Μουσικη

Ihsahn: Το black metal είναι συναίσθημα

Ο frontman των Emperor μιλάει για το νέο του προσωπικό άλμπουμ, την εφηβεία του και τις προκλήσεις του μέλλοντος, πριν τη συναυλία τους στην Αθήνα

Δημήτρης Αθανασιάδης
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Emperor: Ο frontman του νορβηγικού black metal συγκροτήματος, Ihsahn, μιλάει για το νέο του προσωπικό άλμπουμ, πριν τη συναυλία τους στην Αθήνα.

Λίγες μπάντες στον κόσμο έχουν τόσο επικές και σκοτεινές ιστορίες να τους ακολουθούν. Υπερηχητικοί και συμφωνικοί, οι Emperor, πρωταγωνίστησαν στην ανάπτυξη της νορβηγικής black metal σκηνής. Κραυγές και βρυχηθμοί, περίπλοκες συνθέσεις και έντονες αγωνίες, φαντασία και αντιλογία, είναι μερικά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη μουσική τους κληρονομιά, 23 χρόνια μετά τον τελευταίο τους δίσκο.

Στο τρίτο σε σειρά και μακροσκελέστερο συναυλιακό τους reunion, έχοντας πλέον εμφανιστεί ζωντανά ως headliners στα μεγαλύτερα festivals σκληρού και ακραίου ήχου, οι Emperor ξεχύνονται ξανά στις σκηνές ανά τον κόσμο, για one-off shows, την άνοιξη του 2024. Με αυτή την αφορμή, επιστρέφουν στην Ελλάδα, 27 ολόκληρα χρόνια μετά, με μία best-of setlist, σε μία μοναδική ζωντανή εμφάνιση, που ήδη προβλέπεται θρυλική και που θα λάβει χώρα στο Floyd Live Music Venue, το Σάββατο 6 Απριλίου, στην Αθήνα.

Παρουσιάζοντας σε δύο διαφορετικές εκδόσεις, μια metal και μία ορχηστρική, το νέο του φερώνυμο άλμπουμ, ο Ihsahn, επιβεβαιώνει ότι είναι ένας από τους πλέον απρόβλεπτους συνθέτες του ιδιώματος. Κινηματογραφικές εμπνεύσεις και extreme metal εκφράσεις συνθέτουν δυο παράλληλες αφηγήσεις στην πιο ενδιαφέρουσα solo κυκλοφορία του μέχρι σήμερα, ένα εννοιολογικό έργο που σε προκαλεί και προσκαλεί να το εξερευνήσεις με τα αυτιά και την καρδιά σου. Ο τραγουδιστής και κιθαρίστας των Emperor, Ihsahn, o Vegard Sverre Tveitan, μίλησε για τη δημιουργία του άλμπουμ “Ihsahn” που κυκλοφορεί παγκοσμίως στις 16 Φεβρουαρίου, ανέτρεξε στην άγρια εφηβεία του και μοιράστηκε τις αλλαγές που έχει βιώσει στο πέρασμα του χρόνου.

