Μουσικη

Φρανκ Σινάτρα: Σαν σήμερα γεννήθηκε η σπουδαιότερη φωνή του εικοστού αιώνα

Αναδρομή στην καριέρα του θρυλικού ερμηνευτή που σημείωσε πωλήσεις 150 εκατομμυρίων δίσκων παγκοσμίως

A.V. Team
18’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σαν σήμερα 12 Δεκεμβρίου 1915 γεννήθηκε ο Φρανκ Σινάτρα - Ο τραγουδιστής και ηθοποιός με την τεράστια καριέρα που απέκτησε το προσωνύμιο «Η Φωνή».

Τραγουδιστής, ηθοποιός, σκηνοθέτης, stand-up κωμικός, fashion icon, ο Φρανκ Σινάτρα, o οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα το 1915 έχει συχνά χαρακτηριστεί ως ο σπουδαιότερος crooner του εικοστού αιώνα.

Θρύλος τόσο του πενταγράμμου όσο και της μεγάλης οθόνης, ο Φρανκ Σινάτρα έδινε ζωή στα τραγούδια γιατί τα ζούσε ο ίδιος. Απόλυτος περφόρμερ, ουσιαστικά εφηύρε τη δική του ερμηνευτική μέθοδο, τη μοναδική εκείνη ικανότητα να κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η φωνή που άκουγαν είχε ένα δικό της έντονο παρελθόν, αλλά όχι πάντα ένα λαμπρό μέλλον.

Η επιρροή του Φρανκ Σινάτρα στη δημοφιλή μουσική ήταν κολοσσιαία, όχι μόνο στους μεταπολεμικούς crooner ή ακόμη και σε γίγαντες της τζαζ όπως ο Κάουντ Μπέισι και ο Μάιλς Ντέιβις, αλλά και στους ροκ καλλιτέχνες που κάποτε αποκάλεσε «κρετίνους βλάκες».

Η φωνή του Σινάτρα αντηχεί μέσα από ηχογραφήσεις όπως το «The Crystal Ship» των Doors, το «China Girl» του Ίγκι Ποπ, το «Closing Time» του Τομ Γουέιτς, το χνάρι του μπορεί να ανιχνευθεί σε καλλιτέχνες τόσο ετερόκλητους όσο ο Έλβις Πρίσλεϊ, ο Μπόνο, ο Σκοτ Γουόκερ, ο Έλβις Κοστέλο ή ο Νικ Κέιβ. Ο Φρανκ Σινάτρα έγινε το μέτρο σύγκρισης με το οποίο επρόκειτο να αξιολογηθούν όλοι οι τραγουδιστές που τον διαδέχθηκαν στην κορυφή του σταρ σίστεμ.

O Φρανκ Σινάτρα στο απόγειο της φήμης του το 1957 © Pal Joey/Public Domain

Tα πρώτα βήματα του Φρανκ Σινάτρα και τα μαθήματα του Τόμι Ντόρσεϊ

Ο Φρανκ Σινάτρα γεννήθηκε το 1915 στο Χόμποκεν του Νιου Τζέρσεϊ. Γιος Ιταλών μεταναστών, η μητέρα του ήταν μαία και ο πατέρας του ημιεπαγγελματίας πυγμάχος. Ο νεαρός Φρανκ αντιστάθηκε στο να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του, επιλέγοντας αντ' αυτού να μπει στη μόνη άλλη βιομηχανία που συναγωνιζόταν το μποξ από άποψη διαφθοράς - τη μουσική. Είχε την πρώτη του επιτυχία «All Or Nothing At All» το 1940 με τον τρομπετίστα Χάρι Τζέιμς, πριν ενταχθεί στην ορχήστρα του Τόμι Ντόρσεϊ.

Ο οστεώδης, εύθραυστος τραγουδιστής έγινε σταδιακά η κύρια ατραξιόν της ορχήστρας, την οποία εγκατέλειψε μετά από έξι μήνες για να κάνει σόλο καριέρα. Μιλώντας στον δημοσιογράφο της Chicago Tribune Χάουαρντ Ράιχ το 1990, ο Σινάτρα παραδέχτηκε ότι πήρε ορισμένα ζωτικά μαθήματα από τον Τόμι Ντόρσεϊ.

