Μουσικη

Podcast Πανικοβάλ | «Αχ Αθήνα!» των Hume Assine: Ο Βαγγέλης Ορφανίδης μιλά για το πρότζεκτ

Μία σειρά μηνιαίων συναυλιών σε απρόσμενα σημεία της Αθήνας, με την υποστήριξη του Voice 102,5

Γιάννης Νένες
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Το «Athens Blues» είναι ένα κομμάτι με πολύ ιδιαίτερο ελληνικό ήχο, από το τελευταίο ομώνυμο άλμπουμ των Hume Assine, την μπάντα/σόλο πρότζεκτ του Βαγγέλη Ορφανίδη. Κάπου στους στίχους του, με τη φωνή του Ζερόμ Καλούτα, ακούμε τη φράση «Αχ Αθήνα!», η οποία έμελλε να γίνει και η ονομασία μιας σειράς μηνιαίων συναυλιών έκπληξη, που παρουσιάζουν οι Hume Assine, με τη χορηγία επικοινωνίας του αθηναϊκού ραδιοφώνου-σάουντρακ της πόλης, Voice 102,5.

Podcast Πανικοβάλ | Ο Βαγγέλης Ορφανίδης μιλά για το πρότζεκτ «Αχ Αθήνα!» των Hume Assine

Ο Βαγγέλης Ορφανίδης μιλά για το «Αχ Αθήνα!», τα απρόσμενα σημεία της Αθήνας για live και την αγάπη του για τις πολυκατοικίες της πόλης.

«Το “Αχ Αθήνα!” είναι μια σειρά μηνιαίων συναυλιών, με επίκεντρο την Αθήνα. Αυτό προέκυψε με αφορμή το άλμπουμ “Athens Blues, όταν είπαμε να κάνουμε λίγο διαφορετικά το πρόμο, οπότε, αφού βγήκε το βινίλιο, φτιάξαμε μια σειρά με podcasts, για να είμαστε και λίγο trendy, όπου παρουσιάζαμε διάφορους ανθρώπους, με επίκεντρο την κουλτούρα της Αθήνας και τα τραγούδια του δίσκου. Και τώρα, το δεύτερο κομμάτι είναι μια σειρά μικρών συναυλιών, όχι σε στάδια που δεν θα τα γεμίζαμε αλλά σε ιδιαίτερους χώρους της Αθήνας και πάντα με έναν καλεσμένο, ο οποίος είναι και ο πρωταγωνιστής σε κάθε live. Εμείς γινόμαστε η μπάντα του, οπότε παίζουμε με τον δικό μας ήχο προφανώς, τα δικά του κομμάτια. Αλλά παίζουμε και δικά μας κομμάτια και είμαστε όλη την ώρα μαζί στη σκηνή».

Γίνεται ένα είδος cover versions, ας πούμε.
Ακριβώς. Και στην ουσία ο καθένας εκπροσωπεί κι ένα διαφορετικό ηχητικό καλλιτεχνικό aspect είδος της αθηναϊκής κουλτούρας.

Δηλαδή οι καλεσμένοι, πέρα από το συγκρότημα και εσένα, που έχετε τη σχέση σας με την Αθήνα, έχουν και αυτοί τη δική τους σχέση με την πόλη, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο.
Ακριβώς. Ο Tony Bluebird, που είναι ο πρώτος μας καλεσμένος στην Crust, είναι ο Αντώνης Κωνσταντάρας, γνωστός δημοσιογράφος, Υoutuber και podcaster, με ιδιαίτερο χιούμορ.  Έχει περάσει από την εποχή του ελληνικού Vice, οπότε έχει δείξει πάρα πολύ αυτή την πλευρά της Αθήνας. Επίσης κάνει μουσικές πολύ ιδιαίτερες με συγκροτήματα και τώρα σόλο, που έχουν αφήσει το στίγμα τους. Γνωριζόμασταν καιρό διαδικτυακά, οπότε επιτέλους θα παίξουμε και μαζί.

Tony Bluebird

Η Crust που ανέφερες, να πούμε ότι είναι η γνωστή πιτσαρία στο κέντρο της πόλης, στην οδό Πρωτογένους 13.
Επίσης ως χώρος είναι ένα ωραίο σημείο της Αθήνας, γι’ αυτό και το επιλέξαμε. Βλέπεις μια πιτσαρία, κανονική, λιμπιστική, ανοίγεις μια πορτούλα και κατεβαίνεις στο υπόγειο.