© Andy Ford

Tα πρώτα δείγματα από το φερώνυμο άλμπουμ σας που κυκλοφορεί στις 16 Φεβρουαρίου, τα τραγούδια “Twice Born” και “Pilgrimage to Oblivion” είναι πραγματικά συναρπαστικά. Ποια ήταν η έμπνευση πίσω από αυτόν τον δίσκο; Τι θέλατε να εξερευνήσετε σαν μουσικός και σαν συνθέτης;
Σε όλη μου την καριέρα πειραματιζόμουν. Υπήρχε πάντοτε ο πυρήνας με τα στοιχεία του black metal και της extreme metal μουσικής, με την προσθήκη ατμοσφαιρικών στοιχείων και οργάνων όπως τα αναλογικά synthesizers που είχαν σαν αποτέλεσμα έναν κινηματογραφικό ενθουσιασμό και συναίσθημα. Στις solo κυκλοφορίες μου πήγαινα πάντοτε είτε από τη μία πλευρά ή την άλλη. Επειδή είχα καιρό να κάνω ένα μεγάλο άλμπουμ, ήθελα να βρίσκομαι κάπου στη μέση και να κάνω, τόσο το κομμάτι του black metal, όσο και το φουλ ορχηστρικό και να δώσω στον εαυτό μου την ευκαιρία να γράψω το ορχηστρικό κομμάτι με τέτοιον τρόπο, που θα ήταν υποστηρικτικό στο metal κομμάτι και ταυτόχρονα να λειτουργήσουν μεμονωμένα. Ουσιαστικά είναι δύο διαφορετικές εκδοχές του ίδιου άλμπουμ αλλά πρέπει να εξερευνήσω μια διαφορετική συναισθηματική έκφραση. Αναφέρατε το “Pilgrimage to Oblivion”, είναι πιθανότατα από τα σκληρότερα τραγούδια του άλμπουμ και ένα από τα πιο extreme τραγούδια που έχω γράψει για να είμαι ειλικρινής, ξεκινάει πολύ άμεσα με ανατινάξεις και κραυγές και όταν ακούσει κανείς το ορχηστρικό ξεκινά με την ίδια ακριβώς μουσική σαν τσέλο που ψιθυρίζουν. Ίδια μουσική, διαφορετικό συναίσθημα. 

Η μίξη της metal έκδοσης του άλμπουμ έγινε από τον Jens Bogren κι εκείνη της ορχηστρικής έκδοσης από τον Joel Dollié - και τα δύο mastering έγιναν από τον Tony Lindgren. Τι στοιχεία θεωρείτε πώς πρόσθεσαν στο συνολικό αποτέλεσμα; Γιατί επιλέξατε μία dual κυκλοφορία;
Ο Jens είναι ο συνεργάτης μου στην ολοκλήρωση των άλμπουμ μου, και με την ομάδα του αναλαμβάνει τις ηχογραφήσεις. Πάντοτε έπαιρνα πίσω κάτι που ακουγόταν καλύτερο από αυτό που περίμενα. Πρόκειται για συνεργασίες που δεν χρειάζεται να εξηγήσεις πολλά, καταλαβαίνουν τι χρειάζεσαι και αναλαμβάνουν να το αναβαθμίσουν. Έκανε μία απίθανη δουλειά. Ήμουν πολύ ικανοποιημένος με τις ενορχηστρώσεις στο ορχηστρικό, στη μίξη έμοιαζε ότι κατάφεραν να κάνουν τα metal στοιχεία «μικρότερα». Ο Jens τα κατάφερε όλα αυτά. Στην ορχηστρική εκδοχή αναζητούσα έναν αυθεντικό ήχο και μετά από έρευνα κατέληξα στον Joel Dollié, που ειδικεύεται σε τέτοιες μίξεις, soundtracks ταινιών, videogames, που διαθέτει samples αληθινών οργάνων, μου φάνηκε η τέλεια επιλογή. Σύμπτωση, η βασική βιβλιοθήκη που χρησιμοποίησα στο Spitfire Audio ήταν αυτή της Συμφωνικής Ορχήστρας του BBC στο 95% περίπου των samples. Έχοντας μιξάρει στο παρελθόν demos για αυτή τη βιβλιοθήκη γνώριζε τα πάντα, ήταν λίγο αυτόματη διαδικασία και δεν χρειαζόταν να εξηγήσω τα πάντα, έκανε εξαιρετική δουλειά και έφερε στην επιφάνεια «ζωή». Αναγέννησε τις ενορχηστρώσεις.   

