Μουσικη

Αργύρης Μπακιρτζής: Ακολουθώντας τα μακροβούτια των Χειμερινών Κολυμβητών

Και τις ανησυχίες του frontman τους...

Άγγελος Σφακιανάκης
23’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Αργύρης Μπακιρτζής - Χειμερινοί Κολυμβητές: Η ιστορία του επιδραστικού λαϊκού συγκροτήματος από το 1979 μέχρι σήμερα.

Συχνάζεις στο Μικρό καφέ… Άκουσα τη φωνή του στο ράδιο και έμεινα κόκκαλο. Ήταν το 1981. Μόλις είχε κυκλοφορήσει το LP «Χειμερινοί Κολυμβητές». Δεν είχα ξαφνιαστεί τόσο από άλλη φωνή. Για την ακρίβεια δεν είχα ξανακούσει στο ράδιο τέτοια φωνή να τραγουδά. Δεν υπήρχε προηγούμενο. Ανεπιτήδευτη. Απρόβλεπτη. Αθώα. Μυστηριώδης. Ακομπλεξάριστη. Αυτόνομη. Ελεύθερη. Με μια αλλόκοτη τοποθέτηση στον λάρυγγα. Έκφραση λαϊκή που η παραδοξότητά της την κάνει συμπαθή και οικεία. Φωνή με μνήμες γειτονιάς αλλοτινών εποχών και μυρωδιές λαϊκής αγοράς. Μοιάζει με κάποιον φίλο του θείου μας ή με τον μάστορα στην πέρα γειτονιά. Σαν να ατακάρει η Σαπφώ Νοταρά. Σαν ήρωας θεάτρου σκιών. Ο υπερρεαλισμός του απίθανου σε μια φωνή. Η φωνή του Αργύρη Μπακιρτζή που ξαφνιάζει και μένει αξέχαστη.

Αργύρης Μπακιρτζής και Χειμερινοί Κολυμβητές: Η ίδρυση, η καλλιτεχνική πορεία και η εξέλιξή τους

Αυτή ήταν η πρώτη κεραυνοβόλα έκπληξη. Η δεύτερη ήταν τα τραγούδια του. Ανέμελα, άδολα, ανένταχτα, αδέσμευτα, βιωματικά. Υμνούν τις ομορφιές, τις φευγαλέες εικόνες, το κέφι της παρέας, τη γοητεία του απλού, τη μαγεία της νύχτας. Άλλα με ερασιτεχνική μαεστρία και άλλα με ιδιαίτερη μαστοριά για ένα ονειρικό λυρισμό. Τραγούδια μιας κοινότητας ασυμβίβαστης. Τραγούδια σχέσεων μιας παρέας με την τρέλα και την ευγένεια ιπποτών. Είναι η αρχή της δεκαετίας του 1980 και έχουν καταργηθεί η λογοκρισία και τα πιστοποιητικά φρονημάτων. Ένα νεανικό ρεύμα αλλάζει το  μουσικό τοπίο. Η φαντασία γίνεται κοινό αγαθό. Τραγούδια με νέες λέξεις. Με άλλες εικόνες. Με άλλο ήθος. Το τραγούδι ανανεώνεται. Ένας από τους «μικρούς ήρωες» της ανανέωσης του τραγουδιού είναι ο Αργύρης Μπακιρτζής.

Η ιστορία αρχίζει κάπως έτσι. Ο Μπακιρτζής μετά τη φοίτηση στην Αρχιτεκτονική θα πάει φαντάρος το 1970. Είναι Χούντα. Εκεί στις σκοπιές γράφει τα πρώτα του τραγούδια. Μετά με υποτροφία θα συνεχίσει το μεταπτυχιακό του στη Ρώμη, στο κέντρο αναστήλωσης της UNESCO στο Τραστέβερε. Γύρω του οι Κομπανίες αναβιώνουν το ιταλικό παραδοσιακό τραγούδι. Όταν τελειώνει τη σπουδή του έχει σύσταση από τον καθηγητή του να εργαστεί στην αναστήλωση της Ακρόπολης. Δεν θα την αξιοποιήσει. Όπως λέει «η Αθήνα μυρίζει σαν γκαζιέρα». Θα προτιμήσει να εργαστεί στις ανασκαφές των Φιλίππων. Η διπλωματική του στην Ιταλία είχε θέμα την Παναγία της Καβάλας. Έτσι ζήτησε να πάει στην Καβάλα. Το 1975 θα προσληφθεί στη 12η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και δεν θα μετακινηθεί από εκεί τριγυρνώντας για 35 χρόνια στους έξι νομούς της δικαιοδοσίας του.

