Μουσικη

Dungeon Synth: Μουσική από τις Κατακόμβες Μεσαιωνικών Κάστρων

Το σκοτεινό μουσικό ιδίωμα που περνά κάτω από τα ραντάρ κι αναπτύσσεται

Γιώργος Φλωράκης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Dark Dungeon Synth: Μουσική από τις Κατακόμβες Μεσαιωνικών Κάστρων

Dungeon Synth: Ένας οδηγός για το σκοτεινό μουσικό ιδίωμα - Οι πρωτοπόροι, η εξέλιξή του και οι δισκογραφικές εταιρείες.

Υπάρχουν μουσικά ιδιώματα που περνούν κάτω από τα ραντάρ. Ένα τέτοιο είναι το dungeon synth, ένα μουσικό είδος που κρατάει από το ambient, όπως αυτό πέρασε μέσα από τις παραμορφωμένες κιθάρες και τις λυσσασμένες φωνές του black metal. Κι εκείνο που είναι το πιο σημαντικό είναι ότι το ιδίωμα αυτό είναι ζωντανό και εξακολουθεί να αναπτύσσεται μέχρι σήμερα.

Όταν ο Brian Eno ηχογραφούσε το 1978 το «Music For Airports», ορίζοντας ταυτόχρονα το ambient ως τη μουσική που αποσκοπεί στη δημιουργία ηχητικών τοπίων και ατμόσφαιρας, προφανώς είχε στον νου του τη ζωή στη σύγχρονη δυτική πόλη. Μουσική για αεροδρόμια, μουσική για αίθουσες αναμονής υπό την ευρεία έννοια, μουσική που έχει ως στόχο να μην αποσπά τον ακροατή με στίχους ή με εντάσεις, μουσική συνοδείας χωρίς έντονες μελωδίες ή ξεκάθαρους ρυθμούς. Πλήκτρα και synthesizers δημιουργούν έναν ήρεμο ατμοσφαιρικό κόσμο, που επιτρέπει  -αν δεν διευκολύνει- κάθε ακροατή να μένει επικεντρωμένος στις ασχολίες του. Οι χώροι που ο Eno φανταζόταν ήταν καλοφωτισμένοι, καθαροί, επιβλητικοί. Αν όμως υπάρχει ένας κόσμος γεμάτος φως και καθαρότητα, υπάρχει κι άλλος ένας, σκοτεινός και μιαρός. Εκείνο που μοιράζονται είναι ότι και οι δύο κόσμοι είναι επιβλητικοί. Στη δεκαετία του 1990 εμφανίζεται ένας αντίστοιχος ήχος που εμβαθύνει στη σκοτεινή πλευρά. Μοιάζει να προέρχεται από τον κόσμο της φαντασίας του Τόλκιν και από τη ζοφερή ατμόσφαιρα του Μεσαίωνα. Οι περισσότεροι μουσικοί που θα συναντήσουμε εδώ, στο Dungeon Synth, σχετίζονται με τη σκοτεινότερη πλευρά του metal, που είναι το black metal.

Dark Dungeon Synth: Μουσική από τις Κατακόμβες Μεσαιωνικών Κάστρων
© Chaiyun Damkaew

Οι πρωτοπόροι της Dungeon Synth μουσικής

Μέχρι όμως να φτάσουμε εκεί, έχουν προϋπάρξει μουσικοί και συγκροτήματα που έχουν θέσει τις βάσεις -ο καθένας με τον τρόπο του- για να σταθεί στα πόδια του αυτός ο σκοτεινός κόσμος. Στη δεκαετία του 1980 θα συναντήσουμε πέρα από τις σχετικά αθώες προσεγγίσεις των Dead Can Dance, σχήματα που θα πάνε αρκετά πιο πέρα τη σκοτεινή αισθητική: στη Βρετανία οι Death In June του Douglas P, οι Sol Invictus του Tony Wakeford, οι Nurse With Wound του Tony Wakeford, οι Current 93 του David Tibet, οι Coil των John Balance και Peter Christopherson ήταν μερικοί από τους πρωτοπόρους. Επιπλέον, o Boyd Rice στην Αμερική με το όχημα των ΝΟΝ ή με το πραγματικό του όνομα αλλά και πολλά ακόμη σχήματα και μουσικοί σε όλον τον κόσμο, με αρκετά διαφορετικές οπτικές, ανοίγουν τον δρόμο για τη δημιουργία μιας έντονα σκοτεινής ατμοσφαιρικής μουσικής.