Αν αυτό το άλμπουμ είναι ένα συναισθηματικό, σκοτεινό soundtrack, ποια είναι η ιστορία της «ταινίας»; Ποια θέματα σας απασχόλησαν στιχουργικά;
Αυτό ίσως είναι το πιο αφηγηματικό άλμπουμ μου, έχει βασιστεί σε ολοκληρωμένη ιστορία, μια σύνοψη παραδοσιακής ταξιδιωτικής ιστορίας στο στιλ του Joseph Campbell, οι στίχοι έχουν γραφτεί σαν σκηνές κατά κάποιο τρόπο, και οδηγούν στους κλασικούς, αρχετυπικούς χαρακτήρες και συμβολισμούς του Προμηθέα και του Διόνυσου, του Απόλλωνα και των Μαινάδων, είναι πολύ παραδοσιακό και συνοδεύει την ορχηστρική εκδοχή. Και υπάρχει ένα μη σχετικό σενάριο που πηγαίνει στην ορχηστρική εκδοχή. Αν παρακολουθήσεις τα βίντεο που έχουν κυκλοφορήσει - θα ακολουθήσουν κι άλλα. Τα metal βίντεο εικονογραφούν θέματα και στοιχεία από την κεντρική ιστορία και τα όμορφα animations που ο Costin Chioreanu έκανε στην ορχηστρική εκδοχή θα εικονογραφούν τη δεύτερη ιστορία. Δύο στρώματα, όπως ο Απόλλωνας και ο Διόνυσος, δύο στρώσεις, όλα αλήθεια, τα πάντα.

Αυτό είναι ένα υπέροχο παιχνίδι, θα έχουμε την ευκαιρία να «σκάψουμε» βαθύτερα και να ανακαλύψουμε περισσότερα.
Αν θέλετε. Εγώ μεγάλωσα με τέτοιου είδους άλμπουμ. Οι Iron Maiden έχουν κάνει τέτοια χρήση σε μεγάλο βαθμό, αν δείτε το “Powerslave”, την καλλιτεχνική δουλειά…

Πολύ δημιουργική...
…και αν ακούσετε το ομώνυμο τραγούδι, τότε βγαίνει νόημα. Ξέρεις ότι αυτά πηγαίνουν μαζί. Και μετά πας να δεις την παράσταση των Iron Maiden, τους βλέπεις επάνω στη σκηνή και πάλι βγαίνει νόημα. Πάντοτε το αγαπούσα αυτό, να υπάρχει μια συνοχή στα άλμπουμ και να μην είναι απλώς μια συλλογή από τραγούδια. Για μερικούς, το να ακούν τα τραγούδια των Iron Maiden είναι σπουδαίο από μόνο του. Για κάποιον σαν εμένα, που πραγματικά μελετά τα πάντα σε ένα άλμπουμ, το artwork, τις μικρές λεπτομέρειες όπως ο Μίκυ Μάους που τοποθέτησαν…

Ή τον Όσιρι.
Ναι, και κάποιες μικρές γραμμές… θέλω να πω, υπάρχουν πολλά, αν κοιτάξεις βαθύτερα. Σαν ένα μεγάλο κτίριο που μοιάζει cool εξωτερικά. Μερικοί θα το κοιτάξουν, θα πουν ότι είναι ένα cool κτίριο και θα φύγουν, όμως αυτοί που θα σταματήσουν και θα θελήσουν να μπουν μέσα, θα ήθελαν να είναι εξίσου διακοσμημένο. Αν μπορώ να εξηγήσω σωστά την αναλογία, χαχά!