Η περιπέτεια του μακροβιότερου συγκροτήματος ξεκινά παλαιά, το 1965 από την τριανδρία Αργύρης Μπακιρτζής, Ισίδωρος (Ρούλης) Παπαδάμου, Κώστας Σιδέρης. Τους ενώνει η αγάπη τους για το ρεμπέτικο αλλά και μια ανάγκη για προσωπική έκφραση. Μαζεύει δίσκους 78 στροφών. Ο πατέρας του τον λέει «ο Αργύρης των παλιατζίδικων». Με την παρέα θα τριγυρίσουν μπουζουξίδικα, συναυλίες και πανηγύρια. «Άκουσα πάρα πολλούς απ’ τους “σπουδαίους” του ρεμπέτικου, τον Μάρκο, τον Μπαγιαντέρα, την Μπέλλου, τον Τσιτσάνη, τον Στράτο, τον Στελλάκη, τον Κερομύτη, τη Γεωργακοπούλου, τον Τσαουσάκη, τους μεγάλους του δημοτικού τραγουδιού της Μακεδονίας Παπαγεωργίου, Τσίτρα, Καραθανάση, Καραβάρα, Κουφογιάνκο, Σαμαρά και πολλούς άλλους. Τη Φωτεινή Μαυράκη με τα μακριά, μαύρα, σγουρά μέχρι τους γοφούς της μαλλιά να τραγουδά υπέροχα μανέδες». Ο Αργύρης με ένα γλυκόλαλο μπουζούκι που του χάρισε ο Ισίδωρος θα διαπιστώσει πως είναι… ολιστικός δημιουργός. Τα γράφει όλα μαζί και ταυτοχρόνως. Στίχους και μουσική. Είναι Θεσσαλονικιός αλλά έχει ταπεραμέντο Επτανήσιου. Μετά τις ανασκαφές στους Φιλίππους, οι τρεις σωματοφύλακες θα μαζευτούν στην πλατεία Αγίας Σοφίας, στο σπίτι του φίλου πιανίστα Ταξιάρχη Μπαρότση και θα γράψουν το πρώτο τους τραγούδι.

Αργύρης Μπακιρτζής, Σταμάτης Χονδρογιάννης, Ισίδωρος Παπαδάμου, Κώστας Σιδέρης © Αρχείο Μπακιρτζή

Αργότερα θα τον δώσει ο Ισίδωρος. «Τα τραγούδια ήταν αποτέλεσμα μιας μέθης των αλλεπάλληλων ερώτων που βίωνε ο Αργύρης». Του συμπαραστέκονται. Ο Αργύρης θα περιγράψει την περίοδο αυτή παραλλάσσοντας το τραγούδι. «Ήμασταν δύο, γίναμε τρεις και ύστερα γίναμε πολλοί».

Είναι μια παρέα που δεν φαίνεται να την ενδιαφέρουν τα χρήματα, ο βιοπορισμός από τη μουσική και η δόξα αλλά η άσκηση στη μουσική απόλαυση. Έχουν στήσει μια κοινοπραξία. Μια ιδιότυπη  κομμούνα που είναι ανοιχτή στο μουσικό απρόοπτο και την χαρά του παιγνίου, στην αθωότητα, στην αμεσότητα και στον αυθορμητισμό. Στις αρχές δεν θέλουν να βγάλουν δίσκο. Φοβούνται πως θα χάσουν τη δημιουργικότητά τους.

Με το δείγμα των τραγουδιών του σε κασέτα επισκέπτεται τον Αλέκο Πατσιφά στη Λύρα. Ο Πατσιφάς προστατευτικά τον αποτρέπει. «Εσείς είστε αρχιτέκτων, έχετε μια τέχνη μείζονα. Η μουσική είναι ελάσσων τέχνη. Οι καλλιτέχνες είναι εκτεθειμένοι άνθρωποι. Πού να τρέχετε στα κέντρα να διαφημίζεστε. Αφήστε τα τραγούδια σας, έχουμε εδώ καλούς τραγουδιστές, τον Πουλόπουλο, την Κουμιώτη κ.ά.». Θα τον απογοητεύσει αλλά δεν θα τον κάμψει. Η ομάδα είναι τολμηρή και έχει πίστη. Αποφασίζουν να κάνουν ανεξάρτητη παραγωγή. Θα πάνε στο παλιό υπόγειο «Αγροτικόν» του Νίκου Παπάζογλου για να ηχογραφήσουν. Παπάφη 150 στην Τούμπα. Ήταν φίλοι παιδιόθεν. Τους είχε προτρέψει «Ελάτε να τα γράψετε στο στούντιό μου».

Ο Παπάζογλου ήταν ο φύλακας άγγελος όλων των μουσικών δράσεων στη Θεσσαλονίκη. Έφτιαξε ένα ανάχωμα να μην κατρακυλάει η τοπική μουσική παραγωγή στην Αθήνα. Στο στούντιο του βρήκαν καταφύγιο ροκάδες, ακραίοι, μεσαίοι, μπλουζίστες και χομπίστες.