Το 1992 κυκλοφορεί ένας δίσκος από έναν μουσικό που έχει ανοιχτές τις κεραίες του στη σκοτεινή πλευρά παίζοντας κιθαριστικό hard rock με στοιχεία heavy metal και με έντονες επιρροές από τους Black Sabbath και τους Doors, τον Glenn Danzig. Πρόκειται για τον δίσκο με τον τίτλο «Black Aria», που είναι εξολοκλήρου βασισμένος στα πλήκτρα. Ο δίσκος μάλιστα έχει αρχίσει να ηχογραφείται το 1987! Πρόκειται ουσιαστικά για τον πρώτο δίσκο αυτού του νέου ιδιώματος, του dark dungeon synth. Μόνο που αυτό το όνομα, θα το δώσει δύο χρόνια αργότερα ο Νορβηγός μουσικός Mortiis.

Dungeon Synth: Οι πειραματισμοί της νορβηγικής black metal σκηνής

Ο Mortiis ήταν μπασίστας των Emperor και φεύγοντας από την μπάντα αυτή, ασχολήθηκε αποκλειστικά με τον κόσμο του σκοτεινού ambient. Παράλληλα, τα νορβηγικά σχήματα του πρώτου μισού της δεκαετίας του 1990, έχουν ήδη αρχίσει να ηχογραφούν dark ambient εισαγωγές στους δίσκους τους, άλλοτε δικές τους κι άλλοτε βασισμένες σε παλαιότερα ακούσματα. Έτσι, οι Mayhem εισάγουν το πρώτο τους ep «Deathcrush» μ’ ένα μοτίβο κρουστών που προέρχεται από το έργο του γερμανού πειραματικού μουσικού Conrad Schnitzler, που είχε συνεργαστεί από τις αρχές των seventies με τους Tangerine Dream και τους Kluster. Στη λογική αυτή, οι Satyricon ανοίγουν το ντεμπούτο τους «Dark Medieval Times» μ’ ένα απόσπασμα από το «Black Death», έργο του πολύ επιδραστικού μουσικού Lars Pedersen, που είχε δημιουργήσει τους When. Βέβαια, θα λέγαμε ότι τα δύο τελευταία παραδείγματα ανήκουν περισσότερο στο είδος που στη δεκαετία του 1980 αποκαλείτο industrial (Einstuerzende Neubauten, Throbbing Gristle κλπ.) παρά στο κατά Mortiis, dark dungeon synth. Το κομμάτι που κλείνει όμως το ιστορικό άλμπουμ των Burzum, «Hvis Lyset Tar Oss», το «Tomhet» είναι καθαρό dark dungeon synth, όπως και ολόκληρη η δουλειά των Neptune Towers που είχε δημιουργήσει ο Fenriz των Dark Throne. Μια ακόμη πολύ καλή δουλειά εκείνης της εποχής ήταν και το «Fjelltronen» των Wongraven, που είχε δημιουργήσει ο Sigurd Wongraven των Satyricon. Μια ολόκληρη δισκογραφική εταιρεία με απίστευτα πολλές κυκλοφορίες ήταν η σουηδική Cold Meat Industry του Roger Karmanik, που ξεκίνησε το 1987 και συνέχισε να κυκλοφορεί δίσκους μέχρι το 2013 με χαρακτήρα dark ambient, gothic και industrial.

Στο πέρασμα του χρόνου, υπήρξαν πολλά σχήματα που στάθηκαν ανάμεσα στο black metal και το dark dungeon synth, γέρνοντας άλλα προς τη μια πλευρά και άλλα προς την άλλη. Μάλιστα υπήρξαν και σχήματα που έτειναν προς το ένα ή το άλλο ιδίωμα, ανάλογα με την εποχή ή με τη σύνθεσή που είχαν σε κάθε δίσκο τους. Όμως, ο λόγος για τον οποίο γράφεται αυτό εδώ το κείμενο δεν είναι για να ορίσουμε τις απαρχές ενός μουσικού ιδιώματος που απασχόλησε στο παρελθόν ένα κομμάτι του underground, ακόμη κι αν αυτό υπήρξε πολυπληθές, ούτε για να αναφερθούμε σε κάποιους -ενδεχομένως σημαντικούς- δίσκους του παρελθόντος. Ο λόγος που ασχολούμαστε εδώ είναι επειδή το συγκεκριμένο ιδίωμα είναι ζωντανό και συνεχίζει να αναπτύσσεται μέχρι σήμερα.

