- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κωνσταντίνος Σιδηρόπουλος: Ambient με νεοκλασικές πινελιές
«Η ambient μουσική είναι μια απάντηση στην πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής»
Προτζέκτορας: Μια συζήτηση με τον συνθέτη Κωνσταντίνο Σιδηρόπουλο a.k.a Odysmod για τη διαδρομή του στο χώρο της σύνθεσης ambient μουσικής.
Όταν ήταν παιδί τού ασκούσαν γοητεία οι ήχοι. Άρχισε να μαθαίνει τρομπέτα στα οκτώ του γιατί του άρεσε το πώς ακουγόταν. Για να κατανοήσει τον μηχανισμό παραγωγής του ήχου διέλυε κασετόφωνα. Στα δεκατρία του, επηρεασμένος από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου και τον Jean-Michel Jarre, ξεκίνησε μαθήματα πιάνου. Ήθελε να ξεκλειδώσει τα μυστικά του ήχου και αποφάσισε να σπουδάσει ηχοληψία. Από τον δεύτερο χρόνο των σπουδών του άρχισε να εργάζεται παράλληλα ως ηχολήπτης σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό, αλλά ένα πιάνο με ουρά στο στούντιο του σταθμού άλλαξε την πορεία του Κωνσταντίνου Σιδηρόπουλου και η ambient μουσική κέρδισε έναν συνθέτη. Τον Odysmod.
Από την ηχοληψία στη σύνθεση και για όλα φταίει ένα πιάνο...
Κάτι που ούτε εγώ περίμενα. Ήμουν ενθουσιασμένος που σπούδαζα και εργαζόμουν στο αντικείμενο που αγαπούσα. Στον ραδιοφωνικό σταθμό έμαθα μοντάζ ήχου, συναντούσα πολύ καλούς ηχολήπτες, όπως τον Δημήτρη Ευαγγελινό – τον άνθρωπο που με πήρε πιτσιρίκι με τις γνώσεις τις σχολής και με έβαλε στον επαγγελματικό χώρο του ήχου, στο στούντιο ηχογραφήσεων του σταθμού απ’ όπου περνούσαν όλες οι μπάντες της ελληνικής σκηνής για να παίξουν live στον αέρα. Ήταν συγκλονιστικά. Έτυχε να υπάρχει στον χώρο ένα πιάνο με ουρά και σκέφτηκα στα διαλείμματα της δουλειάς να συνεχίζω τη μελέτη μου στο πιάνο. Ξαφνικά ανακάλυψα ότι έβγαινε η μουσική από μέσα μου αβίαστα. Σχηματίστηκε ολοκληρωμένη η εικόνα του τι σημαίνει ο ήχος στη ζωή μου και αυτή η εικόνα περιείχε τη σύνθεση.
Φεύγεις λοιπόν για το Λονδίνο…
Ώστε να παρακολουθήσω για δύο χρόνια μαθήματα σύνθεσης μουσικής για εικόνα. Ήρθα σε επαφή με διάφορα μουσικά ρεύματα, η πολυπολιτισμικότητα της πόλης διεύρυνε την καλλιτεχνική μου αντίληψη. Γνώρισα μουσικούς από όλο τον κόσμο, με εντυπωσίασε η μεθοδικότητά τους και κατάλαβα ότι ο δρόμος που είχα να διανύσω ήταν μακρύς. Αυτό με κράτησε προσγειωμένο και προσηλωμένο.
Κι έρχεται η ώρα να επιστρέψεις στην Ελλάδα. Πώς ήταν τα πράγματα;
Όταν επέστρεψα συνειδητοποίησα ότι ξεκινούσαν τα δύσκολα. Αναζήτησα, με τη βοήθεια φίλων, συνθέτη για να μαθητεύσω δίπλα του. Ήμουν τυχερός γιατί μόλις είχε γυρίσει από το Μάντσεστερ o Πέτρος Κατσάβης. Το πρώτο που μου δήλωσε ήταν ότι αν δεν σκόπευα να δουλέψω σκληρά, να έφευγα την ίδια στιγμή από το στούντιό του. Έμεινα εκεί 7 χρόνια. Μου έδωσε όλα τα εφόδια για να κάνω τις δικές μου συνθέσεις.
Και το 2009 εμφανίζεσαι στο πρώτο σου live, στην Τεχνόπολη.
Στο Fridge Festival, με την επίσης συνθέτρια Άννα Στερεοπούλου. Έναν μήνα μετά μεταφέραμε το project μας στην Πάδοβα, στο Portello River Festival, όπου ανακάλυψα τι σημαίνει πραγματική ανταπόκριση του κοινού.
Στην Αθήνα δεν υπήρχε ανταπόκριση;
Το ελληνικό κοινό δεν είναι εξοικειωμένο με την ambient. Η δομή και η ροή της δεν έχουν τη στενή φόρμα που είναι συνηθισμένο να ακούει. Στην Ελλάδα υπάρχουν συνθέτες ambient, αλλά δεν υπάρχει κοινό ούτε χώροι. Συνθέτες που είναι γνωστοί στο εξωτερικό, αλλά όχι στη χώρα τους. Υποθέτω ότι εδώ θεωρούν την ambient ως ιδανικό μουσικό χαλί σε αεροδρόμια και σούπερ μάρκετ ή ένα είδος meditation music που ακούς για να χαλαρώσεις. Όμως, όπως είπε ο Brian Eno, η ambient είναι η μουσική που σου δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να σκεφτείς.