Ο Νίκος κάτι ήξερε και είχε καλέσει τον κοντραμπασίστα Μιχάλη Σιγανίδη. Ο Μιχάλης, βγαίνοντας από την τουαλέτα, θα ρωτήσει αυθόρμητα την παρέα που προβάρει. «Μήπως θέλετε μπάσο;» «Ναι». Είναι ευπρόσδεκτος μουσικά και υπαρξιακά. Ο αρραβώνας θα γίνει επί τόπου. Αργότερα θα ομολογήσει: «Εντάχθηκα εξ ενστίκτου στο όραμα μιας αδελφότητας φανταστικού φολκλόρ δανείζομαι το όνομα της κολεκτίβας A.R.F.I. (Associationala Recherchedun Folklore Imaginaire) που ταιριάζει γάντι». Ο Μιχάλης είναι αυτοσχεδιαστής και θα καλέσει στην ομάδα τον Δημήτρη Πολυζωίδη που θα ενταχθεί παίζοντας βιολί και βιόλα.

Μιχάλης Σιγανίδης, Δημήτρης Πολυζωίδης, Αργύρης Μπακιρτζής © Αρχείο Μπακιρτζή

Η μια πλευρά του δίσκου γράφτηκε με ρυθμούς Θεσσαλονίκης. Σε ένα μήνα. Χαλάει όμως η Teac, η οκτακάναλη κονσόλα και οι ηχογραφήσεις σταματούν. Δεν θα πραγματοποιηθεί το όνειρο του Μπακιρτζή να τραγουδήσει στον δίσκο ο ρεμπέτης πρίγκιπας Γιάννης Κυριαζής. Είχε δηλώσει «έχω υποσχεθεί σε κάποια παιδιά απ’ τη Θεσσαλονίκη να τραγουδήσω δυο τραγούδια τους». Είχε επιλέξει το «Τώρα που παντρεύεσαι» και το «Σε μια εκκλησιά μοναχική». Τον πρόλαβαν και τον πήραν οι ουρανοί στο δικό τους πατάρι.

Μετά από κανένα εξάμηνο τους τηλεφωνεί ο Παπάζογλου. Όχι δεν φτιάχτηκε η κονσόλα αλλά φιλοξενεί μια παρόμοια για άλλη δουλειά που τέλειωσε πιο νωρίς. Έχουν μια πεντάωρη ευκαιρία να πάνε και να γράψουν. Παίζουν όλοι μαζί. Όλα κυλάνε κατ’ ευχήν αλλά η ερμηνεία στο «Πολλαπλό σου είδωλο» δεν ικανοποιεί τον Αργύρη και θέλει να το ξαναδοκιμάσουν. Ο Παπάζογλου όμως έχει ένα ραντεβουδάκι και θέλει να  φύγει. Άγχος. Ένταση. Κόντρα. Ο Αργύρης προσβάλλεται από μια χοντράδα του Νίκου. «Ένιωσα πολύ άσχημα. Ή έπρεπε να μαλώσω και να μην γίνει ο δίσκος ή να σκύψω το κεφάλι και να το αφήσω να περάσει. Δεν ήξερα τι να κάνω. Οπότε, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, η κοπέλα για την οποία είχα γράψει το τραγούδι και με την οποία είχαμε χαθεί, ως από μηχανής θεός, κατέβαινε τις σκάλες του στούντιο στο βάθος. Μόλις την είδα, ξεχάστηκα και γράφτηκε η πολύ ωραία, συγκρατημένα δραματική, εκτέλεση του δίσκου». Ο μικρός θεός με τα βέλη του θα βοηθήσει να γραφτεί ο άλλος μισός δίσκος σε ένα απόγευμα. Από εκείνο το απόγευμα κιθάρα παίζει μαζί τους ο Γιώργος Ταμκατζόγλου.

Με ρεφενέ θα τυπώσουν 2.000 LP και 2.000 TC. Τον αποπαίρνουν οι «έμπειροι» ότι τύπωσε πολλά. Ότι θα μπει χοντρά μέσα. Ο δίσκος παραδίδεται για διανομή στον Τσακαλίδη ΑΝΩ ΚΑΤΩ Records στη Θεσσαλονίκη και στους Αφούς ΦΑΛΗΡΕΑ στην Αθήνα. Δεν τα κατάφερε να πληρωθεί κανονικά. Θα τσακωθεί. Ό,τι πουλήσαν μόνοι τους, χέρι με χέρι, θα τους ξεχρεώσει. Τίτλος του δίσκου «Χειμερινοί Κολυμβητές». Στην πραγματικότητα κανένας τους δεν είναι χειμερινός κολυμβητής. Ο συνασπισμός τους δεν έχει ακόμα όνομα. Θα τους κολλήσει ο τίτλος «Χειμερινοί Κολυμβητές». Η επιτυχία θα τον βάλει στο φιλότιμο και θα γίνει πραγματικός χειμερινός κολυμβητής. Στα τραγούδια του είναι αποτυπωμένη η ζωή του στην Καβάλα.