Και είναι και λίγο κρυφό μέρος ακόμα, δεν είναι πολύ γνωστό, οπότε κάπως παίζετε και με την αρχή του trend εσείς.
Έτσι είναι. Δεν φαίνεται απ’ έξω ότι γίνεται live μέσα. Βλέπεις μια πιτσαρία, μπορείς να μπεις και να παραγγείλεις, και από κάτω ακούγεται ένας γδούπος.

Νομίζω ότι και στα άλλα δύο live, που ακολουθούν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, ψάξατε ιδιαίτερα τους χώρους.
Ναι, τον Μάρτιο είναι σε ένα roof garden, με την Έλενα Λεόνι, η οποία παίζει άρπα, βιολί, κυκλοφορεί δικά της κομμάτια και είναι μέρος του crew της Μαρίνας Σάττι. Επίσης αυτό το συγκεκριμένο live γίνεται και με την επιμέλεια του Πάνου Σουρούνη, που κάνει εκεί μια σειρά συναυλιών που λέγονται “Στην Αθήνα” – οπότε ταιριάζει και το “Αχ Αθήνα”. Ο Πάνος έχει βγάλει και ένα σχετικό ντοκιμαντέρ με την κουλτούρα της πόλης που λέγεται “Στην Αθήνα”, οπότε όλο αυτό θα δέσει. Ο άλλος χώρος είναι το Θεαθήναι (Theathinai Acropolis Rooftop), ένα ξενοδοχείο στην Ερμού 46, όπου εκεί θα δείξουμε μια άλλη πλευρά, δηλαδή από το υπόγειο θα βρεθούμε στην ταράτσα με πιο lounge ρυθμούς, πιο χαλαρούς, με θέα Ακρόπολη και Λυκαβηττό. Οπότε είναι κι αυτό μια άλλη φάση της Αθήνας, επίσης χαρακτηριστική.

Και η τρίτη συναυλία είναι στο Under Athens.
Το οποίο είναι ένας χώρος πολιτισμού, μέσα σε μια στοά που στρίβεις σε μια πιο μικρή στοά, ανοίγει μια σιδερένια πόρτα και κατεβαίνεις κάτω όπου βρίσκεσαι σε έναν χώρο φοβερό, με νέον φώτα. Εκεί γίνονται εκθέσεις, θεατρικά, συναυλίες… Κι αυτός καινούργιος χώρος, στην οδό Ιπποκράτους 1. Εκεί θα παίξουμε με τον Κοokooiloveu, ο οποίος είναι ο τραγουδιστής των Ποπάι, που επίσης αφήσανε στην electropop και synthpop μια ωραία ιστορία. Εκεί ενώνουμε τις δυνάμεις μας. Eκεί θα παίξουμε πιο synthpop πράγματα σε έναν πραγματικά πολύ ιδιαίτερο χώρο.

Ένα άλλο θέμα που σας έχει απασχολήσει στα τραγούδια σας, Βαγγέλη, είναι οι αθηναϊκές πολυκατοικίες.
Υπάρχει ένα περίεργο πράγμα, επειδή, για κάποιον λόγο, τις βλέπουμε πια πολύ άσχημες. Εγώ είχα αρχίσει να παρακολουθώ το θέμα και μπήκα σε μια σελίδα στο Facebook που μιλάει για τον αθηναϊκό Μοντερνισμό στην Αρχιτεκτονική. Εκεί παρουσιάζονται αυτές οι πολυκατοικίες, έτσι είχα μπει στο τριπάκι και τις παρατηρούσα αλλιώς – δηλαδή προσπαθούσα να τις δω ξεχωριστά, όχι μαύρες από τα καυσαέρια και με τις πολλές πινακίδες. Προσπαθούσα να φανταστώ πώς ήτανε παλιά, που είχαν πολυτελή διαμερίσματα. Αλλά σημασία έχει ότι εκεί πια έχουνε κάπως στοιβαχθεί ζωές, οι οποίες είναι κάθε ένα διαμερισματάκι, κάθε ένα παράθυρο, κάθε ένα φως που ανοίγει και μια ζωή ολόκληρη. Και όπως λέω στο «Athens Blues», το πρώτο τραγούδι, στην ουσία είναι από τη μία ένα κλουβί, αλλά ένα κλουβί που η πόρτα του είναι ξεκλείδωτη. Είμαστε μέσα, νιώθουμε ότι είναι κλουβί, αλλά κανείς δεν βγαίνει έξω. Έτσι είναι και όλη η πόλη στην ουσία. Στο τραγούδι «Πολυκατοικίες» του δίσκου, λέω το τι συμβαίνει επάνω από τις πολυκατοικίες. Αφορμή στάθηκε μία μέρα που ήμουν στο αυτοκίνητο, μπλεγμένος στην κίνηση, φασαρία, χαμός, και ακριβώς δίπλα μου βλέπω στο πεζοδρόμιο ένα ζευγαράκι 15χρονων, το οποίο γλωσσοφιλιόταν και δεν τους ένοιαζε τίποτα, ούτε η φασαρία ούτε η κίνηση.

