Μουσικη

Δημήτρης Παπαδημητρίου: Σέβομαι τη λαϊκότητα ως ουσία και όχι ως πόζα

Συναντηθήκαμε με τον συνθέτη και μιλήσαμε για τις νέες, πολλές, εργασίες με τις οποίες έχει καταπιαστεί

Γιώργος Φλωράκης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δημήτρης Παπαδημητρίου: Συνέντευξη με τον συνθέτη - Η συνεργασία με τον Κώστα Μακεδόνα, η συναυλία στη Στέγη, το πρώτο κοντσέρτο του για βιολί

Η συναυλία με τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη «…που γι’ Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός», που επαναλαμβάνεται στις 2 Νοεμβρίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, ένας καινούργιος δίσκος με τον Κώστα Μακεδόνα, με τίτλο ένα από τα πιο αιχμηρά ποιήματα του Κωστή Παλαμά, «Ο Γκρεμιστής», η γεμάτη συναίσθημα και φαντασία ενορχήστρωση στον καινούργιο δίσκο του Βαγγέλη Κορακάκη «Λαϊκή απογευματινή», με ερμηνεύτρια τη Βερόνικα Δαβάκη, το πρώτο κοντσέρτο για βιολί, η επανέκδοση σε βινύλιο ενός από τους καλύτερους δίσκους του ελληνικού ρεπερτορίου, των «Τραγουδιών για τους μήνες», η κυκλοφορία σε φυσικό προϊόν των «Μεγάλων αιρετικών», είναι μια εντυπωσιακή σειρά από εργασίες με τις οποίες έχει καταπιαστεί ο Δημήτρης Παπαδημητρίου το τελευταίο διάστημα. Συναντηθήκαμε ένα απόγευμα, μετά από αρκετό καιρό, κάπου κοντά στη θάλασσα, και μιλήσαμε για όλα…

Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου μιλάει στην Athens Voice για τα πρόσφατα έργα και τα σχέδιά του

― Φαίνεται ότι από την ώρα που φύγατε από το ΔΣ της ΕΡΤ ριχτήκατε στη δουλειά κάνοντας πολλά και διαφορετικά πράγματα. Αλήθεια, πώς νιώθετε για το διάστημα που περάσατε στην ΕΡΤ;

Η ΕΡΤ με πλάτυνε, μου έμαθε πολλά για τους ανθρώπους, όξυνε την αντίληψή μου, μ’ έκανε καλύτερο στη διοίκηση και τη διαχείριση και μου άνοιξε την όρεξη να γράφω. Πήρα μεγάλες χαρές και μεγάλες λύπες. Ζήσαμε και ηρωικά και μίζερα. Αυτό όμως σημαίνει ζωή. Κι όπως μου είχε πει κάποτε ο αληθής ποιητής Μιχάλης Κατσαρός: «ονομάζω Τέχνη, Ζωή και Έργο». Και μέσα εκεί υπήρξε και η ΕΡΤ. Την ευχαριστώ!

― Οι συναυλίες του κύκλου «…που γι’ Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός», που μελοποιήσατε ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη, πήγαν πολύ καλά. Κι έτσι επιστρέφετε σ’ αυτές…

Αλήθεια είναι. Θα έλεγα μάλιστα ότι πήγαν απρόσμενα καλά. Γιατί με αυτό –και αρκετά άλλα παρεμφερή σημάδια– δηλώνεται μια μεταστροφή σημαντικής μερίδας του κοινού προς τις πιο βαθιές και πνευματικές περιοχές της τέχνης, αυτές με τις οποίες συντελείται, μαζί με τη διασκέδαση, και η αληθινή παρηγορία. Αυτή η ανακουφιστική συντροφικότητα που προσφέρεται με συγκίνηση και λύσεις από την τέχνη. Αυτή που κάνει την αβάσταχτη ζωή ανεκτή και ανθρώπινη, βιώσιμη. Ξεχασμένη από τους πολλούς αυτή η πλευρά της τέχνης, επανα-ανακαλύπτεται, προσφέροντας ξεχασμένη παρηγορία στους θεατές και τους ακροατές. Αυτή που εξημερώνει το θηρίο μέσα μας. Η επιτυχία αυτή οδήγησε τη Στέγη κι εμάς στο Ελληνικό Σχέδιο, στο να επαναληφθεί στις 2 Νοέμβρη αυτή η σύνθετη και καινοτόμου φόρμας συναυλιακή παράσταση που βασίζεται στα ποιήματα του Καβάφη.