Είναι κατανοητό. Όλο το project ήταν αποκλειστικά δική σας παραγωγή και η μουσική επένδυση κατά τη διάρκεια αυτών των τριών χρόνων έγινε από εσάς. Πόσο εξαντλητικό ήταν σαν διαδικασία; Ποιο τραγούδι σας δυσκόλεψε περισσότερο και γιατί;
Είναι πολύ δύσκολο να πω, γιατί δουλεύω πολλά πράγματα παράλληλα. Πρώτα αναπτύσσω συνολικά την ιδέα, τον «κόσμο» μέσα στον οποίο θα «ζήσει» το άλμπουμ, όπως κάνω πάντοτε, αυτό για μένα είναι μια πολύ τυπική διαδικασία, και μετά τα όργανα, ή αλλιώς, ποιους κανόνες θα δημιουργήσω για μένα και το άλμπουμ. Και μετά ξεκινώ να γράφω. Έγραψα τα πάντα με ήχους πιάνου, χωρίς κιθάρες, χωρίς ορχήστρα, τίποτα, και αν παρατηρήσατε, υπάρχει μια επαναφορά θεμάτων, μελωδίες που παίζουν σε διαφορετικά κομμάτια. Μοτίβα που τυπικά θα ακούγατε σε soundtracks. Οπότε αυτό γράφτηκε σαν μία ολότητα. Μετά το ενορχήστρωσα για το metal μέρος, να βάλω όλες τις κιθάρες μαζί, το σκιτσάρισμα είχε γίνει, έμενε μόνο το χρωμάτισμα, το γέμισμα. Ήταν μακρά διαδικασία, 3 χρόνια, και έκανα και κάποιες άλλες ηχογραφήσεις, κάποιες παραγωγές κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οπότε είναι δύσκολο να πω πιο τραγούδι με δυσκόλεψε περισσότερο. Το δυσκολότερο ήταν να κάνω την ενορχήστρωση τόσο δυνατή, ώστε να λειτουργήσει από μόνη της.

© Andy Ford

Πώς αποφασίσατε να αρχίσετε να συνθέτετε ορχηστρική μουσική;
Από την αγάπη μου για τα soundtracks. Jerry Goldsmith, John Williams, Bernard Herrmann, o John Carpenter με τις ταινίες “Halloween”, αυτοί ήταν η είσοδός μου στην ορχηστρική μουσική αρχικά. Το συναίσθημα που έπαιρνα από όλες αυτές τις ταινίες. Βλέπεις το “Star Wars” και λες ότι ο John Williams είναι απίθανος, και μετά ακούς το “The Planets” του Gustav Holst και λές, «αχά, ξεκάθαρα κάτι συμβαίνει εδώ πέρα». Είναι σαν να ακολουθείς τα ψίχουλα, κατά μία έννοια. Φυσικά και το να δημιουργείς επική, μεγάλη, μουσική όπως είναι η metal μουσική μου ήταν φυσικό, επίσης. Να ακουμπήσω σε αυτούς τους ήχους με τους οποίους ξεκινήσαμε. Ξέρετε, όταν κάναμε το πρώτο άλμπουμ με τους Emperor, φυσικά δεν υπήρχε η τεχνολογία που υπάρχει σήμερα, ήταν ένας τελείως διαφορετικός κόσμος, χρησιμοποιούσα πλήκτρα Roland, απλά πράγματα, υπήρχε όμως αυτό το στοιχείο. Τα τελευταία 30 χρόνια μαζεύω κομματάκια στο πέρασμα του χρόνου.

Ποια είναι τα συναισθήματα που μπορούν να εκφραστούν καλύτερα, ίσως, από μια ορχήστρα;
Είναι σαν μία παγκόσμια, πολιτιστική αναφορά που μοιραζόμαστε όλοι. Είναι μία γλώσσα. Μερικοί λένε ότι η μουσική προϋπήρχε της γλώσσας, ως τρόπος επικοινωνίας. Και η ορχήστρα είναι κάτι εδραιωμένο στην κουλτούρα μας, έχει περάσει ο πυρήνας των συναισθηματικών στοιχείων, όταν ακούς από μακριά μια μελωδία, πιστεύω ότι λόγω κουλτούρας υπάρχει μια σύνδεση. Όταν ακούς κάτι γρήγορο, περιμένεις ότι κάτι θα συμβεί. Είναι σαν τα γνώριμα υλικά φαγητού. Τα αναμιγνύεις και τα χρησιμοποιείς με διάφορους τρόπους.

