Μουσικη

Raining Pleasure: Ο θάνατος της τέχνης έρχεται όταν ο καλλιτέχνης κάνει αυτά που του ζητάει το κοινό του

Ο Βασιλικός, τραγουδιστής της μπάντας, μιλάει για την επαναδραστηριοποίηση του γκρουπ, τις επερχόμενες συναυλίες τους, το παρελθόν και το μέλλον

giorgos-florakis.jpg
Γιώργος Φλωράκης
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Raining Pleasure: O Vassilikos μιλάει στην Athens Voice για την πορεία και την επαναδραστηριοποίηση του σχήματος.

Raining Pleasure: O Vassilikos μιλάει στην Athens Voice για την πορεία και την επαναδραστηριοποίηση του σχήματος.

Αν δεν είχε υπάρξει η συλλογή “The New Local Jazz Rock Scene - Δυτική Ακτή ’96” που κυκλοφόρησε με το Ποπ+Ροκ το 1996, ενδεχομένως να είχα αργήσει να πάρω είδηση του Raining Pleasure. Αυτή η ιδιαίτερη αισθητική τους, κι ας ήταν ακόμη πολύ νωρίς, δεν σου επέτρεπε να μην τους προσέξεις. Από τότε, τους είδα πολλές φορές στη σκηνή, τόσο στα nineties, όσο και στα zeros, όταν πια απογειώθηκαν. Ύστερα, είδα πολλές φορές τον Βασιλικό σε αρκετά από τα προγράμματα που δημιούργησε και για να είμαι ειλικρινής, τα τελευταία χρόνια το είχα ξεγράψει ότι η μπάντα θα αποφάσιζε ποτέ να επαναδραστηριοποιηθεί. Όταν είδα το “Flood” ως βινύλιο στα δισκοπωλεία -και το πήρα με τη μία- σκέφτηκα ότι θα μπορούσε και να ετοιμάζεται η επιστροφή τους, όμως ο Βασιλικός -όπως και τα υπόλοιπα μέλη του σχήματος- δεν είχαν ιδέα γι’ αυτήν την επανέκδοση.

Τους περιμένω στον Λυκαβηττό στις 28 Ιουνίου κι είμαι από τώρα σίγουρος ότι θα τους πετύχω ζωντανά κι άλλες φορές μέσα στο καλοκαίρι. Και ξέρω ότι το ίδιο νιώθεις κι εσύ. Είναι ένας τρόπος να νιώσουμε πάλι νέοι. Όπως τότε: “Here’s my Life and here’s my way”…

Raining Pleasure: O Vassilikos μιλάει στην Athens Voice

Ξεκινήσατε να παίζετε πριν από περισσότερα από 30 χρόνια. Τι θυμάσαι από την εποχή εκείνη;
Στην αρχική σύνθεση της μπάντας ήμουν ο μικρότερος. Θυμάμαι να κάνω κοπάνα από το σχολείο για να πάμε να παίξουμε μια ώρα. Θυμάμαι ελληνικό καφέ να με περιμένει και μια αστείρευτη όρεξη για μουσική. Θυμάμαι ώρες ατέλειωτες σε μικρά καφέ και μια πείνα για τη ζωή που ανοιγόταν μπροστά μου.

Πώς ήταν η Πάτρα;
Λίγο πιο αθώα. Λίγο πιο βρόμικη. Με περισσότερες ομάδες ανθρώπων. Λιγότερο κυνική. Και σίγουρα πιο βαριά, πιο θλιβερή. Πιο βροχερή.

Πώς ήταν η σκηνή;
Μόνο ελληνόφωνο ροκ υπήρχε. Το «δεν θα κάνετε ποτέ τίποτα αν συνεχίσετε να τα λέτε στα αγγλικά» το άκουγα πιο συχνά από το καλημέρα. Κι άλλες τόσες φορές, φυσικά, αδιαφορούσα. Ήταν τόση η σιγουριά για αυτό που θέλαμε να κάνουμε που έμπαιναν από τη μία και έβγαιναν από την άλλη αυτές οι ας τις πούμε συμβουλές.

Πώς ήταν η Ελλάδα ολόκληρη;
Η αίσθηση που είχα για την Πάτρα, υποθέτω, ήταν ίδια και για τη χώρα γενικότερα. Όταν ξεκινούσαμε, ήμουν 15 χρονών με τόσο πολλά άλυτα και εκκρεμή εσωτερικά θέματα που ελάχιστη από την προσοχή μου πήγαινε στον έξω κόσμο.