― Κυκλοφορήσατε πρόσφατα τον «Γκρεμιστή» με τραγουδιστή τον Κώστα Μακεδόνα. Ένας λαϊκός δίσκος…

Σαφώς. Στον δίσκο αυτό υπάρχει έντονο πολιτικό και κοινωνικό στοιχείο, κάτι που υπήρχε καταρχήν στον «Μεγάλο αιρετικό», αλλά τώρα εμφανίζεται σε μια πιο mainstream διαδικασία, σε ένα έργο λαϊκού ήχου. Έτσι, το πολιτικοκοινωνικό συναντά το λαϊκό ως όφειλε. Συμπαθώ και σέβομαι τη λαϊκότητα ως ουσία και όχι ως πόζα.

― Ηχογραφήσατε τον δίσκο ζωντανά στο στούντιο. Γιατί επιλέξατε αυτή τη διαδικασία;

Από την τεχνολογία κρατώ τα καλά στοιχεία, αλλά πρέπει να έχω τη δύναμη να αποποιούμαι τα κακά, χάνοντας ευκολίες και ξοδεύοντας ενδεχομένως χρόνο και χρήμα εκτός της συνήθους «βιομηχανικής γραμμής παραγωγής» που, αυτονόητα και ανόητα ταυτοχρόνως, επικράτησε και στη μουσική βιομηχανία. Έτσι όμως κερδίζεται ξανά εκείνο το πρωτογενές αίσθημα που καταλύει η «ρομποτική» επέμβαση των ψηφιακών προγραμμάτων. Είναι τεράστιο το κέρδος. Οι αρμονικές συνηχήσεις των οργάνων, η συνεύρεση στον ίδιο χώρο μιας πραγματικής ορχήστρας, η ταυτόχρονη γνώση του όλου στον κάθε ερμηνεύοντα μουσικό, η αλληλεπίδραση και η εύψυχη συνεισφορά τους σε ένα γνωστό σε αυτούς τελικό αποτέλεσμα είχε χαθεί στις «ετεροχρονισμένες» ορχήστρες-φάντασμα των δισκογραφικών πολλαπλών playbacks. Κι επιπλέον, ο μαέστρος μόνο έτσι έχει νόημα. Η διαφορά των δύο μοντέλων ηχογράφησης είναι αντίστοιχη με την εικαστική διαφορά της γεωμετρικής σχεδίασης με τη ζωγραφική σχεδίαση. Πάρτε έναν Βαν Γκογκ και φανταστείτε πόσα «λάθη» θα διόρθωνε ένα ψηφιακό γραφιστικό πρόγραμμα.

― Γιατί επιλέξατε τον Κώστα Μακεδόνα για τον κύκλο αυτό;

Έχει αναμφισβήτητα ερμηνεύσει πολλές επιτυχίες και μεγάλα τραγούδια συνθετών με μεγάλο εκτόπισμα. Του οφειλόταν όμως από εμένα ένας τέτοιος δίσκος. Αλλά περισσότερο, και των τραγουδιών αυτών τους οφειλόταν ίσως ένας τέτοιος δεινός λαϊκός ερμηνευτής. Έχει τη φωνή, τη δύναμη, το ήθος και την ψυχή. Πλέον μάλιστα και το βάθος που χρειάζεται. Αλλά και την ερμηνευτική καλλιέργεια να αντιμετωπίσει την παρτιτούρα και τα ποιήματα. Το αποτέλεσμα είναι άρτιο. Είμαι ευτυχής με το αποτέλεσμα. Αληθινά ικανοποιημένος.