Είναι καλύτερα να είσαι μια μυτερή πέτρα στην κορυφή, από το να είσαι μια λεία πέτρα χαμηλά μαζί με άλλες

Υπάρχει περίπτωση αυτό το άλμπουμ να αναπαραχθεί επί σκηνής με τη συνοδεία συμφωνικής ορχήστρας και καλεσμένους;
Θα το ήθελα πολύ, το έψαξα, πρακτικά και οικονομικά, για να γίνει σωστά, αυτή τη στιγμή είναι ακατόρθωτο. Εκτός αν μπορούσα να το κάνω με έναν τρόπο που θα το αναβάθμιζε και θα το έκανε καλύτερο. Είναι μια ρομαντική ιδέα, αλλά προκειμένου να είναι επιτυχημένο θα πρέπει να γίνει σωστά. Πάντως ανυπομονώ να παίξω αυτά τα κομμάτια live. Ετοιμάζομαι και κάνω πρόβες για αυτές τις παραστάσεις.

Από πού προέρχεται ο στίχος “The violence of perception had pierced my soul and skin”; Είναι μια ποιητική ατάκα.
Ευχαριστώ! Είναι το θέμα του άλμπουμ. Ό,τι είναι εκεί έξω, είναι χάος και ανεξέλεγκτο, γιατί δεν γνωρίζεις τι είναι, είναι ενθουσιώδες και επικίνδυνο ταυτόχρονα. Ζούμε σε έναν πολύ άνετο κόσμο, ειδικά στη Δύση, κι αν πέσει το ρεύμα, συνειδητοποιείς ότι θα σε σκοτώσει. Υπάρχει ρίσκο, αλλά η ανταμοιβή είναι μεγαλύτερη. Σαν ένα χάος στη ζωή σου ή μια τραγωδία για τα οποία δεν είσαι προετοιμασμένος.

Πότε θυμάστε τον εαυτό σας να γοητεύεται από τη μουσική πρώτη φορά;
Δεν μπορώ να θυμηθώ πότε δεν με γοήτευσε η μουσική. Δεν προέρχομαι από μουσική οικογένεια, αλλά ήταν κομμάτι μας, πριν το ίντερνετ, τα μουσικά όργανα ήταν στη ζωή μας, πιάνο, ακουστική κιθάρα, παίζαμε δίσκους. Έχω αναμνήσεις από τους γονείς μου να παίζουν Elvis Presley, blues. Ξεκίνησα μαθήματα πιάνου όταν ήμουν 6 ή 7 ετών, απέκτησα την πρώτη μου ηλεκτρική κιθάρα όταν ήμουν 10, είχα αρμόνιο, στα 11 είχα τετρακάναλη κονσόλα. Μεγάλωσα σε φάρμα, χωρίς άλλα παιδιά γύρω για να παίζω, ξόδευα ώρες για να ταιριάζω ήχους και ξεκίνησα αμέσως να γράφω μουσική. Αφού είχα τα όργανα, το έκανα. Καλώς ή κακώς, το κάνω ακόμα, χαχά!

Είστε πολύ-οργανίστας. Ποιο όργανο αγαπάτε περισσότερο και γιατί;
Τεχνικά δεν παίζω επαγγελματικά κανένα από αυτά, αλλά η κιθάρα και τα black metal φωνητικά είναι πιθανότατα η ζώνη ασφαλείας μου, τα υπόλοιπα είναι, οτιδήποτε γνωρίζω να παίζω ή να προγραμματίζω στο στούντιο. Έχω πρακτική προσέγγιση, μαθαίνω τα εργαλεία που έχω γύρω μου τόσο, ώστε να κάνουν αυτό που πρέπει.