Τι προσδοκίες είχατε ξεκινώντας;
Έχω πει πολύ συχνά πως θα ακουστεί κάπως αλαζονικό αυτό που θα πω ξανά τώρα, αλλά μόνο αυτό δεν ήταν. Ήμασταν τόσο σίγουροι ότι θα γίνει κάτι σημαντικό με αυτή την μπάντα που ήταν μόνο θέμα χρόνου. Γι’ αυτό και δεν πτοηθήκαμε ούτε δευτερόλεπτο που τα πρώτα δέκα χρόνια της ύπαρξής μας ήταν ουσιαστικά στην αφάνεια. Ξέραμε ότι ερχόταν αυτό που ήρθε. Το ξέραμε μέσα μας, σιωπηλά, χωρίς ίχνος υπεροψίας. Ήταν απλά μια αίσθηση σιγουριάς, μια απώλεια αμφιβολίας.

Πότε είδατε ότι αυτό που κάνετε είχε πιθανότητες να γίνει μεγάλο; Ποια στοιχεία σας το έδειξαν;
Όταν είναι τόσο σαφές το όραμα, ό,τι και να συμβαίνει γύρω σου το βλέπεις σαν άλλο ένα βήμα πιο κοντά σε αυτό που έρχεται. Από τα πρώτα κιόλας live –που, εννοείται, δεν παίζαμε τόσο καλά– ένιωθα την επαφή με τον κόσμο, σαν μια συμφωνία που έχει γίνει κρυφά μεταξύ μας και που μόνο θα μεγαλώνει στη συνέχεια. Συνέβαινε ουσιαστικά ό,τι συνέβη στη δεύτερη δεκαετία μας, απλά σε πολύ μικρότερη κλίμακα. Ήταν τόσο δυνατή η επαφή με τον κόσμο από την αρχή, που ξέραμε ότι δεν θα χρειαστεί να παλέψουμε ιδιαίτερα για το εμπορικό και δισκογραφικό μέλλον. Θα έρχονταν αυτά κάπως μαγικά, μόνα τους. Όπως και έγινε.

Τι σήμανε για σας το ότι υπογράψατε στην ΕΜΙ;
Εκείνο τον καιρό ήταν σαν ένα φυσικό επόμενο βήμα. Είχαμε ήδη δυο άλμπουμ στο ενεργητικό μας σε ανεξάρτητη εταιρία (Lazy Dog) και δέκα χρόνια ιστορίας. Ήταν η ώρα για το επόμενο κεφάλαιο. Ήμασταν όμως μικροί, ενθουσιώδεις και ανώριμοι, όπως είναι αναμενόμενο σε αυτές τις ηλικίες και σε μια χώρα που δεν υπήρχε καμία παράδοση στο είδος και ύφος που κινούμασταν. Υπογράψαμε κάτι συμβόλαια που πια απαγορεύονται. Ναι, φυσικά έγιναν πράγματα, υπήρξε χρηματοδότηση για να γίνουν οι δουλειές μας σωστά, αλλά αυτό τότε ήταν δεδομένο. Αυτό που δεν θα μπορούσαμε να έχουμε προβλέψει είναι ότι 23 χρόνια μετά, χωρίς λογική, χωρίς πλάνο, χωρίς στόχο, χωρίς ενημέρωση προς εμάς, χωρίς mastering, θα έβγαινε σε βινύλιο το “Flood”. Και σε απαράδεκτη τιμή για το κοινό, πράγμα για το οποίο κατηγορηθήκαμε εμείς. Ο κόσμος δεν ξέρει ούτε φαντάζεται ότι μπορεί να βγει ένας δίσκος σου κι εσύ να μην έχεις ιδέα ότι βγήκε. Είναι πολύ άσχημο να σου λένε άνθρωποι ότι βγήκε ο δίσκος σου σε βινύλιο και να τους διαψεύδεις, μόνο για να δεις κάπου στο ίντερνετ λίγο μετά ότι όντως έγινε. Και να αναγκάζεσαι να ζητήσεις ο ίδιος μερικές κόπιες. Και να έρχεται μία (1) για τον καθένα. Πολύ άσχημο και χωρίς λόγο. Υπήρξαν πολλά άσχημα σχόλια για εμάς λόγω αυτού, γι’ αυτό και παίρνω την ευκαιρία να εκφραστώ και να ξεκαθαρίσω λίγο τα πράγματα. Ευχαριστώ για την ευκαιρία.