Dungeon Synth: Τα βιβλία, οι δισκογραφικές και τα fanzines για να ψάξει κανείς περισσότερα

Κυκλοφορούν τρία βιβλία, τα οποία δίνουν πολλές πληροφορίες πάνω στο dark dungeon synth. To «The Rebirth Of The Legend» είναι ένα βιβλίο του Ruslan Akimov που περιλαμβάνει πολλές συνεντεύξεις με μουσικούς του είδους. Επίσης κυκλοφορεί το «The Unlikely Story Of Dungeon Synth» του Jordan Whiteman.

Με αρκετές ιστορικές και εξωμουσικές πληροφορίες έρχεται το «Dungeon Synth: Medieval Atmospheres in Modern Music» του Herkimer Throckmorton, που μπορεί να βρει κανείς ακόμη και στο Amazon. Υπάρχουν επίσης και fanzines, όπως το Dungeon Synth Zine ή το ROTSTOCK #1 Dungeon Synth Magazine, που έχουν σελίδες με το όνομά τους στο bandcamp.

Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, η σημερινή δισκογραφία που σχετίζεται με το dungeon synth έρχεται σε μορφή κασέτας. Η ηχογράφηση είναι αρκετά φθηνή αφού έχουμε να κάνουμε κυρίως με υλικό που ηχογραφείται από synthesizer κατευθείαν σε σκληρό δίσκο. Καθώς δεν υπάρχουν φωνητικά, το studio ηχογράφησης δεν είναι καθόλου αναγκαίο κι έτσι κάθε μουσικός έχει τη δυνατότητα με σχεδόν μηδενικά έξοδα να ηχογραφήσει τη δουλειά του. Η παραγωγή κασέτας είναι αρκετά οικονομική και απόλυτα ταιριαστή με το πνεύμα του underground και ειδικά όταν αφορά ένα είδος που έρχεται από τα σκοτάδια των υπογείων ξεχασμένων μεσαιωνικών κάστρων. Πολλοί μουσικοί κυκλοφορούν οι ίδιοι σε κασέτες τη δουλειά τους ενώ κάποιοι άλλοι -ακόμη πιο underground- προτιμούν κάποια απόλυτα σπιτικά cd-r. Μία από τις πολύ επιτυχημένες δισκογραφικές εταιρείες (κασετογραφικές για να γίνω πιο κυριολεκτικός) είναι η δανέζικη Gondolin. Κάθε μήνα, η εταιρεία αυτή κυκλοφορεί μέσω bandcamp τέσσερις κασέτες έχοντας ειδοποιήσει το κοινό της για την ακριβή ημέρα και ώρα κυκλοφορίας. Μέσα σε μισή ώρα, ο περιορισμένος αριθμός των 150 κασετών, έχει εξαντληθεί. Όσοι δεν έχουν προλάβει, κατευθύνονται αργότερα στο discogs και το ebay για να αγοράσουν σε αρκετά -έως πολύ- υψηλότερες τιμές τις κασέτες που έχασαν. Κάποιες από τις παλαιότερες κυκλοφορίες της Gondolin ανταλάσσονται αντί 100 ή 150 ευρώ.

Κάθε ζωντανό ιδίωμα του underground, αναπτύσσεται συνεχώς με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, πάντα κάτω από τα ραντάρ και με κανάλια που συνεχώς ανανεώνονται. Αξίζει κανείς να έχει τις κεραίες τους έτοιμες να πιάσουν την καινούργια δισκογραφική, την καινούργια εταιρεία διανομής, το καινούργιο fanzine και φυσικά, την καινούργια μπάντα. Πέρα από τη δισκογραφική Gondolin, υπάρχουν και οι Galvorn Records και Isilya Records. Τέλος, αξίζει να ψάξει κανείς και την εταιρεία διανομής, εκείνη που φαίνεται να έχει το πιο πλούσιο υλικό, τη Forsaken Relics

Το dark dungeon synth είναι ένα ιδίωμα που μπορεί να συνοδεύσει παιχνίδια fantasy και role playing, αναγνώσεις ιστοριών φαντασίας και τρόμου αλλά και τις πιο σκοτεινές μας ονειροπολήσεις. Για τους μεγαλύτερους σε ηλικία από εμάς, μπορεί να θυμίσει την αναζήτηση μουσικής στον μαγικό υπόγειο κόσμο των mail order, να θυμίσει δηλαδή τις μέρες μιας υπέροχης αθωότητας.