Είχαν βγει από το κλουβί τους.
Ακριβώς. Και εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι αυτοί οι δύο ίπτανται πάνω από τις πολυκατοικίες, ότι από κάτω είναι όλες οι ζωές, και αυτοί πια ζουν σε έναν δικό τους ωραίο κόσμο, που φτιάχνουν μέσα σε αυτή τη φυλακή, και παραμένουν τελικά εκεί.

Ένας φίλος από το εξωτερικό μου είχε δώσει μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία για το γκράφιτι, γιατί έβλεπε αυτό το άναρχο και χαοτικό γκράφιτι της Αθήνας και είπε ότι είναι σαν να θέλουν να εκδικηθούν την πόλη τους αυτοί που τα κάνουν. Δηλαδή: μας πρόδωσε η πόλη και αφού είναι τόσο άσχημη, εμείς θα τη μουτζουρώσουμε… Εσείς, ως Hume Assine, δεν τη μουτζουρώνετε, εσείς βάζετε ωραίους ήχους σε αυτήν. Πες μου λίγο για τους Hume Assine, λοιπόν. Ποιος είναι ποιος.
Οι Hume Assine στην ουσία είναι ένα συγκρότημα το οποίο ξεκίνησε ως solo project. Δηλαδή εγώ είμαι ο Hume Assine. Παλιότερα ήμουν πάντα σε μπάντες, αλλά κάποια στιγμή είπα θα κάνω κάτι μόνος. Τελικά αυτό δεν μου άρεσε, δηλαδή όλο το ζουμί είναι η ζύμωση με ανθρώπους που αγαπούν το ίδιο πράγμα και προσπαθούν. Στο σχήμα λοιπόν έχει μπει ο Αλέξης, ο οποίος ήταν και ντράμερ σε όλα τα προηγούμενα συγκροτήματα. Θέλαμε και μια τραγουδίστρια. Η αλήθεια είναι ότι είχαμε δοκιμάσει διάφορες, είχαμε κυκλοφορήσει και κομμάτια μαζί τους, αλλά δεν έδενε το γλυκό. Γιατί, ξέρεις, το να ασχολείσαι με τη μουσική είναι δύσκολο, με την έννοια ότι δεν επιβιώνεις από αυτό, οπότε πρέπει να μοιράζεσαι με τους άλλους το ίδιο πάθος και την ίδια θέληση, ανεξάρτητα από τις θυσίες. Ειδικά όταν δεν υπάρχει ένα συμβόλαιο εκατομμυρίων να σε κρατάει. Έτσι, είπαμε με τον Αλέξη ότι θα είμαστε οι δυο μας και θα έχουμε μόνο συμμετοχές. Η πρώτη μας συμμετοχή ήταν η Άννα Πασπάτη. Δέσαμε τόσο πολύ, ώστε έγινε και η παντοτινή μας συμμετοχή, είμαστε πια ένα τρίο. Είμαστε αγαπημένοι και εκτός μπάντας, ευχαριστιόμαστε να κάνουμε μαζί μουσική.