«Καθισμένος στη σκηνή ανάμεσα στα νούμερά μου, μελετούσα τον Τόμι και συνειδητοποίησα ότι έπαιρνε πολύ μικρές, διακριτικές αναπνοές από το πλάι του στόματός του», θυμήθηκε ο τραγουδιστής. «Ήταν μια αποκάλυψη, και με τον καιρό μπόρεσα να κάνω το ίδιο πράγμα που έκανε ο Τόμι με το τρομπόνι για να βάλω κρυφά αέρα στη φρασεολογία μου».

Τόμι Ντόρσεϊ και Φρανκ Σινάτρα το 1942 © Public Domain

Ο Σινάτρα κολυμπούσε επίσης σε πισίνες ξενοδοχείων για να αυξήσει την πνευμονική του χωρητικότητα, αυξάνοντας την ικανότητά του να επιμηκύνει τις μουσικές φράσεις. Πράγματι, από τις πρώτες μέρες της καριέρας του, ο Φρανκ ήταν αποφασισμένος να βρει τον δικό του ήχο.

Βασιλιάς των crooner εκείνη την εποχή ήταν ο Μπινγκ Κρόσμπι, αλλά ο νεαρός διεκδικητής αναζητούσε κάτι άλλο, κάτι πιο συναισθηματικά ισχυρό, πιο δραματικά έντονο. Είχε ενθουσιαστεί πολύ από τις τραγουδίστριες των δεκαετιών του '20 και του '30, ιδιαίτερα από την Μπίλι Χόλιντεϊ.

Ο Φρανκ Σινάτρα στα στούντιο της Capitol το 1957 © Public Domain

Μαζί με αυτό, ανέπτυξε την τεχνική λεγκάτο, ένα σαγηνευτικό φωνητικό στιλ που, όταν παντρεύτηκε με τραγούδια των Ίρβινγκ Μπερλίν, Τζορτζ και Άιρα Γκέρσουϊν, Κόουλ Πόρτερ και Χόαγκι Καρμάικλ, έκανε τα ακροατήρια να παραληρούν σε όλη την έκταση των ΗΠΑ. Ακόμη και τώρα, μετά από πολλές γενιές ποπ ειδώλων, είναι δύσκολο να αξιολογηθεί πλήρως η επίδραση που είχε ο Σινάτρα στο κοινό της εποχής του πολέμου.

Μαζική υστερία για τη «Φωνή» - Ο Σινάτρα ως ποπ φαινόμενο  

Αναφερόμενος στις παραστάσεις του Φρανκ Σινάτρα στο Paramount Theatre της Νέας Υόρκης τον Νοέμβριο του 1944, ο δημοσιογράφος της New Republic Μπρους Μπλίβεν περιέγραψε περιπτώσεις μαζικής υστερίας, νεαρά κορίτσια που απειλούσαν να αυτοκτονήσουν ή να φύγουν από το σπίτι τους αν δεν τους επιτρεπόταν να ακούσουν «τη Φωνή».

Νεαροί θαυμαστές του Σινάτρα ακούν τους δίσκους του σε ένα φορητό γραμμόφωνο στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας το 1945 © Public Domain

Ο δημοσιογράφος έγραψε για πιστούς που περίμεναν στην ουρά για εισιτήρια επί μέρες, ενώ κάποιοι παρακολουθούσαν πάνω από 50 συνεχόμενες παραστάσεις. Διηγήθηκε ιστορίες εφήβων που φορούσαν επιδέσμους στα χέρια τους για εβδομάδες, όπου τους είχε αγγίξει ο Φρανκ, για χιλιάδες παιδιά 12-16 ετών, που όλοι τσίριζαν, ούρλιαζαν, λιποθυμούσαν και γενικά τρελαίνονταν για τον Σινάτρα.

Ο ίδιος ο τραγουδιστής χρειαζόταν αστυνομική προστασία: στο σπίτι του εισέβαλαν συνεχώς ερωτευμένοι έφηβοι, η αλληλογραφία του έφτανε τις χιλιάδες επιστολές την ημέρα και τα ξενοδοχεία στα οποία έμενε έβρισκαν τα τηλεφωνικά τους κέντρα μπλοκαρισμένα από κλήσεις παθιασμένων κοριτσιών.