Σε ποια πράγματα σας έκανε καλό το ότι βρεθήκατε σε μια πολυεθνική σε εποχές που ελάχιστα σχήματα είχαν ποτέ υπογράψει με πολυεθνική στην Ελλάδα;
Το βασικό πλεονέκτημα ήταν το θέμα της χρηματοδότησης, κάτι που συνέβαινε με τις πολυεθνικές τότε σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορούσαμε να κάνουμε τη δουλειά μας με αξιοπρέπεια και χωρίς περιορισμούς. Υπήρχε η Αγγέλα Κόλλια τότε στην ΕΜΙ και μας είχε κάπως υπό την προστασία της. Το άνοιγμα προς αυτή την κατεύθυνση, όμως, είχαν κάνει πριν από εμάς οι Closer, που είχαν ήδη υπογράψει με την ΕΜΙ περίπου έναν χρόνο νωρίτερα. Με αυτό το θάρρος ξεκίνησε την επαφή ο Φώτης Βαλλάτος που ήταν τότε ο εκπρόσωπός μας.

Υπήρξαν σημεία που σας έκανε κακό αυτή η συνεργασία;
Το καλό και το κακό είναι σχετικές έννοιες. Εξαρτάται από τη μετάφραση που κάνει κάποιος στα γεγονότα. Τα πρώτα πέντε χρόνια της συνεργασίας ήταν αρκετά καλά, με τα αναμενόμενα πάνω και κάτω. Αυτό οφειλόταν αποκλειστικά στην αγάπη που μας είχε προσωπικά η Αγγέλα. Αργότερα, οι σχέσεις κάπως κουράστηκαν και είχε ήδη ξυπνήσει η ανάγκη σε εμάς να ανεξαρτητοποιηθούμε και να κάνουμε το δικό μας label – όπως και τελικά έγινε για το τελευταίο μας άλμπουμ.

Ποια πιστεύεις ότι ήταν τα στοιχεία του “Flood”, που το έκαναν να απογειωθεί;
Ήταν εντελώς ειλικρινές. Σε έναν ήχο που δεν είχε αποτυπωθεί ξανά από ελληνικό σχήμα. Τα τραγούδια ήταν καλά, η παραγωγή του Coti K. άψογη, και είχε μια φρεσκάδα, μια αθωότητα αλλά και μια αυτοπεποίθηση που σαν τρίτο άλμπουμ είχε πια κάπως κερδηθεί. Φυσικά, τεράστια βοήθεια ήταν και η χρήση δύο κομματιών σε τηλεοπτικές διαφημίσεις που έφεραν τη μουσική μας ξαφνικά σε κάθε σπίτι για κάποια χρόνια. Αλλά νομίζω ότι, κυρίως, ακούς ακομπλεξάριστη κιθαριστική ποπ που δεν φοβάται να υπάρχει και να πάρει τη θέση που νιώθει ότι αξίζει. Αν ρωτάς εμένα, βέβαια, αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στο επόμενο άλμπουμ, το “Forwards & Backwards”. Εγώ νομίζω ότι αυτό ήταν το καλύτερο άλμπουμ που κάναμε ποτέ.

Αποδείχτηκε εξαιρετική απόφαση αλλά είχε και κινδύνους το να ηχογραφήσετε το “Reflections” του Μάνου Χατζιδάκι. Τι προκλήσεις αντιμετωπίσατε;
Ήταν καλή ιδέα η ηχογράφηση, ναι. Δεν ήταν το αρχικό πλάνο, δεν ξέρω πόσοι το ξέρουν αυτό. Θα ήταν τρεις ή τέσσερις live εμφανίσεις και εκεί θα τελείωνε. Αλλά έτυχε και σε μια βραδιά ήταν εκεί ο Γιώργος, ο γιος του Μάνου, και από αυτόν ξεκίνησε η ιδέα του άλμπουμ. Λίγο καιρό μετά ήμασταν στην Γερμανία και ηχογραφούσαμε. Δεν θυμάμαι προκλήσεις, για να είμαι ειλικρινής. Κύλησαν όλα πολύ ομαλά, εύκολα, οργανικά. Το μουσικό όραμα ήταν ήδη σαφές, δεν θα κάναμε έξτρα παραγωγή λόγω της ηχογράφησης, μόνο κάποια λίγα overdubs έγιναν και από εκεί και πέρα ήταν ένας καθαρά live δίσκος. Η συνεργασία με τον Γιώργο και την εταιρία ήταν επίσης ομαλή, οπότε όλα έγιναν αβίαστα.