© Andy Ford

Αρχίσατε να ηχογραφείτε στην εφηβεία σας. Τι θυμάστε από εκείνη την εποχή; Εάν ο έφηβος εαυτός σας μπορούσε να σας δει τώρα, τι θα σκεφτόταν; Και τι σκέφτεστε εσείς για εκείνον;
Νομίζω ότι έκανα την πρώτη μου κανονική ηχογράφηση σε στούντιο όταν ήμουν 14 ετών. Η κονσόλα, το στούντιο, τα μικρόφωνα, η ατμόσφαιρα του να τα συνδυάζεις όλα αυτά με μάγευε πάντοτε. Την πρώτη νύχτα μετά την ηχογράφηση του “
In The Nightside Eclipse”, δοκίμασα να πάω στο τοπικό rock μπαρ στο Bergen μαζί με όλη την μπάντα, αλλά ήμουν ο μικρότερος και ανήλικος. Οπότε δεν μπήκα μέσα. Ο παραγωγός μου o Pytten (σ.σ. Eirik Hundvin) κι εγώ. Περνούσα τα βράδια μαζί του, όταν όλοι πήγαιναν στο μπαρ μετά. Ανέπτυξα μεγάλη αγάπη για το στούντιο. Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από αυτό. Τι θα έλεγα στον νεότερο εαυτό μου… εξακολουθώ να κάνω τα ίδια πράγματα, με το ίδιο πάθος, ελάχιστα έχουν αλλάξει. Αν ήξερα τότε ότι το ίδιο πολιτιστικό κίνημα που θα μισούσε τη μουσική που θα έβγαζες, δύο δεκαετίες αργότερα θα έλεγε, «ω, αυτό είναι καταπληκτικό»… Δεν είχε ποτέ σχέση με αυτό που φτιάξαμε ή κάναμε, αλλά με αυτό που ο κόσμος ήθελε να είναι. Όταν ήθελαν όλο αυτό να είναι κάτι κακό και κάτι μουσικά άσχετο, τότε αυτό ήταν και, αν το ίδιο άλμπουμ ήθελαν να είναι κάτι σημαντικό, το έκαναν κάτι σημαντικό. Επίσης όταν ήμουν 10, αν κάποιος μου έλεγε ότι μεγάλες εταιρίες θα φτιάξουν κιθάρες για μένα και ότι θα συναντούσα τους μεγαλύτερους ήρωές μου στο metal, πιθανότατα να είχα φύγει από καρδιακή προσβολή. Με λίγη τύχη, φτάσαμε στο σήμερα.

Οι Emperor ιδρύθηκαν το μακρινό 1991 κι έγιναν μία από τις μπάντες που θεμελίωσαν την black metal σκηνή. Πώς βλέπετε το black metal στο 2024; Ποια στοιχεία θεωρείτε πως χρειάζεται για να εξελιχθεί; Καθώς μεγαλώνατε, τι άλλαξε στον τρόπο που αντιλαμβάνεστε το black metal ως είδος μουσικής και ως μορφή Τέχνης;
Για μένα το black metal είναι πάντοτε συνδεδεμένο με το συναίσθημα. Για μένα η Diamanda Galas μου δίνει το ίδιο black metal συναίσθημα όπως το “Blood, Fire, Death” των Bathory. Δεν κάνω, λοιπόν, τέτοιου είδους διαχωρισμούς, για το είδος των φωνητικών, την παραμόρφωση του ήχου, τις υψηλές συχνότητες στη μίξη. Για μένα το black metal είναι συναίσθημα. Πολιτιστικά έχει γίνει ένα στοιχείο που εφαρμόζουν οι άνθρωποι, υπάρχουν metal μπάντες, όπως κάναμε κι εμείς, που ανακατεύουν τις επιρροές τους από προηγούμενες δεκαετίες, το black metal είναι συλλογικό πράγμα, δεν είναι κάτι που έχω καταφέρει να επικεντρωθώ, υπάρχουν πολλοί συνάδελφοί μου που ασχολήθηκαν περισσότερο στο να γίνει συλλογικό πράγμα. Στους Emperor ο Samoth είχε όλο το δίκτυο, γνώριζε τους πάντες και είχε όλες τις επαφές. Εγώ ήμουν απλά ο nerd της μουσικής.

