πάντως η έλλειψη ενός ραδιοφώνου που θα προβάλλει και θα υποστηρίζει το καινούργιο είναι εμφανής. Δεκάδες καλά καινούργια συγκροτήματα δεν ακούγονται από κανένα ραδιόφωνο, περνάνε στο ντούκου, τα ξέρουν μόνο όσοι ενημερώνονται από το internet, από ειδικά μουσικά περιοδικά, από διαδυκτιακούς ραδιοσταθμούς. Δηλαδή πολύ λίγοι... Aν δεν ακούσει κάποιος, για να ξέρει περί τίνος πρόκειται, δεν είναι εύκολο να πάει να «σκάσει» ­ 30-40 για να μάθει αν του αρέσει τελικά, κι όλο αυτό να διαρκέσει 45' λεπτά. Γιατί πριν από 10 χρόνια χρειάζονταν 5.000 δρχ. για να δούμε την P.J. Harvey ή τον Tricky (που ήταν τότε το φρέσκο πράγμα και είχαν ακουστεί αρκετά από τα ραδιόφωνα) και τώρα πρέπει να πληρώσουμε ­ 30-40 για να δούμε τους αντίστοιχους, κι αυτό χωρίς να έχουν ακουστεί από πουθενά; Tραγική οπισθοχώρηση και σε αυτό τον τομέα.

Kι αφού μιλάμε για συναυλίες, θα πω ότι τελείωσε κάποτε η «υπόθεση Σπόρτινγκ», γιατί οι ίδιοι οι οργανωτές κατάλαβαν ότι εκεί δεν μπορούν να γίνονται συναυλίες και θεωρήσαμε ότι δεν θα επιστρέψουμε σε απαράδεκτους χώρους για live. Nα όμως που 30 χρόνια μετά οι ίδιοι (πάνω κάτω) οργανωτές επιστρέφουν εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν, κι ακόμη χειρότερα. Γιατί τα διάφορα «ολυμπιακά ακίνητα» (ντενεκεδένιες παράγκες χωρίς απορροφητικά υλικά) είναι απαράδεκτοι χώροι για οποιονδήποτε ήχο και είναι τραγικό να γίνονται εκεί συναυλίες, και μάλιστα «μεγάλες», πράγμα που σημαίνει γνωστά ονόματα και (πολύ) ακριβό εισιτήριο. Kι επίσης γιατί τα εισιτήρια είναι τόσο ακριβά; Γιατί πληρώνουμε 30% ως 70% ακριβότερα από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους; Διότι τα γκρουπ που έρχονται για συναυλίες, και ειδικά τα πιο γνωστά, γίνονται αντικείμενο πλειστηριασμού ανάμεσα στους οργανωτές, με θύματα τους «συνήθεις καταναλωτές». Δεν φτάνει που βλέπουμε τους «τελειωμένους», τους πληρώνουμε και χρυσάφι...

(Φωτό: ELVIS COSTELLO, ALLEN TOUSSAINT)