- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
David Gilmour: O mastermind των Pink Floyd επέστρεψε με το «Luck and Strange» μετά από εννιά χρόνια
Είναι ό,τι καλύτερο έχει κυκλοφορήσει από το «The Dark Side of the Moon»;
David Gilmour: Κριτική για το νέο προσωπικό άλμπουμ «Luck and Strange», το πρώτο μετά από εννιά χρόνια.
Μέλος ενός από τα πλέον γνωστά ντουέτα του πενταγράμμου μαζί με τον Roger Waters, ο David Gilmour έχει εξασφαλισμένη τη θέση του στο μουσικό πάνθεον ως υπεύθυνος για πολλές από τις σημαντικότερες στιγμές των θρύλων Pink Floyd. Από το 1967 όταν και αντικατέστησε τον ταλαντούχο αλλά εκκεντρικό Syd Barrett, μέχρι και το 1980, οι Floyd κατάφεραν μέσα από 11 studio albums να γράψουν το όνομα τους με χρυσά γράμματα στη ροκ ιστορία. Ο Gilmour υπήρξε σε μεγάλο βαθμό αυτός που όριζε την εκάστοτε μουσική κατεύθυνση του γκρουπ, πότε δίνοντας βάση στον παράγοντα της ψυχεδέλειας και πότε με την αυθεντική progressive rock προσέγγιση της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν albums όπως τα “Obscured by Clouds” (1972), “The Dark Side of the Moon” (1973), “Wish You Were Here” (1975), “Animals” (1977) και φυσικά το “The Wall” (1979) να θεωρούνται σήμερα μνημεία στο είδος τους. Μετά την αποχώρηση μάλιστα του Roger Waters το 1985, ήταν αυτός που κράτησε ζωντανό το brand των Pink Floyd για τα επόμενα χρόνια, με τη βοήθεια των Rick Wright και Nick Mason, κυκλοφορώντας albums που σε κάθε περίπτωση κρίνονται ως αξιοπρεπή. Ηχογραφώντας σποραδικά τους προσωπικούς του δίσκους, έδινε συχνά μια διαφορετική οπτική του χαρακτήρα του ως μουσικός και επιστρέφει φέτος με το 5ο συνολικά solo album του “Luck and Strange”, το πρώτο εδώ και εννιά ολόκληρα χρόνια.
David Gilmour: Πώς δημιούργησε το νέο του solo album Luck and Strange
Οι κριτικές που έχει λάβει το album μέχρι στιγμής είναι ιδιαίτερα θετικές, με τον David Gilmour στα 78 του χρόνια να είναι προφανώς απαλλαγμένος από το οποιοδήποτε άγχος καταξίωσης ή αποδοχής. Οι ηχογραφήσεις του “Luck and Strange” έγιναν στο Λονδίνο και το Μπράιτον και ολοκληρώθηκαν μέσα σε διάστημα πέντε μηνών. Η παραγωγή του δίσκου έγινε από τον ίδιο τον Gilmour και τον Charlie Andrew, γνωστό για τη συνεργασία του με καλλιτέχνες όπως οι Alt-J και η Marika Hackman.
Αν κάτι φυσικά δημιούργησε αίσθηση πριν την κυκλοφορία του album, είναι η δήλωση του καλλιτέχνη στο περιοδικό Prog πως νιώθει ότι το “Luck and Strange” είναι ό,τι καλύτερο έχει κυκλοφορήσει από το “The Dark Side of the Moon” των Pink Floyd κι έπειτα. Δήλωσε που αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό, αν όχι χλεύη, από την πλειοψηφία του κόσμου και που φυσικά αύξησε τις προσδοκίες για το νέο album στο μέγιστο βαθμό. Συνεργάτες του Gilmour στο δίσκο είναι σημαντικά ονόματα όπως ο Guy Pratt στο μπάσο, οι Rob Gentry & Roger Eno στα πλήκτρα, κυρίως ο δε ο Steve Gadd στα τύμπανα, ένας από τους πλέον επιδραστικούς και βραβευμένους drummers των τελευταίων 50 ετών. Ο Gadd υπήρξε κατά καιρούς συνεργάτης σπουδαίων ονομάτων όπως ο Joe Cocker, ο Paul Simon, ο Eric Clapton και οι Steely Dan, με την ερμηνεία του στο “Aja” album των τελευταίων να θεωρείται από τις καλύτερες του είδους. Στο πλαίσιο της προώθησης του “Luck and Strange”, ο David Gilmour θα περιοδεύσει το ερχόμενο φθινόπωρο με τις συναυλίες που ξεχωρίζουν να είναι αυτές στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, αλλά και στο Royal Albert Hall του Λονδίνου.