Ο Φρανκ Σινάτρα με τον Άξελ Στόρνταλ στο Liederkrantz Hall της Νέας Υόρκης περίπου το 1947 © Public Domain

«Στα 38 μου χρόνια, ήμουν ένας ξεπεσμένος»

Όμοια ωστόσο, με όλα τα εφηβικά φαινόμενα, η φάση αυτή δεν επρόκειτο να διαρκέσει. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940, η φήμη του τραγουδιστή είχε αρχίσει να φθίνει. Τα γούστα του κοινού απομακρύνονταν από το εκλεπτυσμένο στυλ του Σινάτρα προς πιο τυποποιημένο υλικό, ενώ εκείνος αρνήθηκε να ηχογραφήσει τα τραγούδια που του επέβαλε το τμήμα ρεπερτορίου της Columbia.

Οι πωλήσεις των δίσκων του μειώθηκαν, είχε προβλήματα με τη φωνή του και τον εγκατέλειψαν τόσο η δισκογραφική όσο και η κινηματογραφική του εταιρεία, η MGM. «Στα 38 μου χρόνια, ήμουν ένας ξεπεσμένος», είπε για εκείνη την περίοδο. «Καθόμουν δίπλα σε ένα τηλέφωνο που δεν χτυπούσε. Ανακαλύπτοντας γρήγορα πόσο δύσκολο είναι να δανειστείς χρήματα όταν είσαι ξοφλημένος».

Ένας από τους πλέον επιτυχημένους καλλιτεχνικούς γάμους στην ιστορία της μουσικής

Η μόνη εταιρεία που προσέφερε συμβόλαιο στον Σινάτρα κατά την περίοδο της ύφεσής του ήταν η Capitol. Το 1953 του έδωσε μια μικρή προκαταβολή και ένα αρχικά μονοετές συμβόλαιο. Το αποτέλεσμα ήταν ένας από τους καλύτερους εμπορικούς και καλλιτεχνικούς γάμους στην ιστορία της δημοφιλούς μουσικής.

Ο Φρανκ Σινάτρα επί σκηνής, σε συναυλία υπέρ των στρατιωτών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στο Hollywood Canteen του Λος Άντζελες το 1943 © Public Domain

Αρχικά, η συνεργασία του Σινάτρα με την Capitol συνέπεσε με την έλευση του δίσκου βινυλίου μακράς διάρκειας. Οι βελτιώσεις στην τεχνολογία του ήχου και της ηχογράφησης, για να μην αναφέρουμε τον διευρυμένο χρόνο αναπαραγωγής, ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν. Υπήρξε μάλιστα ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες εκτός του χώρου της κλασικής μουσικής και της τζαζ που εκμεταλλεύτηκε τις δυνατότητες του δίσκου. Τον Μάιο του '53 άρχισε να ηχογραφεί ένα σετ τραγουδιών με τίτλο «Songs For Young Lovers», το οποίο ήλπιζε ότι θα αναπαρήγαγε την ατμόσφαιρα των ερμηνειών του σε κλαμπ.

Το άλμπουμ που προέκυψε αποτέλεσε τομή. Τα επόμενα επτά χρόνια, ο Σινάτρα, μαζί με συνεργάτες όπως ο Νέλσον Ριντλ, ο Μπίλι Μέι, ο Γκόρντον Τζένκινς και ο Άξελ Στόρνταλ, θα κυκλοφορούσε το ένα άλμπουμ μετά το άλλο, αναδεικνύοντας την ποπ μουσική σε μορφή τέχνης. Εφηύραν επίσης αυτό που θα γινόταν γνωστό ως κόνσεπτ άλμπουμ, μια σειρά τραγουδιών που βασίζονταν σε ένα ενοποιητικό θέμα.

Αυτή ήταν η περίοδος αγγίγματος του Μίδα για τον Φρανκ Σινάτρα: Ηχογράφησε συγκλονιστικές ερμηνείες μαγευτικών τραγουδιών όπως τα «Three Coins In The Fountain», «Night And Day» ή «Someone To Watch Over Me», καθώς και δεκάδες κομψές, πνευματώδεις επιτυχίες με κομμάτια όπως τα «I've Got You Under My Skin», «Fly Me To the Moon» και «Chicago».