Τώρα, κοιτώντας πίσω στους δίσκους και τα τραγούδια που έχετε κάνει, ποια albums ή μεμονωμένα τραγούδια αγαπάς πιο πολύ;
Όπως είπα και πιο πριν, θεωρώ ότι το καλύτερο σημείο μας ήταν το “Forwards & Backwards”. Είχε θράσος και ειλικρίνεια στον ίδιο βαθμό. Είχαμε μόλις κάνει τεράστια επιτυχία με “Fake” και “Capricorn” και όλοι κάπως ήταν σαν να μας περίμεναν στη γωνία να δουν πώς θα συνεχίσουμε και αν θα μπορέσουμε να επαναλάβουμε την επιτυχία. Κι εμείς επιστρέφουμε με τον λιγότερο προβλεπόμενο τρόπο, με μια jazz bossa. Μου άρεσε που ήμασταν έτσι αυθόρμητοι και κάπως εκτός πλαισίων στο δημιουργικό κομμάτι.

Πόσο σας αφορούσε η εικόνα που είχε ο κόσμος για σας;
Πολύ. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, απλώς ψεύδεται. Όχι όμως στον βαθμό που να αφήναμε να αλλοιωθεί η ουσία μας. Ένας καλλιτέχνης ή μια δημιουργική ομάδα, όταν καταφέρει να έχει την προσοχή ενός μεγάλου κοινού, οφείλει να είναι τολμηρός και να σπρώχνει συνεχώς τα όρια. Ο θάνατος της τέχνης έρχεται όταν ο καλλιτέχνης κάνει αυτά που του ζητάει το κοινό του. Το κοινό εκπαιδεύεται και είμαστε εμείς οι εκπαιδευτές. Βλέπω, για παράδειγμα, τι γίνεται στο Netflix. Σε ένα τραγικό ποσοστό, οι σεναριογράφοι, οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί κάνουν ταινίες και σειρές που φαίνονται σαν να βγήκαν από αποτελέσματα γκάλοπ στην πλειοψηφία του κόσμου. Τι περνάει αυτόν τον καιρό; Ποια θέματα θέλουν οι άνθρωποι να τους δείξουμε; Τα μαζεύουμε σε μια λίστα, τα πετάμε όλα σε μια σειρά και ικανοποιούμε το λαϊκό αίσθημα για εμπορικούς λόγους. Αυτό είναι ο θάνατος της τέχνης, το ξαναλέω και θα το λέω κι άλλο. Δεν πρέπει να φοβόμαστε μη χάσουμε το κοινό μας. Πρέπει να φοβόμαστε μη χάσουμε τον εαυτό μας στη διαδικασία της ανάγκης για την επιβεβαίωση και την επικύρωση από ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε και δεν θα γνωρίσουμε ποτέ. Τεράστια παγίδα. Και η πλειοψηφία των καλλιτεχνών έχει πιαστεί εκεί χωρίς να το ξέρει.

Raining Pleasure: O Vassilikos μιλάει στην Athens Voice για την πορεία και την επαναδραστηριοποίηση του σχήματος.

Αυτή η επιτυχία που γνωρίσατε, σε ποια σημεία σας δυσκόλεψε;
Προσωπικά μιλώντας, κυρίως σε κοινωνικό επίπεδο. Με περιτριγύριζαν πάρα πολλοί άνθρωποι και είχα χάσει εντελώς το κριτήριο του τι θέλουν, ποιοι είναι και αν είναι φίλοι μου. Οι περισσότεροι από αυτούς την έκαναν σιγά σιγά όταν η δημοτικότητα πήρε μια φυσική κατιούσα από ένα σημείο και μετά. Ήταν στο απόγειο της εμπορικότητάς μας που αποφάσισα να φύγω από τη χώρα. Ήθελα απλές και ειλικρινείς κοινωνικές σχέσεις, όχι αυτό που συνέβαινε εδώ. Ήμουν στη Γερμανία και θυμάμαι ότι έπαιρνα απόρριψη από ανθρώπους και αισθανόμουν κρυφά μια ηδονή. Τουλάχιστον ήταν αλήθεια. Δεν με ήξεραν, δεν είχαν κάτι να κερδίσουν και ήταν ειλικρινείς.

