Μουσικη

Nick Cave: Βλέποντας live τον απόλυτο σύγχρονο crooner στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Μερικές αφιλτράριστες σκέψεις μετά την τρίτη και τελευταία solo -εντάξει, σχεδόν solo- βραδιά του Nick Cave στην Αθήνα

Γιώργος Φλωράκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Nick Cave & Colin Greenwood live στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση: Ανταπόκριση από την τρίτη sold out συναυλία.

“Nick the stripper, hideous to the eye, he’s a fat little insect, a fucked little insect, and here we go again”, δεν έχω ιδέα γιατί ουρλιάζω -από μέσα μου- αυτό το τραγούδι των Birthday Party βγαίνοντας από τη Στέγη στην καλοκαιρινή Λεωφόρο Συγγρού. Δεν είμαι από αυτούς που του κρατούν κακία επειδή το εισιτήριο ήταν ακριβό. Αλλά ύστερα καταλαβαίνω, έτσι όπως ασυναίσθητα αλλάζω του στίχους: “Nick The crooner, handsome to the eye”… αυτό λοιπόν, νομίζω: ο Nick Cave είναι ο απόλυτος σύγχρονος crooner. Όσο για το “handsome” δεν είναι δικός μου χαρακτηρισμός, ο Blixa Bargeld το έχει πει πρώτος στο δεύτερο μέρος του “Do You Love Me?”.

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Γιατί ο Nick Cave είναι ο απόλυτος σύγχρονος crooner - Οι τρεις sold out συναυλίες στη Στέγη

Το έχω σημειώσει ξανά: δεν είμαστε πια στην εποχή των Birthday Party ούτε στα early eighties, για να δούμε τον Nick Cave στο Σπόρτινγκ, στο Χύμα, στο Club 22 ή στο Ρόδον. Δεν είμαστε στην εποχή που έπεφτε κάτω από τη σκηνή και βουτούσε ο Mick Harvey να τον μαζέψει. Δεν είναι δίπλα του πλέον ο Mick. Ούτε ο Blixa. Στην προκειμένη περίπτωση ούτε καν ο Warren Ellis. Είναι όμως ο Colin Greenwood. Αν και σε σχέση με ό,τι ακούσαμε, θα μπορούσε και να μην ήταν. Έπαιξε τέλεια αλλά σχετικά λίγα πράγματα και συχνά αρκετά χαμηλά. Μόνο στη διασκευή του “Cosmic Dancer” (T-Rex) είχε τον χώρο να δείξει τις μεγάλες του δυνατότητες. Σε κάθε στιγμή της βραδιάς φαινόταν όμως πόσο ζεστή σχέση έχει με τον Cave, πόσο σεμνός, πόσο γλυκός και πόσο όμορφος άνθρωπος είναι.

© Πηνελόπη Γερασίμου

Όχι φυσικά, δεν αγαπώ ολόκληρη τη δισκογραφία του Cave. Ούτε όλα του τα τραγούδια. Από την εποχή των Birthday Party έχω τρέλα με το “Mr. Clarinet”, το “King Ink”, το “Wild World”, το Capers”, το “Ηο Ηο”, που τραγουδούσε ο Rowland S. Howard. Ακόμη πιο παλιά, από τους Boys Next Door, έχω ακούσει στο repeat άπειρες φορές τη δεύτερη πλευρά του “Door, Door” που ξεκινάει με το “After A Fashion”, ύστερα έρχεται το “Dive Position”, που θυμίζει Doors, για να κλείσει πιο μετά ο δίσκος με το “Shivers”, το καλύτερο τραγούδι τους. Ως tribute στον Rowland, ο Cave το συμπεριέλαβε στο set list και ήταν από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς. Όσο για τα προσωπικά του, ξέρω απ’ έξω τους στίχους από το “From Her To Eternity” (1984) μέχρι το “Let Love In” (1994) κι έχω καλή σχέση με όλους τους δίσκους μέχρι το “Abattoir Blues / The Lyre of Orpheus” (2004). Κι ενώ ως εκείνο το σημείο νιώθω ότι οι δίσκοι έχουν πολύ καλά τραγούδια, μόνο που κάποια δεν είναι και τόσο σπουδαία, μετά το 2004 νιώθω το αντίθετο: οι δίσκοι δεν έχουν σπουδαία τραγούδια, μόνο που κάποια είναι υπέροχα.

Έτσι, όσο πιο πρόσφατα tracks διαλέγει να πει, τόσο λιγότερο συνδέομαι μαζί του κι όσο πιο πίσω πηγαίνει, τόσο λιώνω.

© Πηνελόπη Γερασίμου

Προσπαθώντας να δω τα πράγματα αντικειμενικά, οι εκτελέσεις ήταν φανταστικές. Όχι με την έννοια ότι δεν έλειπαν οι Bad Seeds, φυσικά και έλειπαν σε σημεία. Με την έννοια ότι ήταν αρκετά πιο κατασταλαγμένη η πιανιστική γλώσσα του Cave από αυτήν που ακούσαμε στην ηχογράφηση από το Alexandra Palace. Σιγουριά, μελετημένη αλληλοδιαδοχή εντάσεων και ταχυτήτων και φωνή που πατάει τέλεια πάνω στα παιξίματα του πιάνου. Όσο για τις προσωπικές αδυναμίες μου, είναι σίγουρα το “Ship Song” -πάντα ήταν-, ακόμη περισσότερο το “Stranger Than Kindness” με τους στίχους της Anita Lane και την κατατονική ακολουθία ακόρντων του Blixa, το “Wide Lovely Eyes” -πόσο μεγάλο τραγούδι!- το “Shivers” φυσικά, το “Higgs Boson Blues”, που το ακούσαμε πολύ πιο… blues απ’ ό,τι στο Alexandra Palace -αλλά και στο “Push The Sky Away”-,το “Papa Won’t Leave You Henry” και -ίσως περισσότερο απ’ όλα, το “Carnival Is Over” των Seekers, με το οποίο είχα άγρια κολλήσει όταν είχε βγει το “Kickin’ Against The Pricks”.

© Πηνελόπη Γερασίμου

Διαβάζω πολλά αρνητικά εδώ κι εκεί: ότι ήταν ένα τέλεια στημένο show, ότι ο Cave είναι ένας Νάρκισσος που απαιτεί τον απόλυτο θαυμασμό από το κοινό του, ότι το δίωρο βγήκε βαρετό κι άλλα τέτοια. Σκέφτομαι ότι υπάρχουν συναυλίες που σε εντυπωσιάζουν από την πρώτη στιγμή κι ύστερα ο ενθουσιασμός καταλαγιάζει κι υπάρχουν συναυλίες που μπαίνουν μέσα σου βαθιά, ύπουλα, χωρίς να το καταλάβεις, φυτεύουν κάποιον σπόρο και ξυπνάς κάθε πρωί όλο και πιο γοητευμένος. Η συναυλία του Nick Cave στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση ανήκει σ’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία. Όσο για τον Cave, είναι ένας από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες αυτή τη στιγμή στον κόσμο και ίσως ο καλύτερος crooner της γενιάς του και της δικής μας.