Πού οφείλεται το μεγάλο κοινό της ambient στη Γερμανία και στη Γαλλία;
Κουβαλάνε την παράδοση της κλασικής μουσικής. Ιστορικά θα βρούμε την αρχή της ambient στις συνθέσεις του Debussy που εκείνη την εποχή ήρθε σε επαφή με νέους μουσικούς κόσμους, παίζοντας με άλλες μουσικές κλίμακες, δημιουργώντας τελείως νέα ηχοχρώματα.
Και πώς εξελίχθηκε;
Περνώντας στον 20ό αιώνα, η ηχογράφηση επέτρεψε στους συνθέτες να έρθουν σε επαφή με ρυθμούς, αρμονίες και ήχους από όλα τα σημεία της γης. Η μεγάλη επανάσταση όμως έγινε από τον Γάλλο τεχνικό ραδιοφώνου Pierre Schaeffer που χρησιμοποίησε ηχογραφημένους ήχους της φύσης ως δομικά συστατικά μιας μουσική σύνθεσης. Μέχρι τότε οι συνθέτες ξεκινούσαν από το αφηρημένο – ήχους που είχαν στο μυαλό τους, τους αποτύπωναν στην παρτιτούρα και κατέληγαν στην ολοκληρωμένη σύνθεση. H αφετηρία του Schaeffer αντιθέτως ήταν το συγκεκριμένο, ήχοι που ήδη υπήρχαν.
Χαρακτηρίζεις τη μουσική σου ambient με νεοκλασικές πινελιές. Θα μας το εξηγήσεις;
Σημαίνει ότι μπορεί να χρησιμοποιηθούν έγχορδα, πιάνο και συνθέσεις νεοκλασικής μουσικής. Αυτή είναι η μαγεία της ambient. Η ελευθερία στη δομή, τους ήχους, τη σύνθεση, τη μίξη φυσικών και τεχνητών ήχων με παραδοσιακούς τρόπους μουσικής. Μια ελευθερία που περνάει από τον συνθέτη και τους μουσικούς στο κοινό. Η ambient είναι μια απάντηση στην πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής, σου παρέχει τον χώρο και το ηχητικό υπόβαθρο να σκεφτείς με ρυθμούς ανθρώπινους. Αυτό εννοούσε και ο Brian Eno.
Στο ενεργητικό σου έχεις 31 άλμπουμ. Το τελευταίο σου, με τίτλο «Life», κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό. Παραδοσιακά για να «γράψεις» ένα άλμπουμ έχει μεγάλο κόστος. Θεωρείς ότι η ψηφιακή εποχή άλλαξε τα δεδομένα;
Άλλαξε τους όρους με τους οποίους ο καλλιτέχνης μπορεί να προωθήσει τη δουλειά του. Πλέον υπάρχουν αυτόνομα ψηφιακά δισκοπωλεία που δεν ανήκουν σε δισκογραφικές και οι καλλιτέχνες έχουν αμεσότερη επαφή με τους ακροατές. Για παράδειγμα, εγώ ανεβάζω τη δουλειά μου στο Bandcamp, που είναι ελεύθερη ψηφιακή πλατφόρμα, και μπορώ να τη διαθέτω σε ψηφιακή ή φυσική μορφή.
To 2018, η Βandcamp έβγαλε το άλμπουμ σου «Ι dreamt of forest» καλύτερο άλμπουμ της χρονιάς.
Ναι, και ήταν απρόσμενο. Με την έννοια ότι αυτό το άλμπουμ περιείχε όλα τα κομμάτια που είχα απορρίψει από προγενέστερα άλμπουμ μου. Όμως σκέφτηκα ότι όλα πρέπει να παρουσιάζονται και ο τελικός κριτής να είναι ο ακροατής.
Με ποια τεχνική γράφεις τη μουσική σου;
Με την τεχνική του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Είμαι περιτριγυρισμένος από πλήκτρα, όπως ένας ζωγράφος από τα χρώματά του, έχω έτοιμους ήχους στα συνθεσάιζερ μου και αυτοσχεδιάζω. Όλα πάνε καλά αρκεί να έχω πατήσει το rec (γέλια).
Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να αλλάξει στη ελληνική μουσική πραγματικότητα;
Ο τρόπος που αντιμετωπίζονται οι καλλιτέχνες. Για παράδειγμα, όσον αφορά τους μουσικούς, υπάρχει η νοοτροπία ότι πατούν απλά ένα κουμπί και βγαίνει μουσική. Συνακόλουθο αυτής της νοοτροπίας είναι η απαίτηση να συμμετάσχουν δωρεάν σε φεστιβάλ με πρόσχημα την προβολή τους – κάτι που θεωρείται αδιανόητο στο εξωτερικό. Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι ο μουσικός ακολουθεί ένα πολύ πειθαρχημένο και αυστηρό πρόγραμμα και αφιερώνει πολύ χρόνο μέχρι να δημιουργήσει αυτό που θα παρουσιάσει στο κοινό. Η τέχνη, σε οποιαδήποτε μορφή της, δεν είναι χόμπι για τους καλλιτέχνες, είναι η δουλειά τους.