Περάσατε από πολύ όμορφες στιγμές. Ποιες μπορείς να θυμηθείς ως πιο σημαντικές;
Οι πιο σημαντικές στιγμές αυτής της μπάντας δεν ήταν δημόσιες. Θυμάμαι μια περίοδο, κάπως την είχαμε δει και πηγαίναμε καθημερινά για πρόβα στις 4:00 το πρωί. Μια μέρα, ξεκινήσαμε με ένα jam. Ήταν ήσυχο, μυσταγωγικό, ψυχοτρόπο. Μία ώρα μετά, αφήσαμε κάτω τα όργανα, τα μαζέψαμε και φύγαμε χωρίς να ειπωθεί κουβέντα. Δεν υπήρχε λόγος ή χώρος για λέξεις.

Κι όταν τα πράγματα δυσκόλευαν, ποια ήταν η συγκολλητική ουσία της μπάντας;
Η αγάπη που είχαμε για αυτό που κάναμε και η αγάπη που είχαμε και έχουμε ακόμα ο ένας για τον άλλον. Όταν παίζεις με ανθρώπους που σέβεσαι αλλά και θαυμάζεις επί πάρα πολλά συναπτά έτη, ξέρεις ότι είσαι ένας τυχερός άνθρωπος.

Με το χέρι στην καρδιά, ποιοι ήταν οι λόγοι που διαλυθήκατε;
Δεν διαλυθήκαμε ποτέ. Η ανάγκη για ξεκούραση ήταν βαθιά και σαφής. Είκοσι χρόνια σε μια μπάντα που δεν έχει μετατραπεί σε κερδοφόρα επιχείρηση είναι πάρα πολλά. Ο περισσότερος κόσμος ξέρει τη δεύτερη δεκαετία μας, εμείς όμως κουβαλούσαμε άλλη μία πιο πριν. Κάποιοι λένε ότι ο ιδανικός χρόνος διάρκειας ενός ποπ σχήματος είναι τα δέκα χρόνια. Εμείς κάναμε είκοσι αδιάκοπα παραγωγικά χρόνια. Και σε κάποια φάση, εντελώς φυσικά, ήρθε η ώρα για ξεκούραση. Δεν ξέραμε αν θα ξαναπαίξουμε ποτέ, μέχρι πολύ πρόσφατα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχαμε διαλυθεί. Τώρα ήρθε ξανά η ώρα. Είμαστε ξανά ολόφρεσκοι και ορεξάτοι.

Ποιοι είναι λοιπόν οι λόγοι που είστε και πάλι μαζί;
Αρκετές φορές όλα αυτά τα χρόνια ερχόταν η σκέψη στο μυαλό μου. Μήπως είναι ώρα; Δεν έπαιρνα καμία πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση από μέσα βαθιά. Το άφηνα, γιατί ξέρω πώς είναι όταν ξεπηδά από μέσα το μεγάλο ναι. Πριν κάνα δυο χρόνια πάλι, ξύπνησα ένα πρωί με την απόλυτη πεποίθηση ότι ήρθε πάλι η ώρα. Επικοινώνησα με τα παιδιά και μέσα σε λίγες μέρες είχαμε στήσει τα πράγματα σε ένα υπόγειο και παίζαμε. Κάποιους μήνες μετά, φαινόταν ότι υπήρχε τόση όρεξη και σταθερότητα, που θα ήταν κρίμα να μην ξαναβγούμε δημόσια. Και τότε ανακοινώσαμε ότι πρόκειται για επίσημο reunion.

Τι προσδοκίες είχες ξεκινώντας την προσωπική σου καριέρα;
Ήθελα να κάνω λίγο διαφορετικά πράγματα, το πολυπόθητο άλμπουμ με τις διασκευές που ονειρευόμουν ήδη κάποια χρόνια, άλλες ηχητικές προσεγγίσεις, παρέα με άλλους μουσικούς. Ήταν φάση για φρεσκάρισμα και ανανέωση σε όλα τα επίπεδα.

