Μουσικη

Γ.Τ.Κ.: Ο ΛΕΞ το ‘δωσε πάλι για την κουλτούρα

Τη νύχτα που η Ελλάδα ξενύχτησε ακούγοντας τον νέο του δίσκο

Τάνια Σκραπαλιώρη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

ΛΕΞ: Κυκλοφόρησε το νέο τέταρτο προσωπικό άλμπουμ του «Γ.Τ.Κ.» από τη Stay Independent.

Όταν αγαπάς τη μουσική η αναμονή ενός δίσκου με ένταση και ανυπομονησία δεν σου είναι κάτι ξένο. Μερικές φορές μάλιστα το μέγεθος και η σημειολογία του καλλιτέχνη ή/και τα χρόνια που έχουν περάσει με την καλλιτεχνική σιωπή του οξύνουν αυτήν την τελετουργία της αναμονής κάνοντας την ημερομηνία της πολυπόθητης κυκλοφορίας να φαντάζει σαν κάποιο πάρτι που περιμένεις πώς και πώς να πας. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτό των μεγάλων Cure, οι ποπ συντροφιές πιθανότατα θα το έχουν ζήσει τα τελευταία χρόνια με τους δίσκους της Taylor Swift. Τίποτα όμως δεν συγκρίνεται, για το εγχώριο μέτρο, με αυτό που έγινε τη νύχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή, όταν οι δείκτες ενώθηκαν για να δείξουν στην κορυφή του ρολογιού για να δείξουν ότι μπήκαμε στις 22 Νοεμβρίου και η μισή Ελλάδα ηλικίας 25 – 45 χρονών πάτησε play στο Spotify του ΛΕΞ κάτω από τρία γράμματα. Γ.Τ.Κ.

Ο ΛΕΞ, που την προηγούμενη δεκαετία η οποία όρισε το φαινόμενό του και καθόρισε τον ίδιο ως τον πιο «επιδραστικό ράπερ της γενιάς του», συνήθιζε να καταλαμβάνει τους πάντες εξ απήνης, με μόνη σταθερά για το δισκογραφικό ραντεβού του το Μουντιάλ, ραπάροντας σε κάθε παγκόσμιο, ακολούθησε αυτή τη φορά μια πιο «παραδοσιακή» οδό ανακοίνωσης του νέου του δίσκου, με teaser αριστουργήματα σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Βούλγαρη a.k.a The Boy και τις κούκλες – σήμα κατατεθέν της παιδικής ηλικίας της γενιάς του, από τη «Φρουτοπία» και του «Κουτιού τα Παραμύθια» να ανακοινώνουν μέσα από δυστοπικές αθηναϊκές και σαλονικιές πολυκατοικίες ότι στις 22 Νοεμβρίου θα «πετύχουμε» ξανά τον ΛΕΞ. Και πέτυχε.

Αν πιστέψουμε τον μικρόκοσμο των social media -και αυτή τη φορά κάτι μας λέει ότι πρέπει να τον πιστέψουμε- όλοι, όχι μόνο από τη φούσκα μας αλλά και από τις γειτονικές φούσκες, ακούσαμε χθες, πάνω κάτω ταυτόχρονα, τον ίδιο δίσκο και αυτό μάλλον δεν έχει ξαναγίνει στα εγχώρια δισκογραφικά χρονικά. Και όχι απλώς τον ακούσαμε σκρολάροντας tracks, αλλά απόλυτα συγκεντρωμένοι, κάποιοι ίσως βαθιά συγκινημένοι, τον ακούσαμε ξανά και ξανά, κάποιοι μέχρι το ξημέρωμα. Το συμπέρασμα ένας κοινός τόπος: η σημειολογία αυτής της νύχτας τα λέει όλα, ο ΛΕΞ το ‘δωσε πάλι. Για την κουλτούρα.

Δέκα χρόνια έχουν περάσει από το 2014 και το πρώτο ξάφνιασμα του «Ταπεινοί και Πεινασμένοι», μια δεκαετία που ο ΛΕΞ ακολούθησε από κοντά τους κύκλους της κρίσης, με τις ρίμες του να παρακολουθούν στενά τις φάσεις τόσο της κοινωνίας όσο και της δικής του ζωής και να εξελίσσονται μαζί τους. Ο υπαρξιακός καταγγελτικός λόγος του πρώτου δίσκου ωρίμασε στην κορύφωσή του στο πλήρως ενήλικο, συγκλονιστικό «2ΧΧΧ», σφραγίζοντας τότε μια δεκαετία συλλογικών και ατομικών ταραχών, φτωχοποίησης, και οριζόντιας απόγνωσης για να έρθει το «ΜΕΤΡΟ» το 2022 να κλείσει το τρίπτυχο χτίζοντας τις γέφυρες για τον ΛΕΞ των 2010s με τον ΛΕΞ των 2020s και να δίνει σκυτάλη στον νέο κεφάλαιο που ανοίγει με αυτό που ακούμε στα ακουστικά μας από χθες. Μια προσωπική ιστορία καλλιτεχνικής εξέλιξης που τραβάει μαζί της και την ιστορία εξέλιξης όλης της σκηνής. Το Τ.Γ.Κ. έγινε Γ.Τ.Κ., η τέχνη για κολλημένους εξελίχθηκε, μεγάλωσε και έγινε η κουλτούρα που δεν αφορά μόνο τα «δικά τους παιδιά» αλλά ένα ακροατήριο κατά πολύ ευρύτερο από αυτό που τόλμησαν ή θέλησαν να ονειρευτούν οι «ραπάδες».