Η νεολαία τα λατρεύει. Κι ακόμα πιο πολύ τις ζωντανές τους εμφανίσεις. Ο ενθουσιώδης αφηγηματικός ρόλος του οικοδεσπότη, οι ανεξάντλητες ιστορίες που θυμίζουν πλανόδιο παραμυθά και εξάρχοντα σε μπουλούκι ηθοποιών, οι αποκαλύψεις, τα ανέκδοτα και οι εκμυστηρεύσεις διευρύνουν τη διαδραστική σχέση με το κοινό και τους κάνουν κοινωνούς στις περιπέτειες της ομάδας. Σαν να είναι οι ακροατές παρόντες σε μια διαρκή πρόβα. Πρωτόγνωρα πράγματα. Ανακτά την τραυματισμένη του υπόληψη. Εκείνο το «Σώπα εσύ»! που άκουγε στο σχολείο όταν τον απέκλειαν από τις χορωδίες και τα ομαδικά τραγουδίσματα.

Στην προετοιμασία του δεύτερου δίσκου στην ομάδα θα ενταχθούν δύο εξαιρετικοί μουσικοί, ο Θοδωρής Ρέλλος και ο Κώστας Βόμβολος. Θα κάτσουν εκ δεξιών της πατρικής φιγούρας και θα δημιουργήσουν με τον Μιχάλη Σιγανίδη το μπλοκ των αυτοσχεδιαστών.

Από το πάρκο στη Μυροβόλο, 1985 © Αρχείο Μπακιρτζή

Θα συμπράξει μαζί τους η Μπάντα της Φλώρινας που έρχεται και ηχογραφεί στο «Αγροτικόν». «Την “Μπάντα της Φλώρινας”, όπως βαφτίσαμε την μπάντα του Τάσου Βαλκάνη, τη βρήκαμε ψάχνοντας τον Κοζανίτη κλαρινετίστα Χάρρυ Τζαίημς, που είχε παίξει στον γάμο του πρώτου ξαδέλφου του κουμπάρου μου Γιάννη Μουγκού. Ο Χάρρυ Τζαίημς δεν βρέθηκε ποτέ παρ’ όλη την ταξιδιωτική αναζήτηση στη Δυτική Μακεδονία. Τελικά αποζημιωθήκαμε, αφού γνωρίσαμε στη Φλώρινα τον Τάσο Βαλκάνη, τα παιδιά του και όλη την μπάντα τους που παίξανε στον δεύτερο δίσκο μας. Ο κος Τάσος μάλιστα τσίμπησε στο τραγούδι “Ο Θάνατός μου” που το αγαπώ πολύ και το έπαιξαν υπέροχα. Πηγαίναμε όπου παίζανε, δίνουμε ακόμη συναυλίες μαζί, γίναμε σαν αδέλφια. Νομίζω, δεν γνώρισα άνθρωπο τόσο σπάνιο και ευγενή σαν κι αυτόν. Έλεγε: “το σαξόφωνο δεν το φοβήθηκα ποτέ, το κλαρίνο ακόμη το φοβάμαι”». Στο στούντιο θα μαζευτούν φίλοι και θα γίνει η σύσταση της χορωδίας «ΡΟΞ». Ο Μπακιρτζής θα τους βαφτίσει υπέργηρους χορωδούς. Μερικοί αδυνατούν να ψελλίσουν σωστά έστω και μια νότα.

Η Μπάντα της Φλώρινας και οι Χειμερινοί Κολυμβητές στο στούντιο © Αρχείο Μπακιρτζή

Ο Αργύρης απολογείται. «Με κατηγορούν κάποια μέλη του συγκροτήματος για γεροντολατρία. Αλλά η αλήθεια είναι πως κι εγώ αισθάνομαι πιο ξεκούραστα με τους ηλικιωμένους ανθρώπους. Δεν σε επιβαρύνουν σε τίποτε, οι μάσκες είναι πιο πεσμένες, η παρέα τους πιο ευχάριστη».