― Ο «Γκρεμιστής» του Παλαμά είναι, θα έλεγε κανείς, ένα σκληρό κι επιθετικό κείμενο. Πώς το επιλέξατε;

Το «κουβαλώ» το ποίημα επί χρόνια. Είναι μια αποτελεσματική στις μέρες μας πύλη προς τον κόσμο του Παλαμά, αν και μοιάζει εξαίρεση στο έργο του. Η επαναστατικότητά του είναι αδέσποτη και κυριαρχείται από μιαν ηθική οργή. Μετά τον «Γκρεμιστή» διαβάζεις αλλιώς τον Παλαμά. Όλοι οι Έλληνες φυλάσσουμε τον «Μεγάλο Γκρεμιστή» μας, πότε εν διεγέρσει και πότε εν υπνώσει. Ο «Γκρεμιστής» αυτός δίνει σάρκα και οστά στον παιδικό οραματιστή που κοιμήθηκε κάποτε μέσα μας. Αυτόν που μπορεί να βάλει γερό μπουρλότο στο σαθρό κάστρο μας και να χτίσει την Οκτάνα με τα χεράκια του. Μαζί με τους «Αποχρωματισμούς» και το «Με το μαχαίρι στον λαιμό» εμφανίζονται νέα, για τη διαδρομή τη δική μου, μοτίβα πολιτικής σκέψης. Αδέσμευτης, νεανικής, οραματικής. «Καβάλα στο νοητάκι μου» λέει ο στίχος. Καβάλα στο ξύλινο, το παιδικό αλογάκι είναι ο «Γκρεμιστής». Μην το ξεχνάμε. Τα μόνα όνειρα που μπορούμε να εμπιστευόμαστε άφοβα είναι τα παιδικά μας.

― Πολύ συχνά επιλέγετε να μελοποιήσετε ποιήματα. Τι σας προσφέρει ένα ποίημα σε σχέση με κάποιους καλούς στίχους;

Είναι ευκολότερο για μένα όταν υπάρχει ευσύνοπτο και ευκολομνημόνευτο νόημα και αιτία ύπαρξης του κειμένου. Το ποίημα φτάνει σε μένα έχοντας διαπεράσει και επιβιώσει από τα φίλτρα των αιώνων. Τα μέτρια ή τα κακά ποιήματα έχουν εξατμιστεί στην ανυπαρξία. Ο στίχος γράφεται σχεδόν σήμερα και αντιμετωπίζει την αιωνιότητα, χωρίς τα τεστ αντοχής που θα άφηναν να επιβιώσουν στη συλλογική μνήμη μόνο τα άξια κείμενα. Έτσι θα βρω δυσκολότερα εφάμιλλο στίχο, όχι γιατί η στιχουργική ως τέχνη υπολείπεται. Αντίθετα, για μένα υπερέχει σε σχέση με την ποίηση αν πρόκειται να οδηγήσει σε τραγούδι. Δεν είναι λάθος να πω ότι αντιμετωπίζω την ποίηση ως στιχουργική για να την μελοποιήσω. Και τη στιχουργική ως ποίηση. Δεν θεωρώ κατώτερο τον στίχο. Απλώς, είναι απαραίτητο να τον τεστάρω νοητά στον χρόνο.

― Ο «Γκρεμιστής» είναι λοιπόν ένας λαϊκός δίσκος. Ποια θεωρείτε ότι είναι η θέση του λαϊκού τραγουδιού σήμερα; Πώς πιστεύετε ότι θα ήταν καλό να λειτουργήσει στις σημερινές συνθήκες;

Ό,τι και να σκέπτονται οι διανοούμενοι περί του τραγουδιού, ειδικά αυτοί που κρατούν «αποστάσεις» από την ελληνική μουσική και επιφυλάσσουν δι’ εαυτούς μια κάποια «ευρωπαϊκή» υπόσταση, το λαϊκό τραγούδι φυτρώνει μόνο του, εξελίσσεται, μεταλλάσσεται και επιβιώνει. Είναι το πιο σύγχρονο και ακομπλεξάριστο είδος. Το πρώτο που έβαλε αρμόνια, ντραμς, συνθετητές και ηλεκτρικές κιθάρες. Υιοθέτησε τις σύγχρονες ηχογραφήσεις και πειραματίστηκε. Όσο υπάρχει γη και νερό, θα υπάρχουν λουλούδια. Όχι στα θερμοκήπια και τα ανθοπωλεία. Στους αγρούς. Έτσι και το λαϊκό μας τραγούδι. Η γη μας.