Το album ξεκινά με την χαρακτηριστική εισαγωγή “Black Cat” και την κιθάρα του Gilmour να επισκέπτεται εποχές “Shine on You Crazy Diamond”, βάζοντας τον ακροατή κατευθείαν στο κλίμα. Ο δίσκος δείχνει αμέσως την «ταξιδιάρικη» διάθεσή του με τα “Luck and Strange” και “The Piper's Call”, η δε αγαπημένη φωνή του David αποτελεί εγγύηση, δίχως να έχει χάσει κάτι από τη δυναμική της στο πέρασμα του χρόνου. Ιδιαίτερη στιγμή στο ομώνυμο τραγούδι, η συμμετοχή του αείμνηστου Rick Wright, με τους ήχους να προέρχονται από ένα jam του 2007 στο σπίτι του Gilmour. Φυσικά, ένας καλλιτέχνης του διαμετρήματος του δε φοβόταν ποτέ να πειραματιστεί με τις ενορχηστρώσεις, έτσι εκτός από τα κλασικά όργανα μπορεί κανείς να ακούσει παραδοσιακά κρουστά, ukulele κ.α. Η πλειοψηφία των στίχων ανήκει στη σύζυγο του Gilmour, τη συγγραφέα Polly Samson, καταπιάνονται δε με θέματα όπως το γήρας και η θνησιμότητα. Το τραγούδι μάλιστα “Dark and Velvet Nights”, μία από τις up tempo στιγμές του album, έχει στίχους που βασίζονται σε ποίημα της Samson για την επέτειο του γάμου τους. Το “Luck and Strange” γίνεται οικογενειακή υπόθεση στο “Between Two Points”, διασκευή σε σύνθεση του γκρουπ The Montgolfier Brothers από το 1999. Τα φωνητικά έχει αναλάβει η 22χρονη κόρη του David Gilmour, Romany, η οποία μάλιστα παίζει και άρπα σε διάφορα σημεία του δίσκου, δείχνοντας ένα ιδιαίτερο ταλέντο που αναμένεται να αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια. Σε ένα ιδανικό κλείσιμο, το album αποχαιρετά τον ακροατή με το “Scattered” που φαίνεται να περικλείει τα καλύτερα στοιχεία από την πορεία του Gilmour τα τελευταία 30 χρόνια, είτε ως μέλος των Floyd είτε ως solo καλλιτέχνης. Μαζί με ένα καταπληκτικό solo στην κιθάρα, το τραγούδι προσφέρει ένα ρεφρέν που μοιάζει με την ανασκόπηση ενός ανθρώπου που ξέρει το status στο οποίο έχει φτάσει και κοιτάει στα μάτια τον χρόνο που του έχει απομείνει.
Το “Luck and Strange” αφήνει την αίσθηση ενός εξαιρετικά «προσωπικού» δίσκου για τον David Gilmour, ενός album που δημιουργήθηκε πρώτα για να ικανοποιήσει τις σημερινές ανάγκες του καλλιτέχνη και δευτερευόντως για τους πολυπληθείς οπαδούς του. Η μουσική δείχνει να έχει προκύψει εντελώς αβίαστα, ως μια διαδικασία ιδιαίτερα ευχάριστη για τον David και ουχί αγχωτική. Οι δε στίχοι της Polly Samson προφανώς και προκύπτουν μέσα από το πρίσμα του εδώ και 30 χρόνια γάμου της με τον Gilmour, συμπεριλαμβανομένων όλων των καταστάσεων που μπορεί να κρατήσει ενωμένο ένα ζευγάρι για ένα τέτοιο διάστημα.
Στα θετικά του album είναι σαφώς και το καταπληκτικό του εξώφυλλο, έργο του διάσημου ολλανδού καλλιτέχνη φωτογράφου και σκηνοθέτη Anton Corbijn, υπεύθυνου μεταξύ άλλων για video clips του Bryan Adams, των Nirvana, των Depeche Mode, των Metallica και άλλων αντίστοιχων ονομάτων.