Χορωδία ΡΟΞ © Αρχείο Μπακιρτζή

Η Λύρα είχε γίνει στρατόπεδο εκπαίδευσης της ανεξάρτητης έκφρασης. Έχει μαζέψει όλους τους ευγενείς αντιρρησίες. Σαββόπουλος, Κηλαϊδόνης, Μούτσης, Παπάζογλου, Κομπανίες, Ρασούλης, Ξυδάκης, Γερμανός κ.ά. Έτσι η δεύτερη καταγραφή θα εκδοθεί από τη Λύρα με ένα κλιμακωτό συμβόλαιο, με τον Κυριάκο Μαραβέλια που έχει μειοδοτήσει μεν αλλά έχει κερδίσει με τη συμπεριφορά του τον καλλιτέχνη. «Από το πάρκο στη Μυροβόλο», Αργύρης Μπακιρτζής. Η έκπληξη του πρώτου δίσκου θα δευτερώσει και θα απλωθεί η διασπορά του. Η καταλυτική απλότητά τους φέρνει μια αφοπλιστική ανατροπή. Έχει πάρει «ελευθέρας» ο Θοδωρής Ρέλλος με τα πνευστά του και όποτε μπορεί συμμετέχει. Με την εγκατάστασή του στην Αθήνα έρχεται στην ομάδα ο Φλώρος Φλωρίδης.

Αργύρης Μπακιρτζής, Σωτήρης Κακίσης © Χρήστος Βακαλόπουλος

Το 1987 ο συγγραφέας και ποιητής Σωτήρης Κακίσης συμμετέχοντας στη συγγραφή του σεναρίου της ταινίας του Γιώργου Πανουσόπουλου «Μ’ αγαπάς;» επιμένει να γράψουν τη μουσική της ταινίας οι Χειμερινοί Κολυμβητές. Είναι φίλος του Αργύρη. Γνωρίζει πως ο Αργύρης έχει μελοποιήσει λυρικά θέματα του Σαίξπηρ. Τον επισκέπτονται με τον Πανουσόπουλο στη Θεσσαλονίκη. Συμφωνούν. Η ταινία θα κληθεί στο Φεστιβάλ Βενετίας in concorso εντός συναγωνισμού. Το soundtrack της ταινίας θα κυκλοφορήσει από τη Λύρα.

Θα τους καλέσει ο Μάνος Χατζιδάκις στο πρόγραμμα «Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά» στο Zoom στην Πλάκα. Θα αρνηθούν ευγενικά. Θα αρνηθούν και πάλι ευγενικά να εμφανιστούν στην εκπομπή «Ζήτω το Ελληνικό τραγούδι», όπως και στις χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις στην αγορά Μοδιάνο που τους προτείνει ο Διονύσης Σαββόπουλος. Οι Χειμερινοί όπως και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες εκείνη την περίοδο αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι τις εμφανίσεις στην τηλεόραση. Όλα τα άλλα που προέκυψαν είναι παρεξηγήσεις. Τον Ιούνιο του 1983 «Οι Ήχοι του χειμώνα», τους καλούν δια του Πάνου Ηλιόπουλου, στις συναυλίες στο Κάστρο στα Γιάννενα. Η προετοιμασία είναι «εξωστρεφής», σαν «πανηγυράκι» με σουβλάκια, μπύρες και τα παρελκόμενα. Ο Αργύρης δεν θα πάθει εγκεφαλικό. Θα ψάξει και θα φέρει τον κόσμο τούμπα. Θα πάρει έκτακτη άδεια και θα παίξουν μέσα στο τζαμί του Κάστρου αφού το σκουπίσουν, ξεσκονίσουν και ξεαραχνιάσουν. Οι ακροατές θα κάτσουν κατά γης. Θα παίξουν με το φως των κεριών στις δύο την νύχτα. Μια συναυλία «άφτερ» που στους πολλούς θα μείνει αξέχαστη.

Οι Χειμερινοί Κολυμβητές στα Γιάννενα © Αρχείο Μπακιρτζή

Τον προσκαλεί στο στούντιο Σιέρρα ο Δημήτρης Παπαδημητρίου που έχει έρθει στη Λύρα με τον δίσκο «Βίος Ελληνικός». Θα τραγουδήσει τις «Περαστικές» του Κώστα Ουράνη. Είμαι εκεί και θα απολαύσω τη φωνή του σε άψογες συνθήκες εργασίας.

Ο Παναγιώτης Κουνάδης, ο συλλέκτης και ερευνητής του ρεμπέτικου θα φέρει εξ Αμερικής τον αιωνόβιο θρύλο Γιώργο Κατσαρό (Θεολογίτη) για μια συναυλία στο Δημοτικό θέατρο Πειραιώς. Ο Αργύρης πηγαίνει και προσκαλεί τον Κατσαρό να τραγουδήσουν μαζί στη Θεσσαλονίκη. Στο Θέατρο Δάσους θα τους πιάσει η βροχή. Ο Κατσαρός, που είναι θετικών προθέσεων άνθρωπος, θα τους παρηγορήσει λέγοντας «Η βροχή θα κάνει καλό στους αγρότες»! Θα αλλάξει το αεροπορικό του εισιτήριο και θα δώσουν μια αξέχαστη συναυλία με τη συμμετοχή του Σταύρου Καραμανιώλα και της Μπάντας της Φλώρινας. Θα του αφιερώσουν τον δίσκο «Όχι λάθη πάντα λάθη», ζωντανή ηχογράφηση. 

