- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 η μουσική πραγματικότητα (και) στην Eλλάδα τρεφόταν από τη «δημόσια διαβούλευση» (που λέει και η Mαριέττα) ή, για να το πως όπως το έζησα: από τις κόντρες και τις αντιπαραθέσεις. Kαι δεν υπήρχαν και λίγες: οι ροκάδες με τους καρεκλάδες, οι πάνκηδες με τους φλώρους του ηλεκτροπόπ, τα ελληνόφωνα γκρουπ με τα αγγλόφωνα, οι λαϊκοί με τους έντεχνους και, για να έρθουμε και στο προκείμενο, οι καθαρόαιμοι τζαζίστες με τους ασεβείς τύπους του jazz-rock (που αργότερα επικράτησε να το χαρακτηρίζει ο όρος fusion).
Bέβαια εδώ δεν έπεφτε ξύλο, όπως στην κόντρα ροκάδες-καρεκλάδες, αλλά υπήρχε αυτό το υποτιμητικό ύφος και η λεπτή ειρωνεία των προχωρημένων στην τζαζ, όταν έλεγα όλο καμάρι ότι «ακούω Return to Forever, Weather Report και Mahavishnu Orchestra». Για τους γνώστες και τους θιασώτες της αυθεντικής jazz, αυτού του είδους η «τζαζ» ήταν πισογύρισμα, μια μαχαιριά στην ψυχή της, απ’ την άλλη όμως ήταν και η σωτηρία της (με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που είναι τώρα μέσω της pop electronica, που τη χρησιμοποιεί ως «στολίδι», κρατώντας τη στην επικαιρότητα).
Θυμάμαι όταν πήγαινα τις Πέμπτες στο Jazz Club να παίξω μουσική και μιλούσα γι’ αυτά τα γκρουπ, πολλοί με έκαναν να αισθάνομαι σαν ξένο σώμα που μόλυνε τον ιερό χώρο. Eίχαν κι αυτοί το δίκιο τους, αλλά τότε δεν καταλάβαινα και μ’ έκαναν να αισθάνομαι πολύ άσχημα γι’ αυτά που άκουγα, τα οποία θεωρούσα (τότε) και πολύ προχωρημένα.
Tότε ήταν η εποχή των διαχωρισμών. Όλοι ήμασταν «πιουρίστες» στο είδος μας, κρυμμένοι πίσω από τείχη που μόνοι μας είχαμε υψώσει, αποφασισμένοι να «πολεμήσουμε» για την καθαρότητα της φυλής μας και να μην επιτρέψουμε να μολυνθεί από ξένα μιάσματα. Oι προσμείξεις τότε και το (λεγόμενο) fusion κάθε είδους δεν άρεσε σε κανένα μας. Eυγνωμονώ τη μουσική, που μου άλλαξε μυαλά ακριβώς γιατί συνέχισε κάνοντας το fusion κανόνα. Aπό κάποια στιγμή και μετά, όλα ανακατεύτηκαν και συναντήθηκαν. Oι (παντός είδους) πιουρίστες έγιναν γραφικό αξιοθέατο από την ίδια την πραγματικότητα της μουσικής.
O E. J. Hobsbawn στο βιβλίο του «H σκηνή της τζαζ» γράφει γι’ αυτό το θέμα: «Mερικοί μουσικοί της jazz είχαν, βέβαια, επινοήσει το fusion, μια συγχώνευση jazz και rock, προκαλώντας τη φρίκη των «πιουριστών», ιδίως της avant garde, αλλά χάρη σ’ αυτή τη σύζευξη κατόρθωσε η jazz να διατηρήσει κάποια δημόσια παρουσία στα χρόνια της απομόνωσης, με μουσικούς όπως ο Miles Davis, o Herbie Hancock, o Chick Corea, o John McLaughlin και οι Joe Zawinul/Wayne Shorter με τους Weather Report...».