Φανταζόσασταν στα 13 σας όταν γνωριστήκατε με τον Samoth (Tomas Haugen), ότι θα δημιουργούσατε μία από τις πιο επιδραστικές black metal μπάντες;
Όχι. Ακόμα και όταν κάναμε όλα αυτά τα άλμπουμ, το κίνητρο ήταν ότι κάποιος μας διέθεσε ένα budget για να μπορούμε να ηχογραφήσουμε και να βγει σε βινύλιο. Ακόμα και όταν ηχογραφήσαμε το “Anthems To The Welkin At Dusk” δεν υπήρχαν φιλοδοξίες για καριέρα ή για πωλήσεις δίσκων. Ήταν καθαρά καλλιτεχνικό κίνητρο. Είχαμε στο μυαλό μας τι θέλουμε να κάνουμε, το οποίο δεν ήταν κάτι που κάναμε στον ελεύθερό μας χρόνο, γινόταν 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα. Black metal αισθητική. Αν δεν ήμασταν στις πρόβες, θα ήμασταν στο δάσος με πυρσούς, προσπαθώντας να ζήσουμε αυτή την ατμόσφαιρα…

© Void Revelations

Μετά από 27 χρόνια επιστρέφετε στην Ελλάδα για μια πολυαναμενόμενη συναυλία με τους Emperor, στις 6 Απριλίου. Τι αναμνήσεις έχετε από την Ελλάδα; Ποια μέρη έχετε επισκεφτεί;
Έχω έρθει στην Ελλάδα αρκετές φορές από τότε που παίξαμε με τους Emperor, έπαιξα με τη σόλο μπάντα μου λίγα χρόνια πριν, ήταν σπουδαία εμπειρία, με ενδιαφέρουν αυτοί οι παλιοί, antique ήρωες, επιστρέφω πάντοτε με χαρά, έχω έρθει για διακοπές με τη γυναίκα μου στην Αθήνα και στα νησιά, έχω τόσες ωραίες αναμνήσεις, το ελληνικό φαγητό, οι βαθιές πολιτιστικές ρίζες. Και πάντοτε χαίρομαι όταν παίζω στην Ελλάδα. Ανυπομονώ για την εμφάνισή μας.

Είστε ένας πετυχημένος άνθρωπος, έχετε εμπνεύσει άλλους ανθρώπους να γίνουν μουσικοί. Ποιος είναι ο ορισμός που δίνετε στην επιτυχία;
Πολύ ευγενικό αυτό. Ο ορισμός της επιτυχίας, να είσαι σε θέση να αφιερώσεις ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του χρόνου σου για να κάνεις ό,τι αγαπάς. Όταν δίδασκα κιθάρα, κάποιοι μαθητές έρχονταν λέγοντας, «συγγνώμη, δεν πρόλαβα να μελετήσω το κομμάτι μου εξαιτίας όσων συμβαίνουν στη ζωή μου» και εγώ έλεγα, «ησύχασε, δεν με απασχολεί». Υπάρχουν τόσα πράγματα που πρέπει να κάνεις στη ζωή, που χρειάζεται να κάνεις, το να παίζεις rock κιθάρα δεν είναι ένα από αυτά. Το να παίζεις μουσική είναι κάτι που το κάνεις αποκλειστικά για τον εαυτό σου, και την ευχαρίστησή σου. Αν το κάνεις με όλες σου τις δυνάμεις και ικανότητες και σου αρέσει τόσο πολύ, ίσως, με τον καιρό, να γίνεις τόσο καλός σε αυτό, που κάποιος άλλος ευχαριστηθεί το παίξιμό σου εξίσου. Όσο είσαι σίγουρος και αγνός και αφοσιωμένος σε ό,τι κάνεις, κανένας δεν θα μπορέσει να σου το πάρει. Δεν έκανα καμία άλλη δουλειά από τα 16 μου και μετά πέρα από αυτήν, και την έκανα σε βαθμό επιτυχίας που να μου εξασφαλίζει τα προς το ζην. Η επιτυχία για μένα είναι το προνόμιο του να ασχοληθείς τόσο με τη μουσική και να το ισορροπήσεις αυτό με την οικογένεια, το πάθος και την αγάπη στη ζωή σου. Ακόμα και αν η φιλοδοξία σου είναι να είσαι εμπορικός και επιτυχημένος, η μόνη σου ευκαιρία είναι να κάνεις κάτι που είναι τόσο παράξενο, ακόμα και για σένα. Κάτι για το οποίο δεν χρειάζεται να συναγωνιστείς ό,τι υπάρχει ήδη εκεί έξω. Είναι καλύτερα να είσαι μια μυτερή πέτρα στην κορυφή, από το να είσαι μια λεία πέτρα χαμηλά μαζί με άλλες. Δεν θυμάμαι ποιος το είπε αυτό αλλά, μην είσαι ο καλύτερος, να είσαι ο μοναδικός.