Ο ΛΕΞ του 2024 και του Γ.Τ.Κ. είναι πιο μελωδικός από ποτέ και υπό αυτήν την έννοια ίσως και πιο μελαγχολικός από ποτέ – γιατί όταν εκτονώνονται η οργή κι ο θυμός, όταν οι σφαίρες αραιώνουν, τουλάχιστον στο επίπεδο του γυμνού οφθαλμού, το μινόρε μένει κι αυτό γυμνό και λάμπει πιο έντονα μέσα από τις μπλε αποχρώσεις του. Οι τόνοι πέφτουν με όρους bpm αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με την πυκνότητα των νοημάτων και των εικόνων. O ΛΕΞ θα πει πάλι τις ιστορίες του, με τον μοναδικό τρόπο που υπάρχει, από πρώτο χέρι, με την αλήθεια του να καταργεί πένες και πληκτρολόγια, όσα γράφτηκαν και όσα θα γραφτούν για αυτόν.

Ζωσμένος εικόνες από το αγαπημένο του οπλοστάσιο, τον δρόμο, τις πολυκατοικίες, τις πλατείες, τα γήπεδα, το μπάσκετ, τα μαγαζιά με τα αθλητικά, εισπνέοντας και εκπνέοντας μέσα από το κινούμενο γραφικό του Spotify, με τον «σεσημασμένο» πια Dof Twogee στην πλάτη και τη ραχοκοκκαλιά της παραγωγής, παρέα με τον Ortiz, λέει πάλι τη μόνη ιστορία που γνωρίζει, τη δικιά του και της γενιάς του, της «χειρότερης γενιάς» με θέα από το ακριβό Air BnB στο οποίο κατάφερε ν’ ανέβει λόγω ακριβώς του τρόπου που είπε τις ιστορίες τις δικές του και της γενιάς του. Καυτηριάζει την ίδια του την επιτυχία, πηδάει πάνω από τις παγίδες της, στιγμές αυτοσαρκάζεται, μιλάει για την τύχη, ασκείται στη γείωση, παίρνει βοήθειες για αυτό από το street life και τον δρόμο τον οποίο συνεχίζει να ραίνει με τόνους σπέκια. Σφάζει με το γάντι την εικόνα που φιλοτέχνησαν γι’ αυτόν τα μαζικά media εκατέρωθεν όταν τον «ανακάλυψαν» μετά τον θρίαμβο του Πανιωνίου είτε σαμπλάροντας πάνελ από καθημερινές lifestyle εκπομπές είτε εφoρμώντας σαν νυχτερίδα με τους στίχους του. Μετασχηματίζει τον παιδικό του κόσμο σε ένα ακόμα επεισόδιο κοινωνικής κριτικής, πιο ώριμης από ποτέ ακριβώς γιατί τα προβλήματα που πραγματεύεται έχουν κακοφορμίσει και σαπίσει, σβήνουν κεράκια δεκαετιών και συνεχίζουν, κι ας υποτίθεται ότι βγήκαμε από το τούνελ. Ένα επεισόδιο στο οποίο ο ΛΕΞ πρωταγωνιστεί και πάλι, όχι ως ανερχόμενος πια, ούτε ως ζεν πρεμιέ, αλλά ως το μεγάλο όνομα που σηκώνει μανίκια για να δείξει πάλι τον δρόμο. Για την κουλτούρα.

Όσο ο δίσκος παίρνει 3.000 στροφές και απλώνεται σαν graffiti στο ταβάνι, όσο ανάβουν κίτρινα τα φώτα έξω γύρω από τα 24ωρα και πέφτει μοβ βροχή τόσο μεγαλώνει ο δίσκος έξω από την πλατφόρμα, μέσα στα ηχεία, μέσα από τα ακουστικά, μέσα σε όποιον τον ακούει. Μεγάλος τις μικρές ώρες, ο ΛΕΞ ράβει «σβηστά» ένα ακόμα αστέρι σε ένα ασυναγώνιστο μέχρι στιγμής ρεκόρ 4-0, δίνοντάς μας, λίγο πριν το photo finish της χρονιάς, τον δίσκο της.

«Όλα καλά πήγανε. Άμα βγαίνεις στην επιφάνεια και βλέπεις τον ήλιο. Θεωρητικά όλα πήγανε καλά. Έτσι δεν είναι;». Αυτή η υποδόρια ειρωνία με την οποία λέει καλημέρα το «Γ.Τ.Κ.» τα λέει όλα. Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου και μιας γενιάς που επέζησε και επιζεί ακόμα από την ίδια της την ύπαρξη. Δεν χρειάζεται να ειπωθεί κάτι άλλο, αυτός ο επιζών και η ιστορία του μιλάνε από μόνα τους και το ταμείο θα γίνει αδιαμεσολάβητα, χωρίς μεσάζοντες, στην επόμενη συναυλία, στο επόμενο γήπεδο, έξω στον δρόμο, εκεί που γίνεται πάντα. Και σε αυτές τις μικρές ώρες της Παρασκευής που ξενυχτήσαμε όλοι για να ακούσουμε μαζί και ο καθένας μόνος του έναν δίσκο. Για την κουλτούρα.