Ναι, είναι στολίδι η Άννα για το τρίο. Μάλιστα η φωνή της ταιριάζει στον ήχο των Hume Assine... τον οποίο πώς θα τον χαρακτήριζες;
Ο ήχος μας είναι ξέγνοιαστος, με την έννοια ότι δεν έχουμε το άγχος να ανήκουμε κάπου. Το οποίο καμιά φορά μας κάνει και κακό, αλλά στην ουσία έχουμε επιρροές από πάρα πολλά είδη. Έχουμε διαφορετικά ακούσματα, εγώ ξεκίνησα με ροκ ελληνική και βρετανική britpop κ.λπ., ακούω πολύ ηλεκτρονική μουσική, αλλά θαυμάζω και τον Δεληβοριά. Ο Αλέξης είναι ο ορισμός του music lover: πηγαίνει κάθε χρόνο στο φεστιβάλ του Wacken για να δει metal, έχει σπουδάσει jazz και μελετάει πολύ –να δει π.χ. τι κάνει η Billie Eilish και γιατί το κάνει έτσι–, οπότε όλα αυτά μπλέκονται. Θα έλεγα ότι προσπαθούμε να κάνουμε έναν αστικό ήχο. Δεν θέλουμε να μιμηθούμε αυτούς που αγαπάμε, γιατί νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε τόσο καλά όσο αυτοί, οπότε μπλέκουμε πάρα πολλά πράγματα που αν τα ακούς είναι γνώριμα, σχεδόν αναγνωρίσιμα, αλλά μεταξύ τους είναι μια μείξη που βγαίνει κάπως αυθόρμητα. Λέμε πάμε να το κάνουμε κι όπου βγει.

Σε αυτό το multi project, ας το πούμε, που λέγεται Hume Assine, η φωνή της Άννας έχει κατά τη γνώμη μου μία R & B απόχρωση, αφήνει μια τέτοια επίγευση, που νομίζω ότι ταιριάζει πολύ με όλο αυτό το συνονθύλευμα, γιατί το συγκεκριμενοποιεί σε κάθε τραγούδι. Έρχεται η φωνή και δίνει ταυτότητα στο κάθε είδος που αντιπροσωπεύετε.
Νομίζω είναι όπως στις φωτογραφίες, που βάζεις ένα φίλτρο και ομογενοποιεί τα πάντα. Η Άννα έχει μια πολύ χαρακτηριστική φωνή, που δεν είναι απαραίτητα η κλασική μαύρη φωνή, και αυτό μας άρεσε πάρα πολύ. Στην ουσία έχει δώσει και μια προσωπικότητα στο σχήμα που εμείς, δηλαδή εγώ και ο Αλέξης, δεν μπορούμε να τη δώσουμε εκ των πραγμάτων.

Επίσης, κάτι πολύ ιδιαίτερο που έχουν όλες οι κυκλοφορίες, και τα σινγκλ και τα άλμπουμ σας, είναι το artwork. Μάλιστα το τελευταίο άλμπουμ, το «Athens Blues», μέσα στο διαφανές φακελάκι με το διαφανές βινύλιο και με τα υπέροχα αυτοκόλλητα, πρέπει να πούμε ότι ήταν υποψήφιο για βραβείο στα ΕΒΓΕ.
Ήταν στις υποψηφιότητες, εντάξει δεν κερδίσαμε. Στην επόμενη κυκλοφορία.

Έγινε όμως πολύ ντόρος γι’ αυτό το άλμπουμ. Μίλησέ μου λίγο για το artwork.
Στην ουσία είναι αυτό που σου έλεγα, ότι επειδή αυτό το πράγμα κατά κύριο λόγο το κάνουμε επειδή το αγαπάμε, χωρίς να μας νοιάζουν τα τεχνοκρατικά, θέλαμε να βγει κάτι ολοκληρωμένο και αφού οι τεχνοκρατικές δουλειές μάς δίνουν τη δυνατότητα να επενδύσουμε σε αυτό, το κάνουμε γιατί είναι μέρος της τέχνης. Το προηγούμενο άλμπουμ, το «The Sweetest Sound», ήταν ένα cd που είχε μέσα κάρτες και καραμέλες. Μάλιστα το πουλούσαμε σε ό,τι τιμή ήθελε ο καθένας, χωρίς κόστος, κυρίως γιατί πια το φυσικό προϊόν δεν έχει πρακτική χρήση, είναι καθαρά για έναν συλλέκτη. Ήταν για να μπει ο άλλος και να πει «ναι, ρε παιδί μου». Δηλαδή υπήρχαν άνθρωποι που έδωσαν 1 ευρώ για να το αποκτήσουν, αλλά μπήκαν στη διαδικασία να πάρουν ένα φυσικό προϊόν στο χέρι τους και να το συνδέσουν με τη μουσική. Στο άλμπουμ «Athens Blues» θέλαμε να αποφύγουμε αυτό το artwork που είχαμε στην αρχή όλο έτοιμο, με φωτογραφίες με πολυκατοικίες. Ήταν αναμενόμενο.