Πώς ένιωθες μετά την πρώτη πρόβα της επανένωσης;
Σοκ και δέος. Το να παίζεις ξανά με τους φίλους σου που τυχαίνει να είναι και μερικοί από τους πιο αγαπημένους σου μουσικούς, δεν μπορείς παρά να νιώθεις έτσι. Ήταν τρομερά οικείο και ταυτόχρονα καινούργιο. Το περιέγραψα σε κάποια φάση σαν τυφώνα. Το πρώτο jam είχε ακριβώς αυτή την αίσθηση, σαν άγριο και απρόβλεπτο καιρικό φαινόμενο. Που ή φεύγεις τρέχοντας ή παραδίνεσαι στη δύναμή του και σε πάει όπου θέλει.

Τι διαφορές έχει ο νέος σας ήχος σε σχέση μ’ εκείνον που είχατε στα 90s;
Έχει βελτιωθεί πολύ η τεχνολογία από τότε και μαζί της έχει βελτιωθεί και η τεχνογνωσία. Η ποιότητα του ήχου μας σε επίπεδο καλλιτεχνικό ή ενεργειακό δεν έχει αλλάξει σε κάτι. Αλλά έχει βελτιωθεί πολύ η τεχνική προσέγγιση. Αφήσαμε με τα χρόνια πολύ χώρο στο ηλεκτρονικό στοιχείο, αντί για το εντελώς κιθαριστικό που είχαμε στην αρχή. Και η διάθεση για πειραματισμό είναι τώρα ακόμα πιο έντονη από ποτέ.

Λένε ότι η pop μουσική βασίζεται πολύ στην εικόνα των φρέσκων προσώπων των μουσικών. Εσείς, μεγαλύτεροι σε ηλικία, μα ωριμότεροι πια, τι έχετε να αντιτάξετε σ’ αυτή –επίτρεψέ μου– τη δικτατορία της εικόνας;
Νομίζω ότι είναι αλήθεια αυτό, καλώς ή κακώς. Αλλά εμείς δεν βγαίνουμε να συστηθούμε τώρα, βγαίνουμε να ξανασυναντήσουμε το κοινό που δημιουργήσαμε όταν ήμασταν 20 και 30. Κι εκείνοι αλλαγμένοι θα είναι… Οι νεότεροι που θα θελήσουν να μας ακολουθήσουν από εδώ και πέρα δεν θα είναι σίγουρα άνθρωποι που βλέπουν μόνο την επιφάνεια των πραγμάτων. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαστε κουρασμένοι ή βαριά μεγαλωμένοι. Μια χαρά είμαστε.

Πώς βλέπεις τη σκηνή τώρα;
Δεν βλέπω καμία σκηνή.

Την Πάτρα;
Η Πάτρα προσπαθεί. Αλλά όχι αρκετά. Μια ζωή βασιζόταν στους περαστικούς για να της δώσουν ζωή. Και αυτό έχει περάσει στο DNA της πια. Είναι μια πόλη που σώζεται ολοκληρωτικά από τους φοιτητές. Αν έλειπαν αυτοί, θα ήταν ένα εφιαλτικό και απωθητικό χωριό.

Την Ελλάδα ολόκληρη;
Η Ελλάδα δεν θέλει να αλλάξει τίποτα. Το αποδεικνύει και το φωνάζει όλο και πιο δυνατά όσο περνούν τα χρόνια και πέφτουν οι μάσκες. Φοβάται την αλλαγή. Γιατί είναι συνώνυμο του θανάτου κάποιες φορές. Δεν έχει δύναμη ούτε όραμα. Προτιμάει να ζει κλεισμένη στο σαλόνι των γονιών της.

Τι να περιμένω ανεβαίνοντας στον Λυκαβηττό στις 28 Ιουνίου;
Να είμαστε όλοι καλά και να γίνει ένα ωραίο πάρτι.

Και αμέσως μετά, τι να περιμένουμε; Έναν καινούργιο δίσκο ίσως;
Όλα ανοιχτά. Αυτή η μπάντα δεν προγραμμάτισε ποτέ τίποτα. Δεν σκοπεύει να αρχίσει τώρα. Σε πρώτη φάση, όμως, μερικές συναυλίες. Και βλέπουμε.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.