― Πρόσφατα επίσης ενορχηστρώσατε τη «Λαϊκή απογευματινή» του Βαγγέλη Κορακάκη. Τι επιδιώξατε να κάνετε στον δίσκο αυτό;

Να ευχαριστήσω εαυτόν και αλλήλους. Υπηρέτησα το όραμα του συνθέτη – αυτό μου ζήτησε να κάνω και με χαρά το πραγματοποίησα. Πειραματίστηκα και είδα ξεκάθαρα πόσο στέρεος τραγουδοποιός σε μουσική και στίχο είναι ο Κορακάκης. Είναι αλήθεια μοναδικός. Η ενορχήστρωση, επίσης, φτιάχνει έναν ουράνιο αρμονικό θόλο ώστε να λάμψει η μαγεία της φωνής. Αυτός είναι πάντα ο στόχος μου. Να την ακούς στο play back πριν τραγουδήσει. Κι αυτό ήταν κι εδώ επιθυμία μου, αφού αγαπώ πολύ την ποίηση που βγαίνει από τους δύο μου συνεργάτες.

Ο «Γκρεμιστής» και η «Λαϊκή απογευματινή» είναι δύο λαϊκοί δίσκοι. Ακούγονται όμως εντελώς διαφορετικά. Τι τους κάνει τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους;

Ευχαριστώ, το παίρνω ως έπαινο. Έχετε δίκιο, όταν ενορχήστρωσα Κορακάκη/Δαβάκη δεν ενορχήστρωνα τον εαυτό μου. Ούτε είχα στόχο να τους κάνω να ακούγονται σαν εμένα.

― Πρόσφατα κυκλοφόρησαν σε βινύλιο τα «Τραγούδια για τους μήνες», ένας από τους πιο επιτυχημένους, αν όχι ο πιο επιτυχημένος δίσκος στην καριέρα σας. Τι είναι αυτό που τον έκανε, κατά τη γνώμη σας, τόσο μεγάλη επιτυχία;

Η συναστρία δημιουργών ενός λαού σε φάση σοβαρότητας και πνευματικής ακμής, και τέλος μια κατακτημένη εμπορικά διαδικασία. Τους πιάσαμε όμως και λίγο στον ύπνο. Αυτό που κανονικά απαγορεύεται γιατί χαλάει την πιάτσα, έγινε τότε κατά συρροήν ο στόχος. Υπήρχαν βέβαια και φωτισμένες μονάδες στη δισκογραφία, το ραδιόφωνο, κατάσκοποί μας. Πάντως πολλοί που ήξεραν, και άρα φοβήθηκαν, αυτό που είχα βάλει στο μυαλό μου να κάνω, με νουθετούσαν και με προέτρεπαν να «μαζευτώ». Ήταν οι αυτόκλητοι «σοφοί» της δισκογραφίας, οι στρατηγοί της ήττας. Ευτυχώς τους αγνόησα.

― Τι θυμάστε από την εποχή που ηχογραφούσατε τα τραγούδια με την Ελευθερία Αρβανιτάκη;

Ωραία ήταν. Η Ελευθερία ήταν έγκυος στον γιο της και ήταν η τρίτη συνεργασία μας. Ήταν συνειδητή, ελεύθερη, νικηφόρος. Ήθελε τότε να συνδιαλλαγεί με την τέχνη, την ιστορία, το αληθινό. Ήταν απίστευτο το ότι στήριξε με πάθος το όραμα. Βοήθησε η νεανικότητά μας; Ίσως. Με πίστεψε εκείνη και την πίστεψα κι εγώ ως οραματική καλλιτέχνιδα με κοινωνική συνείδηση. Κάναμε παρέα με ζωγράφους, ποιητές, συνθέτες. Κρατούσαμε κάποιαν αλήθεια στα χέρια μας και το ξέραμε. Κι ο κόσμος μάς πίστευε. Και είχε δίκιο. Θα πεθαίναμε, παρά να τους απογοητεύσουμε.