Όταν τον ρωτάω πώς γνωρίστηκε με τον Σταύρο Τσιώλη μου λέει «Ας όψεται ο Κακίσης». Ο Βακαλόπουλος κι ο Κακίσης κάνουν παρέα με τον Τσιώλη. Είναι και φίλοι του Αργύρη. Του βάζουν να τον ακούσει.

Έτσι το 1990 ο Τσιώλης, που έχει αστοχήσει στην επιλογή πρωταγωνιστή, είναι ξεκρέμαστος. Η ταινία είναι έτοιμη να ξεκινήσει και «εξ ακοής» επιλέγει τον Μπακιρτζή. Τον παίρνει τηλέφωνο και προσπαθεί να τον πείσει. Επιμένει πως μόνο με τον Αργύρη μπορεί να κάνει την ταινία. «Κύριε Τσιώλη, θαυμάζω τους κατασκόπους και τους ηθοποιούς που μπορούνε να λένε ψέματα και να μην κοκκινίζουν. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό». Η κατάσταση είναι αβέβαιη. Κατεβαίνει για ένα δοκιμαστικό και είναι πεισμένος πως δεν θα τα καταφέρει. Αποτυχία. «Δεν βλέπετε ότι δεν κάνω;» Επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη. Επανέρχεται πιεστικά και θεατρικά ο Τσιώλης. «Καταστρέφομαι, πρέπει να έρθεις. Αύριο αρχίζουμε γυρίσματα». Επεμβαίνει υπέρ ο Ισίδωρος, που τον χαλαρώνει λέγοντάς του «Τι έχεις να χάσεις;» «Ο έρωτας στην χουρμαδιά» ξεκινά. Το συνεργείο κατηφορίζει για την Πελοπόννησο. Έκτοτε αρχίζει μια θερμή και παραγωγικότατη σχέση.

Έρωτας στη Χουρμαδιά, Λάζαρος Ανδρέου, Αντώνης Κιούκας, Αργύρης Μπακιρτζής © Αρχείο Μπακιρτζή

Ο Τσιώλης λέει ότι ο Αργύρης είναι ο πιο επιμελής ηθοποιός που συνεργάστηκε. «Είχε μάθει τα λόγια του ρόλου, ήταν πάντα έτοιμος σαν πρόσκοπος. Άκουγε όλες τις παρατηρήσεις. Ηθοποιός της “πρώτης λήψης”». Ο Αργύρης λέει «ο Τσιώλης είναι ο σκηνοθέτης μου». Το πρωταγωνιστικό ντεμπούτο του στέφεται με μεγάλη επιτυχία. Τους βραβεύουν με το Κρατικό βραβείο ηθοποιίας μαζί με τον συμπρωταγωνιστή του Λάζαρο Ανδρέου, όμως επειδή είναι δύο οι βραβευμένοι ακυρώνουν τη βράβευση και δίνουν το βραβείο με χρηματικό έπαθλο στον Άλκη Κούρκουλο. Ελληνική πρωτοτυπία.

Παίζει όπως τραγουδάει, άδολα, αφτιασίδωτα και με άγνοια κινδύνου. Με τον Τσιώλη θα ακολουθήσουν οι ταινίες «Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε», «Ο χαμένος θησαυρός του Χουρσίτ», «Ας περιμένουν οι γυναίκες» και «Φτάσαμε».

Το 1991 οι Κολυμβητές είναι σε μεγάλη φόρμα και κυκλοφορούν τους «Δακοκτόνους» με ένα χαριτωμένα σοκαριστικό εξώφυλλο. Εννέα άντρες που κάνουν λασπόλουτρο. Πρωτοπαρουσιάζει δισκογραφικά  τον «νέο» ογδονταετή τραγουδοποιό Σταύρο Καραμανιώλα από το Μεγάλο Καζαβήτι της Θάσου. Οι θαυμαστές πληθαίνουν και αρκετοί θα γίνουν οπαδοί.

Το εξώφυλλο κοσμεί πολλές βιτρίνες δισκάδικων του Τόκιο. Σε ένα τσαρτ της Σεούλ οι Χειμερινοί Κολυμβητές είναι πάνω από τους Rolling Stones, για ένα απόγευμα. Το γιατί το εξηγεί στις συναυλίες τους.Το ίδιο θα συμβεί και στη Νότιο Κορέα. Είναι από τα μακροβιότερα συγκροτήματα. Παραμένουμε θεατές να δούμε ποιο από τα δύο θα αντέξει περισσότερο.