Είχατε και στο προηγούμενο πολυκατοικίες.
Ναι, είχαμε, γιατί παραμένουμε εντός πόλης στην ουσία. Οπότε εδώ η λογική ήταν το sticker pack. Δηλαδή να μιμηθούμε αυτά τα σακουλάκια που παίρνουν οι skate-άδες συνήθως, που περιλαμβάνει  πολλά αυτοκόλλητα και τα κολλάς παντού. Το δικό μας ήταν ένα γιγάντιο σακουλάκι 12ιντσο, που περιλάμβανε διάφανο βινύλιο και πολλά αυτοκόλλητα.

Αυτά τα αυτοκόλλητα ποιος τα σχεδίασε;
Τα σχεδίασε η διαφημιστική στην οποία εμπλέκομαι το πρωί ως τεχνοκράτης. Κοίτα, είμαι στη διαφήμιση πάρα πολλά χρόνια και συνεργάζομαι με πάρα πολλές διαφημιστικές, όχι ως designer –εγώ είμαι στο κομμάτι των social media–, απλώς επειδή μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η τέχνη ασχολούμαι και εγώ ως ερασιτέχνης. Το προηγούμενο artwork το είχα φτιάξει εγώ. Τώρα όμως έβαλα γραφίστες να το δουλέψουν, ώστε να γίνει λίγο πιο σωστό.

Έχεις αρχίσει να σκέφτεσαι το περιεχόμενο του επόμενου άλμπουμ;
Λοιπόν όχι, αλλά έχουμε ήδη κάποια κομμάτια. Το δουλεύουμε αργά, γιατί κάπως, ενώ έχουμε πάρα πολύ υλικό, νιώθουμε ότι είναι περίπου σαν κι αυτό που έχουμε ήδη βγάλει. Οπότε δοκιμάζουμε διάφορα καινούργια πράγματα, θα δείξει πότε θα βγει. Όμως σίγουρα σε αυτά τα live θα παρουσιάζουμε, σε κάθε συναυλία, κι από ένα από τα καινούργια τραγούδια, έτσι για να δούμε λιγάκι και τον παλμό και κυρίως, για να τριφτούμε και εμείς.

Θα μπορούσες να εμπνευστείς από τη Θεσσαλονίκη αυτή τη φορά (γέλια).
Γιατί όχι! Πάντως το άλμπουμ «Athens Blues» κλείνει με ένα κομμάτι για τη Θεσσαλονίκη, με έναν δικό σας άνθρωπο, τον Στέφανο Τσιτσόπουλο, που τον γνώρισα μέσα από την Athens Voice. Στην ουσία αυτό που λέμε είναι ότι όλα αυτά τα αθηναϊκά μπλουζ, αυτές οι σκοτούρες και όλοι οι προβληματισμοί, τελικά είναι ίδια σε όλες τις πόλεις. Οπότε το άλμπουμ κλείνει το με ένα απόσπασμα από το προτελευταίο βιβλίο του Στέφανου, «Τα χλωμά σιντριβάνια της Φωκίωνος Νέγρη» –το οποίο δείχνει ένα μαγικό αυτοκίνητο που διακτινίζεται από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη και γυρίζει πάλι πίσω–, και  την απαγγελία του Στέφανου. Τον ευχαριστούμε πάρα πολύ για την τιμή που μας έκανε. Και κλείνουμε τον δίσκο λέγοντας ότι, παιδιά, όλα αυτά που ακούτε για την Αθήνα τελικά συμβαίνουν και σε όλες τις μεγάλες πόλεις, όλοι τελικά στο ίδιο κλουβί ζούμε.

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