― Το επόμενο διάστημα θα παρουσιαστεί και το πρώτο σας κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα. Πότε ακριβώς και τι έχουμε να περιμένουμε από το έργο αυτό;

Είναι η συνέχεια μιας εισόδου στον δυσπρόσιτο χώρο της κλασικής μουσικής. Η αρχή έγινε με το πρώτο κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα που ηχογραφήθηκε με την ΚΟΑ, τον Τίτο Γουβέλη και τον Γιώργο Πέτρου από τη γερμανική MDG, και εκδόθηκε παγκόσμια. Η ηχογράφηση ήταν μάλιστα υποψήφια, το 2023, για τρία βραβεία Opus Klassik – πολύ σημαντικά δισκογραφικά βραβεία της κλασικής μουσικής. Αυτό οδήγησε στην επόμενη συνεργασία μου, αυτή τη φορά με τον βιολονίστα Julian Rachlin και τον μαέστρο Γιώργο Μπαλατσινό, που διακρίνεται στη Γερμανία. Θα παιχτεί λοιπόν το έργο αυτό στο Μέγαρο Μουσικής, στις 22 Μαρτίου του 2025.

― Πώς ακριβώς γίνονται στην καθημερινότητα οι μεταβάσεις σας από το λαϊκό τραγούδι στην κλασική μουσική και πίσω πάλι;

Δεν πρόκειται για μεταβάσεις. Είμαι λαϊκός όταν γράφω κοντσέρτα και κλασικός όταν γράφω λαϊκά. Όταν το παρακάνω με το ένα, ξεκουράζομαι με το άλλο. Πολλές φορές γράφω με άνεση δύο παράλληλα τέτοια έργα. Δύο πόρτες έχει η ζωή εξάλλου. Τις άνοιξα και τις δύο για πιο ευάερα. Το σπίτι όμως είναι ένα!

― Τι να περιμένουμε από το Ελληνικό Σχέδιο μέσα στη χρονιά;

Θα είναι μια χρονιά πολύ ζωηρή και δυναμική στους λαϊκούς, τους λογοτεχνικούς και τους κλασικούς χώρους. Χάρη στην Αριόνα και το Ελληνικό Σχέδιο, θα γίνουν σημαντικά πράγματα, που τα λέω χρωστούμενα. Στον εαυτό μου και στους ταλαντούχους ανθρώπους που έχω συναντήσει.

― Και τι άλλο έρχεται από εσάς στο άμεσο διάστημα;

Έχω στα σκαριά την κυκλοφορία των τριών «Μεγάλων αιρετικών» σε φυσική έκδοση. Ο πρώτος και ο δεύτερος δεν έχουν αναρτηθεί. Ο τρίτος, ναι. Και είχε απρόσμενη επιτυχία – υπερέβη τις 100.000 θεάσεις. Ήταν τυχερός μέσα στην ατυχία του, αφού λόγω κόβιντ βιντεοσκοπήθηκε και αναρτήθηκε. Το συνολικό έργο των δεκατριών τραγουδιών έχει 103.000 θεάσεις στο επίσημο κανάλι του ΥouΤube του Ιδρύματος Ωνάση (www.youtube.com/onassisfoundationchannel) και πολλά ακόμη στις χωριστές αναρτήσεις. Όλοι όμως απορούν: πού είναι οι υπόλοιποι δύο «Μεγάλοι αιρετικοί»; Πώς πήγαμε κατευθείαν στον τρίτο; Φέτος, λοιπόν, θα κάνουν πρωθύστερη εμφάνιση ο πρώτος και ο δεύτερος. Πρόκειται για τριάντα τραγούδια που περιέχουν, πιστεύω, σε τελειότερη μορφή αυτό το είδος τραγουδιού που οραματίστηκα από πολύ νέος. Ένα ελληνικό τραγούδι αντάξιο των πιο υψιπετών έργων της κλασικής μουσικής, χωρίς τον στόμφο και την ξενόφερτη μίμηση. Ένα λαϊκό, κύριοι, τραγούδι. Θα μπει μπροστά και ένα ακόμη σημαντικό νέο σχέδιο. Αλλά θα ανακοινωθεί χωριστά μόλις επιβεβαιωθεί.