Ντιν Μάρτιν, Τζούντι Γκάρλαντ και Φρανκ Σινάτρα τo 1962 © Public Domain

Ο κινηματογραφικός Σινάτρα

Φυσικά, η μαγεία του δεν περιοριζόταν μόνο στη μουσική. Παράλληλα με τις ηχογραφήσεις και τις ζωντανές συναυλίες, υπήρχαν οι ταινίες, οι οποίες έφτασαν τις 25 στον αριθμό. Και παρόλο που η κινηματογραφική καριέρα του Σινάτρα ήταν διανθισμένη με τυχαίες ερμηνείες και κακές επιλογές ρόλων, υπάρχουν άφθονα φιλμ που μαρτυρούν το σημαντικό ταλέντο του.

Με την Γκρέις Κέλι, στα γυρίσματα του «High Society» τo 1956 © Public Domain

Ανάμεσά τους τα Suddenly (1954), Johnny Concho (1955), Ο άνθρωπος της Μαντζουρίας (1962), η ερμηνεία που βραβεύτηκε με Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ρόλου ως στρατιώτης Μάτζιο στην ταινία Από δω ως την αιωνιότητα (1953) και προπάντων το Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι (1956) του Ότο Πρέμινγκερ, με την εκπληκτική ερμηνεία του Σινάτρα ως ηρωινομανή.

Σύμφωνα με τα λόγια του κριτικού κινηματογράφου Ντέιβιντ Τόμσον: «Εξιδανίκευσε τον μοιρολατρικό αουτσάιντερ, έκανε τον ίδιο του τον θυμό ενδιαφέροντα και ειδικά στα τέλη της δεκαετίας του '50 ήταν ένα από τα πιο σκοτεινά ανδρικά είδωλα».

Ακόμα και πάλκου, ο Σινάτρα ήταν συναρπαστικός: Ένας καυστικός αρειμάνιος καπνιστής, διαβόητος πότης, σχολαστικά καλοντυμένος που συναντούσε την αυλή του σε διάφορα λημέρια του Λας Βέγκας, συχνά μαζί με τους φίλους του, τον Ντιν Μάρτιν και τον Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ. Και παρόλο που συνέχισε να περιοδεύει ενώ είχε παρέλθει προ πολλού το αποκορύφωμα των φωνητικών του δυνατοτήτων, ο Φρανκ Σινάτρα παρέμεινε ένας άψογος επαγγελματίας, διατηρώντας το ερμηνευτικό μπρίο του ως το τέλος.

Ο Φρανκ Σινάτρα με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον και τον Ιταλό πρωθυπουργό Τζούλιο Αντρεότι στον Λευκό Οίκο το 1973 © Public Domain

Ο Φρανκ Σινάτρα δεν έκανε ποτέ τα πράγματα μισά

Πίσω από την εικόνα του σκληρού άντρα με την τρυφερή καρδιά κρυβόταν ένα περίπλοκο και χαρισματικό άτομο, που κάποτε παραδέχτηκε: «Όντας μανιοκαταθλιπτικός με τη βούλα και έχοντας ζήσει μια ζωή γεμάτη βίαιες συναισθηματικές αντιφάσεις, έχω μια οξεία ικανότητα για θλίψη αλλά και για αγαλλίαση». Ο Φρανκ Σινάτρα δεν έκανε ποτέ τα πράγματα μισά, όπως αναφέρουν οι βιογράφοι του. Ήταν μια δύναμη της φύσης.

Ο Σινάτρα στα στούντιο της Capitol περίπου το 1955 © Public Domain

Ο Σινάτρα υπέστη θανατηφόρο καρδιακό επεισόδιο σε ηλικία 82 ετών το βράδυ της Πέμπτης 14 Μαΐου 1998, στο Ιατρικό Κέντρο Σένταρς-Σινάι στο Λος Άντζελες. Είχε υποστεί προηγούμενη καρδιακή προσβολή τον Ιανουάριο του 1997: πράγματι, η υγεία του ήταν κακή εδώ και αρκετό καιρό. Εμφανίστηκε για τελευταία φορά στη σκηνή το 1995 και μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο από τον Μάρτιο του 1994.

Η κηδεία του ήταν ιδιωτική υπόθεση: Στο φέρετρό του υπήρχε ένα μπουκάλι Jack Daniels, ένα πακέτο τσιγάρα Camel, ένας αναπτήρας Zippo και μια χούφτα κέρματα των δέκα σεντ: Δεν πήγαινε ποτέ πουθενά χωρίς ψιλά για το τηλέφωνο, μια συνήθεια που απέκτησε την εποχή της απαγωγής του γιου του, Φρανκ Τζούνιορ το 1964.

(Με πληροφορίες του Hot Press)