Ταξίδι στον χρόνο. Με τον Γιώργο Κατσαρό © Αρχείο Μπακιρτζή

Το 1995 ξαναέρχεται στην Ελλάδα ο Γιώργος Κατσαρός, προσκαλεσμένος απ’ το Παγκόσμιο Συνέδριο Αποδήμου Ελληνισμού. Αυτή τη φορά είναι Δεκέμβρης και θα παίξουν δυο βραδιές στην «Αίγλη» στη Θεσσαλονίκη και δυο στο θέατρο «Μίνωα» στην Αθήνα, με τη συμμετοχή του Κηλαηδόνη.

Ταξίδι στον χρόνο. Με τον Γιώργο Κατσαρό © Αρχείο Μπακιρτζή

Θα αποσυρθεί από την αδελφότητα ο Ισίδωρος Παπαδάμου και θα κυκλοφορήσει τον δίσκο «Δεν σ’ έχει αρνηθεί». Το τρίχορδο μπουζούκι θα το κρατήσει για ενάμισι χρόνο ο Δημήτρης Μυστακίδης και μετά ο Χάρης Παπαδόπουλος του Γεωργίου.

Με πλησιάζει στη Λύρα ο Ανδρέας Ρούσσης μέλος του συγκροτήματος «Σπείρα» με μια ιδιόρρυθμη εργασία με βαθύτητα κι ένα ελαφρά ξεκούρδιστο πιάνο. Ευσεβής πόθος του να συμμετέχει ο Αργύρης. Μετά από τηλεφωνική συνεννόηση θα πάει στην Θεσσαλονίκη να τον βρει. Ο Αργύρης θυμάται πως ο Ρούσσης έμεινε καμιά ώρα αμίλητος και μετά μπήκε στο θέμα. Του ζήτησε τη συμμετοχή του. Είναι «πάντα πρόθυμος για το καλό». Τα τραγούδια του Ρούσση του αρέσουν πάρα πολύ, τα θέματα, η μουσική τους ανάπτυξη. Ο δίσκος «Εγκόλπιο» με εξώφυλλο έργο του φίλου εικαστικού Μάριου Σπηλιώπουλου.

Με τον δίσκο «Η Μαστοράντζα του Εντερμπίλ» το 1997 τα πράγματα αλλάζουν. Είναι 14 «Ιστορικά τραγούδια» του λαογράφου Ευάγγελου Ζάχου Παπαζαχαρίου. Οι Χειμερινοί ακολουθούν μουσικά τον ερευνητή σε ένα οδοιπορικό με ιστορίες βαλκανικές που τις διέπει ένα ενωτικό πνεύμα για αρμονική συνύπαρξη, όπως την ονειρεύτηκε ο Ρήγας και ο Σαμπατάι Σεβί.«Ο ενθουσιασμός και η αγάπη δεν γνωρίζουν αδιέξοδα. Ξεγελούν το αδύνατο και αντί να παραιτηθούν από την ελπίδα, εκβιάζουν κάθε πραγματικότητα». Πίνακες βαλκανικοί, χρωματισμένοι από την παλέτα του Παρατζάνοφ, τη μεταφυσική της Ανατολής και τον σουρεαλισμό της δημοτικής ποίησης.

Θα βραβευτούν στα βραβεία Αρίων το 2006 σαν το καλύτερο έντεχνο συγκρότημα.

Θα ενσωματωθεί ο Μπάμπης Παπαδόπουλος του Αθανασίου. Ο Μπάμπης, ο ποιητής της κιθάρας από τις Τρύπες. Η εποχή των Παπαδόπουλων θα δώσει μια νέα ώθηση στις δράσεις της ομάδας που ακουμπά τα τριάντα χρόνια. Στον δίσκο «Το πέρασμα σου» μελοποιεί ποίηση και φιλοξενεί την Ελευθερία Αρβανιτάκη και τη χορωδία του Δήμου Γλυκών Νερών.

Το 2009 θα κατέβει στην Αθήνα για να ανέβει στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης Φρυνίχου 14. Θα παίξει στο έργο του Τσιώλη «Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ». Θα γίνουν ακραία επεισόδια από φανατικούς του Ολυμπιακού. Θα τη γλιτώσει. Στον δίσκο «23 κόκκινα φώτα» οι Χειμερινοί θα επιστρέψουν στη νεανική τους φόρμα. Θα παρουσιάσουν τις πρώτες συνθέσεις του Μπακιρτζή από τη σκοπιά, τραγούδια από διάφορες χρονιές και τραγούδια του Σταύρου Καραμανιώλα.