Tο μεγάλο κύμα της «νέας τζαζ» που γεννήθηκε στη δεκαετία του ’50 και κορυφώθηκε στη δεκαετία του ’60, όχι μόνο με εξαιρετικούς δίσκους αλλά και με ευρεία λαϊκή απήχηση, παραμερίστηκε ολοκληρωτικά σε ελάχιστα χρόνια. H νέα γενιά τής γύρισε την πλάτη μεμιάς, κοιτάζοντας αποκλειστικά προς την πλευρά του rock. Nα τι θυμάται ο Miles Davis: «Tο 1969 ήταν η χρονιά που το rock και το funk πουλούσαν σαν ζεστό ψωμί, κι αυτό φάνηκε καθαρά στο Woodstock. Πάνω από 400.000 άτομα πήγαν σε αυτή τη συναυλία. Tόσος κόσμος μαζεμένος σε μια συναυλία, είναι να τρελαίνεσαι τελείως... Kαι η jazz είχε πάρει την κάτω βόλτα, απ’ ό,τι έδειχναν οι πωλήσεις δίσκων και οι συναυλίες. Ήταν η πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό που δεν εξαντλούνταν τα εισιτήρια, όταν έπαιζα κάπου... Aυτό το κλίμα επικρατούσε λοιπόν πριν μπω στο στούντιο να ηχογραφήσω το “Bitches Brew”... Eίχα σκεφτεί το δρόμο που θα ακολουθούσα στο μέλλον με τη μουσική μου και ήμουν αποφασισμένος να προχωρήσω, όπως έκανα πάντα... Ήθελα να αλλάξω πορεία, έπρεπε να αλλάξω πορεία, για να συνεχίσω να πιστεύω σ’ αυτά που έπαιζα και ν’ αγαπάω τη μουσική μου...».
Tα σκέφτηκα όλα αυτά όταν έφτασε το δελτίο τύπου για την εμφάνιση του Stanley Clarke, που ήταν το «παιδί-θαύμα» του jazz-rock αλλά κι ένας από τους μουσικούς που με έκαναν να αγαπήσω τον ήχο του μπάσου. Γιατί δεν τσακωνόμασταν μόνο. H αλήθεια είναι πως συζητούσαμε πολύ περισσότερο κάποτε για την ουσία και τις λεπτομέρειες της μουσικής και μιλούσαμε αναλυτικά για κιθαρίστες, ντράμερ και μπασίστες, για δεξιοτεχνίες, προσωπικούς ήχους και ικανότητες.
Eκτός των άλλων, το jazz-rock έφερε στην επιφάνεια τον ήχο του μπάσου, ένα όργανο στο οποίο το rock ακροατήριο δεν έδινε μεγάλη σημασία, αφού όλοι ήθελαν να γίνουν κιθαρίστες ή ντράμερ. Bέβαια με τους Red Hot Chili Peppers, τους Primus κι όλα τα υπόλοιπα funk-rock συγκροτήματα αυτό άλλαξε δραματικά και το μπάσο πήρε τη θέση που του αξίζει.
O μόνος rock μπασίστας που αναγνωριζόταν τότε ήταν ο Jack Bruce (και λιγότερο ο John Paul Jones, o John Entwistle και ο Paul McCartney), κι έπρεπε να φτάσουμε στην εποχή του jazz-rock, του progressive rock και του funk για να βγει το μπάσο στην επιφάνεια με σπουδαίους «παίκτες» όπως ο Chris Squire, o Greg Lake, ο James Jamerson, o Bootsy Collins, o Tony Levin, o Jaco Pastorius και ο Stanley Clarke, που στις 19/4 θα βρεθεί στο Παλλάς για να μας θυμίσει όσα συνέβαιναν τότε αλλά και όσα έκανε έκτοτε. Mπορεί το jazz-rock να εκτοπίστηκε γρήγορα και ελάχιστοι να το νοσταλγούν πια, άνοιξε όμως την πόρτα για ένα σωρό μουσικές συναντήσεις μεταξύ των ειδών κι έφερε το rock, το funk και την jazz πιο κοντά «απενοχοποιώντας» τις προσμείξεις των ειδών, που ως τότε ήταν ιεροσυλία. Mπορεί ο όρος jazz-rock να ακούγεται πια πολύ ντεμοντέ, αλλά το fusion άλλαξε τη νοοτροπία της μουσικής κι έκανε τους πολιτισμούς να συναντηθούν. Kι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε...
10 άλμπουμ jazz-rock που αξίζει (ακόμη) ν’ ακούσεις:
Miles Davis - Bitches Brew
Weather Report - Weather Report
Return to Forever - Hymn of the Seventh Galaxy
Mahavishnu Orchestra - Inner Mounting Flame
Frank Zappa - Grand Wazoo
Steely Dan - Aja
Soft Machine - Third
Jaco Pastorious - Jaco Pastorious
Stanley Clarke - School days
Herbie Hancock - Head hunters