© Andy Ford

Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις, τα μεγαλύτερα εμπόδια, που είχατε να αντιμετωπίσετε στην πορεία σας; Και ποια είναι η ανταμοιβή που εισπράττετε στο πέρασμα του χρόνου;
Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η προσπάθεια να ισορροπήσεις και να μείνεις επικεντρωμένος στην καλλιτεχνική πλευρά των πραγμάτων. Ειδικά όταν αυτό γίνεται η δουλειά σου και υπάρχουν τόσα στοιχεία που εξετάζουν τα πάντα εκτός από την τέχνη. Στοιχεία που σου υποδεικνύουν τι είναι έξυπνο να κάνεις, τι έχει εμπορική αξία, οι άνθρωποι που θα βγάλουν χρήματα από την επιτυχία σου, οπότε η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να παραμείνεις με έμπνευση και να βρεις τρόπους να είσαι σε θέση να αγαπάς τη δημιουργία ενός νέου άλμπουμ, όπως έκανες και με το πρώτο σου. Το κομμάτι της ανταμοιβής για μένα, και αυτή είναι μια συνειδητοποίηση που ήρθε σε μένα όταν τελείωσα το επερχόμενο άλμπουμ, ήταν ότι έκανα πολλά άλμπουμ. Μερικές φορές, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας δημιουργίας αυτού του δίσκου, σχεδόν μετάνιωσα για το πόσο υψηλούς στόχους είχα θέσει μουσικά, γιατί ήταν εξαιρετικά δύσκολο, ήταν απλά τρελός όγκος δουλειάς και υπήρχαν τόσα πολλά νέα πράγματα που έπρεπε να μάθω στην πορεία, αλλά η ανταμοιβή ήταν ακόμα πιο ικανοποιητική όταν τελείωσε, γιατί όχι μόνο ήμουν περήφανος για αυτά που κατάφερα να πετύχω και να το φτάσω εκεί που ήθελα, αλλά γιατί επίσης είμαι αρκετά κοντά στα 50 μου χρόνια. Κι έχω βρεθεί σε μια θέση όπου είμαι ενθουσιασμένος που δούλευα με αυτή τη μουσική, ένιωθα ότι μάθαινα και μεγάλωνα τόσο πολύ και ένιωθα τόσο προνομιούχος για όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν σε θέση να κάνω αυτό που κάνω, και που μπορώ ακόμα να έχω αυτή τη σχεδόν παιδική έκσταση από αυτό που κάνω. Και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι πραγματικά πολύ πολύτιμο, νομίζω ότι είμαι πολύ συνειδητοποιημένος που το διατηρώ και δεν το θεωρώ δεδομένο ή δεν κάνω συμβιβασμούς που θα με έβγαζαν από αυτή την κατάσταση.