Θα φιλοξενήσω στον «Μικρό Ήρωα» τον Νίκο Κολλάρο και το concept book album Σελιδοδείκτες. Θα έρθει και ο Αργύρης να τραγουδήσει τη «Γυναίκα του κάδρου».

Με μαρκάρει ο Τάσος Ποταμιάνος να επιμεληθώ τον δίσκο του «Έξω στο Αίθριο». Θα ενορχηστρώσει ο Γιώργος Μπουσούνης. Ο Τάσος θα πάρει τον Μπακιρτζή. Δεν ήμασταν σίγουροι αν θα δεχόταν τη σκανταλιά μας. Κι όμως ο Αργύρης γράφει. «Είχα την ευλογία να γνωρίσω τον Τάσο Ποταμιάνο όταν μου πρότεινε να ερμηνεύσω το τραγούδι του “Βουτιές με το κεφάλι”. Στο τραγούδι αυτό εμφανίζονται οι κατά τον Φρόυδ τέσσερις προϋποθέσεις της ευτυχίας: η ζωή στη φύση, η αγάπη ενός προσώπου, η αποδέσμευση από κάθε φιλοδοξία και η δημιουργία. Πρότεινα στους συναδέλφους στο συγκρότημά μας “Χειμερινοί Κολυμβητές” να το περιλαμβάνουμε στο πρόγραμμα των συναυλιών μας και όποτε το τραγουδώ με κυριεύει μια αίσθηση ευτυχίας που πιστεύω ότι μεταφέρεται και στους ακροατές. Λυπάμαι που δεν πρόλαβα να πάω να τον βρω στην Αντίπαρο, όπως είχαμε συμφωνήσει, όμως προσπαθώ να ακολουθώ την αδιάλειπτη προτροπή του “να χαιρόμαστε τη ζωή, να μην πάει χαμένη”».

Ο φίλος μας Τάσος Ποταμιάνος μας εγκατέλειψε ξαφνικά.

Θα ξεπεράσει την αναστολή του και θα διαχειριστεί άνετα τα κατά συνθήκη ψεύδη της υποκριτικής τέχνης. Θα παίξει στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση.

Στην Εθνική Λυρική Σκηνή © Αρχείο Μπακιρτζή

Θα τον συγκινήσει ο Γιώργος Κωστογιώργης και θα τραγουδήσει την ενότητα «Το καλοκαίρι πέρασε σαν ρίγος». Αποκαλύπτει πως «Τα τραγούδια αυτά με περίμεναν και τα περίμενα».

Στις εμφανίσεις τους, τους ακολουθούν νέοι όπου κι αν παίξουν είτε σε χώρους με καθίσματα είτε σε ορθάδικα. Μοιάζει να είναι τα παιδιά και τα εγγόνια των πρώτων ακροατών τους. Έχει δύο γιους που έχουν το συγκρότημα The Dreamers και τον μυούν στα τραγούδια τα αμερικάνικα.

Στα τραγούδια ο Μπακιρτζής δεν λέει όχι «είναι πάντα πρόθυμος για το καλό» και θα τραγουδήσει αρκετά όπου του ζητήθηκε.

Έχει σχέδια για κάμποσους πρωτότυπους δίσκους κι ας έχει καταρρεύσει η δισκογραφία.

Πιστεύει πως η μακροβιότητα των Χειμερινών οφείλεται στην εξ αδιαιρέτου απολαβή και στη μη καλλιτεχνική δέσμευση των μελών. Εγώ έχω την πεποίθηση πως μια χάρη τους μακροημερεύει και τους προστατεύει ακόμα, μαζί με τις χαρές και τα όνειρα που ζήσαμε κοντά τους. Για να υπάρχει ζωντανό αυτό το χειροποίητο, το άδολο τραγούδι της παρέας, της αθωότητας, μακριά από τις οικονομικές και καλλιτεχνικές υστεροβουλίες. Ένα παρθένο νησί με κατοίκους, ανθρώπους παλαιούς που τους προσπέρασε ο χρόνος.

Οι Χειμερινοί Κολυμβητές θα παρουσιαστούν στις 25 Ιουλίου στο Κηποθέατρο Παπάγου. Τον Οκτώβριο του 2024 ο Αργύρης Μπακιρτζή θα παρουσιάσει μόνος του, στο Baumstrasse, το μονόπρακτο του Σταύρου Τσιώλη «Η δημοπρασία».

40 χρόνια Χειμερινοί Κολυμβητές © Αρχείο Μπακιρτζή
Οικογένεια Μπακιρτζή επί βέσπας © Αρχείο Μπακιρτζή

Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από την παρουσίαση του Parallaximag. Τους ευχαριστούμε.