Μουσικη

The Cure: Μερικές σκέψεις για το νέο τους album, Songs Of A Lost World

Ασπρόμαυρο εξώφυλλο, σκοτεινές μελωδίες και στίχοι για το απόλυτό σου σήμερα

Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 938
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

The Cure - Songs Of A Lost World: Ο Γιώργος Φλωράκης μοιράζεται τις εντυπώσεις του από το νέο άλμπουμ.

Μετά το «Disintegration» ούτε που ασχολιόμουν με τους νέους δίσκους των Cure. Όταν έφταναν στ’ αυτιά μου, λίγο πολύ κατά τύχη, έβρισκα ότι έκανα πολύ καλά που έμενα μακριά τους. Το «Songs Of A Lost World» όμως έχει ασπρόμαυρο εξώφυλλο. Ακόμα κι αν στην αρχή κάνεις τον δύσκολο, αποκλείεται να του αντισταθείς. Και μετά από δύο τρεις ακροάσεις, θα το λατρέψεις.

Γκρινιάζαμε που ήμασταν αναγκασμένοι να τους δούμε πάνω που άρχιζαν να γίνονται pop. Μέχρι κι ο Γκούτης έπαιζε στο Μουσικόραμα το «Caterpillar». Ναι, στο νεανικό μας κεφάλι το «The Top» ήταν ένα εμπορικό album. Άλλωστε τα σημαντικά albums των Cure, λέγαμε, ήταν τα σκοτεινά τους: Το «Seventeen Seconds», το «Faith» και κυρίως το «Pornography». Τώρα που βλέπεις τα πράγματα από μακριά, νιώθεις πολύ τυχερός που είδες τους Cure στο Rock In Athens, καλοκαίρι του 1985, μια μέρα αφότου είχε φάει μπουκάλια με άμμο ο Boy George και λίγο πριν βγουν στη σκηνή οι Clash.

Η αλήθεια είναι ότι οι Cure είναι η απόλυτη επιβεβαίωση του κανόνα που λέει ότι: στο rock n’ roll κάθε μουσικός ή συγκρότημα έχει μια δεκαετία που αγγίζει το ζενίθ της δημιουργικότητάς του, άσχετα αν υπάρχουν και μερικά τραγούδια πριν ή μετά. Πέρα από την απίστευτη δεκαετία 1979-1989, από το «Three Imaginary Boys» μέχρι και το «Disintegration» δηλαδή, πιστεύω ότι υπάρχουν λιγότερα από 10 σπουδαία τραγούδια τους.

Όμως εκείνη η δεκαετία αρκεί. Όχι γιατί το «Three Imaginary Boys» και το αμερικάνικο αντίστοιχό του, το «Boys Don’t Cry», ήταν σπουδαίος δίσκος. Ήταν όμως ο δίσκος που έδειχνε ότι κάτι πολύ σημαντικό θα ακολουθούσε. Όπως και ακολούθησε, το «Seventeen Seconds». Κι ύστερα το «Faith», που για πολλούς δεν ήταν τόσο καλό αλλά μας προετοίμασε τέλεια για το απόλυτο αριστούργημα του Robert Smith και της παρέας του, το «Pornography». Είναι φορές που σκέφτομαι ότι αυτός είναι ο δίσκος που έχω ακούσει περισσότερες φορές στη ζωή μου. Εδώ βρίσκεται η πεμπτουσία της σκοτεινής αισθητικής των Cure, η πεμπτουσία της σκοτεινής αισθητικής ολόκληρης της δεκαετίας του ’80. Ένα βύθισμα στην απέραντη θλίψη, μια πορεία προς την αποπροσωποποίηση, όπως αυτή παρουσιάζεται στη σχιζοφρένεια, η έσχατη μάχη με τον εαυτό και τον «Άλλο». Υπάρχουν στιγμές που δεν ξεπερνιούνται: «Leave me to die / You won’t remember my voice / I walked away and grew old / You never talk / We never smile / I scream / You’re nothing / I don’t need you any more / You’re nothing / It fades and spins». Και λίγο πιο μετά, το παιχνίδι με τις λέξεις: «A shallow grave / A monument to the ruined age / Ice in my eyes And eyes like ice don’t move / Screaming at the moon / Another past time / Your name / Like ice into my heart». Ο απόλυτος δίσκος για τα σκοτεινά σου (σχεδόν) 20.

Το «The Top» είχε και κάποιες φωτεινότερες στιγμές, στο «The Head On The Door» ο Smith ξόρκιζε τα φαντάσματά του με δηλώσεις του τύπου «No More Mad Bob», και άντε πάλι «Kiss Me Kiss Me Kiss Me» και άντε πάλι «Disintegration». Κι εντάξει, στο «Wish» υπήρχε τουλάχιστον το «Friday I’m In Love».

Και ξαφνικά, σχεδόν 30 χρόνια αργότερα, έρχεται το «Songs Of A Lost World». Ασπρόμαυρο εξώφυλλο, σκοτεινές μελωδίες και στίχοι για το απόλυτό σου σήμερα: «This is the end of every song that we sing / The fire burned out to ash / And the stars grown dim with tear… / And it all stops» («Alone») και πιο μετά: «Promise you’ll be with me in the end / Say we’ll be together, and with no regret» («And Nothing Is Forever») και πιο βαθιά: «I think too much of all that’s gone» και «I think too much of all to come» («All I Ever Am») και για το τέλος, το κερασάκι στην τούρτα: «It’s all gone, it’s all gone / Nothing left of all I loved» και για να κλείσουν τα πάντα: «Wondering How I Got So Old» («Endsong»). Και η μουσική, τραγούδι με τραγούδι, λες και σε παίρνει από το χέρι και σε οδηγεί πίσω στον σκοτεινό σου εαυτό, που αστεία-αστεία σου είχε λείψει. Αναζητάς στη δισκοθήκη σου τα παλιά albums των Cure και ξεκινάς την ακρόαση και πάλι από την αρχή. Νιώθεις θλιμμένος μα ήρεμος, μεγαλώνεις ακριβώς όπως κι οι ήρωές σου.